Τουρκία: Λιοντάρι, ή θηρίο που ξεψυχά;
Δηλώσεις τύπου αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λωζάννης, ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν άκρως επικίνδυνες, από το στόμα του προέδρου της γείτονος χώρας. Όμως όταν αυτές γίνονται σημαία και στα κόμματα της αντιπολίτευσης ετεροχρονισμένα, τότε μπορείς εύκολα ν’ αντιληφθείς την επικοινωνιακή τακτική και τα πολιτικά οφέλη που τυχόν αυτές αποφέρουν.
Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου στην Τουρκία, φαίνεται ότι ο Ερντογάν γίνεται απόλυτος κυρίαρχος του παιχνιδιού, γι’ αυτό και ξεκινά έναν κύκλο διώξεων, όχι μόνον όσων συμμετείχαν σ’ αυτό, αλλά και πολιτικών αντιπάλων. Ωστόσο, όλες οι ενέργειες που γίνονται απ’ εκεί και μετά, μαρτυρούν όχι έναν νικητή μιας πολιτικής πολεμικής αναμέτρησης, αλλά έναν αγχωμένο ηγέτη, που φαίνεται σαν να έχει σωθεί την τελευταία στιγμή από την φωτιά.
Είναι γεγονός πως μετά την απόκρουση ενός πραξικοπήματος, ο ηγέτης βγαίνει ισχυρός και εφόσον κατάφερε να συλλάβει όλους τους υποκινητές, χαράζει σε μια ευρεία οδό την πολιτική του. Επιπλέον, ισχυροποιεί το γόητρο του έναντι των αντιπάλων του και στην ουσία γίνεται κυρίαρχος του παιχνιδιού. Ακόμα, και στην εξωτερική πολιτική ενισχύει τις σχέσεις του μ’ όλα τα κράτη και τις συμμαχίες, εν τέλει δίνει την αίσθηση του νικητή παντού.
Ο Ερντογάν σε αντιδιαστολή με τα παραπάνω, μετά την επικράτηση του ξεκινά διώξεις, γίνεται σκληρότερος στο εσωτερικό του, ενώ παράλληλα διαμορφώνει μια ανισορροπία στην εξωτερική πολιτική, που σίγουρα δεν θα είχε την ίδια αντιμετώπιση, αν δεν υπήρχε ο κίνδυνος του Ισλαμικού Κράτους. Οι δηλώσεις του και η στροφή της πολιτικής του δείχνουν έναν πανικόβλητο ηγέτη, που προσπαθεί με κάθε τρόπο να πείσει πρώτα τον εαυτό του και έπειτα τους άλλους, ότι ασκεί τον πλήρη έλεγχο στην πολιτική σκηνή της χώρας του.
Είναι γεγονός ότι στην παγκόσμια ιστορία ηγέτες με τέτοιες αντιλήψεις δημιούργησαν τα μεγαλύτερα προβλήματα και τους πιο μεγάλους πολέμους. Όταν στην πολιτική μετατρέπεις την προσωπική σου ανασφάλεια, την αδυναμία ελέγχου, σε εθνικό κίνδυνο, δημιουργείς φανταστικούς εχθρούς, αλύτρωτα κεκτημένα, δικαιώματα παντού, κυριαρχία σ’ όλο τον κόσμο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, δημιουργήθηκε το Γ’ Ράιχ από τον Χίτλερ, λογικές που κατέστρεψαν την ανθρωπότητα.
Έτσι και ο Ερντογάν δημιουργώντας ένα τέτοιο κλίμα, προσπαθεί να ισχυροποιήσει το ηγετικό του πρόσωπο και κυρίως να εκπληρώσει τον εσωτερικό του πόθο, του νέου Σουλτάνου μιας νέας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αλλά για να επιτευχθεί αυτό, χρειάζεται να γίνει ο πατέρας όλων των Τούρκων απανταχού, με κάθε τρόπο να πατρονάρει τους μουσουλμάνους των Βαλκανίων και της Ανατολής, προσβλέποντας στον συνδετικό κρίκο της κοινής θρησκείας. Να δώσει ιστορικό βάρος στο πρόσωπο του και να συσπειρώσει εθνικά την Τουρκία.
Αλλά το κομμάτι στα Ανατολικά θυμίζει καζάνι που βράζει, η παρουσία του Άσαντ και η σύσταση του Ισλαμικού Κράτους, δημιουργούν δυσκολίες στο όραμα του. Ο πόλεμος εναντίον του Ισλαμικού Κράτους και οι διεκδικήσεις των εδαφών που θα προκύψουν από την ανακατάληψη τους, προμηνύουν συρρίκνωση της Τουρκίας, πράγμα που πριονίζει τις προσωπικές του βλέψεις. Επίσης, η μαχητικότητα του Κουρδικού Κράτους ολοένα και περισσότερο ανοίγει τον δρόμο για την αυτονόμηση του. Και σ’ όλα αυτά, ένα είναι το μόνο σίγουρο, ότι σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε ν’ ανοίξει μέτωπο και με την Ελλάδα.
