Δήλωσις αποτειχίσεως γραπτώς της ήδη γενομένης
ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΑΔΡΙΤΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ
ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΕ,
Δια της υπογραφομμένης παρά της μετριότητος ημών ταύτης της αποτειχίσεως, ήδη γενομένης εν τη πράξει διακοπτομένου του μνημοσύνου υμών εις τας τεταγμένας ιεράς ακολουθίας και την Θείαν Μυσταγωγίαν, ερχόμεθα ίνα ποιήσωμεν τούτω και γραπτώς. Δηλώνοντες τουτοιοτρόπως την πλήρη αντίθεσίν μας εις τα πεπεραγμένα και αποφασισθέντα κατ’ εξοχήν εσχάτως εν Κολυμβαρίῳ και ίνα υπομνήσωμεν έτι μάλλον το ιερόν χρέος υμών όπως αναλογισθείτε την οικτράν πλέον και τραγικήν εκκλησιαστικήν κατάστασιν προκυπτούσης εκ της συγκλειθήσης ψευτοσυνόδου ήτις παρεισήγαγεεκκλησιολογικήν αίρεσιν δια της αναγνωρίσεως ετερόδοξων ομολογιών ηδή κατεγνωσμένων, ήτοι αιρέσεων ως Εκκλησιών, στα οποία σαφώς δεν αντιδράσατε και ούτε επισήμως καν λεκτικώς καταδικάσατε. Το ότι ομιλείτε αόριστα περί Ορθοδοξίας και εναντίον των αιρέσεων δεν απαλάσσει υμάς των ευθυνών και, βεβαίως δεν καθιστά υμάς ορθόδοξο όπως ορισμένοι θέλουν προσφάτως να ισχυρίζονται!
Δεδομένου ότι:
I. Σύμφωνα με τον με τον καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος Νόμος 590/1977, (ΦΕΚ Α’146/31.5.1977), Γενικαὶ Διατάξεις §1.
«Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, οὖσα θεῖον καθίδρυμα καὶ ἔχουσα κεφαλὴν τὸν Κύριονἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, εἶναι ἀναποσπάστωςἡνωμένη δογματικῶς μετὰ τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλης καὶ πάσης ἄλληςὈρθοδόξου τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, στοιχοῦσα τῇ διδασκαλίᾳ τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τηροῦσαἀπαρασαλεύτως, ὡς καὶ πᾶσαι αἱ λοιπαὶὈρθόδοξοι Ἐκκλησίαι, τὰ δόγματα, τοὺςἱεροὺς ἀποστολικοὺς καὶ συνοδικοὺς κανόνας καὶ τὰς ἱερὰς παραδόσεις».
II. Υπάρχουν εκκλησιαστικές ενέργειες όμως οι οποίες αποδεικνύουν το εντελώς αντίθετο από εκείνο που ορίζει ο καταστατικός χάρτης, διότι:
Και μόνον η συμμετοχή της Εκκλησίας της Ελλάδος στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών (ΠΣΕ) με την έγκρισιν του καταστατικού τουΠΣΕ σημαίνει έκπτωσιν από την εκκλησιαστικήν υπόστασιν της, δεδομένου ότι βλασφημείται το έργον του Παναγίου Πνεύματος μέσα από τα άρθρα του προτεσταντικού αυτού καταστατικού. Το 1965 υπεγράφη η άρση της ακοινωνησίας μέ τούς Παπικούς από τον μασώνο αιρεσιάρχη πατριάρχη τότε Αθηναγόρα. Έκτοτε γίνονται τακτικά τα λεγόμενα ουνιτικά συλλείτουργα και οι συνεχείς με τους Φράγγους συμπροσευχές, αλλά και τα κοινά μυστήρια στη Ρώμη, στην Κων/πολη, στήν Ευρώπη, στην Αμερική και στην Αυστραλία, όπως βεβαιώνουν εξ ιδίας πείρας, όσοι έχουν ζήσει στην Αμερική και στην Ευρώπη. Το 1991 υπεγράφη η ένωσις με τους Μονοφυσίτες από εννέα τοπικές εκκλησίες. Ποτέ στη συνέχεια μέχρι τώρα δεν υπήρξε απόφαση, που να αίρει τις υπογραφές των επισήμων αντιπροσωπειών των Πατριαρχείων και των αυτονόμων “ὀρθοδόξων” “ἐκκλησιῶν”.Υπάρχει, ακόμη, η εγκύκλιος του “πατριαρχείου” Ἀντιοχείας που καθιερώνει την ένωση με τους Μονοφυσίτες.Υπάρχει επίσης και η ένωση με τους Ουνίτες στο Μπάλαμαντ.Η Εκκλησιοποίηση του Οικουμενισμού στο Κολυμπάρι της Κρήτης έβαλε την ταφόπλακα στην εκκλησιαστική ανωμαλία που προέκυψε με τις ενέργειες των Οικουμενιστών.
Α. Τί επράξατε δι’ όλα αυτά;
ΙΙΙ. Υπάρχουν αποδείξεις που αποκαλύπτουν ότι ο πατριάρχης Βαρθολομαίος που μνημονεύετε είναι ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ!
ΔΙΟΤΙ, σε ορισμένο χρόνο και τόπο είπε και έπεραξε συγκεκριμένες ενέργειες που δεν είναι σύμφωνες με την Αγία Γραφή, τους Πατέρες της Εκκλησίας, την εκκλησιαστική Παράδοση και δεν τις επιτρέπουν οι Ιεροί Κανόνες.
