Π. Πέρκα “Το διαφορετικό ενεργειακό και παραγωγικό μοντέλο που προτείνει η Αριστερά: Δίκαιη Μετάβαση και κοινωνικές ανισότητες” (video)
Η Θεοπίστη(Πέτη) Πέρκα συμμετείχε στη διαδικτυακή εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ Νέας Υόρκης και Καναδά «Κλιματική κρίση: Μία αριστερή απάντηση για το περιβάλλον και την ενέργεια», στις 15.11.2020. Στην εκδήλωση συμμετείχαν επίσης ο Σ. Φάμελλος, Τομεάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, η Ν. Ρωμανού κλιματολόγος – ερευνήτρια ΝΑΣΑ και ο Ν. Μπελαβίλας, αρχιτέκτονας, καθηγητής Ε.Μ.Π.
«Εάν επιχειρήσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα πώς θα έπρεπε να σχεδιαστεί μια δίκαιη μετάβαση θα έχουμε μια πρώτη περιγραφή του ενεργειακού και παραγωγικού μοντέλου που προτείνει η αριστερά.
Ο τρόπος που επιχειρείται η μετάβαση στη Δυτική Μακεδονία αποτελεί ένα παράδειγμα που με πολύ καθαρό τρόπο καταδεικνύει την πολιτική διαφοροποίηση αριστεράς – δεξιάς.
Κατ’ αρχήν να προσδιορίσουμε εν τάχει την περιοχή που επιχειρείται η μετάβαση. Η Δυτική Μακεδονία είναι μια περιοχή που περιορίστηκε μέχρι ασφυξίας στη μονοκαλλιέργεια του λιγνίτη με άνω του 40% του ΑΕΠ να συναρτάται με την λιγνιτική δραστηριότητα. Καταγράφεται μια διαχρονική υστέρηση της περιοχής σε όλους τους δείκτες… αφού σταθερά η Περιφ. Δυτ. Μακεδονίας βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις όσον αφορά στην περιφερειακή ανάπτυξη. Αντιμετωπίζει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας στην Ευρώπη και το υψηλότερο στην Ελλάδα. Επίσης διαπιστώνεται και η αδυναμία ανταπόκρισης στις προκλήσεις αφού σημειώνεται πολύ χαμηλή απορροφητικότητα κονδυλίων ΕΣΠΑ και ακόμα και από τον ειδικό αναπτυξιακό πόρο της ΔΕΗ, δεν έχει προετοιμαστεί μια υποδομή που θα χτυπήσει την ανεργία, θα αυξήσει την παραγωγικότητα, θα βοηθήσει αναπτυξιακά τον τόπο.
Σήμερα στην περιοχή υπάρχουν εγκαταλελειμμένα ορυχεία… και οι κάτοικοι απομένουν «αγκαλιά» με τη ρύπανση απαλλοτριωμένων ή ακόμα χειρότερα μη απαλλοτριωμένων εκτάσεων που έχασαν για πάντα. Οι αφημένες στην τύχη τους καταστροφικές κατολισθήσεις και οι αυτοαναφλέξεις στα εγκαταλειμμένα εδώ και χρόνια ορυχεία μαρτυρούν το είδος της «ανάπτυξης» που επιφύλαξε η λιγνιτική δραστηριότητα. Έχουν γίνει μετεγκαταστάσεις πολλών χωριών. Χιλιάδες στρέμματα με χωριά που έσβησαν προκειμένου να δώσουν φως στην υπόλοιπη χώρα.. Οι πληγές αυτές πρέπει άμεσα να επουλωθούν.
Δεδομένου ότι ηδιαφοροποίηση του profil μιας περιοχής απαιτεί τουλάχιστον μια 20ετία…σύμφωνα με την διεθνή εμπειρία και σημαντικούς πόρους, έχουμε αρκετά παραδείγματα όπως Ruhr ή Emscher Γερμανίας κλπ.
Η βίαιη απολιγνιτοποίηση που επιχειρείται απαιτεί….εργαλεία σχεδιασμού, συμμετοχής, χρηματοδότησης και συν διαμόρφωση προτάσεων για την επόμενη μέρα ώστε η μετάβαση στη μεταλιγνιτική εποχή να είναι δίκαιη, να μη μείνει κανείς πίσω και οι περιοχές να λάβουν αντισταθμιστικά αυτά που τους οφείλει όλη η χώρα.
Θέλω να αναφερθώ σε κάποιες Βασικές αρχές σχεδιασμού για μια δίκαιη μετάβαση.
