Εξ αφορμής το κείμενο «ζωολογίας» που δόθηκε στις πανελλαδικές εξετάσεις για τα ΕΠΑΛ
ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ
Μέσα σε ένα αποκλειστικά εγκοσμιοκρατικό μοντέλο θεώρησης της ζωής, όπου ο παγκοσμιοποιημένος της “Νέας Τάξεως Πραγμάτων” άνθρωπος έχει χάσει το σημείο αναφοράς του, τα πάντα καταλύονται στο όνομα του προοδευτισμού και της ελευθεριότητας, τα οποία όμως καταντούν το μεν ένα ασυδοσία ενώ το άλλο εξευτελισμός του προσώπου, αφού ο άνθρωπος παλινδρομεί στην σκοτεινή εκείνη κατάσταση προ της Θεία Οικονομίας με την οποία ο Θεός εργάσθηκε την σωτηρία μας, επειδή το «κατ’ εικόνα» του Θεού στον άνθρωπο είχε για τα καλά αμαυρωθεί με το προπατορικό αμάρτημα και ο κατήφορος του γένους μας δεν θα είχε τελειωμό εάν ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός δεν ενεργούσε το απολυτρωτικό Του έργο. Διότι τί προοπτική να έχει το πρόσωπο όταν το διαπαιδαγωγούν να είναι ζώο; Πως ένας τέτοιος άνθρωπος που τον διδάσκουν από μικρό παιδί ότι είναι αποτέλεσμα της εξέλιξης των ειδών να έχει την προοπτική της αθανασίας και της θεώσεως; Τώρα προσπαθούν να διαστρέψουν την προσωπικότητα με την νομιμοποίση της ομοφυλοφιλίας, ουσιαστικά την καταξίωση της ανωμαλίας, ώστε να τον αποκτηνώσουν. Και τί λέω να τον αποκτηνώσουν αφού και αυτά τα ζώα λειτουργούν στα πλαίσια των φυσικών νόμων και δεν φτάνουν στο παρά φύσιν.
Ο άνθρωπος όταν δεν αφοσιώνεται στην προοπτική του, σ’ αυτό για το οποίο πλάσθηκε γίνεται ένα άρρωστο πλάσμα. Ας μην λησμονούμε ότι η φύση εκμεταλεύεται τα κενά και οι επιτήδειοι νεοταξικοί ινστρούχτορες αυτό ψάχνουν να γεμίσουν τα κενά των σύγχρονων ανθρώπων με έναν αφύσικο τρόπο σε κάθε πτυχή της ζωής κάνοντας μας να νιώθουμε άβολα γιατί λειτουργούμε φυσιολογικά, και να νιώθουμε ενοχές που είμαστε διακριτά φύλα. Έτσι σαφώς θα μας καταστήσουν πιο εύκολα υποχείρια μέλη μιας αγέλης στην οποία θα έχουν εξαφανίσει την βούληση μας και θα διαμορφώσει ηττημένους ανθρώπους που θα εκλαμβάνουν ως δική τους νίκη την πλήρη και ενθουσιώδη συνέργειά τους με τον πραγματικό νικητή, που τους χειραγωγεί αθέατος, όπως εύστοχα επισήμανε η ιστορικός-ερευνήτρια κ.Δάφνη Βαρβιτσιώτη.
Έχοντας αποστασιοποιηθεί βέβαια κανείς από τον αληθινό Θεό επειδή δεν έχει κοινωνία μαζί Του όχι μόνο δεν βρίσκει και νόημα ζωής αλλά διαστρέφει και την βιολογική του ζωή από το κατά φύσιν στο παρά φύσιν. Έτσι γίνεται ανισόρροπος διότι ο άνθρωπος πέραν των σωματικών και διανοητικών του αναγκών έχει και πνευματικές ανάγκες που χρειάζεται και αυτές να ικανοποιηθούν διότι διαφορετικά χάσκει μέσα μας ένα κενό που τείνει να μας καταπιεί.