- Ἔχει πεῖ, «…Ἐφ᾿ ὅσον δηλονότι ἡ μία Ἐκκλησίαἀναγνωρίζει ὅτι ἄλλη τις Ἐκκλησία εἶναι ταμιοῦχος τῆς χάριτος καὶ ἀρχηγὸς σωτηρίας,ἀποκλείεται, ὡς ἀντιφάσκουσα εἰς τὴν παραδοχὴν ταύτην, ἡ προσπάθεια ἀποσπάσεως πιστῶν ἀπό τῆς μιᾶς καὶ προσαρτήσεως αὐτῶν εἰς τὴν ἑτέραν…δὲν εἶναι ἀνταγωνίστρια τῶνἄλλων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλ᾿ ἕν σῶμα μετ᾿αὐτῶν». (Προσφώνησις πρὸς τήν παπικὴνἀντιπροσωπίαν εἰς τὴν θρονικὴ ἑορτὴ, Κων/πολις 1998, περ. Ἐπίσκεψις).
- Σὲ ἄλλη του ὁμιλία εἶπε: « Ἀπηλλαγμένοι λοιπὸν τῶν ἀγκυλώσεων τοῦ παρελθόντος…Κάθε Ἐκκλησία εἶναι ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία, ἀλλὰὄχι ἡ ὁλότητά της. Κάθε Ἐκκλησία ἐκπληρώνει τἠν καθολικότητά της, ὅταν εἶναι σὲ κοινωνία μὲ τὶς ἄλλες Ἐκκλησίες…ὁ ἕνας χωρὶς τὸν ἄλλον εἴμαστε πτωχευμένοι» (Ὁμιλία εἰς Γενεύην 17 -2 2008).
- Ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὸν Πατριάρχη εἶναι διεσπασμένη καὶ διηρημένη. Δὲν ὑπάρχει ἡἑνότητα τῆς πίστεως καὶ μέσα σὲ αὐτὴν τὴν διηρημένη «Ἐκκλησία» συγκαταλέγει καὶ τὴνὈρθόδοξο Ἐκκλησία. Πιστεύει στὴν οἰκουμενιστικὴ «θεωρία τῶν κλάδων». Ἐπ᾿αὐτοῦ δημοσίευσε θεολογικὴ κριτικὴ ἡ “ΣύναξιςὈρθοδόξων κληρικῶν καὶ μοναχῶν”, ποὺἀποδεικνύει τὴν αἱρετικὴ διδασκαλία τοῦΠατριάρχη. Κατὰ συνέπειαν, «ὅποιος πιστὸς κληρικὸς καὶ λαϊκὸς ἀμφισβητεῖ ἢ ἀρνεῖται συνειδητὰ τήν ἁγιοπνευματικὴ ἐμπειρικὴὀρθόδοξη πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτὴὁριοθετεῖται μὲ κάθε ἀκρίβεια στοὺς Ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί ἰδιαιτέρως στὰμονοσήμαντα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, εὐλόγως ἐκπίπτει ἀπό τὸ Σῶμα τῆςἘκκλησίας, ὑποκείμενος σὲ καθαίρεση ἢἀφορισμὸ κατὰ τίς Οἰκουμενικὲς Συνόδους». ( βλ. Ζʹ Ἱερὸν Κανόνα τῆς Γʹ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, καὶ τὴν μελέτη “Ἡ νέα ἐκκλησιολογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου“, ἔκδ. Σύναξις Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν, 2015, σελ. 13).
- Ὁ Πατριάρχης δὲν πιστεύει ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ μοναδικὸς ἀληθινὸς Θεός καὶΣωτήρας τοῦ κόσμου, ὅπως τὸν ὁμολογοῦμε στὸΣύμβολον τῆς πίστεώς μας « Καὶ εἰς ἕνα ΚύριονἸησοῦν Χριστὸν…», καὶ τοῦτο ἀποδεικνύεται πάλιν ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ λόγια καὶ ἔργα του. Δὲν πιστεύει εἰς τὸ «Εἷς Κύριος, μία πίστις, ἕν βάπτισμα». (Ἐφ. Δʹ, 5).Τὸ 2001 στὴν νότιοἈφρικὴ, δήλωσε ὅτι: « ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, δὲν ἐπιδιώκει νὰ πείση τοὺς ἄλλους γιὰ μία συγκεκριμένη ἀντίληψι τῆς Ἀλήθειας ἢ τῆςἈποκαλύψεως ». (ἐκ τῆς ἱστοσελίδος τοῦΠατριαρχείου). Ὁ Πατριάρχης λέγοντας ὅτι δὲχρειάζεται νὰ διδάσκουμε «γιὰ μιὰσυγκεκριμένη ἀντίληψιν τῆς Ἀληθείας ἢ τῆςἈποκαλύψεως», καταργεῖ τὴν ἱεραποστολὴ καὶτὸ βάπτισμα· γιὰ αὐτὸ καὶ ἀπαγορεύει τὸὀρθόδοξο βάπτισμα στοὺς προσηλύτους.
- Πιστεύει ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες σώζουν. ΣτὴΓενεύη τὸ 1995 ἔκανε τὴ δαιμονικὴ, βλάσφημη δήλωση: «ΟΛΕΣ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΔΟΙ ΣΩΤΗΡΙΑΣ». (Ἐπίσκεψις ἀρ. 523, σελ. 12). Ἐὰνὅλες λοιπὸν οἱ θρησκεῖες σώζουν, γιατί τότε νὰἔρθει ὁ Χριστὸς στὴν γῆ; Γιατί νὰ γίνειἄνθρωπος καὶ νὰ σταυρωθεῖ , ἀφοῦ ὅλες οἱθρησκεῖες σώζουν; Γιὰ τὸν Πατριάρχη λοιπὸν, ὁΧριστὸς δὲν εἶναι Θεός, ὁ Χριστιανισμὸς εἶναιἁπλᾶ μία θρησκεία, ὅπως ὅλες οἱ ἄλλες θρησκεῖες. Καὶ ἀκόμη μνημονεύεται ἡμέρας καὶνυκτὸς ὡς ὀρθοτομῶν τὸν λόγον τῆς ἀληθείας;…Στὴν 6η Παγκόσμια Συνάντηση Θρησκείας καὶ Εἰρήνης στὶς 4/11/1994 δηλώνει: «Ἐμεῖς οἱθρησκευτικοὶ ἡγέτες πρέπει νὰ φέρουμε στὸπροσκήνιο τὶς πνευματικὲς ἀρχὲς τοῦΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ, τῆς ἀδελφωσύνης καὶ τῆς εἰρήνης. Ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸ πετύχουμε αὐτὸ πρέπει νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι στὸ πνεῦμα τοῦ ἑνὸς Θεοῦ…Ρωμαιοκοθολικοὶ, καὶ Ὀρθόδοξοι, Προτεστάνται καὶ Ἑβραῖοι, Μουσουλμάνοι καὶἸνδοί, Βουδισταί…». (Ἐπίσκεψις ἀρ. 494, σελ. 23, Γενεύη 1994).
