- Νέα Φλώρινα - https://neaflorina.gr -

Η περιπετειώδης ζωή, ενός σύγχρονου «Διογένη»: Αντί μνημόσυνου, η ιστορία του πατέρα μου Θεόδωρου Βασιλόπουλου!

Πέρασαν ήδη δέκα χρόνια από τις 23/09/2010, τότε που έφυγε από την ζωή σε ηλικία 84 ετών, ένας υπέροχος άνθρωπος, ένας γλυκύτατος παππούς, ένας αγωνιστής της ζωής, ένας μοναδικός και αξέχαστος πατέρας! Ο πατέρας μου Θεόδωρος Βασιλόπουλος

Με αφορμή την συμπλήρωση των δέκα ετών, από την μέρα που έφυγε από την ζωή, θέλησα να περιγράψω, την πολυκύμαντη και κατά την άποψή μου, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ιστορία του.

Όσοι την άκουσαν, θεώρησαν ότι είναι εξαιρετικά συναρπαστική και θα μπορούσε δε, να αποτελέσει σενάριο κινηματογραφικής ταινίας!

Αυτό είναι πραγματικό γεγονός, μια και σχετικά πρόσφατα, ένας παγκοσμίου φήμης, Έλληνας Σκηνοθέτης, που επισκέφτηκε τον γιό μου, στις Βρυξέλλες του εξεδήλωσε το έντονο ενδιαφέρον.

Η ιστορία του Θεόδωρου Βασιλόπουλου:

Η ιστορία του Θεόδωρου Βασιλόπουλου του Ευστρατίου (Τράϊκου) και της Τριανταφυλλιάς, που γεννήθηκε το 1926, στο χωριό μας, το Πλατύ Πρεσπών!

Ήταν το Έκτο παιδί του Ευστράτιου (Τράϊκου) Βασιλόπουλου και της Τριανταφυλλιάς Βασιλοπούλου το γένος Χριστοπούλου από την Καλλιθέα (Ρούνταρι) Πρεσπών.

  1. Η Ευαγγελία.
  2. Η Αλεξάνδρα.
  3. Ο Θανάσης.
  4. Ο Δημήτρης.
  5. Η Ελένη
  6. Ο Θεόδωρος
  7. Η Όλγα.
  8. Ο Γιώργος.

Ο Θεόδωρος, ήταν, εξαιρετικά φιλομαθής, αριστούχος στο σχολείο, (ποιήματα και εκθέσεις του βραβεύτηκαν και δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής στην Αθήνα)!

Δεν συμβιβάστηκε ποτέ με την ιδέα, να μην σπουδάσει, αφού το προνόμιο αυτό το κέρδισε ο μεγαλύτερος από τα οκτώ αδέρφια του, ο Θανάσης, μια και ο πατέρας του τον ίδιο τον προόριζε να διαχειριστεί τις αγροτικές δραστηριότητες της οικογένειας:

Στην γερμανική κατοχή, έφηβος, συμμετέχει στην Εθνική Αντίσταση παρά το νεαρό της ηλικίας, ενώ σύντομα ανέλαβε την διαχείριση των αγροτικών δραστηριοτήτων, μια και ο άρρωστος πατέρας του, τα τελευταία χρόνια ζούσε αυτοεξόριστος στην Φλώρινα όπου και πέθανε το 1945!

Ο Εμφύλιος, η φυλακή και η παραλίγο εκτέλεσή του

Με τον εμφύλιο, βρέθηκε στις τάξεις του «Δημοκρατικού Στρατού», όπως και τα περισσότερα αδέρφια του, ενώ ο μεγάλος αδελφός του, ήταν υπολοχαγός του τακτικού στρατού!

Το 1948 μια οβίδα του Ελληνικού στρατού, που έπεσε δίπλα του, τον τραυμάτισε σοβαρά, στο δεξί του χέρι (έκτοτε έγινε αριστερός) και έχασε την ακοή του, ευτυχώς πρόσκαιρα!

Φαίνεται πώς και οι τοίχοι έχουν αφτιά, η μη άμεση επιστροφή του, στο βουνό σε συνδυασμό με τις πληροφορίες που είχαν οι επιτελείς της Ανταρτονομίας (Αντάρτικης Αστυνομίας), προκάλεσαν το ενδιαφέρον ειδικού αποσπάσματος των ανταρτών, το οποίο πήγε στο χωριό, να διερευνήσει την ασθένεια του «κουφού» τραυματία!

