Στη μνήμη Στεφάνου Δόντσιου
ΕΝΑΣ ΗΔΥΜΕΛΗΣ ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗΣ
Τοῦ Ἀρχιμ. Εἰρηναίου Χατζηεφραιμίδη
7 Αὐγούστου 2021. Ὁ ἀγαπητός μας δάσκαλος Στέφανος μᾶς ἄφησε καὶ ἀνεχώρησε στὶς αἰώνιες σκηνές, στὴ Χώρα τῶν ζώντων. Τὸ κενὸ ποὺ ἀφήνει, δυσαναπλήρωτο.
Ὁ ἀείμνηστος δάσκαλος γεννήθηκε στὰ Νέα Μάλγαρα Θεσσαλονίκης. Ἡ κλίση του πρὸς τὴ μουσικὴ ξεχώριζε παιδιόθεν καὶ τὸ τάλαντο, ποὺ τοῦ χάρισε ὁ Θεός, ἦταν πρὸς ἀξιοποίηση. Ἀξιώθηκε νὰ μαθητεύσει καὶ νὰ σπουδάσει τὴ βυζαντινὴ μουσικὴ κοντὰ σὲ σπουδαίους δασκάλους, ποὺ σφράγισαν τὴ μετέπειτα πορεία του.
Μὲ ἐφόδια στὴν ἐξέλιξή του τὸ πτυχίο τοῦ Μακεδονικοῦ Ὠδείου Θεσσαλονίκης καὶ τὸ δίπλωμα τοῦ Ἐθνικοῦ Ὠδείου Ἀθηνῶν, τὸ 1960 ἐγκαθίσταται στὴ Φλώρινα καὶ ἀναλαμβάνει τὸ δεξιὸ ψαλτήριο τοῦ ἱστορικοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Τὸ 1968 διορίζεται πρωτοψάλτης στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, ὅπου διακόνησε μὲ ἔνθερμο ζῆλο καὶ ἀφοσίωση ἐπὶ ἥμισυ καὶ πλέον αἰῶνος. Ἐπαξίως ἔλαβε τὸ ὀφφίκιο τοῦ Ἄρχοντος Μουσικοδιδασκάλου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου.
Δὲν κατέχωσε στὴ γῆ τὸ τάλαντό του, ἀλλὰ τὸ πολλαπλασίασε. Τὸ μεράκι του γιὰ νὰ δημιουργήσει μαθητές, ἡ γλυκύτητα τοῦ χαρακτῆρα του, ἡ ὑπομονή, ἀλλὰ καὶ ἡ σοβαρότητά του τὸ μεγαλοπρεπὲς ὕφος του, εἵλκυαν κοντά του μαθητές, ἕνας ἐκ τῶν ὁποίων εἶναι καὶ ὁ ὑποφαινόμενος.
Δὲν θὰ σταθῶ μόνο στὴ Σχολὴ τῶν Ἱεροψαλτῶν, στὴν ὁποία δίδασκε ἐπὶ δεκαετίες. Μὲ πολλὴ νοσταλγία θὰ σταθῶ στὶς ὄμορφες στιγμὲς ποὺ ζήσαμε κοντά του στὸ ψαλτῆρι˙ ὅταν, ὡς ἰσοκράτες, τὸν συνοδεύαμε σ’ἐκεῖνα τὰ πετάγματά του, ποὺ μᾶς ἀνῆγε σὲ ὕψη δυσθεώρητα μὲ τὰ «Δύναμις» ἤ τοὺς ψαλμούς, ὅπως τό «Ποῦ πορευθῶ…» ἤ τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς ἤ τὶς συναυλίες καὶ τόσα ἄλλα τροπάρια ποὺ τὸν καθιέρωσαν ὡς ἡδυμελῆ, γλυκύφθογγο, ἱεροψάλτη.
Πόσο μᾶς λείπεις, δάσκαλε ἡδυμελίφθογγε! Ἀλλὰ κι ἄν ἔφυγες, ζῆς μέσα στὶς καρδιές μας. Μπορεῖ νὰ μὴ εἶμαι πλέον σὲ θέση νὰ σοῦ φιλῶ τὸ χέρι, διότι μ’ ἔμαθες νὰ ψάλλω καὶ νὰ ἔχω ἔναυλα τὰ ἀκούσματά σου. Μπορεῖ νὰ μὴ ἔχω τὴ δυνατότητα, ἀπὸ τὴ νότια πύλη τοῦ ἱεροῦ, νὰ σοῦ δείχνω πόσο ψηλὰ μᾶς ἀνήγαγες.
Ὅμως ἡ εὐγνωμοσύνη μου εἶναι παντοτινὴ καὶ ἡ μνεία ἀγαθή. Συνέχιζε νὰ ψάλλεις ἐκεῖ ποὺ εἶσαι. Ἐμεῖς σὲ ἀκοῦμε. «Πάντες τῷ Θεῷ ζῶσι» (Λκ 20, 38).