To ζητούμενο της μετάβασης είναι η απανθρακοποίηση. Οι μηδενικές εκπομπές σημαίνει 0% ρύπους από φυσικό αέριο, πετρέλαιο, λιγνίτη, άνθρακα, αυτοκίνητα εσωτερικής καύσης κλπ μέχρι το 2050.
Η απανθρακοποίηση σημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι θα χάσουν τις δουλείες τους, ίσως τα σπίτια τους, την ασφάλεια τους, θα βρεθούν στο περιθώριο. Οι μη προνομιούχοι θα επηρεαστούν περισσότερο. Επομένως θα πρέπει να ξαναχτίσουμε την οικονομία μας με τέτοιο τρόπο που θα επιτρέπει οι ευκαιρίες να μοιράζονται πιο δίκαια. Άρα
Αποδέσμευση από τη μονοδιάστατη προσήλωση στην ανάπτυξη τύπου businessasusual και προτεραιότητα σε νέα μέτρα που θα βελτιώσουν την υγεία και την ευημερία των ανθρώπων, τη μείωση των ανισοτήτων, την αντιμετώπιση της έκτακτης ανάγκης για το κλίμα και την αποκατάσταση και προστασία του φυσικού περιβάλλοντος·
Το σχέδιο θα πρέπει να περιλαμβάνει χρηματοοικονομικούς μηχανισμούς που θα βοηθήσουν την πλειοψηφία του κόσμου να προσαρμοστεί και να μεταφέρει τους πόρους και την τεχνολογία που απαιτούνται για την απανθρακοποίηση.
Πρέπει να επαναπροσδιοριστεί η χρήση κεφαλαίων για την ταχεία απανθρακοποίηση ώστε ταυτόχρονα να μειώνεται το ίδιο γρήγορα και η ανισότητα. Επομένως πρέπει να ενισχυθεί η παροχή ενός ευρέος φάσματος κοινωνικών παροχών που θα βελτιώσουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των κατοίκων τώρα αλλά και στο μέλλον.
Πρέπει να υπάρχει μέριμνα για δημιουργία καλής ποιότητας, καλά αμειβόμενες και ασφαλείς θέσεις εργασίας, εστιάζοντας στις περιοχές και τις κοινότητες όπου χρειάζονται περισσότερο.
Πρέπει να επιμένει σε πολιτικές που θα μετασχηματίσουν τον ενεργειακό εφοδιασμό μας, τα συστήματα μεταφοράς. Πολιτικές για στέγαση ενεργειακά αποδοτική, διασφαλίζοντας ότι ικανοποιούν την κοινωνική ανάγκη, για απανθρακοποίηση στην γεωργία μας, βελτιώνοντας το σύστημα διατροφής μας.
Σε ότι αφορά το σχεδιασμό στην περίπτωση της Δυτικής Μακεδονίας
Για την αριστερά η ουσιαστική συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας, τόσο κατά τη φάση σχεδιασμού, κατάρτισης του σχεδίου της μετάβασης, όσο και κατά τη υλοποίηση του, αποτελεί προϋπόθεση για την επιτυχία της μετάβασης. Δυστυχώς η συμμετοχή των τοπικών φορέων που θα μπορούσε να συμβάλει σε ένα προωθητικό και δίκαιο μοντέλο περιορίζεται στο πλαίσιο μιας τυπικής διαβούλευσης. Ακόμα και το μοντέλο διακυβέρνησης προβλέπεται να ξεκινήσει μετά τη διαβούλευση και φυσικά τα εδαφικά σχέδια δίκαιης μετάβασης δεν έχουν τεθεί σε δημόσια διαβούλευση, δεν έχουν καν καταρτιστεί.
Μια κρίσιμη παράμετρος είναι και η ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού και της αποκατάστασης των εδαφών. Για άλλη μια φορά μπροστά στην «επένδυση» θα γίνουν δυστυχώς πολεοδομικά και περιβαλλοντικά εγκλήματα. Στην περίπτωση μας με την καθυστέρηση του χωροταξικού και τη μη θεσμοθέτηση των Ζωνών Απολιγνιτοποίησης (ΖΑΠ) ελλοχεύει ο κίνδυνος η γη που θα αποκατασταθεί με ευρωπαϊκά κονδύλια να παραχωρηθεί σε μεγάλους επενδυτές αφήνοντας ελάχιστη γη στους κατοίκους της περιοχής. Αντί για ΕΠΣ έχουμε μάλλον τομεακά επενδυτικά σχέδια, τα οποία το πιο πιθανόν είναι να έρθουν εκ των υστέρων να νομιμοποιήσουν τις όποιες επιλογές.
