Η Μεταμόρφωσι και τα μηνύματά της
Τὸ ἐνδοξότερο καὶ ἐπιφανέστερο γεγονὸς τῆς ἐπιγείου ζωῆς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μεταμόρφωσί του. Κατ᾿ αὐτὴν ὁ Κύριος ἔδειξε μέρος τῆς θεϊκῆς λαμπρότητος σὲ ἀντιπροσωπεία τῶν μαθητῶν του καὶ σὲ δύο ἐκπροσώπους τοῦ οὐρανίου κόσμου.
Ἡ μεταμόρφωσι περιγράφεται ἀπὸ τοὺς εὐαγγελιστὰς Ματθαῖο Μάρκο καὶ Λουκᾶ, στὰ κεφάλαια τῶν Εὐαγγελίων τους 19, 9 καὶ 9 ἀντιστοίχως. Στὴν περιγραφὴ κατὰ βάσιν ὑπάρχει πλήρης συμφωνία τῶν εὐαγγελιστῶν μεταξύ τους. Ἂν παρατηροῦνται καὶ κάποιες μικροδιαφορὲς σὲ ἕνα-δυὸ σημεῖα τῆς διηγήσεως ἀπὸ τὸν ἕναν ἢ τὸν ἄλλο εὐαγγελιστή, αὐτὸ δὲν μειώνει τὴν ἀξιοπιστία τοῦ γεγονότος καὶ τῶν εὐαγγελιστῶν. Οἱ μικροδιαφορὲς ἀντιθέτως εἶναι ἀδιαφιλονίκητο ντοκουμέντο ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, ποὺ ἐπιστατεῖ κατὰ τὴ συγγραφὴ τῶν ἱερῶν Εὐαγγελίων, σέβεται τὴν ἐλευθερία τοῦ κάθε εὐαγγελιστοῦ, ὥστε νὰ τὸ περιγράψῃ ὅπως τὸ ἄκουσε ἀπὸ τοὺς αὐτόπτες καὶ αὐτηκόους μάρτυρες.
Ἂν οἱ τρεῖς εὐαγγελισταὶ συμφωνοῦσαν κατὰ πάντα στὴν περιγραφή, οἱ κακόπιστοι θὰ τοὺς κατηγοροῦσαν ὅτι ἀντιγράφουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ὅτι κατασκευάζουν ἕνα γεγονός. Ὀφείλουμε νὰ σημειώσουμε ὅτι οἱ κακόβουλοι δέρνονται συνεχῶς ἀπὸ τὴ μάστιγα τῆς ἀπιστίας τους, μὴ μπορώντας νὰ πείσουν οὔτε τὸν ἑαυτό τους. Τόσο σαθρὰ ἀντιφατικὰ καὶ ἀνάξια λόγου εἶναι τὰ «ἐπιχειρήματά» τους!
Κοντὰ στὶς πληροφορίες τῶν τριῶν εὐαγγελιστῶν ὑπάρχει καὶ ἡ μαρτυρία τοῦ αὐτόπτου καὶ αὐτηκόου τῆς μεταμορφώσεως, ἡ μαρτυρία τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ὅπως τὴν ἐξιστορεῖ στὴ Β΄ Καθολικὴ Ἐπιστολή του (1,16-18), ποὺ ἔρχεται καὶ αὐτὴ σὲ πλήρη συμφωνία μὲ τὶς περιγραφὲς τῶν ἱερῶν εὐαγγελιστῶν. Θὰ προσπαθήσουμε ἐδῶ ν᾿ ἀξιοποιήσουμε ὅλες τὶς πληροφορίες τῶν τεσσάρων πηγῶν, γιὰ νὰ παρουσιάσουμε κατὰ τὸ δυνατὸν πληρέστερη καὶ πιστότερη τὴν περιγραφὴ τῆς θείας μεταμορφώσεως. Θὰ βγάλουμε δὲ καὶ κάποια σύντομα μηνύματα γιὰ τὴν ψυχική μας ὠφέλεια καὶ οἰκοδομή.