Πράγματι ενώ βρισκόταν κοντά στο κτίσμα όπου η σημερινή θέση της ρεσεψιόν του ξενοδοχειακού μας συγκροτήματος και ενώ μετέφερε κάποια κλαδιά δένδρων, ακούει από πίσω του μία, άγρια προσταγή:

Σε κλάσματα του δευτερολέπτου έπρεπε να αποφασίσει για την ζωή του έχοντας δύο επιλογές:

Η απόφασή του, να περπατήσει, δεν τον γλύτωσαν από την σύλληψη μια και οι πληροφορίες που είχαν ήταν ακριβής.

Συνελήφθη και φυλακίστηκε, μέχρι να δικαστεί, στο Βατοχωρι (το καγκελόφρακτο υπόγειο του σπιτιού σώζεται δίπλα στον δρόμο απέναντι από το δημοτικό σχολείο του χωριού)!

Στο Ανταρτοδικείο (αντίστοιχο του Στρατοδικείου) παραπέμφθηκε, κατηγορούμενος για «εσχάτη προδοσία» και προβλεπόμενη ποινή τον θάνατο!

Ενώ ήταν σχεδόν βέβαιη η καταδίκη και ο θάνατός του, με παρέμβαση των αξιωματούχων του Δ.Σ. Αδερφών Γυμνόπουλου από την Κολχική (ομοϊδεάτες του μεγάλου αδερφού Θανάση, του μόνου που είχε εντρυφήσει στις θεωρίες του Μαρξ) και του γιατρού, Γιώργου Νεδέλκου, τον έσωσαν κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, από το εκτελεστικό απόσπασμα!

Χαρακτηριστική ήταν η κατάθεση του μάρτυρα υπεράσπισης, ενός των Γυμνοπουλέων (πιθανότατα ο «Μέλος» = Μενέλαος Γυμνόπουλος), ο οποίος ανέφερε μεταξύ άλλων,

Φαίνεται ότι οι μάρτυρες έπεισαν το Ανταρτοδικείο και ο κατηγορούμενος αθωώθηκε!

Αν και τραυματίας στο δεξί του χέρι, συνέχισε να υπηρετεί στον Δ.Σ., στα αντίστοιχα Σώματα Εφοδιασμού-Μεταφορών, μέχρι την ήττα των ανταρτών, τον Αύγουστο του 1949!

Η διαφυγή στην Γιουγκοσλαβία η σπουδές και η αποκατάστασή του:

Στην συνέχεια οι διασωθέντες διέφυγαν στην τότε Γιουγκοσλαβία!

Μετά από περιπλανήσεις, σε διάφορα στρατόπεδα προσφύγων, ανά την Γιουγκοσλαβία, στο Μπούλκες, στο Νόβισαντ, το Βελιγράδι, κατέληξε στην πόλη των Σκοπίων, όπου τακτοποιήθηκε σε ένα μικρό δωμάτιο, μαζί με την μητέρα του Τριανταφυλλιά, κάνοντας διάφορες περιστασιακές εργασίες!

Την εποχή εκείνη, η κυβέρνηση του Τίτο, που προσπαθούσε να αναδιοργανώσει τον κρατικό μηχανισμό, αναζητούσε ανάμεσα στους φυγάδες, «μορφωμένα στελέχη»!

Ο πατέρας μου, παρά το ότι ήταν απόφοιτος Δημοτικού, είχε εξαιρετική μόρφωση, δεν έχασε την ευκαιρία και δήλωσε (ψευδώς) ότι, είναι απόφοιτος Γυμνασίου (για την εποχή ήταν, σαν να είχε τελειώσει Πανεπιστήμιο)!

Παρακολούθησε, για περίπου έξη μήνες, ταχύρυθμα σεμινάρια και απέκτησε, Πτυχίο Ανώτερης Σχολής (κάτι σαν τα σημερινά ΤΕΙ), με ειδίκευση στην «Διαχείριση Ανθρώπινων Πόρων» (Human recourses) !

Μετά την αποφοίτησή του, τοποθετήθηκε άμεσα στην Διεύθυνση Προσωπικού του «Τοπικού Υπουργείου Ανοικοδόμησης».

Περιγράφει με πολύ γλαφυρό τρόπο, την πρώτη μέρα στην δουλειά:

Πολύ σύντομα, η ζωή του κυνηγημένου πρόσφυγα, μπήκε σε ένα κανονικό, ανθρώπινο Ρυθμό!

Το αγροτόπαιδο από την Πρέσπα, βρέθηκε σε ένα μεγάλο αστικό κέντρο να απολαμβάνει μια άλλη διάσταση της ζωής!

Ο πόθος επιστροφής στην Ελλάδα, η Φυλακή και η Εξορία

Θεωρητικά ήταν βολεμένος, όμως ποτέ δεν έσβησε ο πόθος επιστροφής στα πάτρια εδάφη!