- Πιστεύει καὶ κηρύττει ὅτι τὸ Κοράνιο εἶναι “ἴσο μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἱερό,ὅπως αὐτή”καὶ ὅτι οἱΜωαμεθανοὶ μποροῦν νὰ πᾶνε στὸν παράδεισο χωρὶς νὰ πιστεύουν στὸ Χριστό. ὉΠατριάρχης στήν Ἀτλάντα τῆς Τζώρτζια τῶνΗΠΑ, προσφώνησε τόν ἰδιοκτήτη τῆς Coca ColaΜουχτὰρ Κέντ καὶ εἶπε: «Ἔχω ἕνα μικρὸἐνθύμιο, μικρό, ἀλλὰ καὶ μεγάλο· ἐνθύμιο στήΔάφνη καί στόν Μουχτάρ. Εἶναι τὸ ἅγιοκοράνιο, τὸ ἱερὸ βιβλίο τῶν μουσουλμάνων ἀδελφῶν μας». (Περιοδικό: Ἅγιον Ὄρος -Διαχρονικὴ μαρτυρία στούς ἀγῶνες τῆςΠίστεως, ἔκδ. Ἁγιορειτῶν Πατέρων, Ἁγ. Ὄρος2014, σελ. 69).
- Ὀνομάζει”εὐλογημένη” καὶ τιμᾷ τὴ Συναγωγήτῶν Ἑβραίων, ἐκεῖ ποὺ ὑβρίζεται ὁ Χριστὸς καὶ ἡΘεοτόκος. Γιὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο ἡ Συναγωγὴ εἶναι “χῶρος δαιμονίων ποὺ συνάζονται οἱ σταυρωτὲς τοῦΧριστοῦ καὶ θεομάχοι”.
- Πιστεύει καὶ κηρύττει τὴν βασικὴ ἀρχὴτῆς Μασονίας ὅτι δηλαδή: “ἕκαστος νὰ λατρεύῃ τὸν ἝναΘεὸνὡς προτιμᾷ…”. “Ὁ Θεὸς εὐαρεστεῖται εἰς τὴν εἰρηνικὴν συμβίωσιν τῶν ἀνθρώπων καὶμάλιστα, αὐτῶν οἱὁποῖοι Τὸν λατρεύουν ἀνεξαρτήτως τῶν διαφορῶν, αἱ ὁποῖαι ὑπάρχουν εἰς τὴν πίστιν μεταξὺ τῶν τριῶνμεγάλων μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν”.
- Ἐπιδιώκει τὴν κατάργηση ἢ τροποποίηση πλειάδος Ἱερῶν Κανόνων, κάτι, ποὺ γιὰτὴν Ὀρθοδοξία,εἶναι γνώρισμα αἱρετικοῦ ἀνθρώπου. Ὀνομάζει τοὺς Ἱ. Κανόνες “τείχη τοῦ αἴσχους“!
- Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἐπίσης ἐκφράζεται ὑβριστικὰ κατὰ τῶν ἁγίωνΠατέρωντῆςἘκκλησίας, διότι στὴν θρονικὴ ἑορτὴτὸ 1998, σχετικὰ μὲτὸ θέμα τοῦ παπισμοῦ καὶ τὶς σχέσεις ποὺ πρέπει νὰ ἔχουμε μαζί τους, εἶπε: «Ἡ μετάνοια ἡμῶνδιὰ τὸ παρελθὸν εἶναι ἀπαραίτητος. Δὲν πρέπει νὰσπαταλήσωμεν τὸν χρόνον εἰς ἀναζήτησιν εὐθυνῶν. Οἱ κληροδοτήσαντες εἰς ἡμᾶς τὴν διάσπασινπροπάτορες ἡμῶν ὑπῆρξαν ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκουὄφεως καὶ εὑρίσκονται ἤδη εἰς χείρας τοῦδικαιοκρίτου Θεοῦ. Αἰτούμεθα ὑπὲρ αὐτῶν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ὀφείλομεν ἐνώπιον αὐτοῦ, ὅπωςἐπανορθώσωμεν τὰ σφάλματα ἐκείνων (!)» (Βλ. Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια, 16/2/1998 καὶπερ. Ἐπίσκεψις).
- Πιστεύει καὶ κηρύττει σὲ ἀντίθεση μὲ δεκάδες Συνόδους καὶ ἑκατοντάδεςἉγίους, ὅτι ἡ παπική”ἐκκλησία” εἶναι κανονικὴ καὶ ὁΠάπας Ρώμης, κανονικὸς ἐπίσκοπος. Τὸ 1991 στὸ Μπαλαμάντ τοῦ Λιβάνουἀποδέχτηκε τὸ ἔγκυρον τῶν μυστηρίων τῶν παπικῶν καθὼς καὶ τὴν Οὐνία. Τὸ1995, ὅπως καὶ τὸ 2014, συνυπέγραψε μὲ τὸν Πάπα “ΚΟΙΝΗΝ ΜΑΡΤΥΡΙΑΝ ΠΙΣΤΕΩΣ”. Τὸ2011, κατήχησε σπουδαστὲς παπικοῦπανεπιστημίου ὑπὲρ τοῦ Πάπα. Ὁ Οἰκ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος δέχτηκε ἐπίσκεψηὁμάδος φοιτητῶν τοῦ ΠοντιφικικοῦἸνστιτούτου Saint Apollinaire. Ἀπευθυνόμενος στοὺς φοιτητὲς τοὺς προέτρεψε: Ἀκολουθῆστε τὸν Πάπα. “Ὁ Πάπας Βενέδικτος ὁ ΙΣΤ΄ εἶναιἕνας μεγάλος θεολόγος ποὺ κάνει καλὸ σὲ ὅλες τὶς Ἐκκλησίες. Ἀκολουθῆστε τον μὲ ἀγάπη καὶσυμπάθεια”.