Σήμερα που οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν αποπροσανατολισθεί από την πνευματική τους αναφορά στο όντως Ον, τον Τριαδικό μας Θεό που υπάρχει αϊδίως, αναζητούν εφήμερη ανάπαυση -αυτό που συνήθως χαρακτηρίζεται ως βόλεμα- στην πρόσκαιρη κατάσταση της βιολογικής τους ζωής, η οποία δίχως άλλο είναι παγιδευμένη στο παρόν του αισθητού αυτού κόσμου που εμπίπτει στις αισθήσεις μας, όπου κέντρο κάνει ο άνθρωπος τον εαυτό του γύρω από το οποίο περιστρέφεται κάθετί τρέφοντας το«εγώ» του. Δεν συλλογίζεται ο υλιστής ότι αν τελικά όλη μας η ζωή τερματίζεται με τον θάνατο και καταλλήγει στον οριστικό αφανισμό του κάθε ανθρώπου όπως ο ίδιος υποστηρίζει, αυτό δεν είναι τελικά ζωή αλλά σκιά της ζωής της οποίας ζήσαμε μόνο ένα στιγμιότυπο. Δεν αναλογίζονται «ὅτι πᾶν τὸ ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ πατρός, ἀλλ᾿ ἐκ τοῦ κόσμου ἐστί» (Α’ Ιω. 2, 16) ούτε και συνειδητοποιούν ότι υπάρχει το επέκεινα, το αιώνιο και το υπερβατικό. Ο σκοπός της ζωής τους περιορίζεται στο παρόν λησμοώντας ότι την ίδια στιγμή που σκέπτονται η όποια ενέργεια και απόφασή τους έχει περάσει πλέον στο παρελθόν αναπιστρεπτεί όπως η κοίτη του ποταμού. Έτσι μοιραίως οδηγούνται προς τον θάνατο της βιολογικής τους υπάρξεως.
Πνευτική ζωή όμως για τον άνθρωπο που ζει πιστεύοντας στον Τριαδικό Θεό είναι η αναφορά μας στον Ιησού Χριστό που μας αποκάλυψε τον Θεό Πατέρα εν Αγίω Πνεύματι. Η αναφορά αυτή εκφράζεται με την πίστη και εκδηλώνεται με την ομολογία αυτής της Πίστεως, συνδέεται με την Θεία Λατρεία και κατ’ εξοχήν με την Θεία Ευχαριστία και βιώνεται με την άσκηση των εντολών του Κυρίου. Στην αληθινή κοινωνία μας με τον Υιό και Λόγο του Θεού που με την ενανθρώπισή Του έγινε ο λόγος, η οδός αλλά και η προοπτική της δικής μας ζωής γίνεται η υπέρβαση από το κτιστό στα άκτιστο, από το πρόσκαιρο στο αιώνιο και από το θάνατο στην ζωή, την όντως Ζωή. Γι’ αυτό η πίστη μας στον Ιησού Χριστό « δι’ οὗ τὸν Πατέρα ἐγνώκαμεν, καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐπεδήμησεν ἐν κόσμῳ» μας ανοίγει ένα παράθυρο θεώρησης στον μέλλοντα αιώνα της Βασιλείας του Θεού!
Σοφά έχει επισημανθεί «ότι ο άνθρωπος ως σύνολο, είναι κάτι διαφορετικό από τα μέρη που τον αποτελούν».Έτσι, η ανθρώπινη φύση μας μολονότι εξ απόψεως βιολογίας αποτελείται από οργανικά συστήματα, όργανα, ιστούς και κύτταρα, κανείς δεν θα έλεγε ότι ο άνθρωπος είναι μόνο αυτά καθ’ αυτά, διότι αν έλλειπε η ζωή, τότε τίποτε από όλα αυτά δεν θα λειτουργούσε. Τα κύτταρα, αν και είναι οι βασικές δομικές λειτουργικές μονάδες στα έμβια όντα, ωστόσο, στους πολυκύτταρους οργανισμούς, εκδηλώνουν το φαινόμενο της ζωής όχι μεμονωμένα αλλά σχηματίζοντας μεταξύ τους ομάδες ιστών στα διάφορα όργανα που ενυπάρχουν και λειτουργούν προς κοινό σκοπό. Και πάλι, κάθε όργανο δεν μπορεί να λειτουργήσει μόνο του αλλά συλλειτουργεί σε σχέση με τα άλλα όργανα και τους ιστούς από τα οποία εξαρτάται. Το ίδιο συμβαίνει και με τα οργανικά συστήματα. Κάθε ένα λειτουργεί στο συγκροτημένο σώμα σε δομική και λειτουργική συνάφεια με τα άλλα. Υπάρχει, δηλαδή, στα οργανικά μας μέλη μια εσπαρμένη τελονομία, που ορίζει την βιολογική μας προοπτική, έξω από την οποία κάθε τι που υφίσταται φυσιολογικά τουλάχιστον δεν λειτουργεί.
