- Νέα Φλώρινα - https://neaflorina.gr -

Γ’ κεφάλαιο εκκλησιολογικού όρου των διαλλαγών

ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ

Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΘΕΩΣΗ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΠΙΣΤΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΩΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΘΕΩΣΗΣ ΔΙΑ ΜΕΣΟΥ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΩΝ ΑΛΗΘΕΙΩΝ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΜΥΣΤΑΓΩΓΟΥΜΑΣΤΕ ΕΝ ΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

I. Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΘΕΩΣΗ ΠΡΟΫΠΟΘΕΤΕΙ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Η εν Χριστώ Ζωή έχει τα στάδια της κάθαρσης, του φωτισμού και της θέωσης. Όλα αυτά όμως στηρίζονται στην ορθή Πίστη. Χωρίς την ορθή δόξα δεν μπορεί να υπάρχει θεογνωσία, και χωρίς θεογνωσία δεν υπάρχει τίποτε στον Χριστιανισμό που να λέγεται πνευματική ζωή. Η θεογνωσία, οπωσδήποτε, δεν είναι ξεκομένη από το Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία Του. Ως Εκκλησία όμως δεν νοείται μόνο η διοίκηση της. Αν και αυτή αναμφισβήτητα αποτελεί, τουλάχιστον, στις ορθόδοξες χώρες θεσμό ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, ωστόσο, όταν προδώσει την αποστολή Της, επειδή δεν διασφαλίζει την θεογνωσία, επομένως, και την δυνατότητα Σωτηρίας, εξάπαντος δεν είναι τότε η Εκκλησία του Χριστού. Η δυνατότητα πορείας προς την θέωση δια της Χάριτος λειτουργεί μόνο μέσα στο αληθινό Σώμα του Χριστού που δίνει μαρτυρία με την ομολογία της αυθεντικής Πίστεως.

II. ΠΩΣ ΦΤΑΝΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΡΘΗ ΠΙΣΤΗ

Τι θα πει ορθοδοξία με την ειδική έννοια; Ορθή γνώμη περί την πίστη! Και που βρίσκει κανείς την ορθή δόξα -γνώμη- περί την πίστη; Εν πρώτοις, από την εξ ακοής πίστη που μας παρέδωσε η Εκκλησία με την θεοφώτιστη διδασκαλία της όπως μας λέγει ο Απόστολος Παύλος: «ἄρα ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δὲ ἀκοὴ διὰ ῥήματος Θεοῦ» (Ρωμ.10, 17), όπως, βέβαια, είναι υπομνηματισμένη στην Αγία Γραφή και διατυπωμένη στις Αγίες Συνόδους και καθώς είναι ερμηνευμένη από τους Αγίους Πατέρες που οριοθέτησαν τα παραδεδομένα και μας τα εμπιστεύθηκαν ως υψίστη παρακαταθήκη ζωής αιωνίου. Μαθαίνει όμως κανείς εξ ακοής την ορθόδοξο πίστη εφ’ όσον και έχει αγαθή προαίρεση, για να λειτουργεί σωστά ο έμφυτος λόγος της ψυχής, ως το ακριβές κριτήριο, γνωστό κατά μία έννοια και ως συνείδηση, προκειμένου να διακρίνει -να βλέπει- ορθά.

III. Ο ΕΜΦΥΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Εξ αρχής πρέπει να διευκρινισθεί ότι, όταν ομιλούμε για τον λόγο της ψυχής, που υπάρχει στην πνευματική μας οντότητα με το είναι πλασμένη κατ’ εικόνα Θεού, και επομένως έχει: νου, λόγο, πνεύμα, δεν εννοούμε τον προφορικό λόγο, ούτε τον ενδιάθετο, ούτε τον λόγο της διανοίας αλλά αυτόν την έμφυτο ή φυσικό, όπως λέγεται, λόγο, χάριν του οποίου μπορούμε και διακρίνουμε τί είναι ορθό και τί λάθος. Πρόκειται, δηλαδή, για τον έμφυτο νόμο της συνειδήσεως μέσα μας. Γράφει ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος:«Εστί δε γνώσις φυσική διακρίνουσα το καλόν εκ του κακού, ήτις και καλείται διάκρισις φυσική, εν η γινώσκομεν το καλόν εκ του κακού φυσικώς άνευ μαθήσεως. Ταύτην έθετο ο Θεός εν τη λογική φύσει, εκ δε της μαθήσεως αύξησιν και προσθήκην λαμβάνει. Ουκ έστι τις ο ταύτην μη έχων». Την φυσική αυτή γνώση ο Άγιος γρηγόριος ο Παλαμάς την ταυτίζει με τον λόγο της ψυχής.