- Ἀναγνωρίζει τὶς χειροτονίες τῶνἀγγλικανῶν καὶ κάνει ἀποδεκτὸ τὸ βάπτισματῶν Λουθηρανῶν (ὅπως καὶ γενικῶς πάντωντῶν προτεσταντῶν), ποὺ εἶναι διαστρεβλωτὲςτῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὑβριστὲςτῆς Κυρίας Θεοτόκου, περιφρονητὲς τῶν Ἁγίωνμυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὡς εἰκονομάχοιποὺ εἶναι, βρίσκονται ὑπὸ τὸν ἀναθεματισμὸτῆς 7ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἄλλωστε στὸσυνέδριο τοῦ Π.Σ.Ε., τὸ 2006, στὸ Porto Alegre,ἀποδέχτηκε σὲ κοινὴ δήλωση μὲ τοὺςπροτεστάντες ὅτι δὲν ὑπάρχει μόνο ΜίαἘκκλησία, ἀλλὰ ὅτι οἱ 348 ἐκκλησίες -μέλη τοῦΠ.Σ.Ε.- εἶναι γνήσιες ἐκκλησίες. Μία δὲ ἀπὸαὐτὲς εἶναι καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία! Οἱποικίλες αἱρετικὲς διδασκαλίες τῶνπροτεσταντῶν θεωροῦνται ὡς διαφορετικοὶτρόποι ἐκφράσεως τῆς ἰδίας πίστεως καὶ ὡςποικιλία τῶν χαρισμάτων τοῦ ἉγίουΠνεύματος. Δεχόμενος ἔτσι ὅτι τελικὰ δὲνὑπάρχουν αἱρέσεις! “Αὐτὲς οἱ ἐκκλησίες καλοῦνται νὰ συμβαδίζουν, ἀκόμη καὶ ὅταν διαφωνοῦν”.
- Τὸ Νοέμβριο τοῦ 1993 προέβη σὲ ἄρση τῶνἀναθεμάτων ἀνάμεσα στὴν ὈρθόδοξηἘκκλησία καὶ στὴν αἵρεση τῶν μονοφυσιτῶν.Ἡ κάθε πλευρὰ ἀναγνώρισε τὴν ἄλλη ὡςὈρθόδοξη. Τὶς καταδίκες καὶ τὰ ἀναθέματα τῆς4ης Οἰκουμενικῆς πρὸς τοὺς Μονοφυσίτες (ποὺτὰ ἐπανέλαβαν οἱ ἑπόμενες Σύνοδοι) τὰὀνομάζει “παρεξηγήσεις τοῦ παρελθόντος ποὺἔχουν ξεπεραστεῖ“, ἀφοῦ “δὲν ὑπάρχει θεολογίαποὺ μᾶς χωρίζει“!
Β. Επομένως δεν έχετε το δικαίωμα να τον μνημονεύετε, Σεβασμιώτατε!
Δεν νοείτε, δηλαδή, να δεχόμαστε ως έγκυρο το βάπτισμα, πιο σωστά ράντισμα των Λατίνων, των Προτεσταντών, των Μονοφυσιτών και όποιων άλλων κακοδόξων καθήν στιγμή δεν έχουμε μυστηριακή κοινωνία στην Θεία Ευχαριστία. Όταν υπάρχουν διαφορές στην πίστη είτε αποδέχεται κανείς στους ετεροδόξους το ένα μυστήριο είτε το άλλο αμαρτάνει προς θάνατο αμαρτάνει δηλαδή χωριζόμενος από την Χάρη που μας σώζει και μας χαρίζει την αιώνια Ζωή. Λέει ο Μέγας Φώτιος: ότι «εν τοις περί πίστεως και το παρεκκλίναι μικρόν, αμαρτείν εστιν αμαρτίαν την προς θάνατον» [P.G. 102, 604C]
Πρώτον: Λοιπόν αυτό! Δεν μας επιτρέπεται να ενεργούμε διαφοροτρόπως ως προς την αποδοχή των μυστηρίων στους όποιους αιρετικούς, αφού σ’ αυτά εκφράζεται η ίδια κακόδοξη πίστη τους που συνιστά αίρεση ή σωρεία αιρέσεων όπως στον Οικουμενισμό.
Δεύτερον: Αν μια ομολογία δεν έχει Χάριν επειδή δεν ενεργεί σ’ αυτήν ο Παράκλητος που τελεσιουργεί τα μυστήρια τότε και μυστήρια δεν έχει και συνεπώς δεν ομιλούμε για άκυρα μυστήρια αλλά για ανυπόστατα μυστήρια.
Τρίτον: Αν Εκκλησία και Ευχαριστία ταυτίζονται -και όντως έτσι είναι- τότε μία ομολογία δεν είναι Εκκλησία αν δεν έχει Θεία Ευχαριστία και το αντίστροφο αν δεν έχει Θεία Ευχαριστία τότε δεν αποτελεί την Εκκλησία.