Όπως λοιπόν κάθε μέλος στον οργανισμό μας ζει όσο βρίσκεται σε συνάφεια με τα υπόλοιπα, έτσι και το σώμα μας ζει και υπάρχει όσο βρίσκεται σε κοινωνία με την ψυχή μας που του παρέχει ζωή. Και ενώ στα ζώα που στερούνται λογική, η ψυχή τους είναι μόνο η ενέργεια του σώματος που τα εμψυχώνει (και τα υποστασιάζει ως άτομα), στον έλλογο όμως άνθρωπο η ψυχή δεν είναι μόνο η ενέργεια που ζωοποιεί το σώμα μας αλλά η πνευματική εκείνη ύπαρξη που τα άτομα τα υποστασιάζει και ως πρόσωπα. Γι’ αυτό και η ψυχή αποτελεί την οντότητα του κάθε προσώπου που δύναται υφίσταται και καθ’ εαυτή· όχι, βέβαια, προ της συλλήψεως του ανθρώπου αλλά αφότου προκύψει ο οργανισμός μας, και στο εξής έστω και αν ακόμη χωρισθεί το σώμα από την ψυχή με τον θάνατο. Κάνοντας λόγο για ψυχή οπωσδήποτε περνούμε σε ένα γνωστικό αντικείμενο το οποίο δεν ερευνάται από τις θετικές επιστήμες. Η μηχανιστική θεώρηση για τη ζωή, όπου όλα τα φαινόμενα, όσο πολύπλοκα ή δυσνόητα και αν είναι, μπορούν τελικά να περιγραφούν με τους νόμους της χημείας και της φυσικής οδήγησε σε αδιέξοδα.
Η επιστήμη στην προσπάθειά της να γνωρίσει τον άνθρωπο, καθώς παρατηρεί, καταγράφει και μελετά τις διάφορες πτυχές της υπάρξεώς του με ολοένα και μεγαλύτερη εξειδίκευση, κινδυνεύει να χάσει την αλήθεια, διότι λειτουργεί με βάση την θεώρηση που έχει από το γνωστικό της αντικείμενο και δεν συνεξετάζει τις διάφορες πλευρές του για να δει αυτό που είναι ο άνθρωπος καθ’ ολοκληρίαν καθώς και στην προοπτική του. Όπως έγραφε ο Dr Alexis Carrel: «Ο άνθρωπος είναι ένα αδιαίρετο σύνολο εξαιρετικά πολύπλοκο. Είναι αδύνατο να τον απλοποιήσεις. Δεν υπάρχει μια μέθοδος που να μπορεί να τον συλλάβει, συγχρόνως, στο σύνολό του, στα μέρη του και στις σχέσεις του με τον εξωτερικό κόσμο. Η μελέτη του πρέπει να αρχίσει με ποικίλες τεχνικές, γιατί χρησιμοποιεί πολλές ξέχωρες επιστήμες. Φυσικά, κάθε μια δεν εξάγει απ’ αυτό παρά ό,τι η φύση της τεχνικής της, της επιτρέπει να φτάσει. Και το σύνολο, απ’ όλες αυτές τις αφηρημένες έννοιες, είναι λιγότερο πλούσιο από το συγκεκριμένο γεγονός. Παραμένει ένα υπόλειμμα πολύ σημαντικό ώστε να αγνοηθεί. Γιατί η ανατομία, η χημεία, η φυσιολογία, η ψυχολογία, η παιδαγωγική, η ιστορία, η πολιτική οικονομία και όλοι τους οι κλάδοι, δεν εξαντλούν το θέμα. Ο άνθρωπος που γνωρίζουν οι ειδικοί δεν είναι λοιπόν, ο συγκεκριμένος πραγματικός άνθρωπος. Δεν είναι παρά ένα διάγραμμα, που αποτελείται και αυτό από διαγράμματα, κατασκευασμένα κι αυτά από την τεχνική της κάθε επιστήμης. Είναι, συγχρόνως, το κατακομμένο από τους ανατόμους σώμα, η συνείδηση που παρακολουθούν οι ψυχολόγοι και οι ασχολούμενοι με την πνευματική ζωή, και προσωπικότητα, που η ενδοσκόπηση αποκαλύπτει στον καθένα μας. Είναι οι χημικές ουσίες, που αποτελούν τους ιστούς και τους χυμούς του σώματος. Είναι το θαυμάσιο σύνολο κυττάρων και θρεπτικών υγρών, που οι φυσιολόγοι μελετούν τους νόμους των σχέσεών τους. Είναι το σύνολο των οργάνων και της συνείδησης, που απλώνεται στο χρόνο και που οι υγιεινολόγοι και οι παιδαγωγοί προσπαθούν να κατευθύνουν προς την καλύτερή του ανάπτυξη. Είναι ο homo economicus, που αδιάκοπα πρέπει να