Ὁ Χριστὸς μόλις εἶχε πῆ στοὺς δώδεκα μαθητάς του γιὰ πολλοστὴ φορὰ ὅτι σύντομα θὰ τὸν πιάσουν καὶ θὰ τὸν στοτώσουν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς, καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα θ᾿ ἀναστηθῇ. Ἦταν φυσικὸ οἱ μαθηταὶ νὰ σοκαριστοῦν, ὅταν θὰ τὸν ἔβλεπαν ἀνήμπορο καὶ ἐγκαταλειμμένο πάνω στὸ σταυρό, θῦμα τοῦ μίσους καὶ τῆς κακίας τοῦ ἰουδαϊκοῦ ἱερατείου. Γι᾿ αὐτὸ τοὺς προειδοποιεῖ ἐγκαίρως, γιὰ νὰ προετοιμασθοῦν καταλλήλως. Δὲν πρέπει ν᾿ ἀπελπιστοῦν, ἀλλὰ νὰ καταλάβουν καὶ νὰ πεισθοῦν ὅτι μὲ τὴ θέλησί του βαδίζει πρὸς τὸ θάνατο γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι ὁ ἴδος ὁ Θεός, ποὺ ἡ ὀλιγόλεπτη ἔνδοξη μεταμόρφωσί του τὸ ἀποδεικνύει.
Παίρνει λοιπὸν ὁ Χριστὸς μαζί του τὸν Πέτρο τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, τοὺς τρεῖς πιὸ ἀγαπητούς του μαθητάς, καὶ τοὺς ἀνεβάζει σ᾿ ἕνα ὑψηλὸ βουνό, ποὺ τὰ Εὐαγγέλια δὲν μᾶς πληροφοροῦν πῶς λεγόταν. Πιθανώτατα νὰ λεγόταν Θαβώρ, ὅπου ὁ Κύριος συνήθιζε ν᾿ ἀνεβαίνῃ συχνὰ γιὰ προσευχή, εἴτε μόνος του εἴτε μὲ τοὺς μαθητάς του. Ὁ Λουκᾶς μᾶς λέει ὅτι καὶ αὐτὴ τὴ φορὰ ὁ Ἰησοῦς ἀνέβηκε γιὰ νὰ προσευχηθῇ. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος τὸ ὀνομάζει «ὄρος ἅγιον».
Καὶ καθὼς προσευχόταν μεταμορφώθηκε μπροστά τους καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπό του σὰν τὸν ἥλιο καὶ τὰ ῥοῦχα του λαμπύριζαν σὰν τὸ φῶς. Ὁ Λουκᾶς λέει ὅτι ἡ ὄψι τοῦ προσώπου του ἔγινε διαφορετικὴ καὶ τὰ ῥοῦχα του ἄσπρα καὶ ἀστραφτερά. Ὁ δὲ Μάρκος λέει ὅτι τὰ ῥοῦχα του ἦταν «στίλβοντα, ἄσπρα σὰν τὸ χιόνι, τέτοια, ποὺ κανένας ἐπαγγελματίας βαφιᾶς στὴ γῆ δὲν θὰ μποροῦσε βάφοντάς τα νὰ τὰ κάνῃ τόσο λευκά. Καὶ οἱ τρεῖς μὲ τὸν τρόπο τους ἐκφράζουν τὸ ὑπερφυσικὸ καὶ ὑπερκόσμιο φαινόμενο τῆς μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου.
Καὶ νά, ἐμφανίστηκαν μὲ δόξα ὁ Μωϋςῆς καὶ ὁ Ἠλίας, οἱ δυὸ μεγαλύτερες προσωπικότητες τοῦ Ἰσραήλ, καὶ συνωμιλοῦσαν μὲ τὸν Κύριο γιὰ τὴν ἀναχώρησί του ἀπὸ τὸν κόσμο, ποὺ ἐπρόκειτο νὰ γίνῃ μὲ τὸ θάνατο καὶ τὴν ἀνάστασί του. Ὁ Λουκᾶς μᾶς λέει καὶ μιὰ λεπτομέρεια, ὅτι ὁ Πέτρος καὶ οἱ ἄλλοι μαθηταὶ «εἶχαν κυριευθῆ ἀπὸ βαρὺ ὕπνο», κι ὅταν ξύπνησαν, εἶδαν τὴ λάμψι τοῦ Χριστοῦ καὶ τοὺς δύο ἄνδρες νὰ στέκωνται κοντά του. Παρεμβαίνει τότε ὁ Πέτρος παίρνοντας λίγο ἄκαιρα καὶ ἀδιάκριτα τὸ λόγο, καὶ λέει στὸν Ἰησοῦ· «Κύριε, καλὸ εἶναι νὰ μείνουμε ἐδῶ. Ἂν θέλῃς, ἂς κάνουμε τώρα ἐδῶ πάνω στὸ βουνό, τρεῖς σκηνές· μία γιὰ σένα, μία γιὰ τὸ Μωϋςῆ, καὶ μία γιὰ τὸν Ἠλία». Ὁ Μάρκος ἀπὸ τὴ μεριά του λέει ὅτι ὁ Πέτρος ἔκανε τὴν πρότασι αὐτὴ θέλοντας νὰ συμμετάσχῃ καὶ αὐτὸς στὴ συζήτησι τοῦ Χριστοῦ μὲ τοὺς δύο, ἀλλὰ δὲν ἤξερε νὰ πῇ κάτι σχετικό, καὶ εἶπε αὐτὸ ποὺ εἶπε, διότι καὶ αὐτὸς καὶ οἱ ἄλλοι δύο ἦταν καταφοβισμένοι.
