Όταν έρθει η ώρα (θα σε πάρω εγώ)
-Σε ένα ξύλινο σπίτι στην ράχη του λόφου κατοικούσε ένας Πεταλωτής, ήταν μοναχικός ζούσε μακριά από τους γονείς και τα αδέλφια του. Δεν ήταν κακός παρά μόνο λίγο ιδιόρρυθμος, εξυπηρετούσε τους πελάτες και φρόντιζε με τον καλύτερο τρόπο τα άλογα τους, για όλους είχε να πει μια καλή κουβέντα μόνο αύτη η ιδιορρυθμία η τάση της αποξένωσης τον έκανε λίγο δύσκολο στα μάτια του κόσμου.
-Ένα σούρουπο που προμήνυε ισχυρή καταιγίδα εμφανίστηκε ένας λευκοντυμένος καβαλάρης πάνω σε ένα μαύρο άλογο, χαιρέτησε τον Πεταλωτή και είπε: Έχω να κάνω μεγάλο ταξίδι, το άλογο μου έχασε ένα πέταλο θέλω να το φροντίσεις. Ο πεταλωτής με προθυμία οδήγησε τον λευκοντυμένο με το μαύρο άλογο στο εργαστήρι, εκεί τοποθέτησε ένα νέο, τάισε πότισε και χτένισε το άλογο. Ο καβαλάρης εντυπωσιάστηκε από την καλή δουλεία διότι έδωσε στο άλογο πολύ περισσότερα από ότι ζήτησε.
-Ανέβηκε στο άτι και πριν τραβήξει τα γκέμια είπε στον Πεταλωτή: Σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής σου κάλεσε με θα εμφανιστώ αμέσως, θα μπορείς να μου ζητήσεις ότι χάρη θέλεις αλλά φεύγοντας θα σε πάρω μαζί μου. Ο Πεταλωτής αποκρίθηκε: Ξένε, πριν φύγεις πες μου το όνομα σου πως θα σε φωνάξω… «Άγγελο» με λένε του απάντησε, πες το όνομα μου δυνατά και θα σε ακούσω όπου και να΄ μαι.
-Σε λίγους μήνες έφτασαν τα μαντάτα, ο γέροντας πατέρας βαριά άρρωστος ζήτησε να τον δει, ο Πεταλωτής κατηφόρισε προς στο πατρικό σπίτι έμεινε όλο το βράδυ ξαγρύπνησε στο πλευρό του, το ξημέρωμα ο πατέρας με αδύναμη φωνή του είπε: Ήρθε η ώρα να φύγω το αισθάνομαι κράτα μου το χέρι το έχω ανάγκη.
-Ο Πεταλωτής θυμήθηκε αμέσως το γεγονός που του συνέβη πριν λίγους μήνες και φώναξε με όλη την δύναμη της ψυχής του: «Άγγελε» που είσαι σε χρειάζομαι, μονομιάς εμφανίστηκε και του είπε: «Πες μου τι θες να κάνω για σένα», δώσε ζωή στον πατέρα μου μην τον αφήνεις να φύγει. Θα το κάνω απάντησε αλλά θα πάρω εσένα στην θέση του, χίλιες φορές είπε ο νεαρός Πεταλωτής χωρίς κανένα δισταγμό.
-Ο «Άγγελος» εντυπωσιασμένος από την αγάπη, την προθυμία και την ετοιμότητα να ανταλλάξει την ψυχή του με του γέροντα πατέρα, πλησίασε τον ετοιμοθάνατο, του κράτησε το κεφάλι και αναφώνησε: «Κράτα την πύλη της ψυχής σου κλειστή, κρατήσου στην ζωή», μετά έστρεψε το βλέμμα του στον Πεταλωτή και είπε: Αξίζεις μια καλύτερη τύχη και μην ανησυχείς δεν θα σε πάρω απόψε, ζήσε με τα χρόνια του Αβραάμ και τα αγαθά του Ισαάκ, δούλεψε σκληρά και αγωνίσου στην ζωή και «όταν έρθει η ώρα θα σε πάρω εγώ».-
Κεντρική ιδέα: Οι πράξεις μας καθορίζουν το μέλλον μας.
Σπύρος Α. Ηλιάδης
Δημοσιογράφος – Εκδότης
Αλλη μια ομορφη ιστορια απο τον κ. Σπύρο.
Θελουμε πιο συχνα τετοιες ιστοριες.. ειναι μαθηματα ζωης!
Ευχαριστούμε