IV. Η ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

Επειδή τώρα η παντέλεια και υπερτέλεια αυτή Αγαθότητα είναι Νους, τίποτε άλλο δεν μπορεί να πηγάζει από Αυτή σαν από πηγή, παρά λόγος. Λόγος βέβαια όχι σαν το δικό μας προφορικό λόγο, γιατί τούτος δεν είναι του νου, αλλά του σώματος που κινείται από νου. Ούτε πάλι σαν το δικό μας ενδιάθετο λόγο, γιατί και τούτος γίνεται μέσα μας έχοντας σαν τύπους τους φθόγγους. Ούτε τέλος σαν το δικό μας λόγο της διάνοιας, κι ας είναι αυτός χωρίς φθόγγους, πραγματοποιούμενος με κινήσεις τελείως ασώματες, γιατί και ο λόγος αυτός της διάνοιας είναι μετά από μας, και έχει ανάγκη από διαλείμματα και μεγάλα χρονικά διαστήματα και προχωρεί διεξοδικά, πηγαίνοντας από την ατελή αρχή προς το τελικό συμπέρασμα. Αλλά ο Λόγος που πηγάζει από τη θεία Αγαθότητα είναι αντίστοιχος με τον έμφυτο σε μας λόγο που εναπόκειται στο νου μας αφότου ο Δημιουργός μάς έκανε κατ’ εικόνα Του, ο λόγος αυτός είναι η γνώση που συνυπάρχει πάντοτε με το νου. Η Γνώση-Λόγος λοιπόν, η οποία συνυπάρχει πάντοτε με τον υπέρτατο νου της παντέλειας και υπερτέλειας Αγαθότητας που δεν έχει τίποτε το ατελές, είναι απαράλλακτα όσα είναι κι Εκείνη, εκτός από το ότι προέρχεται από Εκείνη.

V. Ο ΕΜΦΥΤΟΣ ΛΟΓΟΣ ΜΑΣ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΠΙΣΤΗ

«Η φυσική γνώσις ήτις εστίν η διάκρισίς του καλού και του κακού, η υπό του Θεού εντεθείσα τη φύσει ημών, -γράφει ο Αββάς Ισαάκ – αύτη πείθει ημάς, ότι δει πιστεύειν τω Θεώ, τω παραγαγόντι τα πάντα». Πως γίνεται αυτό: Καθώς, ο άνθρωπος έρχεται σε σχέση με τον φυσικό κόσμο μέσα στον οποίο ζει, η ψυχή του που έχει τον έμφυτο αυτόν λόγο δια των αισθητηρίων που είναι θυρίδες αντιλαμβάνεται το μεγαλείο του Δημιουργού:»Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα» (Ψλμ.18,1). Γνωρίζοντας μέσα από την φυσική αποκάλυψη τις άπειρες ιδιότητες του Θεού καθοράται κατά τις άκτιστες ενέργειές Του:»Τά γάρ ἀόρατα αὐτοῦ ἀπό κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασινοούμενα καθορᾶται, ἥ τε ἀΐδιος αὐτοῦ δύναμις καί θεότης»(Ρωμ. 1,20) πείθεται να πιστέψει, διότι κάθε τι από την φύσιν του τρέχει προς το συγγενές. Και η ψυχή έχοντας πνευματική φύση με το που αντιλαμβάνεται τις άκτιστες ιδιότητες του Θεού θέλει να εντρυφά σ’ αυτές!