καταναλώνει, για να μπορούν να λειτουργούν οι μηχανές, που είναι σκλάβος τους. Είναι, επίσης ο ήρωας και ο άγιος. Είναι, όχι μόνον το θαυμαστά πολύπλοκο ον, που οι σοφοί με τις ειδικές τους τεχνικές αναλύουν, αλλά, επίσης, το άθροισμα των τάσεων , των υποθέσεων και των επιθυμιών της ανθρωπότητας». Η μονομερής λοιπόν θεώρηση του ανθρώπου με την ιδιαίτερα αναπτυγμένη στις ημέρες μας εξειδίκευση, χωρίς την εκ παραλλήλου καθολική μελέτη στα πλαίσια της σφαιρικής έρευνας, υπονομεύει την αντικειμενικότητα και την ορθότητα των πορισμάτων για την ανθρώπινη φύση αλλά και την προοπτική της υπάρξεώς μας. Ο άνθρωπος, που όντως αποτελεί μυστήριο όχι όμως μόνο ως προς την γέννηση και την ζωή του αλλά και ως προς την σχέση που έχει το σώμα με τη ψυχή του, των οποίων ο χωρισμός συνιστά ένα άλλο μυστήριο στον άνθρωπο, το μυστήριο του θάνατό του, δεν είμαστε σε θέση να πούμε κατέστη πλέον γνωστός.
Μας διαφεύγει τους περισσοτέρους ότι, σύμφωνα με τον ορισμό της Παγκόσμιας Οργάνωση Υγείας των Ηνωμένων Εθνών, που διατύπωσε πως «υγεία είναι η πλήρης σωματική, ψυχική και κοινωνική ευεξία του ανθρώπου και όχι μόνο η απουσία νόσου ή αναπηρίας», στην πραγματικότητα δεχόμαστε τον άνθρωπο όχι μόνοως βιολογική ύπαρξη αλλά και πνευματική οντότητα; μαζί με την βιολογική του φύση και την ύπαρξη ψυχής. Διότι τί θα πει ψυχική ευεξία; Οπωσδήποτε, αν η ψυχή είναι η ενέργεια του σώματος μόνο, τότε έφθανε να κάνουμε λόγο για σωματική ευεξία ή ασθένεια μόνο, αφού η ψυχική υγεία ή ασθένεια, ως ενέργεια, θα ήταν απόρροια μόνο της καλής ή της κακής λειτουργίας του σώματος. Αφού αυτό, στην πραγματικότητα, δηλώνουν όσοι ισχυρίζονται ό,τι η ψυχή είναι μόνο η ενέργεια του σώματος, που προκύπτει από τις βιοχημικές του διεργασίες. Σύμφωνα λοιπόν με μια τέτοια θεώρηση δεν θα έπρεπε καν να γίνεται λόγος περί ψυχικής υγείας. Επειδή όμως κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τον ρεαλισμό της ψυχικής ευεξίας ή των ψυχικών νοσημάτων, διαπιστώνεται το άτοπο της υποθέσεως και αποδεικνύεται το αβάσιμο της. Οι αρχαίοι Έλληνες, οι πεπαιδευμένοι πολύ στην φιλοσοφία και την ιατρική, από την εποχή της κλασικής αρχαιότητας ακόμη, λέγοντας «νους υγιής εν σώματι υγιή», εξέφραζαν, αυτήν, την διπλή θεώρηση για την ύπαρξη του ανθρώπου. Συνεπώς, άλλο είναι να αποδεχόμαστε ότι η ψυχική υγεία επηρεάζεται από την κατάσταση του σώματος και άλλο να ισχυριζόμαστε ότι δεν υπάρχει η ψυχή ως οντότητα στον άνθρωπο, που τον κάνει να υπάρχει ως πρόσωπο Μολονότι η σύγχρονη επιστημονική έρευνα έχει κάνει μεγάλα άλματα στις βιοεπιστήμες, αυτά που δεν γνωρίζουμε ακόμη για τα ζωντανά όντα είναι τόσα, ώστε δεν ξεφύγαμε ακόμη από το περιγραφικό στάδιο. Όπως σημειώνει ο Dr Alexis Carrel: «καθένας μας συμμετέχει σε μια λιτανεία φαντασμάτων, που στο μέσο της περπατά μια αγνώριστη πραγματικότητα. Η άγνοιά μας είναι πραγματικά μεγάλη. Τα πιο πολλά ερωτήματα που προβάλλουν σ’ αυτούς που μελετούν τα ανθρώπινα όντα μένουν αναπάντητα. Τεράστιες περιοχές του εσωτερικού μας κόσμου είναι ακόμα άγνωστες». Γι’ αυτό και οι ανώτερες πνευματικές λειτουργίες στον άνθρωπο για τις βιοεπιστήμες μέχρι σήμερα είναι ανεξιχνίαστες.