Αν όμως δεν μας επιτρέπεται να κρατούμε διαφορετική στάση στα μυστήριά των ετεροδόξων, αυτό που προβάλλεται ως επιχείρημα εναντίον της αποτείχισης ό,τι δεν έχουμε ακόμη κοινό ποτήριο για να υπάρχει μυστηριακή διακοινωνία σαφώς δεν ισχύει. Είναι αστήρικτο θεολογικά και αποτελεί επικίνδυνη παγίδα, στην οποία ήδη έπεσαν από αφέλεια πολλοί πνευματικοί Πατέρες ακόμη και από το Άγιον όρος λόγῳ άγνοιας, αλλά και διότι όχι μόνο δεν θέλουν να κατανοήσουν αλλά και επειδή δεν έχουν, ούτε καν, την προαίρεση να ακούσουν. Γι’ αυτό και θα δώσουν λόγο στον Θεό!
Γ. Όταν όμως ο επίσκοπος όχι μόνο κοινωνεί με τους Οικουμενιστάς αλλά συνεργεί στον έργο τους
α. με το να μνημονεύει αιρετικό Πατριάρχη και αιρετικούς Οικουμενιστές επισκόπους,
β. με το να τους καλύπτει και να τους προσφέρει δυνατότητα δράσης,
γ. με το να διώκει όσους αγωνίζονται να κρατήσουν την Ορθόδοξη Πίστη
δ. το πιο άσχημο, με το να συμετέχει συ Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος που αναγνώρισε την ψευτο-Κολυμβάρια Σύνοδο και τις αποφάσεις της
όλα αυτά συνιστούν σοβαρούς λόγους που δικαιολογούν την διακοπή της μνημονεύσεώς του!
ΙV. Επειδή λοιπόν δεν εφαρμόζετε την διακοπή κοινωνίας σύμφωνα:
Ø Με τα ορισθέντα υπό τωνΑποστολικών Διαταγών: «τοῖς τῇγνώμῃ τοῦ Θεοῦ ἐναντία δογματίσασι μὴ πλησιάζετε μηδὲκοινωνοὶ τῆς ἀσεβείας αὐτῶν γίνεσθε, λέγει γὰρ καὶ Θεός…Ἀποσχίσθητε ἐκ μέσου αὐτῶν, ἵνα μὴ συναπολῆσθε αὐτοῖς…ἐξέλθετεἐκ μέσου αὐτῶν, καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, κἀγὼ εἰσδέξομαιὑμᾶς» (Διατ. Ἁγ. Ἀποστ. βιβλ. ΣΤ΄§ Δ΄ καὶ Ε΄).
Ø με το πνεύμα του 2ου Β’ κανόνος της Εν Αντιοχεία Συνόδου «μὴἐξεῖναι δὲ κοινωνεῖν τοῖςἀκοινωνήτοις».
Ø με το πνεύμα του 31ου ΛΑ’ Αποστολικού κανόνος «κατεγνωκὼς τοῦ ἐπισκόπου ἐν εὐσεβείᾳ».
Ø με τον 15ο της Πρωτοδευτέρας Α & Β’, οποίος ορίζει:
«Τὰ ὁρισθέντα ἐπὶ πρεσβυτέρων καὶἐπισκόπων καὶ μητροπολιτῶν, πολλῷμᾶλλον καὶ ἐπὶ πατριαρχῶν ἁρμόζει.Ὥστε, εἴ τις πρεσβύτερος ἤ ἐπίσκοπος ἢμητροπολίτης τολμήσειεν ἀποστῆναι τῆς πρὸς τὸν οἰκεῖον πατριάρχην κοινωνίας καὶ μὴ ἀναφέρει τὸ ὄνομα αὐτοῦ, κατὰ τὸ ὡρισμένον καὶτεταγμένον, ἐν τῇ θείᾳ μυσταγωγίᾳ,ἀλλὰ πρὸ ἐμφανείας συνοδικῆς καὶτελείας αὐτοῦ κατακρίσεως σχίσμα ποιήσει, τοῦτον ὥρισεν ἡ ἁγία σύνοδος, πάσης ἱερατείας παντελῶς ἀλλότριον εἶναι, εἰ μόνον ἐλεγχθείη τοῦτο παρανομήσας. Καὶ ταῦτα μὲν ὥρισται καὶ ἐσφράγισται περὶ τῶν προφάσει τινῶν ἐγκλημάτων τῶν οἰκείωνἀφισταμένων προέδρων καὶ σχίσμα ποιούντων καὶ τὴν ἕνωσιν τῆςἘκκλησίας διασπώντων.
Οἱ γὰρ δι᾿ αἱρεσίν τινα, παρὰ τῶνἁγίων Συνόδων ἢ Πατέρων κατεγνωσμένην, τῆς πρὸς τὸν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτοὺς διαστέλλοντες, ἐκείνου τὴν αἵρεσιν δηλονότι δημοσίᾳ κηρύττοντος καὶγυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ᾿ ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇκανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑποκείσονται, πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς πρὸς τὸν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοιςἀξιωθήσονται. Οἱ γὰρ ἐπισκόπων, ἀλλὰψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰσχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν ἐκκλησίανἐσπούδασαν ῥύσασθαι».
V. Γι’ αυτό: Εφαρμόζουμε εμείς τον κανόνα έχοντας υπ’όψιν μας από την Ιερά Παράδοση μας και του αγίους Πατέρες ότι:
- “Ἄνωθεν γὰρ ἡ τοῦ Θεοῦ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τὴν ἐπὶ τῶν ἀδύτων ἀναφορὰν τοῦ ὀνόματος τοῦἀρχιερέως συγκοινωνίαν τελείαν ἐδέξατο τοῦτο. Γέγραπται γὰρ ἐν τῇ ἐξηγήσει τῆς θείαςλειτουργίας, ὅτι ἀναφέρει ὁ ἱερουργῶν τὸτοῦ ἀρχιερέως ὄνομα,δεικνύων καὶ τὴν πρὸς τὸ ὑπερέχον ὑποταγὴν, καὶ ὅτι κοινωνός ἐστιναὐτοῦ, τῆς πίστεως καὶ τῶν θείων μυστηρίων διάδοχος “(βλ. V.Laurent-J.Darrouzes,Dossier Grec de I’ Union de Lyon, Paris 1977, σελ. 399).