Τις ενέργειες επιστροφής του στην Ελλάδα, αλλά και το θράσος του, σε καταστάσεις ευθυμίας να τραγουδά νοσταλγικά ελληνικά τραγούδια, φρόντισαν οι διπλοί πράκτορες, να μεταφέρουν με κάθε λεπτομέρεια στην τοπική ασφάλεια!

Κάποια στιγμή, ενημερώθηκε ότι εγκρίθηκε η επιστροφή του, στην Ελλάδα, αλλά του ήταν αδύνατον να μεταβεί στην Ελληνική πρεσβεία για να παραλάβει το διαβατήριό του, μια και όποιος έμπαινε εκεί είχε εξασφαλισμένες τις επιπτώσεις!

Με ευφάνταστους τρόπους επικοινωνίας, έδωσε ραντεβού με τον τότε Πρόξενο κ. Νικολαΐδη, να συναντηθούν σε ένα συνοικιακό ζαχαροπλαστείο.

Η συνεννόηση ήταν :

Το σχέδιο δεν έμελε να πετύχει, γιατί, όπως έμαθε αργότερα, οι διπλοί πράκτορες, φρόντισαν να μεταφέρουν στον πρόξενο, ότι ο Θόδωρος κουβαλάει όπλο μαζί του το οποίο θα κρύβει στο μακρύ παλτό και έχει πρόθεση να τον σκοτώσει!

Εκνευρισμένος ο Πρόξενος σκίζει το διαβατήριο και τα σχετικά χαρτιά που τον συνοδεύουν και φυσικά δεν πήγε στο ραντεβού.

Η ιστορία μαθεύτηκε και από την άλλη πλευρά!

Ακολούθησε η κινηματογραφική σύλληψη του, στην «βόλτα» των Σκοπίων, όπου η αδερφή του φίλου του, που τον συνόδευε, δεν αντιλήφθηκε, τους δύο αστυνομικούς, που ήρθαν από πίσω και τον συνέλαβαν, ενώ η ίδια συνέχισε να περπατά αμέριμνη!

Για μια εβδομάδα η μάνα του, (η γιαγιά μου Τριανταφυλλιά), δεν ήξερε που βρίσκεται ο γιος της, αναστατώνοντας φίλους και γνωστούς, σύντομα έμαθε την πικρή αλήθεια.

Το σχετικό δικαστήριο τον καταδίκασε ως προδότη! Φυλακίστηκε για περίπου ένα μήνα στο «γεντί κουλέ» των Σκοπίων!

Έχασε φυσικά την προνομιακή του εργασία και βρέθηκε εξόριστος στην πόλη του Καβανταρτσι!

Ο «φιλόσοφος Διογένης» και η αναπάντεχη αποκατάσταση!

Ζούσε σε μια καλύβα, μαζί με άλλους τρεις συναγωνιστές του, που είχαν τις ίδιες, «προδοτικές» ιδέες της επιστροφής στην πατρίδα!

Στην καλύβα αυτή, που όταν έβρεχε, η τρύπια οροφή έσταζε, δημιουργήθηκε ένας σύγχρονος «Φιλόσοφος Διογένης»! Ο ατημέλητος γενειοφόρος, που παρά τα σχεδόν 24 του χρόνια, φάνταζε, γέρος, έγινε το επίκεντρο ενδιαφέροντος των μαθητών, που περνούσαν μπροστά από την καλύβα, πηγαίνοντας στο παρακείμενο Σχολείο.

Οι μαθητές, ανυπομονούσαν να σχολάσουν, για να πάνε στην παράγκα, να ακούσουν τον “φιλόσοφο”, να διηγείται, τους μύθους του Αισώπου, και ιστορίες τις αρχαίας μυθολογίας, κτλ!

Σύντομα, από στόμα σε στόμα, μαθεύτηκε στην πόλη, του Καβανταρτσι, των 40.000 κατοίκων, αλλά και στην γύρω περιοχή, ότι υπάρχει ένας φιλόσοφος εκεί!

Έγινε η ατραξιόν της πόλης, μια και καθημερινά συγκεντρώνονται μικροί και μεγάλοι να ακούσουν τις ιστορίες του!

Μια μέρα, μετά τις αγορεύσεις του, τον πλησιάζει, ένας σοβαρός ηλικιωμένος κύριος ,για να τον ρωτήσει ποιος είναι και από πού κρατάει η σκούφια του, μια και η προφορά του μοιάζει Πρεσπιώτικη!

Η απάντηση δόθηκε λίγα λεπτά μετά, όταν ο κύριος Φίλιππος, του εξήγησε ότι:

Την εποχή των βαλκανικών πολέμων, υπηρετούσε ως πολιτικό προσωπικό, στα Γαλλικά Στρατεύματα που ενδημούσαν, στην περιοχή της Φλώρινας και ιδιαίτερα της Πρέσπας!