Η αλήθεια αυτή επισημαίνεται επίσης και σε εξαιρετικά, σύγχρονα επιστημονικά συγγράμματα. Λόγου χάρη στην Φυσιολογία των Vander, M.D, Sherman, Ph.D και Louciano, Ph.D δηλώνεται ότι «πρέπει να γίνει μια πολύ σημαντική παρατήρηση γύρω από το παρόν και το μέλλον της Φυσιολογίας. Είναι πολύ εύκολο ο φοιτητής από το παρόν εγχειρίδιο να αποκομίσει την εσφαλμένη εντύπωση ότι σχεδόν τα πάντα είναι γνωστά γύρω από ένα συγκεκριμένο θέμα, για την φυσιολογία όμως, δεν μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη αυταπάτη από αυτή. Πολλοί λειτουργικοί τομείς είναι ακόμα ελάχιστα γνωστοί (π.χ. πώς η λειτουργία του εγκεφάλου παράγει τα φαινόμενα, που συλλογικά αποκαλούμε “νόηση”;». Ακόμη πιο εξειδικευμένα στο πεδίο της Νευροεπιστήμης και της Συμπεριφοράς διαπιστώνονται πρωτόγνωρες σχέσεις μεταξύ των βιολογικών και των ψυχολογικών φαινομένων και γι’ αυτό κρίνεται σκόπιμο να υπάρξει σύγκλιση της μοριακής νευροεπιστήμης και της γνωστικής ψυχολογίας προς μια νέα προοπτική που αφορά την συμπεριφορά. Ο προβληματισμός και η δυσκολία στον τομέα αυτό φαίνεται από την αδυναμία να αντιπροσωπευθούν από νευρολογική άποψη η συνείδηση και η αυτογνωσία, κάτι που θεωρείται ως ένα από «τα πιο μυστηριώδη αινίγματα της βιολογίας» (Νευροεπιστήμη και Συμπεριφορά, Eric R. Kandel, James H.Swartz, Thomas M. Jessell, σ.20). Ήδη με τις ενδεικτικές και μόνο αυτές παραπομπές διαπιστώνεται ότι υπάρχει κάτι που διαφοροποιεί τον άνθρωπο από τα άλλα έμβια όντα, το οποίο αποτελεί και την ειδοποιό μας διαφορά από τα άλογα ζώα. Ας δούμε όμως τα πράγματα με την σειρά και πιο αναλυτικά.