- “Οἵτινες τὴν ὑγιῆ ὀρθόδοξον πίστινπροσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲ τοῖςἑτερόφροσι τοὺς τοιούτους, εἰ μετὰπαραγγελίαν, μὴ ἀποστῶσιν, μὴ μόνονἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλὰ μηδ᾿ ἀδελφοὺςκαλεῖν“; (ἁγ. Μάρκου Ἐφέσου, Ὁμολογία ἐν Φλωρεντία, Τὰ εὑρισκόμενα ἅπαντα τ. Α´, σελ. 422)
- “ἐὰν ὁ ἐπίσκοπος ἢ ὁ πρεσβύτερος͵ οἱ ὄντεςὀφθαλμοὶ τῆς Ἐκκλησίας͵ κακῶς ἀναστρέφωνταικαὶ σκανδαλίζωσι τὸν λαόν͵ χρὴ αὐτοὺςἐκβάλλεσθαι. Συμφέρον γὰρ ἄνευ αὐτῶνσυναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οἶκον͵ ἢ μετ΄αὐτῶν ἐμβληθῆναι͵ ὡς μετά Ἄννα καὶ Καϊάφα͵εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός.” (Μ. Ἀθανασίου, P.G. 26, 1257)
VΙ. Εκφράζοντας το δίκαιο θυμό και την ιερά μας αγανάκτηση για όσα συμβαίνουν περισσότερο από μια εκατονταετία.
“Ὅλην συλλεξάμενοι, ποιμαντικὴν ἐπιστήμην, καὶ θυμὸνκινήσαντες, νῦν τὸν δικαιώτα τον ἐνδικώτατα,τοὺς βαρεῖς ἤλασαν καὶ λοιμώδειςλύκους, τῇ σφενδόνῃτῇ τοῦ Πνεύματος, ἐκσφενδονήσαντες, τοῦ τῆςἘκκλησίας πληρώματος, πεσόντας ὡς πρὸς θάνατον, καὶ ὡς ἀνιάτως νοσήσαντας, οἱθείοι Ποιμένες, ὡς δούλοι γνησιώτατοιΧριστοῦ, καὶ τοῦ ἐνθέουκηρύγματος, μύσται ἱερώτατοι.” (στιχηρὸ προσόμοιο αἴνων, ἐκ τῆςΚυριακῆς τῶν ἁγίωνΠατέρων)
VΙΙ. Έχοντας υπ’ όψιν δε ότι, «οἱτοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσειοὐχ ὑποκείσονται, πρὸ συνοδικῆςδιαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς πρὸς τὸνκαλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίαςἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσηςτιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οἱ γὰρἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐσχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς ἐκκλησίαςκατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶντὴν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι»,έχουμε την συνείδηση πως όχι μόνο δεν αμαρτάνουμε αλλάεκτελούμε το ορθξόδοξοιεροκανονικό καθήκον μας καιδεν προδίδουμε τις αρχές τουΚυρίου μας Ιησού Χριστού οΟποίος μας είπε: «Πᾶς οὖν ὅστιςὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶνἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐνοὐρανοῖς· ὅστις δ’ ἂν ἀρνήσηταί μεἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαιαὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μουτοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ.ι΄, 32-33)Γνωρίζοντας από τις Γραφές ότι ο Θεός δεν ευαρεστείται όταν οι πιστοί, που είμαστε κατά Χάριν παιδιά Του, υποχωρούμε σε ζητήματα πίστεως «ἐὰν ὑποστείληται, (εάν υποχωρήσετε) οὐκ εὐδοκεῖ (δεν ευαρεστείται) ἡ ψυχή μου ἐν αὐτῷ· ὁ δὲδίκαιος ἐκ πίστεώς μου ζήσεται»(Ἀμβ.β’,4) θέλουμε με την Χάρη του Θεού να κρατήσουμε την ομολογία της πίστεως που μας παρέδωσε με την διαδασκαλία Του. Μολονότι είμαστε πνευματικά μικροί και αδύνατοι δεν φοβούμαστε διόλου τις ανθρώπινες απειλές, διότι σκεπτόμαστε πως αν αθετήσουμε το θέλημά Του κοινωνώντας με κακόδοξους επισκόπους θα αποδοκιμασθούμε εν ημέρα Κρίσεως και δεν μεσιτεύσει για εμάς στον ουράνιο Του Πατέρα ο Μέγας αυτός Αρχιερεύς, και έτσι στερηθούμε την Βασιλεία Του, διότι «ἡβασιλεία Του (sic) βασιλεία πάντων τῶν αἰώνων, καὶ ἡ δεσποτεία Του (sic) ἐν πάσῃγενεᾷ καὶ γενεᾷ». Η στέρηση της Βασιλείας του Θεού για εμάς είναι μια ακοινωνησία που συνιστά την κόλαση και επειδή δεν θέλουμε να διακόψουμε την κοινωνία μας με τον Μέγα Αρχιερέα Ιησού Χριστό, ο οποίος «διὰ …τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθενἐφάπαξ εἰς τὰ ῞Αγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος»(Εβρ.9,12) είναι θέμα σαφώς οντολογικό για την ύπαρξή μας το αν θα κληρονομήσουμε την όντως ζωή όχι μόνο πιστεύοντας αλλά και ομολογώντας απαραχάρακτη την πίστη που μας ενεπιστεύθη . Απ’ αυτή την ομολογία της εξ αποκαλύψεως πίστης μαρτυρείται όποιος έχει αληθινή κοινωνία με τον Θεό αν έχει μαζί με την πίστη και την ομολογία! «Πᾶν πνεῦμα ὃ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι καὶ πᾶν πνεῦμα ὃ μὴ ὁμολογεῖ τὸν Ἰησοῦν Χριστὸνἐν σαρκὶ ἐληλυθότα ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι» (Α΄ Ἰωάν.4, 2-3). Δεν μπορείς να ονομάζεσαι Χριστιανός και να φοβάσαι να μιλήσεις γιατί θα φανερωθείς. Πολύ περισσότερο δεν μπορείς να λέγεσαι ποιμένας να είσαι Πρεσβύτερος πόσο μάλλον Επίσκοπος της Εκκλησίας και να κρύβεσαι σε καιρό που η Ορθόδοξος Πίστις παραχαράσσεται, αλλοτριώνεται και διώκεται. Πρέπει να πηγαίνεις μπροστά από το ποίμνιο. Τι είπε ο Κύριος για τον καλό ποιμένα; «ὅταν τὰἴδια πρόβατα ἐκβάλῃ, ἔμπροσθεν αὐτῶν πορεύεται, καὶ τὰ πρόβατα αὐτῷ ἀκολουθεῖ,ὅτι οἴδασι τὴν φωνὴν αὐτοῦ· ἀλλοτρίῳ δὲοὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ’ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν» (Ιω. 4-6). Και επειδή «πιστὸς Κύριος ἐν πᾶσι τοῖς λόγοις αὐτοῦ καὶ ὅσιοςἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις αὐτοῦ»(ψλμ. 146,13) γι’ αυτό «Πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤἀνθρώποις» (Πραξ.5,29).