Η τότε Στρατιωτική Διοίκηση των Γάλλων, επισκεπτόταν τον τότε Πρόεδρο της τοπικής Ένωσης Κοινοτήτων της Πρέσπας, το Στράτο (Τράικο) Βασιλόπουλο, ο οποίος έδωσε εντολή, ο νέος αυτός να διαμένει και να σιτίζεται με όλα τα υπόλοιπα μέλη της πολυπληθούς «φαμίλιας»!

Μετά τις αναγκαίες εκατέρωθεν εξηγήσεις, ο κ. Φίλιππος πήρε από το χέρι τον «φιλόσοφο», και πήγε στην τοπική «Ασφάλεια»!

Εγγυήθηκε για αυτόν και ανέλαβε την φιλοξενία του, ως άτυπα υιοθετημένο!

Ο μοναχογιός του κ. Φίλιππου, ο γεωπόνος, Χρήστος[1], απέκτησε τον εκ «σταυραδεφίας» αδερφό! Από την πρώτη στιγμή, οι δύο νέοι έγιναν αχώριστοι φίλοι!

Ο Φίλλιπος, που προφανώς ήταν σημαίνων πρόσωπο φρόντισε ο προστατευόμενος του να προσληφθεί, στην μεγαλύτερη οινοποιεία της τότε Γιουγκοσλαβίας πάνω στο γνωστικό του αντικείμενο! (Δηλαδή Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Προσωπικού)!

Ο «Παρίας» που ξανάγινε άνθρωπος- Η ζωή στο Καβαντάρτσι!

Από «παρίας», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, ξανάγινε το αρχοντόπουλο!

Από την μια στιγμή στην άλλη ο ..»φιλόσοφος Διογένης», ξανάγινε πάλι άνθρωπος! Οργάνωσε την ζωή του με την μητέρα του, που εν τω μεταξύ ήρθε να ζήσει μαζί του!

Κοινωνικός, καλλιεργημένος, ομιλητικός και με το αυθόρμητο χιούμορ του, έγινε η ψυχή της παρέας!

Η δε συμμετοχή του με πρωταγωνιστικούς ρόλους στο τοπικό «Λαϊκό Θέατρο», τον ανήγαγε σε επίλεκτο μέλος της τοπικής κοινωνίας!

Δεν υπήρχε κοινωνική εκδήλωση, εκδρομή η χοροεσπερίδα στην οποία δεν ήταν επίτιμος προσκεκλημένος!

Στο Καβανταρτσι έζησε περίπου πέντε χρόνια, ίσως τα πιο ευχάριστα και ξένοιαστα χρόνια της ζωής του!

Ήταν μόνο πέντε χρόνια, αλλά όταν τον άκουγες, ήταν σαν να είχε ζήσει εκεί μια ολάκαιρη ζωή!

Παρά την παραμυθένια ζωή του στο Καβαντάρσι, ποτέ δεν έβγαλε από το μυαλό του, την επιστροφή στην πατρίδα!

Προετοίμαζε με άκρα μυστικότητα, πλέον, την επιστροφή του ,τηρώντας όμως όλους τους συνωμοτικούς κανόνες!

Το είχε πάρει απόφαση, θα επέστρεφε στην πατρίδα αλλά, ως ένας αστός, δεν ήθελε να ξαναγυρίσει στην δύσκολη αγροτική ζωή!

Για αυτό τον σκοπό παράλληλα με τις δραστηριότητες του, άρχισε να μαθαίνει διάφορα επαγγέλματα που θα του επέτρεπαν, μετά την επιστροφή του, να ζήσει στην πόλη της Φλώρινας!

Εν τω μεταξύ το 1954 σε μια από τις πολλές μεταβάσεις του στα Σκόπια, όπου με χίλιες προφυλάξεις και άκρα μυστικότητα οργάνωνε την πολυπόθητη επιστροφή του στην πατρίδα, σε ένα συγγενικό του σπίτι, γνώρισε την κοντοχωριανή του (από Άγιο Γερμανό), μητέρα μου Ελπινίκη την οποία ερωτεύτηκε σφόδρα!

Χωρίς να χάσει καιρό επικοινώνησε με τον πατέρα της Χρήστο τον οποίο γνώριζε από τα χρόνια της Πρέσπας, ο οποίος ζούσε, ως πρόσφυγας, στο χωριό Κριβογκάστενι, στους πρόποδες του Κρούσεβο!

Κατάφερε να τον πείσει και σε λίγους μήνες αρραβωνιάστηκαν και παντρεύτηκαν με πολιτικό γάμο, όπως προέβλεπαν οι επίσημες διαδικασίες!

