Η ρηματική διακοίνωση Ζάεφ και η διαφαινόμενη μελλοντική αναζωπύρωσης του «σλαβομακεδονικού» αλυτρωτισμού
Σ. Ηλιάδου-Τάχου,
Καθηγήτριας Νέας Ελληνικής Ιστορίας, Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
Η αποστολή ρηματικής διακοίνωσης από τον πρόεδρο της «Βόρειας Μακεδονίας» Ζόραν Ζάεφ, εκ παραλλήλου με την γνωστοποίηση της ολοκλήρωσης της διαδικασίας έγκρισης της συμφωνίας των Πρεσπών από την Βουλή της γειτονικής χώρας, οριοθετούν το κλείσιμο ενός κύκλου και δυστυχώς, όπως διδάσκει η ιστορία, το άνοιγμα ενός άλλου, πιο επώδυνου για τις εξελίξεις στη χώρα μας.
Εκκινώ την ανάλυσή μου από αυτό που ορίστηκε ως «ρηματική διακοίνωση», η οποία σε επίπεδο ορολογίας σημαίνει ένα τριτοπρόσωπο διπλωματικό σημείωμα που έχει ανεπίσημο χαρακτήρα. Τα ερωτήματα που τίθενται είναι επομένως δύο: Μήπως το ανυπόγραφο ανεπίσημο έγγραφο «ζητήθηκε» από εμάς ως επιχείρημα πειθούς σε μια, όλως τυχαίως, κρίσιμη για την κυβέρνηση με σκοπό την υπερψήφιση της συμφωνίας από την παρούσα Βουλή; Ή είναι μια καλοπροαίρετη (!!!) επιλογή του Πρωθυπουργού έτσι για να «αφουγκραστούμε την ανάγνωση Ζάεφ, ο οποίος θα μπορούσε καλοπροαίρετα (!!!) ακόμα και να προσκληθεί από τον Πρωθυπουργό, και να έρθει στη Βουλή των Ελλήνων, για να μας πείσει… (!!!) ;
Έπειτα οι διευκρινίσεις, αν και εφόσον δεχτούμε την αναγκαιότητά τους, τι ακριβώς προσέθεσαν, αφού επανέλαβαν τις ίδιες τις διατυπώσεις του κειμένου της συμφωνίας, χωρίς να αφίστανται σε κανένα σημείο από αυτήν; [1] Ακολουθήθηκε μήπως το παιδαγωγικό αξίωμα η επανάληψις εστί μήτηρ της μαθήσεως; Μήπως ο Πρωθυπουργός «παιδεύει» τα μέλη της Βουλής των Ελλήνων, όντας, συν τοις άλλοις και παιδαγωγός (!!!)
Και περνάω σε ζητήματα ορολογίας/ουσίας: ποιον δεσμεύει νομικά ή σε επίπεδο πειθούς η διευκρίνιση ότι “nationality” σημαίνει “ιθαγένεια” και όχι “εθνότητα/ethniciy”?; Αυτή τη φορά ο Ζάεφ σε ρόλο «εξειδικευμένου νομομαθούς» διδάσκει ορολογία του Διεθνούς δικαίου, καταστρατηγώντας τους κανόνες του, αφού το κράτος «Βόρεια Μακεδονία» παραχωρεί υπηκοότητα/ιθαγένεια όχι «Βορειομακεδόνα», ως είθισται με βάση το δίκαιο, αλλά υπηκοότητα «Μακεδόνα». Γιατί ο προσδιορισμός “Macedonian”, ο οποίος θα καθορίζει τον όποιο «Βορειομακεδόνα», γίνεται κατανοητός, όπου γης ως “ταυτότητα /identity”. Εντούτοις στη διεθνή ορολογία δικαίου υφίσταται βέβαια ο όρος «citizenship/πολιτειότητα/ιθαγένεια», όρος ο οποίος όλως τυχαίως εξέπεσε από τους εμπειρογνώμονες του δικού μας ΥΠΕΞ. (!!!).