Η μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία απαιτεί την υποστήριξη από δημόσιους φορείς. Οι δημόσιες επενδύσεις πρέπει να είναι καταλυτικές ώστε να επιτευχθεί ο απαραίτητος μετασχηματισμός της οικονομίας και της κοινωνίας. Μετά τις δημόσιες επενδύσεις θα ακολουθήσουν και οι επενδύσεις από ιδιώτες επενδυτές. Αυτό προκύπτει και από την ανάλυση του InternationalEnergyAgency(IEA) – έδειξε ότι το 70% των επενδύσεων καθαρής ενέργειας στον κόσμο καθοδηγούνται από την κυβέρνηση, είτε μέσω άμεσης δημόσιας χρηματοδότησης είτε ως απάντηση σε πολιτικές όπως επιδοτήσεις ή φόροι.
Αντιθέτως η κυβέρνηση φαίνεται να αναθέτει τη μετάβαση στο αόρατο χέρι της αγοράς.. είναι εκκωφαντική η απουσία δημόσιων φορέων και δημόσιων επενδύσεων… μάλλον «ξεπληρώνει» γραμμάτια στο λόμπι του και φυσικού αερίου σε κάποιους λίγους μεγάλους επενδυτές παρά ενδιαφέρεται για την δίκαιη ανάπτυξη των περιοχών.
Ζητάμε αλλαγή του τρόπου με τον οποίο η κυβέρνηση διαχειρίζεται την οικονομία και ιδιαίτερη προσοχή στην παροχή κινήτρων ώστε να μη δημιουργήσουμε ειδική οικονομική ζώνη. Είναι νωπό το παράδειγμα της Θράκης. …όπου διάφοροι επενδυτές έστησαν εργοστάσια, έφαγαν τις χονδρές επιδοτήσεις και μετά τα εγκατέλειψαν και σάπισαν.
Η ταχύτητα με την οποία γίνεται η απολιγνιτοποίηση αλλά και οι εξελίξεις σε ότι αφορά στην κλιματική αλλαγή προφανώς και απαιτούν και κάποια έργα μεγάλης κλίμακας όπως Φ/Β πάρκα αλλά συγχρόνως θα πρέπει να προωθούνται και να ενισχύονται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οι μικρότερης κλίμακας επενδύσεις.
Τα έργα που προτείνονται στο masterplan είναι όλα μεγάλης κλίμακας. Παρόλο που συμφωνούμε στους στόχους για Φ/Β υπάρχει επιμονή σε τεράστιες φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις. Δηλαδή και η ανάπτυξη των ΑΠΕ αφήνεται στις δυνάμεις της αγοράς,.. λίγες μεγάλες εταιρείες θα γίνουν οι αποκλειστικοί φορείς της μετάβασης. Ακόμα και η ΔΕΗ φαίνεται να «αποχωρεί» αφού δεν προβλέπεται πουθενά η εμπλοκή της σε επενδύσεις ΑΠΕ εκτός βέβαια από κάποιες ήδη δρομολογημένες εμβληματικές επενδύσεις. Και βεβαίως δεν έχουμεαπαντήσεις για το σε ποια εδάφη θα γίνουν αυτές οι τεράστιες επενδύσεις με ποια αποκατάσταση, με ποιο όφελος για τις τοπικές κοινωνίες…για να πραγματοποιηθούν προφανώς θα καταναλωθούν μεγάλα τμήματα απαλλοτριωμένων και αποκατεστημένων εκτάσεων.
Για εμάς η ενθάρρυνση της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας και οι «ενεργειακές κοινότητες» είναι κομβικό σημείο.
Οι ενεργειακές κοινότητες (που θεσμοθέτησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ) είναι ένα εργαλείο που συμβάλλει στην ενεργοποίηση των πολιτών . Έχει μεγάλη σημασία και για την αποδοχή της πράσινης μετάβασης οι κάτοικοι να συμμετέχουν στην παραγωγή ενέργειας που καταναλώνουν. Θα μπορούσε να θεσμοθετηθεί ένα ποσοστό της ενέργειας από ΑΠΕ να παράγεται από ενεργειακές κοινότητες, όπως πχ στην Γερμανία. Επίσης η μετοχοποίηση τμήματος της επένδυσης και διάθεση σε τοπικές ενεργειακές κοινότητες, δέσμευση πόρων για ενίσχυση ενεργειακών κοινοτήτων είναι κάποιες αξιόλογες προτάσεις.
Αυτό όμως που είναι πολύ σοβαρό είναι ότι η κυβέρνηση προκειμένου να ικανοποιήσει συγκεκριμένα συμφέροντα ρισκάρει την ενεργειακή δέσμευση της χώρας στο φυσικό αέριο χωρίς ξεκάθαρη εναλλακτική και χρονοδιάγραμμα αποδέσμευσης.