Οι προσπάθειες επαναπατρισμού και η κινηματογραφική αποστολή της αίτησης στην Ελληνική Πρεσβεία.

Οι συντονισμένες ενέργειες του, για επιστροφή στην πατρίδα, με την υποστήριξη του αδελφού του Θανάση που ζούσε στην Φλώρινα, σκοντάφτουν στην έλλειψη υπογεγραμμένης αίτησης επαναπατρισμού!

Για αυτοπρόσωπη επίσκεψη στην Ελληνική πρεσβεία, ούτε λόγος μια και αποτελεί πεδίο εξονυχιστικής παρακολούθησης των αρχών ασφαλείας!

Ο χρόνος περνούσε ο ερχομός στην ζωή, του παιδιού του (ο υπογράφων δηλαδή), πλησίαζε! Έτσι αποφάσισε, να δανειστεί, ένα ποδήλατο και με την αδελφή του κολλητού του φίλου, παριστάνοντας το ζευγάρι, μια σκοτεινή και βροχερή νύχτα, πέρασαν έξω από την ελληνική πρεσβεία!

Πέταξαν την πολύτιμη αίτηση, που ήταν δεμένη σε μια πέτρα!

Η υπερπροσπάθεια σε συνδυασμό με την αγωνία και το άγχος είχαν σαν αποτέλεσμα να σπάσουν τα τζάμια της πρεσβείας, αλλά ο σκοπός επιτεύχθηκε!!!

Η αίτηση επαναπατρισμού έφτασε στον σκοπό της!!!

Περί τον Μάιο του 1956 η πολυπόθητη έγκριση επαναπατρισμού ήρθε για τον Θόδωρο και την μητέρα του Τριανταφυλλιά!!!

Όμως είχα ήδη γεννηθεί εγώ και η όποια προσπάθεια έγκρισης επιστροφής του νεογέννητου, σκοντάφτει, στο γεγονός ότι η μάνα μου που είχε φύγει από την Ελλάδα σε ηλικία 12 ετών, έχει διαγραφεί από τα Ελληνικά μητρώα, όπως και ολόκληρη η οικογένεια της!

Νέα προβλήματα νέοι αγώνες δρόμου, ώστε να μπορέσει να γυρίσει στην Ελλάδα με την οικογένεια που ήδη είχε δημιουργήσει!!!

Επειδή στην Ελλάδα ο πολιτικός γάμος ακόμη δεν ήταν αποδεκτός, βρήκαν παπά, ο οποίος ανέλαβε να τους παντρέψει, με άκρα μυστικότητα, στο σπίτι του κουμπάρου Σοφρώνιου, ο οποίος, στα νιάτα του, είχε έρθει για εμπορικούς λόγους στην Πρέσπα και είχε γνωρίσει από κοντά τον παππού Στράτο (Τράϊκο).

Μετά από τιτάνια προσπάθεια και παρακάλια σε αρμόδιους η μη, κατάφερε και εξασφάλισε τον επαναπατρισμό ολόκληρης της οικογένειας!

Ήρθε η ώρα να ανακοινώσει, με πόνο καρδιάς, στους αμέτρητους φίλους του, ότι αποφάσισε να γυρίσει στην Ελλάδα!!!

Κανένας δεν μπορούσε να πιστέψει ότι θα άφηνε μια τόσο ευτυχισμένη ζωή, μια περίοπτη καριέρα, τόσο ως στέλεχος σε μια από τις μεγαλύτερες οινοποιίες της τότε Γιουγκοσλαβίας αλλά και του λαϊκού θεάτρου της περιφέρειας Καβαντάρτσι!

Η ώρα του αποχωρισμού ήρθε με αγκαλιές και κλάματα συγκίνησης, εκατοντάδες φίλοι τους, ξεπροβόδισαν, στο σιδηροδρομικό σταθμό!

Η επιστροφή στην Ελλάδα!

Το τραίνο έφτασε στο σταθμό της Φλώρινας μία εξαιρετικά κρύα μέρα του Δεκέμβρη του 1956! Εκεί τους υποδέχτηκε ο αδελφός του Θανάσης με την οικογένειά του, κάποιοι φίλοι και συγγενείς!

Έσκυψε και φίλησε το χώμα της πατρίδας, με την αισιοδοξία ότι μια καινούργια ζωή αρχίζει στην πατρίδα!

Την αρχική ευφορία από τον επαναπατρισμό, άρχισαν να διαδέχονται τα έντονα προβλήματα επιβίωσης!

Προσωρινά φιλοξενήθηκε, στο σπίτι του αδελφού του, ενώ άρχισε να εργάζεται ως ράφτης διαδοχικά στους γνωστούς «Εμποροράπτες» στην πόλη της Φλώρινας, κ.κ. Μιχαήλ και Γκοτζαμάνη!

