Η πνευματική ζωή του ορθόδοξου χριστιανού δεν είναι ηθικολογία ούτε καθηκοντολογία αλλά συνάφεια της ζωής μας με το απολυτρωτικό έργο του Σωτήρος μας Χριστού μέσα από την θεία οικονομία
ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ
Για να ζήσει ο άνθρωπος αληθινά από αυτήν εδώ την πρόσκαιρη ζωή την Βασιλεία του Θεού μέσα του δεν χρειάζεται να ματαιοπονεί ψάχνοντας τρόπους πως θα εργαστεί πνευματικά, παρά μόνο, να συνδεθεί με τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό αποδεχόμενος το απολυτρωτικό Του έργο. Αυτό είναι το βασικό και η αρχή της εν χριστώ ζωής. Οι ιδιαίτεροι τρόποι πνευματικής εργασίας ως πνευματικά μονοπάτια που άνοιξαν οι Άγιοι είναι κάτι που μας δίδεται στην συνέχεια ως απόρροια της σχέσεώς μας με τον Κύριο. Η κοινωνία μας ως προσωπική σχέση με τον Τριαδικό Θεό ξεκινά με το Άγιο Βάπτισμα, εφόσον όμως, πρώτα πιστεύουμε σε ότι μας αποκάλυψε Εκείνος. Δηλαδή, η Πίστις προηγείται ακολουθεί στην συνέχεια η ομολογία αυτής της πίστεως ως συγκεκριμένης δογματικής διδασκαλίας και έπεται το Βάπτισμα. Οι αλήθειες που μας αποκάλυψε ο Χριστός ως ο ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος του Θεού είναι το περιεχόμενο της Ορθοδόξου Πίστεως μας που είναι γνωστό σε εμάς από την Καινή Διαθήκη στην οποία έχουν υπομνηματισθεί όσα μας φανέρωσε ο Λόγος αφού “ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας” (Ιω,1,14). Όποιος δεν κρατά με ομολογία αυτήν την διδασκαλία με βάση την οποία οι Πατέρες της Εκκλησίας εδογμάτισαν στις άγιες Συνόδους ξεχωρίζοντας την πλάνη ως αίρεση από την αλήθεια δεν είναι ποιμένες της Εκκλησίας. “πᾶς ὁ παραβαίνων καὶ μὴ μένων ἐν τῇ διδαχῇ τοῦ Χριστοῦ Θεὸν οὐκ ἔχει· ὁ μένων ἐν τῇ διδαχῇ τοῦ Χριστοῦ, οὗτος καὶ τὸν πατέρα καὶ τὸν υἱὸν ἔχει” (Α’ Ιω. 1,9). Διότι όποιος έρχεται προς εσάς και δεν έχει ως περιεχόμενο της πίστεώς του αυτήν την διδασκαλίαν, μη τον παίρνετε στο σπίτι σας και ούτε χαιρετισμόν να του απυθύνετε. Αυτό γράφει στην συνέχεια: “εἴ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν, καὶ χαίρειν αὐτῷ μὴ λέγετε”· Και εξηγεί τον λόγο, διότι εκείνος που χαιρετά και συναναστρέφεται με οικειότητα τέτοιους ανθρώπους ψευδοποιμένες και αιρετικούς είναι σαν να τους αμνηστεύει και να τον ενθαρρύνει στα πονηρά τους έργα και έτσι γίνεται και ο ίδιος συμμέτοχος σε αυτά. “ὁ γὰρ λέγων αὐτῷ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς”. Αφού λοιπόν όποιος δεν κρατά την διδαχή του Χριστού “Θεὸν οὐκ ἔχει” εμείς για να μείνουμε με τον Χριστό αιτείται να κρατήσουμε ότι Εκείνος μας αποκάλυψε, διότι αυτός ο Χριστιανός και αυτός ο ποιμένας έχει Θεό “οὗτος καὶ τὸν πατέρα καὶ τὸν υἱὸν ἔχει”!