Ο άνθρωπος ως προς την σύσταση της ουσίας του δεν κοινωνεί μόνο με τα άψυχα, την υλική φύση, της οποίας τα στοιχεία έχει στον οργανισμό του αλλά και συνεχώς προσλαμβάνει διατροφικά με την καθημερινή του δίαιτα προς συντήρηση των ιστών του με την σύνθεση των “δομικών του λίθων” και μορίων φορέων ενέργειας που ανανεώνουν τα κύτταρα και παρέχουν την απαιτουμένη ενέργεια για να γίνουν οι βιοχημικές αντιδράσεις των μορίων εκείνων που δομικά και λειτουργικά θα εξασφαλίσουν την ζωή στον οργανισμό. Όσοι ασχολούνται επιστημονικά με τον άνθρωπο γνωρίζουν εξ απόψεως φυσιολογίας ότι ο οργανισμός του συνίσταται από διάφορα είδη κυττάρων, τρισεκατομμύρια στον αριθμό, που και αυτά συγκροτούνται από διάφορες δομές που οργανώνονται από υπερμοριακά βιολογικά σύμπλοκα, τα οποία αποτελούνται από οργανικά μόρια νουκλεϊκών οξέων, πρωτεϊνών, λιπιδίων και υδατανθράκων. Αυτά, επίσης, σχηματίζονται από μικρότερους δομικούς λίθους τα νουκλεοτίδια, τα αμινοξέα, τα λιπαρά οξέα και τα σάκχαρα. Όλα αυτά εξ απόψεως φυσικοχημείας είναι οργανικές ενώσεις ατόμων κυρίως από στοιχεία του άνθρακα 9%, του οξυγόνου 26%, του υδρογόνου 63%, και του αζώτου 1% τα οποία αποτελούν το 99% του συνολικού αριθμού των ατόμων από τα ζωτικά στοιχεία του οργανισμού μας. Τα επτά ζωτικά μεταλλικά στοιχεία (ασβέστιο, κάλιο, νάτριο, φώσφορος, θείο, χλώριο και μαγνήσιο) που αποτελούν τις πολυπληθέστερες διαλυμένες ουσίες στο εξωκυττάριο και ενδοκυττάριο υγρό μαζί με τα δεκατρία ιχνοστοιχεία (σίδηρος, ιώδιο, χαλκός, ψευδάργυρος, μαγγάνιο, κοβάλτιο, χρώμιο, σελήνιο, μολυβδαίνιο, φθόριο, κασσίτερος, πυρίτιο, βανάδιο), που υπάρχουν σε εξαιρετικά χαμηλές συγκεντρώσεις, μολονότι ο ζωτικός ρόλος τους είναι καθοριστικός για τον οργανισμό μας, συνιστούν μόλις το 1% από τα στοιχεία του. Και ενώ γνωρίζουμε ότι αυτά τα 24 στοιχεία, μεταξύ όλων των άλλων στοιχείων της φύσεως, αναμφισβήτητα συνιστούν τις οργανικές ενώσεις ή συμμετέχουν κατά κάποιο τρόπο στις ποικίλες βιοχημικές διεργασίες των κυττάρων του σώματός μας, όμως δεν θα ισχυριζόταν ποτέ κανείς λογικός, ότι η οντότητά μας είναι μόνο αυτά καθ’ εαυτά. Όπως κανείς δεν θα μπορούσε να ισχυρισθεί ότι το αίμα είναι μόνο νερό (93% του πλάσματος), ανόργανοι ηλεκτρολύτες, πρωτεΐνες, αέρια, θρεπτικές ουσίες, παραπροϊόντα και μεμονωμένες ορμόνες, διότι, όταν λείπουν τα ερυθροκύτταρα, τα λευκοκύτταρα και τα αιμοπετάλια δεν έχουμε αίμα αλλά μόνο το πλάσμα του αίματος. Έτσι και τα κύτταρά μας δεν είναι μόνο τα στοιχεία της ανόργανης ύλης αφού τα έμβια όντα από άποψη χημικής συστάσεως διαφοροποιούνται σε σχέση με την ανόργανη ύλη:
1ον Ως προς το ποσοστό των χημικών στοιχείων: του άνθρακα, του οξυγόνου, του υδρογόνου και του αζώτου που συμμετέχουν στον σχηματισμό των βιομορίων.
2ον Ως προς τις ιδιαίτερες ιδιότητες που έχουν τα άτομα του άνθρακα, όταν ενώνονται μεταξύ τους αλλά και με άτομα άλλων στοιχείων, σχηματίζοντας μακρομόρια, πολλά από τα οποία, παίζουν σημαντικό ρόλο στην υλική δόμηση και λειτουργικότητα των έμβιων όντων.
3ον Ανόργανες ενώσεις όπως το νερό και μια σειρά οργανικών ενώσεων όπως πολυσακχαρίτες, λίπη, πρωτεΐνες και νουκλεϊκά οξέα δεν αποτελούν απλά στοιχεία των εμβίων όντων ως τμήματα χημικών σχηματισμών, αλλά με συνεχείς και πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις οργανώνουν μία τάξη στα έμβια συστήματα.
