Παρέμβαση του ΚΚΕ στο Ευρωκοινοβούλιο για την απολιγνιτοποίηση
Με προσήλωση ΕΕ και κυβερνήσεις των κρατών – μελών προχωρούν την υλοποίηση του σχεδίου «απολιγνιτοποίησης», που οδηγεί στην ανεργία χιλιάδες εργαζόμενους σε Δυτική Μακεδονία και Μεγαλόπολη. Με εργαλείο το «Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης», που αποτελεί μέρος της «Πράσινης Συμφωνίας», ενισχύουν χρηματοδοτικά με δισεκατομμύρια ευρώ – τα οποία έχουν πληρώσει οι λαοί με τη φορολεηλασία τους και τα κάθε λογής «πράσινα» τέλη – μονοπώλια του κλάδου της λεγόμενης «πράσινης ανάπτυξης», προκειμένου να βρουν κερδοφόρα διέξοδο τα κεφάλαιά τους. Με υποκριτικούς ισχυρισμούς βάζουν λουκέτο σε βασικές μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού από λιγνίτη, στερώντας τη χώρα από τη δυνατότητα αξιοποίησης εγχώριων πηγών και ενισχύοντας την εξάρτηση από εισαγόμενα καύσιμα, ρεύμα, Ενέργεια που ακριβοπληρώνει ο λαός.
Αυτήν ακριβώς την αντιλαϊκή πολιτική υπηρετεί και το Ευρωκοινοβούλιο, που σε πρόσφατη ψηφοφορία στην Επιτροπή Περιφερειακής Ανάπτυξης (REGI) υπερψήφισε την έκθεση του ευρωβουλευτή της ΝΔ Μ. Κεφαλογιάννη για τη θέσπιση του «Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης». Η ΝΔ από τη θέση του εισηγητή έχει τεράστιες ευθύνες στην προώθηση του αντεργατικού αυτού ευρωενωσιακού σχεδίου, συνεχίζοντας την προεργασία που είχε κάνει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Στη συγκεκριμένη έκθεση η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ κατέθεσε τροπολογία απόρριψης του κανονισμού για το «Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης (ΤΔΜ)». Οι ευρωβουλευτές του ΚΚΕ, Κώστας Παπαδάκης και Λευτέρης Νικολάου – Αλαβάνος, ανέδειξαν τις καταστροφικές συνέπειες που έχει σε εργαζόμενους, βιοπαλαιστές αγρότες και στην προώθηση της περαιτέρω ιδιωτικοποίησης της Ενέργειας. Οι πολιτικές ομάδες του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (στην οποία ανήκει η ΝΔ), των Σοσιαλδημοκρατών (στην οποία ανήκει το ΚΙΝΑΛ – ΠΑΣΟΚ), των Φιλελεύθερων, των Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών (στην οποία ανήκει η Ελληνική Λύση), των Πρασίνων και της GUE (στην οποία ανήκει ο ΣΥΡΙΖΑ) απέρριψαν την τροπολογία.
Η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ με σειρά παρεμβάσεών της έχει χαρακτηρίσει το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης «Δούρειο Ίππο» ενάντια στα συμφέροντα των εργαζομένων, αναδεικνύοντας ότι η «μετάβαση» αφορά αποκλειστικά την αναβαθμισμένη κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων και ότι το Ταμείο για τους εργαζόμενους προβλέπει τα γνωστά προγράμματα κοροϊδίας και περιπλάνησης για «απόκτηση νέων δεξιοτήτων» και «συνδρομή για την αναζήτηση εργασίας».
Σωματεία, φορείς, συνολικά ο λαός των πληττόμενων περιοχών αντιδρά ενάντια στην πολιτική αυτή, που την εφαρμόζει πιστά η κυβέρνηση της ΝΔ και την υπηρέτησε και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, απορρίπτοντας το λουκέτο στις λιγνιτικές μονάδες και το πέταγμα στην ανεργία χιλιάδων εργαζομένων.
Η τροπολογία των ευρωβουλευτών του ΚΚΕ έχει ως εξής:
«Η “Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία” ΕΕ και κυβερνήσεων, της οποίας πρώτη νομοθετική πρωτοβουλία αποτελεί το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης – ως τμήμα του “Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης” – συνιστά ένα στρατηγικό σχέδιο για την ενίσχυση της θέσης των μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων στην ΕΕ, στον παγκόσμιο ανταγωνισμό τους, στο όνομα της δήθεν αντιμετώπισης της καταστροφής του περιβάλλοντος και της “κλιματικής αλλαγής”. Θα επιδεινώσει τα εργατικά – λαϊκά προβλήματα, ενισχύοντας τον κύριο παράγοντα που τα δημιουργεί, την παραγωγή με αποκλειστικό γνώμονα και κριτήριο την καπιταλιστική κερδοφορία. Οι εργαζόμενοι θα κληθούν να πληρώσουν τα επιχειρηματικά κέρδη με εκτίναξη των τιμών της Ενέργειας, με χιλιάδες απολύσεις, ερήμωση ολόκληρων περιφερειών, χτύπημα αυτοαπασχολούμενων. Δεν υπάρχει δρόμος που να ωφελεί ταυτόχρονα τους εργαζόμενους και τους επιχειρηματικούς ομίλους. Λύση και διέξοδος για τους λαούς που μπορεί να ικανοποιήσει το σύνολο των αναγκών τους είναι οι ενεργειακές πηγές, τα μέσα παραγωγής, μεταφοράς και διανομής της Ενέργειας να αποτελούν κρατική κοινωνική ιδιοκτησία. Χωρίς επιχειρηματικούς ομίλους και το κριτήριο του κέρδους στην παραγωγή είναι δυνατές η αναβάθμιση της ενεργειακής απόδοσης και η αύξηση της παραγωγής των λιγνιτικών και υδροηλεκτρικών σταθμών, η κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της λαϊκής οικογένειας, για μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος, της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων και των κατοίκων, για αύξηση μισθών και δικαιωμάτων των εργαζομένων του κλάδου».