Ο πενιχρός μισθός, ήταν αδύνατο να του προσφέρει, το υποτυπώδες επίπεδο διαβίωσης, που φυσικά απείχε παρασάγγας από το επίπεδο διαβίωσης που άφησε στο Καβαντάτσι!

Μετά από ατελείωτες συζητήσεις άρχισε να ξανασκέφτεται την επιστροφή στο χωριό, εξάλλου ήταν γόνος επιφανούς οικογένειας της Πρέσπας με κτήματα, αρχοντικό κτλ!

Οι επιπτώσεις όμως του εμφυλίου είχαν αλλάξει ριζικά τα δεδομένα!

Στο αρχοντικό των Βασιλοπουλαίων, όπου είναι σήμερα το ξενοδοχειακό συγκρότημα, είχαν εγκατασταθεί, τρείς οικογένειες προσφύγων που τους είχαν φέρει, από τα χωριά της Καστοριάς, ενώ τα περισσότερα κτήματα ήταν, η ακαλλιέργητα η είχαν παραχωρηθεί, σε άλλους!

Σε λίγους μήνες, οι φιλοξενούμενοι πρόσφυγες με φροντίδα της πολιτείας,, μετακόμισαν, σε άλλα κενά σπίτια φυγάδων.

Η εγκατάσταση στο χωριό!

Η εγκατάσταση στο χωριό ήταν ακόμη πιο δύσκολη!

Σε ένα άδειο αγροτικό σπίτι, χωρίς, αποθέματα τροφίμων, χωρίς ζωικό κεφάλαιο, χωρίς γεωργικά εργαλεία, χωρίς μέσα, χωρίς τις ανέσεις των πόλεων (ρεύμα, νερό, τηλέφωνο, Ραδιόφωνο κτλ) που είχαν συνηθίσει, χωρίς αποθηκευμένες τροφές, η ζωή ήταν αφόρητη, ιδιαίτερα για τους καλοζωισμένους αστούς όπως ήταν οι επαναπατρισθέντες!

Ζούσαν με ότι, τους προσέφεραν από το υστέρημα τους, συγγενείς και φίλοι!

Άρχισαν να ξαναστήνουν, το σπιτικό τους,

Ένα μικροκαμωμένο γαϊδουράκι, μια κοκκαλιάρα αγελάδα με γάλα που ….. «συναγωνίζεται», ένα πρόβατο και με ότι μπορούσε να προσφέρει η γης προσπαθούσαν να επιβιώσουν.

Δουλεύοντας τα χωράφια, πολύ σκληρά και με πρωτόγονα μέσα, όλα τα μέλη της οικογένειας, αλλά και αναλαμβάνοντας, την νύχτα αλλά και τις κρύες μέρες του χειμώνα, εργασίες ραφής «φασόν», σιγά -σιγά άρχισε η οικογένεια να στέκεται στα πόδια της!

Οι κόποι αρχίζουν να αποδίδουν!

Στην Πρέσπα όμως γνώρισε την μιζέρια και την μετεμφυλιακή μισαλλοδοξία που ορισμένες φορές ακόμη και σήμερα φαίνεται να είναι ζωντανή!

Η ευκολία με την οποία σου κολλούσαν, η ακόμη και σήμερα σου κολλάνε, διάφοροι δήθεν «επαγγελματίες πατριώτες» την ρετσινιά του «μειωμένων εθνικών φρονημάτων», είναι πολύ διαδεδομένο σπορ!

Δημιουργήθηκε θέση γραμματέως, στο χωριό, την οποία διεκδίκησε, Αλλά:

Ταυτόχρονα ο σχετικός φάκελος του ήταν αρκετά φουσκωμένος (ως ρευστών εθνικών φρονημάτων και άλλα τέτοια φαιδρά, αλλά εξαιρετικά επώδυνα).

Μόνο για λόγους γοήτρου και μετά από επίμονες ενέργειες, δέχτηκε να συμμετάσχει στις απολυτήριες εξετάσεις του Πειραματικού Σχολείου Φλώρινας όπου στεγάζονταν και η Παιδαγωγική Ακαδημία για να αποκτήσει το Απολυτήριο Δημοτικού.

Πράγματι κατέβηκε από το χωριό, την περίοδο των εξετάσεων πήγε στο Πειραματικό Σχολείο, όπου ο Δάσκαλος θεώρησε σκόπιμο να του βάλει διαφορετικά θέματα από αυτά των κανονικών μαθητών!

Κάποια από τα παιδιά, διαμαρτυρήθηκαν για μεροληπτική συμπεριφορά!