Ἀξίζει νὰ κάνουμε κάποια σύντομα σχόλια.
Α . Ὁ Μωϋσῆς εἶχε ζήσει περίπου 1600 χρόνια πρὶν ἀπὸ τὸ Χριστό, καὶ ὁ Ἠλίας 960. Καὶ ὅμως ἐδῶ ἐμφανίζονται ζωντανοί. Ὑπάρχει ἄρα μετὰ τὸ θάνατο ζωὴ αἰώνια, κι ὄχι ἀνυπαρξία, ὅπως λένε οἱ ἀνεύθυνοι. «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται» (Ἰω 11,25), λέει ὁ Κύριος. Κι ἀλλοῦ· «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμὲ ἔχει ζωὴν αἰώνιον» (Ἰω 6,47).
Β. Οἱ μαθηταὶ ἀναγνώρισαν ὅτι οἱ δύο ξαφνικοὶ ἐπισκέπτες ἦταν ὁ Μωϋςῆς καὶ ὁ Ἠλίας, ἂν καὶ τοὺς ἔβλεπαν γιὰ πρώτη φορά. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἐμφανίστηκαν ὅπως περιγράφονται ὁ καθένας μέσα στὶς Γραφές, ποὺ οἱ μαθηταὶ τὶς διάβαζαν, καὶ ἤξεραν τὰ χαρακτηριστικὰ καὶ τοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ ἄλλου.
Γ. Ὁ Πέτρος προτείνει νὰ στήσουν σκηνὲς γιὰ νὰ μένουν παντοτινὰ πάνω στὴν ἡσυχία καὶ στὴν ἀσφάλεια τοῦ ὄρους, ἀλλὰ καὶ στὴν εὐτυχία τῆς περιστάσεως, καθὼς ἔβλεπαν τὸν Ἰησοῦ μέσα στὸ ὑπερκόσμιο φῶς, καὶ τοὺς μεγάλους ἐπισκέπτες μέσα στὴ δόξα νὰ συνομιλοῦν μαζί του μὲ τόση οἰκειότητα. Κοινὴ ὑπόθεσι λοιπὸν Παλαιᾶς καὶ Νέας Διαθήκης. Κοινὴ ἡ εὐφρόσυνη προσδοκία τοῦ νέου κόσμου ποὺ θὰ φέρῃ ἡ σταύρωσι καὶ ἡ ἀνάστασι τοῦ Κυρίου.
Δ. Σύμφωνα μὲ τὴ γνώμη ἀρχαίων σχολιαστῶν, ὁ Πέτρος ποθεῖ ἀνθρωπίνως καὶ ἰδιοτελῶς νὰ μείνουν γιὰ πάντα στὸ βουνό, διότι φοβήθηκε μήπως μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ συλληφθοῦν ὡς συνένοχοι καὶ οἱ μαθηταὶ καὶ θανατωθοῦν καὶ αὐτοί, ὅπως καὶ ὁ διδάσκαλος.
Ε. Δὲν πρότεινε νὰ στηθοῦν 6 σκηνές, ἀλλὰ τρεῖς. Ἦταν τόσο εὐτυχισμένος καὶ ἀσφαλισμένος ἐκεῖ πάνω κοντὰ στὸν Χριστό, ὥστε τοῦ ἦταν ἀρκετὸ ν᾿ ἀπολαμβάνῃ τὸ γεγονὸς καὶ ἐκτὸς σκηνῶν. Αύθόρμητος καὶ ταπεινόφρων ὁ Πέτρος.