Ο άνθρωπος ως ύπαρξη που ανήκει στα έμβια όντα οπωσδήποτε έχει λειτουργίες που διέπονται από τις αρχές και της φυσικής επιστήμης. Η μελέτη της φυσιολογίας του ανθρώπινου σώματος, σε μακροσκοπική, βέβαια, κλίμακα ως προς τους φυσικούς νόμους που ακολουθεί, -όπως σημειώσαμε σε προηγούμενο άρθρο- γίνεται με βάση την κλασική, «Νευτώνια», φυσική. Οι μοριακές μας όμως βιολογικές δομές, που και αυτές διέπονται από φυσικούς νόμους, μελετώνται, σαφώς σε μικροσκοπική κλίμακα, από την κβαντομηχανική. Τα πολύ μικρά μεγέθη, οι μικρές μάζες, οι μεγάλες ταχύτητες, οι πολύ υψηλοί ρυθμοί μεταβολισμού, καθώς και η έλλειψη ικανοποιητικού μοντέλου για τα άτομα των οργανικών μας μορίων αδυνατούσε να τα μελετήσει η κλασική, Νευτώνεια, φυσική, γι’ αυτό και την σκυτάλη πήρε η κβαντομηχανική και η Θεωρία της Σχετικότητας, που κατάφεραν να προσφέρουν αποδεκτές εξηγήσεις στα φαινόμενα που σχετίζονται με τον μικρόκοσμο.
Σε αυτή την συνάφεια, ενώ λοιπόν τα έμβια όντα υπόκεινται στους φυσικούς νόμους, υπάρχει μια αντινομία που δεν μπορεί να εξηγηθεί και αποτελεί αδύνατο σημείο της επιστήμης καθώς η απτή πραγματικότητα έρχεται σε προφανή αντίθεση με όσα προβλέπει η φυσική επιστήμη. Η παραδοχή ότι ο άνθρωπος στη βιολογική του υπόσταση οργανώνει τάξη ως έμβιο ον μολονότι υπάρχει μέσα στο σύμπαν, συνιστά την πρώτη και βασική αντινομία στους νόμους της φυσικής επιστήμης. Είναι γνωστό πως ό,τι υπάρχει στον κόσμο που δεν έχει ζωή, η ανόργανη ύλη, τα άβια συστήματα, αποδιοργανώνονται οδηγώντας το σύμπαν στην αταξία. Ο βαθμός αταξίας ενός συστήματος εκφράζει την εντροπία του συστήματος που μελετούμε. Ενώ λοιπόν ο 2ος νόμος της Θερμοδυναμικής προβλέπει αύξηση της εντροπίας, η θαυμαστή τάξη που παρατηρείται στα οικοσυστήματα αποτελεί το ζωντανό παράδειγμα μείωσης της εντροπίας. Η φυσική επιστήμη σαφώς διαπρέπει στην επεξήγηση των φαινομένων του υλικού κόσμου, οπότε, η πιο πάνω αντινομία δεν αποτελεί μομφή για την Φυσική αλλά απόδειξη ότι τα έμβια δεν είναι μόνο ύλη. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν θα μας είναι ποτέ δυνατό να δημιουργήσουμε ζωή in vitro με την ανάμειξη όλων αυτών των ενώσεων εντός του εργαστηρίου, αφού δεν μπορούμε να παράσχουμε την δημιουργική ενέργεια του Θεού που συγκροτεί, ζωοποιεί τα έμβια όντα και συνέχει τον κόσμο. Εδώ τώρα δεν θα προσπαθήσουμε να αποδείξουμε την ύπαρξη του Θεού και του πνευματικού κόσμου. Όπως εξ αρχής επισημάναμε στην εισαγωγή των σχετικών κεφαλαίων, αυτό δεν αποδεικνύεται, με την μέθοδο των θετικών επιστημών αλλά με την εμπειρία της πίστεως· “Ἔστι δὲ πίστις ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων” (Εβρ. 11,1).Για όσους βιώνουν την ζωή του Πνεύματος με την πνευματική αίσθηση της πίστεως και έχουν διαρκώς εμπειρία δεν χρειάζεται να αποδείξουν αυτό που βλέπουν. Άλλωστε δεν αποσκοπεί σε τούτο τον σκοπό η πραγματεία αυτή.
