Η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας ανακάλεσε την απόφαση για δωρεάν μεταπτυχιακά σε τέκνα καθηγητών
Να ανακαλέσει την απόφαση που είχε λάβει σε συνεδρίασή της τον περασμένο Ιούλιο, σχετικά με τη δυνατότητα τέκνων καθηγητών να συμμετάσχουν σε Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών χωρίς να καταβάλουν δίδακτρα, αποφάσισε σήμερα, ομόφωνα, η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, έπειτα από εισήγηση του πρύτανη, καθηγητή Αντώνη Τουρλιδάκη.
«Η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, στη συνεδρίασή της υπ’ αριθμ. 42/14-9-2017, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση που δημιουργήθηκε και προκειμένου να προστατεύσει το κύρος του Ιδρύματος, αποφασίζει ομόφωνα να ανακαλέσει την υπ’ αριθμ. 39/26-7-2017 απόφασή της, που αφορά στη χωρίς δίδακτρα συμμετοχή στο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών με τίτλο “Δίγλωσση Εδική Αγωγή και Εκπαίδευση”» αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση του Ιδρύματος.
«Η εισήγησή μου στη Σύγκλητο του Πανεπιστημίου για ανάκληση της προηγούμενης απόφασης στηρίχθηκε στην ανάγκη διαφύλαξης του κύρους του Πανεπιστημίου μέσα στις συνθήκες της άδικης επίθεσης που δέχτηκε αδικαιολόγητα, με την παρερμηνεία και γενίκευση της αρχικής απόφασης, προκαλώντας έναν απίστευτο κοινωνικό αυτοματισμό» δήλωσε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο κ. Τουρλιδάκης. Διαβεβαίωσε, δε, ότι «οι εμπλεκόμενοι καθηγητές, τους οποίους αφορούσε η απόφαση, δεν δέχτηκαν τη δυνατότητα απαλλαγής από τα δίδακτρα».
Κληθείς να αναλύσει το σκεπτικό της απόφασης που είχε λάβει η Σύγκλητος στις 26 Ιουλίου, ο πρύτανης σημείωσε πως «καταρχήν, η επιλογή των υποψηφίων για φοίτηση και η αξιολογική τους κατάταξη έγινε με καθαρά ακαδημαϊκά κριτήρια και δεν στερήθηκαν άλλοι φοιτητές τις θέσεις, ενώ ταυτόχρονα δεν στερήθηκε το Ίδρυμα από έσοδα, αφού η αρχική πρόταση της Συγκλήτου έδινε τη δυνατότητα στη φοίτηση επιπλέον δύο φοιτητών».
«Η αρχική απόφαση αφορούσε στην αντιμετώπιση ενός ηθικού προβλήματος, που είχε να κάνει με την καταβολή διδάκτρων από έναν καθηγητή προς το Μεταπτυχιακό της Σχολής στην οποία εργάζεται, τα οποία στη συνέχεια θα μετατρέπονταν κατά 65% σε επιπλέον εισόδημα για τους συναδέλφους καθηγητές που διδάσκουν στο συγκεκριμένο Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών. Στην περίπτωση αυτή, η σύγκρουση συμφερόντων που δημιουργείται είναι ιδιαίτερα προβληματική και προκύπτει στα όρια ενός ιδιότυπου μοντέλου παροχής μεταπτυχιακών σπουδών από δημόσιο πανεπιστήμιο, όπου υπάρχουν δίδακτρα και από τα οποία υπάρχουν πρόσθετες αμοιβές για τους πανεπιστημιακούς» εξήγησε.
«Η λύση που προτάθηκε ήταν εξαιρετικά δύσκολη και λεπτή και η αιτιολόγηση της απαλλαγής από τα δίδακτρα στηρίχτηκε στη διάθεση του Ιδρύματος να επιβραβεύσει το προσωπικό του για την άοκνη συνεισφορά τους στο ακριτικό μας πανεπιστήμιο, κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Άλλωστε, κάτι ανάλογο ισχύει εδώ και δεκαετίες σε πολυάριθμα κορυφαία πανεπιστήμια του εξωτερικού όπως το MIT, το Imperial College, το Πανεπιστήμιο της Βοστόνης, του Σικάγου, το Columbia κ.λπ., τα οποία έχουν λύσει παρόμοια προβλήματα κοινωνικής και ακαδημαϊκής ηθικής πολύ πριν από εμάς» τόνισε ο κ. Τουρλιδάκης.
Επισήμανε, τέλος, ότι «ιδιαίτερη ανησυχία για την ποιότητα της δημοκρατίας μας δημιουργεί ο κοινωνικός αυτοματισμός που δημιουργήθηκε σε βάρος του πανεπιστημίου μας», παρατηρώντας πως «μία σοβαρή συζήτηση για το πανεπιστημιακό άσυλο οφείλει να εστιάζεται, κυρίως, στην προστασία της ελευθερίας της σκέψης και της έκφρασης και των αποφάσεων που βρίσκονται στις παρυφές της πολιτικής ορθότητας».
Τέτοιες καταστάσεις είναι ανεπίτρεπτες. Είναι ντροπή για το τόπο μας.