Καὶ ἐνῷ μιλοῦσε ἀκόμη ὁ Πέτρος γιὰ τὶς σκηνές, νὰ ἕνα φωτεινὸ σύννεφο τοὺς σκέπασε ἀπὸ πάνω καὶ φοβήθηκαν ὅταν βρέθηκαν μέσα σ᾿ αὐτό. Καὶ μιὰ φωνὴ ἀκούγεται νὰ λέῃ· «Αὐτὸς εἶναι ὁ Γιός μου ὁ ἀγαπητός, στὸν ὁποῖο εὐαρεστήθηκα. Νὰ τὸν ἀκοῦτε ὅ,τι σᾶς λέει». Ὅταν ἄκουσαν οἱ μαθηταί, «ἔπεσαν κάτω μπρούμυτα καὶ φοβήθηκαν παραπολύ». Καὶ ἀφοῦ τοὺς πλησίασε ὁ Ἰησοῦς, τοὺς ἄγγιξε καὶ εἶπε· «Σηκωθῆτε καὶ μὴ φοβάστε». Σηκώνουν τὰ μάτια τότε ἐκεῖνοι καὶ δὲν βλέπουν κανέναν ἀπὸ τοὺς ἔκτακτους ἐπισκέπτες, ἀλλὰ μόνο τὸν Ἰησοῦ. Προφανῶς ἐκεῖνοι ἔφυγαν καὶ πῆγαν πάλι ἐκεῖ ποὺ ἦταν πρίν, στὸν οὐρανό. Ὁ Λουκᾶς συμπληρώνει λέγοντας ὅτι οἱ τρεῖς μαθηταὶ σίγησαν. Μὲ ἄλλα λόγια τοὺς κόπησε ἡ λαλιὰ τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες καὶ δὲν εἶπαν σὲ κανέναν τίποτε ἀπὸ ὅσα εἶχαν δῆ καὶ ἀκούσει. Τήρησαν δηλαδὴ τὴν παραγγελία τοῦ Χριστοῦ· «Σὲ κανέναν δὲν θὰ πῆτε αὐτὸ ποὺ εἴδατε, μέχρις ὅτου ὁ Γιὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀναστηθῇ ἐκ νεκρῶν». Φυσικὰ μετὰ τὴν ἀνάστασι τὸ διηγήθηκαν καὶ στοὺς ἄλλους μαθητάς, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ Ματθαῖος ὁ Μάρκος καὶ ὁ Λουκᾶς τὰ κατέγραψαν στὰ Εὐαγγέλια.
Μιὰ παρατήρησι· Σήμερα, μὲ τὴν τόσο προηγμένη τεχνολογία τῆς ἀστρονομίας, γιὰ νὰ βγῇ ἕνας ἔξω ἀπὸ τὴ σφαῖρα τῆς γῆς, ὅπως λ.χ. οἱ ἀστροναῦτες, γίνονται ἑκατομμύρια ἔξοδα, μακρὲς προετοιμασίες, δοκιμές, καὶ ἄλλα πολλά. Δὲν συμβαίνει ὅμως τὸ ἴδιο στὸ Μωϋςῆ καὶ στὸν Ἠλία· Ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὅπου εἶναι ὁ παράδεισος, ποὺ κανένας δὲν ξέρει ποῦ τὸν ἔχει ὁ Θεός, μέσα ἢ ἔξω ἀπὸ τὸν ἀστρικὸ κόσμο, ἔρχονται καὶ ἀπέρχονται στὸ λεπτό. Ἄλλη διάστασι ὁ ὑλικὸς κόσμος καὶ ἄλλη ὁ οὐράνιος.
