Η αρπαγή
Του Τάσου Βακφάρη
Σε μια γκρίζα αρχόντισσα πράσινη κυρά
γαλάζιο δάκρυ κύλησε σε μάτια ορφανά.
Καμπάνες αλαλάζουν σε μια βουνοπλαγιά
την κόρη κλέβουν άρχοντα με τα λυτά μαλλιά.
Καστανομάτα όμορφη με λυγερό κορμί
λευκό φουστάνι φόραγε και κόκκινο σαρίκι.
Κορδέλες κόμπους έδεσε στα χείλη αρμυρίκι
κι Αιγαιοπελαγίτικο στα χέρια το μανίκι.
Σε μια γκρίζα αρχόντισσα πράσινη κυρά
λίμνασε με στανιό η ελπίδα στα βαθιά.
Πύρωσε ο Ήλιος τέσσερα ολάκερα σπαθιά
στο Νότο δύο έχρισε και δύο στο Βοριά.
Κάλυκες ασημένιους έκρυβε το φιλί
γαρίφαλα και δάφνες στόλιζαν το αυτί.
Μαράζωσε το νούφαρο στης άκρης το ρυάκι
και το νυχτέρι άπλωσε το μαύρο το βαμβάκι.
Σε μια γκρίζα αρχόντισσα πράσινη κυρά
σώπασε ο χρόνος στέναξε πάνω στη ρεματιά.
Η κόρη πέπλο έσπειρε στο χώμα για μαγιά
και δάκρυα το πότισε για μιαν ελευθεριά.
Λίγο πριν η μέρα ξεδιψάσει.