Αυτό, το να κρατήσουμε την Πίστη ανόθευτη και απαραχάρακτη όπως μας την παρέδωσε ο Χριστός λέγεται και είναι η ομολογία της Πίστεως. Αυτή η ομολογία αγιάζει τον άνθρωπο. Δι’ αυτής σωζόμαστε. Αφού χωρίς αυτήν ούτε καν βαπτιζόμαστε. Προϋπόθεσις για να βαπτιστούμε είναι η ομολογία της πίστεως! Χωρίς βάπτισμα δεν υπάρχει σωτηρία “ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας κατακριθήσεται”(Μρ.16,16). Και για την ομολογία γράφει ο Απόστολος Παύλος: “Αλλά τι λέγει ο Θεός δια της Γραφής; Λεγει ότι “κοντά σου είναι ο λόγος, στο στόμα και εις την καρδίαν σου, δηλαδή το Ευαγγέλιον της πίστεως, το οποίον ημείς οι Απόστολοι κηρύσσομεν. Ἀλλὰ τί λέγει; ἐγγύς σου τὸ ῥῆμά ἐστιν, ἐν τῷ στόματί σου καὶ ἐν τῇ καρδίᾳ σου· τοῦτ’ ἔστι τὸ ῥῆμα τῆς πίστεως ὃ κηρύσσομεν”. Διότι, εάν με το στόμα σου ομολογήσης τον Ιησούν ως ύψιστον Κυριον, και με όλην σου την καρδίαν εσωτερικώς πιστεύσης ότι ο Θεός τον ανέστησε εκ νεκρών, θα σωθής. ὅτι ἐὰν ὁμολογήσῃς ἐν τῷ στόματί σου Κύριον Ἰησοῦν, καὶ πιστεύσῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου ὅτι ὁ Θεὸς αὐτὸν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν, σωθήσῃ· Διότι με την καρδίαν του πιστεύει κανείς στον Χριστόν και ως συνέπειαν αυτής της πίστεώς του έχει την δικαίωσιν· με το στόμα του δε ομολογεί τον Χριστόν εμπρός στους ανθρώπους και λαμβάνει έτσι την σωτηρίαν. καρδίᾳ γὰρ πιστεύεται εἰς δικαιοσύνην, στόματι δὲ ὁμολογεῖται εἰς σωτηρίαν”.
Η Πίστις επομένως, και η Ομολογία αυτής της Πίστεως ως ορισμένης διδασκαλίας με συγκεκριμένες δογματικές αλήθειες που μας φανέρωσε ο Χριστός είναι η αποδοχή του έργου Του, το οποίο ονομάζεται Θεία Οικονομία για το οποίο ενηνθρώπησε ο Υιός και Λόγος του Θεού, δια της οποίας και σωζόμαστε. Από τί σωζόμαστε; Από τον θάνατο! Ποιόν θάνατο; Τον πνευματικό θάνατο που είναι ο χωρισμός του ανθρώπου από τον Θεό! Γιατί; Διότι αμαρτήσαμε οι άνθρωποι με τον Αδάμ παρακούοντας την εντολή του Θεού που τον έπλασε στον Παράδεισο. Αυτή η αμαρτία τον χώρισε από τον Θεό και εμείς την κληρονομήσαμε. Ο Θεός όμως προνόησε ο χωρισμός αυτός να μην είναι οριστικός, και με το έργο της Θείας Οικονομίας αποκατέστησε τον άνθρωπο στο αρχαίο αξίωμα. Η αποκατάστασις αυτή με το έργο της Θείας Οικονομίας έγινε για να μην χάσει ο άνθρωπος την δυνατότητα να φτάσει από το κατ’ εικόνα στο καθ΄ομοίωσιν που είναι η Θέωσις κατά Χάριν. Αυτός είναι ο σκοπός της Δημιουργίας του ανθρώπου αλλά και της αναδημιουργίας δια του απολυτρωτικού έργου του Χριστού. Τα άλλα όλα στην πνευματική ζωή είναι απόρροια, αποτέλεσμα της σχέσεώς μας με τον Θεό δια του Χριστού εν Αγίω Πνεύματι. Αν οι πιστοί δεν κατηχηθούν σε αυτή την βάση γιατί να αγωνιστούν κατά της Παναιρέσεως του Οικουμενισμού που αναιρεί όλο το έργο της Θείας Οικονομίας αφού εξισώνει την Οθοδοξία με τις αιρέσεις και τα εξωχριστιανικά θρησκεύματα; Αν είμαστε το ίδιο, τότε γιατί ενηνθρώπησε ο Θεός Λόγος; Θα μπορούσε ο άνθρωπος να σωθεί και με τις άλλες θρησκείες χωρίς τον Χριστό! Ας μην πλανόμεθα αδελφοί μου και να μην λησμονούμε τί μας λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής ο οποίος στην δεύτερη επιστολή του γράφει: “ὅτι πολλοὶ πλάνοι εἰσῆλθον εἰς τὸν κόσμον, οἱ μὴ ὁμολογοῦντες Ἰησοῦν Χριστὸν ἐρχόμενον ἐν σαρκί· οὗτός ἐστιν ὁ πλάνος καὶ ὁ ἀντίχριστος”(Β’Ιω.1,7).