Στα πλαίσια αυτής της μελέτης στόχος μας να δείξουμε ένα άλλο μοντέλλο φυσιολογίας που προτείνουμε με βάση την Πατερική ψυχολογία των νηπτικών για το οποίο εργαστήκαμε προσωπικά τουλάχιστον είκοσι έτη. Θεωρούμε ότι το νέο, μεικτό στην πραγματικότητα, μοντέλλο φυσιολογίας- ψυχολογίας, δίνει λύσεις στις ανώτερες νοητικές και πνευματικές λειτουργίες που ερευνά τελευταία η φυσιολογία του εγκεφάλου καθώς και ο τομέας της “νευροεπιστήμης και συμπεριφοράς” με την συνδρομή μάλιστα και άλλων επιστημών. Αν η επιστημονική κοινότητα θελήσει να ακούσει και αποδεχθεί, έστω κατά συνθήκη, αυτό το πρωτότυπο μοντέλλο, όπως στα μαθηματικά: «έστω, ότι ισχύει αυτό», εφ’ όσον δίνει λύση η υπόθεση «τότε, ισχύει εκείνο» που ισχυριζόμαστε. Στη μαθηματική λογική αυτής της θεώρησης, μαθαίνοντας κανείς στην συνέχεια τα “μονοπάτια” των ψυχικών λειτουργιών -όπως τις εξηγούν οι νηπτικοί Πατέρες- δύναται έπειτα να μελετήσει την ερμηνεία αυτή σε θεωρητική πρώτα βάση για να διαπιστώσει την σύζευξη αυτών των ψυχικών λειτουργιών με τις οργανικές λειτουργίες και να βρεί τελικά τις κοινές αντιστοιχίες στα όργανα, στα κέντρα του εγκεφάλου και τους ενδοκρινείς αδένες. Απο εκεί και πέρα σε εργαστηριακή αλλά και κλινική συνάμα βάση δύναται να πεισθεί αλλά και να προχωρήσει στην έρευνα ότι ισχύει η επικοινωνία συγκεκριμένων δυνάμεων της ψυχής και του σώματος στα συγκεκριμένα όργανα, τους αδένες και τα εγκεφαλικά κέντρα. Επομένως, έχει την δυνατότητα ο θεράπων ιατρός στην κλινική επιδρώντας φαρμακευτικά -στα πλαίσια της ιατρικής δεοντολογίας και του θεμιτής ηθικά παρέμβασης για θεραπεία- να επενεργήσει σε συγκεκριμένο κέντρο και να δημιουργήσει την συγκεκριμένη αντίδραση και το επιθυμητό αποτέλεσμα σε ψυχική δύναμη ή ομάδα δυνάμεων της ψυχής άμεσα ή έμμεσα σε άλλη δύναμη ή ομάδα δυνάμων θεραπεύοντας ψυχιατρικά. Μπορεί όμως να λειτουργήσει η θεραπεία και αντίστροφα επενεργώντας σε συγκεκριμένες δυνάμεις της ψυχής με συγκεκριμένα ερεθίσματα αισθητικά, ηλεκρτομαγνητικά, χημικά, μηχανικά ή ακόμη θεραπεύοντας πνευματικά τα μέρη της ψυχής με τον τρόπο των νηπτικών πατέρων να δυνηθεί να θεραπεύσει στην συνέχεια και το σώμα σε ορισμένες περιπτώσεις. Όταν ψυχικές δυνάμεις ενεργούν σε συγκεκριμένα κέντρα, όργανα και ενδοκρινείς αδένες είναι δυνατόν να δημιουργήσουν με συστηματική καθημερινή άσκηση τις μεταβολές εκείνες για να γίνουν τέτοιες βοχημικές και μοριακές διεργασίες που θα αποκαταστήσουν ενίοτε την υγεία ενδογενώς. Επίσης, ο ερευνητής στο εργαστήριο γνωρίζοντας την θεωριτική βάση αυτού του συγκεκριμένου μοντέλλου που προτείνουμε -και όχι οποιονδήποτε ψυχολογικών θεωριών και απόψεων- και συνδιάζοντας την με την γνώση του στην νευροφυσιολογία, την ενδικρινολογία και την νευροεπιστήμη μπορεί να κάνει στοχευμένη πλέον έρευνα για να διαπιστώσει αν ισχύει με βάση αυτό το μοντέλλο η συνδεσιμότητα των δυνάμεων της ζωϊκής ψυχής με τις οργανικές λειτουργίες, του οποίου η επιβεβαίωση ως ορθή φυσιολογικά ερμηνεία μπορεί να του παράσχει περαιτέρω την εγγύηση ότι εξηγεί σωστά και εκείνες τις λειτουργίες που ανήκουν αποκλειστικά στο ανθρώπινο είδος. Επομένως, όταν ακολουθούμε επιστημονική μεθοδολογία για να αποδείξουμε αυτό που προτείνουμε δεν πρόκειτε για υποκειμενικές προσωπικές απόψεις αλλά για σαφή επιστημονική και αντικειμενική φανέρωση της αλήθειας.