VΙΙΙ. Αντί Έγγραφης Απολογίας τουυπ΄αριθμ. 936 εγγράφου της Ιεράς Μητροπόλεως Φλωρίνης που θυροκόλλησε δικαστικός επιμελητής στην Ιερά Μονή στις 3/8/2017 σύμφωνα με το οποίο είχα κληθεί να απολογηθώ εντός τριών ημερών απαντώ προς τον Μητροπολίτη Φλωρίνης τα κάτωθι:
- Επειδή με Σύνοδο της Ιεραρχιας αποδεχθείκατε τις αποφάσεις της Κολυμβάριας Ψευτο-Συνόδου και δεν ξεχωρίσατε την θέση σας επ’ αυτού καθώς και μάλιστα στην συγκεκριμένη συνεδρία, καθώς και για όλες τις άλλες ιερικανονικές παρανομίες και αταξίες είστε πλέον εκτός Εκκλησίας και δεν έχετε το δικαίωμα να με εγκαλείτε καθώς και να με δικάσετε ούτε εσείς ούτε όσοι δέχθηκαν τις αντορθόδοξες εκείνες αποφάσεις!
- Θέτω ερώτημα: Η Εκκλησία δεν προέβλεψε να υπάρχει δυνατότητα να αντιδράσει κάποιος κληρικός όταν διαπιστώνει αίρεση; Τότε ποιός θα τον δικάσει οι ίδιοι οι παρανομούντες;
- Επειδή τέτοια περίπτωση δεν υπάρχει, οι τα πάντα καλώς διαταξάμενοι θεοφόροι Πατέρες διατύπωσαν και τέτοιους κανόνες που προβλέπουν όχι απλώς το δικαίωμα αλλά την υποχρέωση της διακοπής κοινωνίας με επισκόπους που αλλοτριώνουν την πίστη.
ΙΧ. Επειδή ο Δεσπότης και Κύριος μας Ιησούς Χριστόςσαφώς εδήλωσε: «ὃς ἐὰν οὖν λύσῃμίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστωνκαὶ διδάξῃ οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστοςκληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃςδ’ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγαςκληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶνοὐρανῶν»(Μθ.5,19) φοβούμαστε μηνκαταστούμε υπόλογοι αναθετήσουμε τις εντολές που μαςπαρέδωσε να τηρήσουμε.
Χ. Δεδομένου δε ότι το προστατευόμενο έννομο αγαθό του δικαιώματος της ελευθερίας είναι η ίδια η έννοια της ελευθερίας «ως δυνητικής κατάστασης του κοινωνικού ανθρώπου οριζόμενης νόμῳ ακώλυτης έκφρασης και τελείωσης της ατομικότητάς του με όλους τους επιτρεπτούς ή αδιάφορους για την έννομη τάξη τρόπους» μεταξύ των οποίωνδιασφαλίζεται και η κατοχύρωση της θρησκευτικής του ελευθερίας,το κράτος οφείλει να παρεμβαίνει και να εξασφαλίζει την ελευθερία ενός εκάστου.
H προσωπική ελευθερία εν ευρεία εννοία κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 του Συντάγματοςτο οποίο ορίζει ότι:
- «Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη.
- Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων… .
