Βασιλόπιτα – χοροί
Τις ημέρες του δωδεκαημέρου (Χριστούγεννα –Θεοφάνεια) μέχρι και την αρχή του Τριωδίου, της κατανυκτικής περιόδου της Εκκλησίας, που κορυφώνεται στη σταύρωση του Χριστού, επεκράτησε στους κοσμικούς κύκλους να διοργανώνεται καινοφανής εκδήλωση κοπής βασιλόπιτας. Την κοπή συνήθως τη συνοδεύει και χορός, που αρχίζει αθώα και καταλήγει σε εκλύσεις.
Επειδή η λαϊκή παράδοση συνέδεσε τη βασιλόπιτα με το Μ. Βασίλειο, νομίζεται από τους πολλούς ότι είναι χριστιανικό έθιμο. Η μεγάλη παρεξήγηση έχει πάρει έκταση και σχεδόν γίνεται κοπή από πολλούς, αν μη όλους τους συλλόγους, ακόμη και από εκκλησιαστικούς και αγιορειτικούς φίλους και φορείς με ελαφρά συνείδηση.
Επικρατεί η αντίληψη ότι δεν είναι δα και κάτι το μεμπτό με αφορμή τη γιορτή του Μ. Βασιλείου και την αρχή του έτους να μαζευτούν τα μέλη και σε εορταστικό και ευχάριστο κλίμα, να κοπή βασιλόπιτα, να αναδειχθεί ο τυχερός, και να κλείσουν με χορούς, δεδομένου ότι δεν έχει γραφεί κάτι πιο υπεύθυνο για τη βασιλόπιτα.
Το πράγμα όμως είναι εκ διαμέτρου αντίθετο προς τη χριστιανική σύνδεση του εθίμου. Και προς άρση της παρεξήγησης είναι επιβεβλημένο να πούμε ότι το έθιμο της βασιλόπιτας προέρχεται από τον ειδωλολατρικό χώρο και πιο συγκεκριμένα από τα ρωμαϊκά saturnalia (κρόνια), που ήταν γιορτή αγροτική. Κατ΄ αυτήν προσφέρονταν στους θεούς οι απαρχές των γενημάτων και ταυτόχρονα με κλήρωση αναδεικνύονταν «ο βασιλιάς των σατουρναλίων», που χαρακτηριζόταν ως το τυχερό πρόσωπο της ημέρας και του έτους και του αποδίδονταν τιμές και δώρα.
Παρόμοια έθιμα, που προέκυψαν από δάνεια εθίμων και εορτών μεταξύ Δύσεως και Ανατολής, συναντούμε στις αρχαίες ελληνικές εορτές των Θαλυσίων, προσφοράς των απαρχών του θερισμού στη θεά Αρτέμιδα και Δήμητρα, και των Θαργηλίων, που έχει και αυτή αγροτικό και λαϊκό χαρακτήρα (Θαργηλιών-ώνος ήταν ο 11ος μήνας του αττικού ημερολογίου 15 Μαΐου-15 Ιουνίου).
Τα saturnalia, όπως είπα, ήταν εορτή των Λατίνων προς τιμήν του ιταλικού οργιαστικού αρχιερέως θεού Σατύρνου (το υ προφέρονταν ου) (saturnus). Οι αισχροί πρόπολοι (= ιερείς, υπηρέτες) της θεότητος, λεγόταν «σατύρνοι», λατινιστί «saturni», που σημαίνει σπορείς, γονιμοποιοί, και παραπέμπουν στο αχαλίνωτο πορνικό και οργιαστικό ποιόν της εορτής. Το όνομα κατά τα μετά τον Όμηρο χρόνια ήρθε από τις ιταλιωτικές αποικίες στην Πελοπόννησο κι από κει διασπάρηκε με την τραγωδία της κλασσικής εποχής σε όλη την Ελλάδα με τη μορφή «σάτυροι».
Η μεταποιημένη αισχρή εορτή των σατουρναλίων σε εορτή «χριστιανικής» βασιλόπιτας εμφανίστηκε νωρίς στο χώρο του ακόλαστου παπισμού, και μέσω του υπερεθνικού εμπορίου έφτασε και στη χώρα μας έτσι μεταποιημένη.
Φορείς ορθόδοξοι χριστιανικοί θα έπρεπε να είχαν τις επιφυλάξεις τους για το είδος του εθίμου της βασιλόπιτας, όχι μόνο για το διασυρμό του αυστηρού χριστιανικού πνεύματος και του Μ. Βασιλείου, αλλά και για την δυτική και ειδωλολατρική οργιαστική χροιά της, που υιοθετήθηκε και διαδόθηκε έτσι από το δολιοφθορικό πνεύμα του παπισμού.
Αν συνδυαστεί το έθιμο αυτό με τα άλλα δύο, επίσης ειδωλολατρικά, τις φωτιές και του καρναβαλιού, που το έχουν στη μέση, καταλαβαίνει ο νοήμων το παγανιστικό εορτολόγιο που αναβιώνει στις μέρες μας και την ευθύνη των ερταστών, προς εξοβελισμό του ευαγγελίου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Αθανάσιος Γ. Σιαμάκης
αρχιμανδρίτης