Ο 45χρονος, τότε, Θεόδωρος, όχι μόνο αποδέχτηκε την πρόκληση, αλλά έτσι χωρίς καμία προετοιμασία, ζήτησε από τους «συμμαθητές» του, να του βάλλουν ότι πιο δύσκολα θέματα κρίνουν αυτοί!

Το αποτέλεσμα ήταν η απόλυτη αριστεία!

Μια ιστορία με χιούμορ που κόντεψε να έχει δυσάρεστες επιπτώσεις:

Τα πρώτα χρόνια τις δικτατορίας, κάποιο καλοκαίρι (πιθανότατα το 1968) οι κάτοικοι του επάνω μαχαλά, διαμαρτύρονταν, γιατί ο κάτω μαχαλάς, είχε το προνόμιο, λόγο κλίσης του εδάφους, να ποτίζει τους κήπους του, με την φυσική ροή του νερού!

Την επόμενη το πρωί, ήρθε στο χωριό ένα συνεργείο τοπογράφων, που σχεδίαζε το αρδευτικό έργο της Πρέσπας! Τους υποδέχτηκε ο πατέρας μου, ως αντιπρόεδρος του χωριού!

Αφού τελείωσαν τις εργασίες που είχαν προγραμματίσει, χαιρέτησαν και έφυγαν με το τζιπ τους!

Νάσου εκείνη την στιγμή, καταφτάνει ασθμαίνων το «καρφί» του χωριού, ρωτά να μάθει ποιοι ήταν αυτοί που έφυγαν και τι ήθελαν!

Ο πατέρας μου, με το φλεγματικό χιούμορ και έχοντας υπόψη τον χτεσινό καυγά για το νερό με τους κήπους, του λέει:

Έφυγε γελώντας και πήγε στο σπίτι να συνεχίσει τις αγροτικές του εργασίες!

Δεν πέρασε μισή ώρα, να’σου ο ένας χωροφύλακας με την μοτοσυκλέτα !

Παίρνει το ποδήλατο του, πηγαίνει στο αστυνομικό τμήμα του Λευκώνα, τον τρώει η περιέργεια, τι μπορεί να τον θέλει η αστυνομία!

Αυτά τα κωμικοτραγικά έζησαν οι γονείς μας στην Πρέσπα!

Πολλά χρόνια μετά ρώτησα τον πατέρα μου, γιατί ενώ είχε αρχίσει ως γεωργός να λειτουργεί αποτελεσματικά, δεν επένδυσε σε μηχανολογικό εξοπλισμό ώστε να κάνει την καλλιέργεια των αγρών πιο εύκολη?

Η απάντηση του ήταν αφοπλιστική!

Μα εγώ δεν είχα σκοπό να μείνω στο χωριό, αλλά και να ήθελα να ζήσω στο χωριό, δεν μπορούσα να αποδεχθώ την μιζέρια και κυρίως την μετεμφυλιακή μισαλλοδοξία που επικρατούσε και ορισμένες φορές ακόμη και σήμερα παρουσιάζεται ευτυχώς πιο σπάνια!

Το χωριό για μένα ήταν ο ενδιάμεσος σταθμός να γυρίσω με αξιοπρέπεια στην Αστική ζωή!

Εάν αγόραζα μηχανήματα κτλ θα εγκλωβιζόμουν στις αγροτικές εργασίες!

Πραγματικά περί το 1974, παρουσιάστηκε μια ευκαιρία να εργαστεί στην Φλώρινα, όπου μετακόμισε η οικογένεια, ενώ παράλληλα καλλιεργούσε και τα χωράφια!

Μέσω της εργασίας του, είχε επαφές με πολύ κόσμο και ιδιαίτερα με τους καταστηματάρχες όλων των χωριών της Φλώρινας!

Σήμερα με πολύ συγκίνηση συναντώ ανθρώπους που τον γνώρισαν και μόνο καλά λόγια έχουν να μου πουν!!!

Μα πιο πολύ για το αστείρευτο χιούμορ του αλλά και την ευρυμάθεια του!

Πάντα έλεγε ότι θα φύγει από το χωριό, αλλά πάντα ένα αόρατο χέρι τον τραβούσε στην Πρέσπα! 

Σχεδόν κάθε Κυριακή, ξυπνούσε από τα άγρια χαράματα, για να συνοδέψει τον παπά που πήγαινε να λειτουργήσει σε χωριά της Πρέσπας και αυτός ήταν ο προσωπικός του ψάλτης, με την βυζαντινή χροιά και τεχνοτροπία της φωνής του, όπως πολλοί καταξιωμένοι ψάλτες διαπίστωσαν!

Πολύ συχνά τον συναντούσε κανείς στον «Μπόλη», να περιμένει κάποιον διερχόμενο να τον πάρει μαζί του στην Πρέσπα!