Η δέσμευση της χώρας στην πράσινη συμφωνία αφορά απανθρακοποίηση και όχι μόνο απολιγνιτοποίηση. Η κυβέρνηση σκόπιμα καλλιεργεί ψευδαισθήσεις πως το φυσικό αέριο θα λύσει το πρόβλημα ενώ έχει ήδη δεσμευτεί για την απόσυρση του. Οι τοπικές κοινωνίες ξαναζούν τη δεκαετία του 2000 όταν κυβερνήσεις και τοπικοί παράγοντες υπόσχονταν στους κατοίκους πως ο λιγνίτης θα παραμείνει στην περιοχή επ’ αόριστον. Η επέκταση των έργων φυσικού αερίου, θα παρατείνει την εξάρτηση από ορυκτά καύσιμα στις περιοχές και κινδυνεύει να αφήσει τις ίδιες κοινότητες πίσω και πάλι καθώς η κλιματική δράση επιταχύνεται τις επόμενες δεκαετίες.
Σε κάθε περίπτωση οι επενδύσεις που σχεδιάζονται θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη και τις ευρωπαϊκές τάσεις. Είναι απαράδεκτο να καταναλώνονται πόροι σε επενδύσεις με ημερομηνία λήξης.
Το ταμείο δίκαιης μετάβασης της ΕΕ αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία για αποκατάσταση της ζημιάς που προκάλεσε η μονοκαλλιέργεια λιγνίτη, μια ευκαιρία που ίσως να μην είναι διαθέσιμη σε 20 χρόνια για να καλύψει τη ζημιά που θα προκαλέσει η μονοκαλλιέργεια φυσικού αερίου. Οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες χρησιμοποιούν το ταμείο για να επενδύσουν σε τεχνολογίες του 21ου αιώνα, σχεδιάζοντας καινοτόμες λύσεις και ανοίγοντας νέου τύπου θέσεις εργασίας.
Επομένως η απανθρακοποίηση δεν είναι μόνο θέμα ενεργειακής μετάβασης είναι ουσιαστικά η μετάβαση σε μια νέα οικονομία με τέτοιο τρόπο που αφενός θα αποφύγουμε την παγκόσμια περιβαλλοντική καταστροφή και αφετέρου θα οδηγήσει στον μετασχηματισμό του αποτυχημένου χρηματοοικονομικού συστήματος και σε σημαντικές αλλαγές στη φορολογία.
Τελικά τελείως σχηματικά τα δυο διαφορετικά μοντέλα (αριστεράς-δεξιάς) περιγράφονται ως εξής:
Τεράστια έργα δισεκατομμυρίων από μεγάλους επενδυτές επιχορηγούμενους από τα δημόσια ταμεία, σε ειδικές οικονομικές ζώνες, χωρίς εργασιακά η περιβαλλοντικά δικαιώματα. Με μονοπώλιο 1-2 τεχνολογιών χωρίς καθόλου συμμετοχή. Αυτά τα έργα ανοίγουν θέσεις εργασίας αλλά χαμηλής εξειδίκευσης και περιορισμένης χρονικής περιόδου (εργάτες να τα φτιάξουν βασικά).
Ή το μοντέλο που εμείς υποστηρίζουμε
Ένα εναλλακτικό μοντέλο που εστιάζει στην αυτοπαραγωγή, στα έργα υποδομών και κυρίως ψηφιοποίηση, χαρτογραφήσεις, διασυνδέσεις, τοπικά δίκτυα, τηλεθέρμανση κλπ. Το κράτος φτιάχνει εργαλεία συμμετοχής, χρηματοδότησης,ψηφιοποιεί τις υπηρεσίες του… αφήνοντας τις τοπικές κοινωνίες μαζί με επενδυτές να χτίσουν πάνω σ αυτά.
Κάποιος επενδύει, κάποιος φτιάχνει μια start–up, ένα πανεπιστήμιο ξεκινάει ένα διδακτορικό κ.τ.λ. Π.χ. ένας αγροτικός συνεταιρισμός αποφασίζει να φτιάξει ένα εργοστάσιο βιομάζας από τα απόβλητά του ή ένα χωριό αποφασίζει να αντιγράψει μια πολύ καινοτόμα λύση μικρής κλίμακας από ένα χωριό της Σουηδίας.147 κοινότητες έχουν καταχωριστεί ως χωριά βιοενέργειας στη Γερμανία.Τα παραδείγματα είναι πολλά αλλά ο χρόνος τελειώνει..