Η «μακεδονική γλώσσα» από την εκφορά της οποίας σημειώνω ότι ελλείπει η οποιαδήποτε μνεία στην αλβανική γλώσσα/έκφραση του αλβανικού εθνικισμού, αναφερόταν σε όλο τον 19ο αιώνα ως «βουλγαρική» και ως «σλαβομακεδονική» μετά την επίσημη αναγνώριση της «σλαβομακεδονικής μειονότητας» από το ΕΑΜ/ΚΚΕ το 1935. Η ρηματική διακοίνωση Ζάεφ αποπειράται να απενοχοποήσει την «παραχώρηση» μακεδονικής γλώσσας στο πλάισιο της συμφωνίας , ανάγοντάς την στην αντίστοιχη θεσμοθέτησή της το 1977 από τον ΟΗΕ.[2] Επιβάλλεται όμως να καταστεί σαφές ότι και σε αυτό το σημείο η αναφορά στη μισή αλήθεια συνιστά ψεύδος. Επειδή η αναγνώριση «μακεδονικής γλώσσας» συνοδεύτηκε από επίσημες έγγραφες διαμαρτυρίες του ελληνικού κράτους προς τον ΟΗΕ, γεγονός που συνιστά απόδειξη μη παραδοχής της συγκεκριμένης θεσμοθέτησης.
Το σημαντικότερο όμως στοιχείο που περιλαμβάνεται στην κοινοποιηθείσα εκ μέρους της FYROM προς το ΥΠΕΞ συμφωνίας των Πρεσπών είναι οι τρεις αναφορές στον «Μακεδονικό λαό» που συνιστούν ευθεία έκφραση του «σλαβομακεδονικού αλυτρωτισμού». Ενδεικτικά παραθέτω το κείμενο: «Η Δημοκρατία (της Β. Μακεδονίας) θα προστατεύει, θα εγγυάται και θα ενισχύει τα χαρακτηριστικά και την ιστορική και πολιτισμική κληρονομιά του Μακεδονικού λαού», και στην τροποποιητική παράγραφο του ίδιου άρθρου «η Δημοκρατία (της Β. Μακεδονίας) θα προνοεί για τη διασπορά των Μακεδόνων, του μακεδονικού λαού και τμήματος των Αλβανών, των Τούρκων , των Βλάχων κλπ, προάγοντας τους δεσμούς με την πατρίδα».
Αυτό σημαίνει πως επίκειται μέγιστη αστάθεια στα Βαλκάνια και ειδικά στην Ελλάδα και στην Μακεδονία μας, αφού το όχημα του αλυτρωτισμού των σλαβομακεδόνων θα αφεθεί ανεξέλεγκτο, με διεκδικήσεις για «προστασία» των «ομοεθνών» τους, στους νομούς όπου κατοικεί η πλειοψηφία των Ελλήνων σλαβοφώνων (βλ. Φλώρινα, Καστοριά, Πέλλα), τους οποίου θα διεκδικεί ως «αλύτρωτους Μακεδόνες»;
Ο διχασμός των τοπικών κοινωνιών και άλλα πολλά που γνωρίζουν οι ιστορικοί και αγνοούν, δυστυχώς, ή παραβλέπουν οι πολιτικοί είναι ante portas!!!
[1] Σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα της Συμφωνίας, νοείται ότι ο όρος “εθνικότητα” του Δεύτερου Μέρους που ορίζεται στο Άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο β της Συμφωνίας ως “Μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας” αναφέρεται αποκλειστικά στην ιθαγένεια και δεν καθορίζει ή δεν προκαθορίζει την εθνοτική καταγωγή/εθνότητα, όπως προβλέπεται στο Άρθρο 2 (2) του Συνταγματικού Νόμου για την εφαρμογή των τροποποιήσεων XXXIII, XXXIV, XXXV και XXXVI του Συντάγματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας.
[2] Όπως αναφέρεται στο Άρθρο 1 (3) (γ), το Άρθρο 7 και συγκεκριμένα στο Άρθρο 7 (3) και (4), η “μακεδονική γλώσσα” αναφέρεται στην επίσημη γλώσσα του Δεύτερου Μέρους, όπως αναγνωρίστηκε από την Τρίτη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την τυποποίηση των γεωγραφικών ονομάτων που έγινε στην Αθήνα το 1977, και η οποία (σ.σ. γλώσσα) ανήκει στην ομάδα των νότιο-σλαβικών γλωσσών».