Μετά τον τιτάνιο αγώνα του, να ξεφύγει από την φτώχεια και να προσφέρει στα παιδιά του αλλά και στα εγγόνια του, ο ίδιος είχε απλοποιήσει τις απαιτήσεις του, από την ζωή!

Πάντα, λιτοδίαιτος και βασανιστικά ολιγαρκής, ώστε άγγιζε τα όρια της τσιγκουνιάς, αλλά μόνο για τον εαυτό του!

Για όλους τους άλλους ήταν εξαιρετικά δοτικός, ιδιαίτερα στα παιδιά και τα εγγόνια του!

Κυκλοφορούσε κακοντυμένος γιατί, πίστευε ότι, πρέπει να τον εκτιμούν για την προσωπικότητα του και όχι για την ενδυμασία του, που πολλές φορές δύσκολα μπορούσες να τον ξεχωρίσεις από τους πένητες!

Το φέρω βαρέως, όταν πριν από χρόνια ήρθε να με επισκεφτεί σε θυγατρική της Τράπεζας (μάλλον να με καμαρώσει), ως περιφερειακό διευθυντή Βορείου Ελλάδος και εγώ μόλις τον είδα με ευτελή ενδυμασία και με περιπαικτική διάθεση, του είπα… «ο κύριος να περάσει έξω» !

Σε λίγες ώρες του παρέδωσα ένα ολοκαίνουργιο κοστούμι, με γραβάτες, πουκάμισα και παπούτσια!

Μόλις τα είδε κόντεψε να πάθει έμφραγμα!!!

«Μα είναι δυνατόν να ξοδεύετε άσκοπα τόσα χρήματα?!» και συνέχισε να κυκλοφορεί με την γνωστή ενδυμασία του

Ήταν πολύ περήφανος για τα δύο του παιδιά, χωρίς να ξεχωρίζει κάποιον από τους δύο μας! Διέκρινα, μία ιδιαίτερη ικανοποίηση προς εμένα, που κατάφερα να σπουδάσω και μάλιστα αποκτώντας τρείς πανεπιστημιακούς τίτλους σπουδών, ικανοποιώντας, τις δικές του, ανεκπλήρωτες φιλοδοξίες για σπουδές!

Όταν στην θέση του πατρικού μας δημιουργήσαμε με τον αδελφό μου, το ξενοδοχειακό μας συγκρότημα, ξαναγύρισε στο χωριό! Η παρουσία του ήταν πολύτιμη στην εύρυθμη λειτουργία του ξενοδοχείου! Οι ατελείωτοι κήποι και τα παρτέρια ,είχαν την φροντίδα του με απίστευτες ώρες δουλειάς!

Πολλές φορές τον μάλωνα άσχημα που δούλευε μέχρι τα τελευταία χρόνια του!

Στο ξενοδοχείο εκτός από τις διάφορες εργασίες που έκανε, ήταν μια ζωντανή ατραξιόν!

Ρωτούσα τους επισκέπτες πως τους φάνηκε το ξενοδοχείο μας και αυτοί μου περιέγραφαν με θαυμασμό τις ατέλειωτες διηγήσεις του πατέρα μου που ήταν η ζωντανή ιστορία του τόπου μας!

Ακόμη μεγαλύτερη χαρά ένιωθε με τα εγγόνια του!

Πολύ συχνά ανέβαινε, παρά τα 84χρονια του, στον παρακείμενο λόφο να ατενίζει τον ορίζοντα της Πρέσπας και να τους διηγείται ιστορίες!

Εάν υπάρχει άλλη ζωή, ίσως μας βλέπει από ψηλά και να μας καμαρώνει!

Ήταν περήφανος για τα παιδιά και τα εγγόνια του, δυστυχώς δεν πρόλαβε να χαρεί τα δισέγγονα του!

Αυτός ήταν ο μπαμπάς μου, αυτός ήταν ο παππούς Θόδωρος! Αυτός ήταν ο κυρ. Θόδωρος που με πολύ σεβασμό και αγάπη θυμούνται όσοι τον γνώρισαν!

Δεν θα τον ξεχάσουμε ποτέ!

Στράτος Βασιλόπουλος

Οικονομολόγος


[1] Είχα την τύχη, το 1983 που επισκεφτήκαμε με τον πατέρα μου, μετά από 27 χρόνια, το Καβαντάρτσι, να γνωρίσω τον Χρήστο, ο οποίος μας υποδέχθηκε με εξαιρετική θέρμη, ενώ φρόντισε, μόλις σε μισή, ώρα να συγκεντρώσει όλη την «παρέα» τους με τις οικογένειές τους!