VI. Η ΠΙΣΤΗ ΑΥΤΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΦΥΣΙΚΗ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ

Η πίστη στην οποία φτάνει δια του έμφυτου λόγου του ο άνθρωπος είναι εισαγωγική διότι αποτελεί το ξεκίνημα για να αναζητήσει αυτός που τον τον Θεό αυτός που τον αγνοεί. Επ’ ουδενί λόγω θα μπορούσαμε να πούμε για αβάπτιστους ότι γνωρίζουν τον Θεό ή ότι βρισκόμαστε σε παράλληλες οδούς σωτηρίας, αφού η οδός είναι μία και μόνο! Αυτό που είπε ο Απόστολος στους Αθηναίους στον Άρειο Πάγο: «Ἄνδρες Ἀθηναῖοι, κατὰ πάντα ὡς δεισιδαιμονεστέρους (ευλαβεστέρους) ὑμᾶς θεωρῶ· διερχόμενος γὰρ καὶ ἀναθεωρῶν τὰ σεβάσματα ὑμῶν εὗρον καὶ βωμὸν ἐν ᾧ ἐπεγέγραπτο, Ἀγνώστῳ θεῷ. ὃν οὖν ἀγνοοῦντες εὐσεβεῖτε, τοῦτον ἐγὼ καταγγέλλω ὑμῖν»(Πρ.17,22-23)δεν έχει καμία σχέση με την τακτική των Οικουμενιστών, διότι αυτοί εξισώνουν την Οθρθοδοξία με αλλότρια δόγματα και θρησκείες ενώ ο Παύλος ξεκινώντας από εκεί επειδή μίλησε για την Ανάσταση ευαγγελίσθηκε την εις Χριστόν Πίστη!

VII. ΠΩΣ ΘΑ ΦΤΑΣΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΕΝΥΠΟΣΤΑΤΗ ΠΙΣΤΗ

Σωστή θεώρηση στα περί πίστεως δεν μπορεί να την έχει ο άνθρωπος αν δεν έχει πνευματική αίσθηση της πίστεως που είναι η νοερά μας όραση. «Προηγείται λοιπόν από κάθε τι άλλο η πίστη στο Χριστό, που είναι το Φως των ανθρώπων, ώστε καθένας που πιστεύει σ’ αυτόν, να δει τον Θεό». Από την Γραφή γνωρίζουμε«ἀρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου» (Παρ. 1,7). Όμως ο άγιος Συμεών ο Νέος θεολόγος ερωτά:«Πώς όμως θα φοβηθεί κανείς αυτόν που δεν βλέπει; Γι’ αυτόν τον λόγο είναι ανάγκη προηγουμένως να δει τον Θεό. Πώς όμως θα δει κάποιος τον Θεό, τον οποίο ποτέ κανείς δεν είδε; Πρέπει συνεπώς να ζητάμε το νοητό φως του θεού με το οποίο αφού φωτισθεί η διάνοια, θα μπορέσει να δει τον Θεό». Και ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας θα πει: Στην άλλη ζωή «το φως ανατέλλει και ο ήλιος στέλνει καθαρές τις ακτίνες του, αλλά δεν είναι δυνατό να πλασθούν τότε μάτια». Οι πιστοί όμως δέχονται πολλές ανταύγειες από την μέλλουσα, αφού η μέλλουσα ζωή είναι σαν να χύθηκε και ν’ αναμείχτηκε με την παρούσα διότι ο Ήλιος ανέτειλε φιλάνθρωπα σ’ εμάς. Γι’ αυτό άλλωστε μας είπε: «ἐγώ εἰμιτὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ιω.8,12).

VIII. ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΜΕΤΟΧΗ ΜΑΣ ΣΤΟ ΦΩΣ ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ ΣΤΗΝ ΠΛΑΝΗ