Εξάλλου το παραπάνω το γνωρίζει καλά και ο ίδιος, ωστόσο αυτό που επιθυμεί αυτή την ώρα, είναι αφενός να αποπροσανατολίσει το ενδιαφέρον απ’ όλα τα ανοιχτά ρευστά μέτωπα της Ανατολής και αφετέρου να ενδυναμώσει το όραμα για την μεγάλη Τουρκία, αναγορεύοντας τον στις συνειδήσεις του λαού, ως τον αποκλειστικό ηγέτη.
Και γιατί με τόσο έμφαση από τις χώρες της Βαλκανικής την Ελλάδα; Επειδή, από την πλευρά της Αλβανίας δεν τίθεται θέμα αμφισβήτηση του ρόλου της Τουρκίας στον μουσουλμανικό πληθυσμό των Βαλκανίων, αντιθέτως ενισχύει την αμφισβήτηση του διαχρονικού ιστορικού παράγοντα ειρήνης στην περιοχή, που είναι η Ελλάδα, με την προβολή της Τσαμουριάς και την καταπάτηση των δικαιωμάτων των Βορειοηπειρωτών. Επίσης, η χώρα μας κατά πολύ εξυπηρετεί τον εθνικό του αλυτρωτισμό, όπλο στην κυριαρχία του, αφού όλη η νοοτροπία της Τουρκίας έχει διαμορφωθεί με την έξοδο και εκμετάλλευση του Αιγαίου. Αλλά και διότι η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μια λοιπόν αμφισβήτηση των ιστορικών δικαιωμάτων της Ελλάδας που καταγράφονται στα Διεθνή και Ευρωπαϊκά δίκαια, στέλνει το μήνυμα ότι ο «σουλτάνος» με κάθε τρόπο μπορεί να επιβληθεί και να καθορίσει τα πράγματα ακόμα και στην Ευρώπη, τίποτα δεν μπορεί να σταθεί στο πέρασμα του. Η χώρα μας σε αντίθεση με την Βουλγαρία, είναι ιστορικό μέλος της Ευρώπης, η ιστορία της και οι πολιτικές της αντιλήψεις, την χαρακτηρίζουν σαν ένα κράτος δυτικών πολιτειακών προτύπων διαχρονικά, μ εξαίρεση την επταετία. Η αταλάντευτη ευρωπαϊκή της πορεία και ο τουρκικός αλυτρωτισμό που εξυπηρετεί την κατατάσσουν επίκεντρο των επικοινωνιακών τεχνασμάτων του Ερντογάν, που θέλει να δείξει την ισχύ του, ακόμα και στην Ευρώπη.
Το θέμα είναι πως θα πρέπει η Ελλάδα ν’ αντιδράσει. Είναι γεγονός ότι τα προηγούμενα χρόνια κυριάρχησε ένας λαϊκισμός ακροδεξιάς ρητορείας, στα εθνικά μας θέματα. Η αδιαφορία για την θρησκευτική μειονότητα της Θράκης, την προσέφερε ως δώρο στο τουρκικό προξενείο και στην προπαγάνδα του. Ο εθνικός αλυτρωτισμό της Μεγάλης Ιδέας, που αντί να έχει συστατικό και παραγωγικό χαρακτήρα στο εσωτερικό, είχε μια επεκτατική κατεύθυνση αγγίζοντας τα όρια της ουτοπίας, χωρίς ελάχιστο δείγμα πραγματισμού. Αλλά και οι αντιδράσεις σε κάθε βήμα θρησκευτικής εξυπηρέτησης των μουσουλμάνων που ζουν στην Ελλάδα, όπως η σύσταση τεμένους, είχαν ως αντιπαραβολή των τρόπο που η Τουρκία φέρεται στα χριστιανικά δικαιώματα, πράγμα που την ανέδειξε ως κυρίαρχη δύναμη των μουσουλμάνων του ελλαδικού χώρου, με δικαίωμα παρέμβασης σ’ αυτόν.