Εκκινούμενοι από την παραδοχή ότι το Σύνταγμα, ως ανώτερης τυπικής ισχύος νόμος, υπερτερεί όλων των κανόνων δικαίου ρυθμίζοντας με τρόπο καθολικό την έννομη τάξη θεωρούμε δίκαιη την εφαρμογή των συνταγματικών κανόνων και στις σχέσεις φυσικών προσώπων με Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Όταν μάλιστα πρόκειται περί λειτουργών ως ιερέων όχι μόνο «γνωστής θρησκείας» αλλά και επικρατούσας, της καθ’ ημάς Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, καθώς έχουν προβλήματα με Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, τα οποία όμως έχουν προϊσταμένους φυσικά πρόσωπα που λόγω της ιδιότητος τους καθίστανται θεσμικά και προς τούτο έχουν το κύρος και την δυνατότητα ενώ σφάλουν να μπορούν τελικά να αδικούν και να επενδύουν νομικά με τέτοιο πλαίσιο την αδικία λόγω γνώσης και θέσης. Ενώ το φυσικό πρόσωπο που αδικείται να μην έχει την δυνατότητα να αμυνθεί ούτε και νομικά. Διότι με όλο αυτό το σύστημα της νομοκρατούσης Εκκλησίας, ήτοι συστημικής Εκκλησίας εφ’ όσον πλέον έχασε την αποστολή της, δεν βγάζει κανείς άκρη και δεν μπορεί να βρει το δίκαιό του! Επομένως, το να μην δικαιωθεί κάποιος ο κληρικός ποτέ, μολονότι είναι εγκαλών και γι’ αυτό δεν είναι δυνατόν να εγκαλείται, και προς τούτο είναι άτοπο να απολογείται, ενώ άλλοι παρανομούν, δεν είναι καθόλου σπάνιο και παράδοξο ανθρωπίνως. Και έτσι όχι μόνο δεν διασφαλίζονται τα ατομικά του δικαιώματά -ως προς την παράνομη παύση της μισθοδοσίας για την οποία προσχηματικά και μόνο έγινε η επανάκληση από την μοναστηριακό ναό στον ενοριακό ναό όπου τυπικά και μόνο ήταν διορισμένος ο υπογραφόμμενος έχοντας εκεί την οργανική του θέση- αλλά ούτε τα διοικητικά, ούτε τα κτητορικά ούτε, ούτε καν τα μοναστικά δικαιώματα και τα πνευματικά. Διότι η απομάκρυνση εκ της διοικητικής και λειτουργικής θέσεως της Ηγουμενίας σε μονή στην οποία υπήρξε ο μοναδικός μοναχός και συνάμα κτήτωρ συνιστά δικαιοσύνη; Αλλά και η μη αποπληρωμή όχι μόνο των τραπεζικών δανείων αλλά και των οφειλών εκείνων σε καταστήματα για οικοδομικά υλικά καθώς και χρημάτων που έδωσαν φίλοι με την ελπίδα ότι σε εύθετο χρόνο θα ελάμβαναν τα οφειλόμενα συνιστά ποιμαντική στο όνομα του Χριστού; Και με ποιό τρόπο θα βρεθούν τα χρήματα, αφού σε μία μονή που δεν λειτουργεί φυσιολογικά λόγω στιγματισμού του ηγουμένου της δεν υπάρχει ικανή προσέλευση πλην ελαχίστων αγωνιζομένων πιστών και μάλιστα με την στέρηση του μισθού του θα δυνηθεί ο ηγούμενος ως φυσικό πρόσωπο να αποδώσει τα οφειλόμενα; Και όμως το παράδοξο αποτελεί τρόπο αντιμετώπισης Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου της Ιεράς Μητροπόλεως Φλωρίνης και ας βρει κανείς το δίακαιό του όταν για λόγους συνειδήσεως αντιστέκεται ως απλός ιερομόναχος επειδή παρανομεί ο Μητροπολίτης!
Όμως ευτυχώς για εμάς ενώ στο άρθρο 3 του Συντάγματος του 1975 πλέον με διαύγεια ορίζεται -πέραν της επικρατούσας θρησκείας της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και της δογματικής εξάρτησής της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο- ότι η διοίκηση της Εκκλησίας θα πραγματοποιείται από την Ιερά Σύνοδο των εν ενεργεία αρχιερέων και από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο εκλεγείσα από την προηγούμενη, επιπλέον στο άρθρο 13 του ίδιου Συντάγματος συντελείται ένα κρίσιμο βήμα προς την πραγματική και ουσιώδη κατοχύρωση της ελευθερίας της θρησκείας, αφού ορίζεται ότι ο προσηλυτισμός και πάσα άλλη επέμβαση απαγορεύονται όχι μόνο κατά της επικρατούσας θρησκείας αλλά και κατά κάθε άλλης γνωστής θρησκείας.ΣΥΝΤΑΓΜΑ 1975/1986/
III. Εφ’ όσον από τα παραπάνω αποδεικνύονται επεμβάσεις αλλοτριώσεως στην πίστη και προσηλυτισμός από την διοίκηση μέσω άσκησης πιέσεων των οργάνων της Ιεράς Συνόδου και της κάθε Ιεράς Μητροπόλεως, εν προκειμένω δε της Ιεράς Μητροπόλεως Φλωρίνης, που πατρονάρονται και σύρονται στην μη τήρηση των ιερών αποστολικών και συνοδικών κανόνων και των ιερών παραδόσεων έχω το δικαίωμα όχι μόνο ως πιστός και Έλληνας πολίτης αλλά και ως πρεσβύτερος (ιερεύς) πόσο μάλλον ως θεολόγος να καταγγείλλω την καταστρατήγηση των Ιερών κανόνων αλλά και του Ελληνικού Συντάγματοςσύμφωνα με τον με τον καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος Νόμος 590/1977, (ΦΕΚ Α’146/31.5.1977), Γενικαὶ Διατάξεις §1,που ορίζει η Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, οὖσα θεῖον καθίδρυμα καὶ ἔχουσα κεφαλὴν τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν να στοιχεί τῇ διδασκαλίᾳ τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τηροῦσα ἀπαρασαλεύτως, ὡς καὶ πᾶσαι αἱ λοιπαὶ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι, τὰ δόγματα, τοὺς ἱεροὺς ἀποστολικοὺς καὶ συνοδικοὺς κανόνας καὶ τὰς ἱερὰς παραδόσεις, καθώς και το έννομο δικαίωμα να προσφύγω στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Επειδή δε μέχρι να εκδικασθεί το θέμα, ίσως να μην έχει συγκληθεί ακόμη πραγματικά Πανορθόδοξη Σύνοδος που θα καταδικάσει την αίρεση του Οικουμενισμού και τους πρωτεργάτες της, προκειμένου να δύναμαι να τελώ ακολύτως τις ιερές ακολουθίες και Θεία Λειτουργία από την όχληση της διοίκησης καταφεύγω στην Εκκλησία του Πάτριου Εορτολογίου, ήτοι των παλαιοημερολογητών, ως γνωστού θρησκεύματος για ελληνικό Σύνταγμα που διασφαλίζει την ακώλυτον λειτουργίαν της!
Αρμόδιος Δικαστικός Επιμελητής παραγγέλλεται να επιδώσει νόμιμα την παρούσα προς την Ιερά Μητρόπολη Φλωρίνης, Πρεσπών Και Εορδαίας για να λάβει γνώση για τις νόμιμες συνέπειες