Αὐτὸ εἶναι τὸ γεγονὸς τῆς μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου σύμφωνα μὲ τὴν περιγραφὴ τῶν τριῶν εὐαγγελιστῶν. Εἶναι πολὺ ἐνδιαφέρον τώρα νὰ δοῦμε πῶς τὸ ἀξιποίησε στὸ γραπτὸ καὶ προφορικό του κήρυγμα ὁ αὐτόπτης καὶ αὐτήκοος ἀπόστολος Πέτρος. Λέω ἐκ τῶν προτέρων ὅτι ὁ Πέτρος τονίζει τὸ στοιχεῖο τῆς αὐτοψίας. Εἶναι πράγματι τὸ ἀδιαφιλονίκητο καὶ πειστικώτερο ἀπὸ ὅλα. Λέει λοιπόν· «Πρέπει νὰ θυμάστε πάντοτε ὅτι ἐγὼ καὶ οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι σᾶς γνωρίσαμε τὴ δύναμι καὶ τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὄχι ἀκολουθώντας μύθους σκαρφισμένους μὲ φαινομενικὴ σοφία, ἀλλὰ ἐπειδὴ εἴδαμε μὲ τὰ μάτια μας τὴ μεγαλειότητά του στὴ μεταμόρφωσι. Ἐκεῖ λοιπόν, στὴ μεταμόρφωσι, ὁ Ἰησοῦς πῆρε ἀπὸ τὸ Θεὸ Πατέρα τιμὴ καὶ δόξα, ὅταν ἀκούστηκε γι᾿ αὐτὸν ἡ ἑξῆς φωνή, ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὴν ἔνδοξη μεγαλοπρέπεια τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ Γιός μου ὁ ἀγαπητός, στὸν ὁποῖο ἐγὼ εὐαρεστήθηκα. Καὶ αὐτὴ τὴ φωνὴ τὴν ἀκούσαμε ἐμεῖς νὰ βγαίνῃ ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὅταν ἤμασταν μαζί του στὸ ὄρος ἐκεῖνο τὸ ἅγιο. Καὶ ὅμως ἔχουμε τώρα βεβαιότερη ἀπὸ τὴ μεταμόρφωσι πίστι στὶς προφητεῖες τῆς Π. Διαθήκης γιὰ τὸ Χριστό. Σ᾿ αὐτὰ τὰ λόγια τῶν προφητῶν καλὰ κάνετε καὶ προσέχετε».
Σχόλια.
Α. Ἡ πίστι μας δὲν εἶναι παραμύθια σὰν τὰ παραμύθια τῶν μυθομανῶν εἰδωλολατρῶν καὶ αἱρετικῶν, ἀλλὰ ἀναντίρρητα γεγονότα, μαρτυρημένα ἀπὸ αὐτόπτες καὶ αὐτήκοους ἄδολους καὶ ἀξιόπιστους ἀνθρώπους, ποὺ γιὰ τὴν πίστι τους θανατώθηκαν.
Β. Εἶναι σημαντικὸ ὅτι ὁ ἀπόστολος Πέτρος πάνω ἀπὸ τὴν αὐτοψία καὶ αὐτηκοΐα βάζει τὶς προφητεῖες τῶν προφητῶν ποὺ προφήτευσαν γιὰ τὸ Μεσσία. Τόσο μεγάλη ἰσχὺ καὶ κῦρος ἔχουν τὰ λόγια τῶν προφητῶν, καὶ τόσο εὐτελισμὸ τῶν ψευδοπροφητῶν παλαιῶν καὶ σύγχρονων.
Γ. Τὸ κῦρος ποὺ δίνει στὶς προφητεῖες καὶ τοὺς προφῆτες ὁ Πέτρος, ποὺ τὶς θεωρεῖ ἀνώτερες καὶ ἐγκυρότερες ἀπὸ τὴν ὅρασι τὴν ἀκοὴ καὶ τὶς ἄλλες αἰσθήσεις, δίνει καὶ ὁ πατριάρχης Ἀβραάμ. Στὴν παράκλησι τοῦ κολαζόμενου πλουσίου νὰ στείλῃ ὁ Ἀβραὰμ κάποιον ἀπὸ τοὺς νεκροὺς νὰ εἰδοποιήςῃ τ᾿ ἀδέρφια του νὰ μετανοήσουν, γιὰ νὰ μὴ βρεθοῦν καὶ αὐτοὶ στὴν κόλασι, ὅπως αὐτός, ὁ Ἀβραὰμ τοῦ εἶπε᾿ Τὰ ἀδέρφια σου ἔχουν τὸ Νόμο τοῦ Μωϋσέως καὶ τὶς προφητεῖες τῶν προφητῶν. Ἂς τοὺς ἀκούσουν. Ὁ λόγος τους θὰ φέρῃ μεγαλύτερη μετάνοια ἀπὸ τὸ ἂν κάποιος νεκρὸς ἀναστηθῇ καὶ τοὺς μιλήςῃ (Λκ 16,29-31).
Δ. Ἔχουμε ὑποχρέωσι νὰ διαβάζουμε τοὺς προφῆτες καὶ γενικὰ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, κι ὄχι νὰ τρέχουμε πίσω ἀπὸ ἀνθρώπους, ποὺ λένε ψέματα καὶ παρασύρουν τοὺς πολλοὺς στὴν ἀπώλεια. Τὸ Θεὸ ν᾿ ἀκοῦμε, ὄχι τοὺς ἀνθρώπους ποὺ εἶναι ἐκτὸς σωτηρίας.
Αὐτὰ γιὰ τὴ μεταμόρφωσι καὶ τὰ μηνύματά της.
Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης,
ἀρχιμανδρίτης