Προ ημερών ο πρώην υπουργός και πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ., Ευάγγελος Βενιζέλος, διατύπωσε την ορθή στάση που η Ελλάδα πρέπει να κρατά, απέναντι στις τραγελαφικές αιτιάσεις της Τουρκίας και του Ερντογάν, λέγοντας ότι «δεν θα πρέπει να συμβάλλουμε στην κλιμάκωση της έντασης με την Τουρκία». Κι αυτή ακριβώς οφείλει να είναι η εθνική γραμμή της Ελλάδος απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις. Η απαντήσεις της, θα πρέπει να είναι λακωνικές περιεκτικές και με άξονα τα διεθνή δίκαια, που διέπουν το καθεστώς του Αιγαίου. Το καλύτερο δώρο στην Τουρκία, θα είναι η απάντηση στην ακροδεξιά ρητορεία του Ερντογάν με τους ίδιους όρους. Ο Ερντογάν επιθυμεί να φέρει την συζήτηση σε διμερές επίπεδο, παρασύροντας την Ελλάδα σε μια ατέρμονη λογική λεκτικής αντιπαράθεσης, στην ουσία προσπαθεί να μετατρέψει το θέμα σε προσωπικό και όχι σε διεθνές, με σκοπό να υποβαθμίσει την διεθνή κατοχύρωση των δικαίων της Ελλάδας σε εθνική υπόθεση δυο λαών. Γι’ αυτό και η χώρα μας οφείλει να δίνει απαντήσεις, που τονίζουν ότι η κυριαρχία της στο Αιγαίο, την Θράκη και όπου αλλού αμφισβητείται είναι κατοχυρωμένη, με διεθνείς συμβάσεις και πρωτόκολλα και δεν περιορίζεται σε εσωτερικές διαιτησίες μεταξύ των δυο χωρών.
Επιπλέον, ένας άλλος τρόπος που αποτελεί και το βασικό κομμάτι της εθνικής μας ασφάλειας, είναι η σύσφιξη των σχέσεων της Ελλάδος με τον υπόλοιπο κόσμο. Η τριμερής συνεργασία Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου, χαρακτηρίζεται ως απάντηση, επιπλέον στόχος όλων των πολιτικών δυνάμεων πρέπει να είναι η ταχεία έξοδος της χώρας από την κρίση και τα μνημόνια, διότι εθνική κυριαρχία, άνευ οικονομικής αυτοτέλειας δεν μπορεί να υπάρξει. Με κάθε τρόπο θα πρέπει να καθίσταται σαφές ότι η Ελλάδα, αποτελεί πυλώνα σταθερότητας στα Βαλκάνια και κυρίαρχη ειρηνευτική δύναμη στην Μεσόγειο και στην ευρύτερη βαλκανική περιοχή. Δηλώσεις όπως η πρόσφατη του υπουργού Εθνικής Αμύνης για την ακμαιότητα και ασφάλεια των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, ισχυροποιούν την στρατιωτική επάρκεια της χώρα και τονώνουν το ηθικό των Ελλήνων.
Όμως άλλες δηλώσεις και το ιδίου, περί επαναφοράς συνθήκης των Σεβρών, παρουσίας στα ακριτικά νησιά, συνεδριάσεις κοινοβουλευτικών επιτροπών σ’ αυτά τα μέρη, μόνο απάντηση δεν μπορεί να είναι, απλά ενισχύουν την λαϊκιστική αντίληψη και φέρουν το θέμα στο επίπεδο που επιθυμεί ο Ερντογάν.
Σίγουρα ένας πανικόβλητος, όπως είναι ο Ερντογάν, κάνει πάντοτε σπασμωδικές κινήσεις, άλλωστε σε εσωτερική κρίση πάντα η Τουρκία εύρισκε την Ελλάδα, ως εξωτερίκευση, λόγω των ειρηνικών διαχρονικών διαθέσεων, της δεύτερης στην περιοχή. Η στρατιωτική ετοιμότητα και η εγρήγορση μόνο καλό και ασφάλεια επιφέρουν, αρκεί όλα αυτά να μην μετουσιώνονται σε πανικό, εθνικό αλυτρωτισμό και ακροδεξιά ρητορεία.
Η ενδυνάμωση της χώρας μας, σε οικονομικό επίπεδο, η ανάπτυξη σχέσεων και φιλίας μ’ άλλους συμμάχους και εταίρους, είναι τα πιο βασικά όπλα απέναντι στην «τρέλα» του Ερντογάν και της Τουρκίας.
Ίσως ήρθε η ώρα να μετατρέψουμε τον μεγαλοϊδεατισμό, την καταγωγή μας και την Ρωμιοσύνη, σε δημιουργία και εθνική ανάπτυξη και όχι σε επιδεικτική επαιτεία. Αλλιώς θα καταντήσουμε απομονωμένοι μοιρολάτρες, αναζητώντας γεροντάδες να μας πουν καμιά προφητεία, για το πότε θα πάρουμε την Πόλη και ποια στιγμή θα τρώμε με χρυσά κουτάλια, έτσι, θα δώσουμε σάρκα και οστά στα σουλτανικά σχέδια του Ερντογάν, ή καλύτερα θα αναζωογονήσουμε ένα θηρίο που πεθαίνει…..
Τρυφωνόπουλος Γεώργιος
Θεολόγος, Αμύνταιο,
6987221930