Ο άγιος Συμεών στο περί μετοχής Πνεύματος Αγίου σημειώνει: «Ὥσπερ οὖν οὐδέν ὠφελεῖται ὁ ἐν σκότει περιπατῶν, ἐάν λαμπάδας κατέχῃ ἐσβεσμένας πολλάς καί περικαλλεῖς -οὔτε γάρ ἑαυτόν οὔτε ἕτερόν τινα ὡς ἐκ τούτων ὁρᾷ- οὕτως οὐδέ ὁ τάς ἀρετάς πάσας, εἰ οἷόν τε, δοκῶν ἐν ἑαυτῷ ἔχειν, μή ἔχων τό φῶς ἐν ἑαυτῷ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, οὐδέ τάς αὐτοῦ πράξεις καλῶς ἰδεῖν, οὐδέ εἰ πρός ἀρέσκειαν Θεοῦ εἰσι, τελείως πεπληροφόρηται. Ἀλλ᾿οὐδέ ἄλλους ὁδηγῆσαι ἤ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ διδάξαι δύναται, οὐδέ λογισμούς ἀλλοτρίους ἐστίν ἀναδέχεσθαι ἄξιος, εἰ καί πατριάρχης ἐξ ἀνθρώπων γενήσεται, ἕως ἄν τό φῶς ἐν ἑαυτῷ φαῖνον κτήσηται. Φησί γάρ ὁ Χριστός· «Περιπατεῖτε ἕως τό φῶς ἔχετε, ἵνα μή σκοτία ὑμᾶς καταλάβῃ, καί ὁ περιπατῶν ἐν τῇ σκοτίᾳ οὐκ οἶδε ποῦ ὑπάγει.» «Εἰ οὖν ἐκεῖνος οἶδε ποῦ ὑπάγει, πῶς τήν ὁδόν ἄλλοις ὑποδείξει;»

IX. Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΧΑΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΑΠΟΒΑΙΝΕΙ ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΜΑΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΤΑΞΗΣ

Έχει επικρατήσει στην κοινή γνώμη να θεωρείται ως Εκκλησία η διοίκησή της, αν όμως χάσει την αποστολή Της και απογυμνωθεί από την Χάρι, τότε αυτό το θεσμικό Πρόσωπο δεν είναι πλέον η Εκκλησία του Χριστού αλλά είναι μέρος του συστήματος του κόσμου τούτου, ο οποίος «κεῖται ἐν τῷ πονηρῷ»(Α’ Ιω. 5,19). Σε μια τέτοια περίπτωση είναι μόνο μια συστημική «Εκκλησία», η οποία στον καιρό μας αποτελεί την Θρησκεία της Νέας Τάξης, που δεν οδηγεί όντως τους ανθρώπους στην Βασιλεία του Θεού αλλά στην απώλεια, διότι αντάλλαξε την Αλήθεια με το ψεύδος. Και όπως γίνεται με τα πλαστά χρήματα που δεν περνούν στην αγορά προκειμένου να χρησιμοποιηθούν, έτσι γίνεται και με το φαντασμαγορικό κοινωνικό έργο της θεσμικής Εκκλησίας αποβαίνει παγίδα αποπροσανατολισμού όταν χάνει τον στόχο της. Διότι, Εκκλησία χωρίς μαρτυρία σημαίνει: Χριστός Ξένος Σταυρού!

X. Η ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Για κάποιους Ορθοδοξία είναι μία διαρκής ενασχόληση με συνέδρια, ημερίδες, ταξίδια, στοχασμός, τραπέζια και σχεδόν καθόλου προσευχή. Για μια μεγάλη μερίδα πιστών η Ορθοδοξία είναι τυπικά, τελετές, πανηγύρεις και ιεροαποδημίες σε προσκυνήματα. Σε άλλους πάλι βρίσκει κανείς ξερό δόγμα, κανόνες χωρίς εμπειρία Χάριτος και φανατισμό μέχρις άκρων. Σε κάποιους άλλους υπάρχει κάτι πιο ουσιαστικό, το οποίο όμως γίνεται τυπικά μέσα στην καθημερινότητα και έτσι χάνει την άγιοπνευματική του δυναμική, γι αυτό και δεν υπάρχει το πνευματικό νεύρο της ψυχής, ώστε να αντιδράσουν μπροστά στην ασέβεια, την αίρεση, και βέβαια, ενωμένοι φωτισμένα και με στρατηγική. Δύσκολα βρίσκεις σήμερα το αυθεντικό, την χρυσή τομή. Λόγω του ότι παρουσιάζονται διάφορα πρότυπα «πνευματικής ζωής,» μοντέλα που δεν είναι αυθεντικά και ορθόδοξα, τα οποία μάλιστα όταν εντάσσονται σε παρατάξεις τα πράγματα δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο. Γι’ αυτό είναι επιτακτική ανάγκη να θέσουμε το θέμα σε αυτή την εκκλησιολογική βάση που εξετάζουμε.