Π. Πέρκα: Οι οικολογικές παρεμβάσεις για θέρμανση & ψύξη κτηρίων είναι η πιο υποτιμημένη ευκαιρία για αποδέσμευση από τα ορυκτά καύσιμα
Άρθρο της Πέτης Πέρκα στο ετήσιο αφιέρωμα του B2Green “ Θέρμανση – Ψύξη – Αερισμός 2023″
Η Ευρώπη βρίσκεται εδώ και καιρό αντιμέτωπη με την ενεργειακή ανασφάλεια και η μεγάλη αύξηση των τιμών στο ρεύμα, το φυσικό αέριο (φ.α.) και τα καύσιμα προοιωνίζουν έναν πολύ δύσκολο χειμώνα. Η Ελλάδα ακόμα περισσότερο, ως αποτέλεσμα των λανθασμένων επιλογών και της ανεπάρκειας της κυβέρνησης, φαίνεται να στέκει αδύναμη μπροστά στην επερχόμενη «ενεργειακή καταιγίδα».
Ειδικά για το φ.α., το μέγεθος του προβλήματος σε σχέση με τις αγορές και την εκτόξευση των τιμών δεν προκύπτει απλά από το γεγονός ότι έχει αναλάβει ένα παράλογα μεγάλο μερίδιο στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά κυρίως λόγω της εξάρτησης των νοικοκυριών από το συγκεκριμένο ορυκτό καύσιμο για τη θέρμανση των σπιτιών τους.
Η θέρμανση και η ψύξη κτηρίων και υποδομών σήμερα είναι ίσως η πιο υποτιμημένη ευκαιρία για γρήγορη και αποτελεσματική αποδέσμευση από τα ορυκτά καύσιμα. Υπάρχει μια δημοφιλής παρανόηση που συγχέει το ενεργειακό σύστημα με το ηλεκτροδοτικό σύστημα και αντίστροφα. Δυστυχώς, συζητώντας για το ενεργειακό μας σύστημα, συνήθως περιορίζουμε τη συζήτηση στο ηλεκτρικό δίκτυο. Στην πραγματικότητα όμως, η μεγάλη πλειοψηφία των ενεργειακών μας αναγκών δεν είναι ηλεκτρισμός, αλλά θέρμανση και ψύξη (και μεταφορές).
Αυτό γίνεται εμφανές αν αναλογιστούμε πόσο μεγάλο ποσοστό των καθημερινών μας αναγκών είναι ηλεκτρικές ή όχι. Ας φανταστούμε μια χώρα που έχει λύσει με οικολογικό πρόσημο το ζήτημα της θέρμανσης, της ψύξης και των μεταφορών για τους πολίτες. Σε ένα σενάριο όπου οι τιμές στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας εκτοξευτούν, οι πολίτες θα δουν τον λογαριασμό να ανεβαίνει, απλά στη φόρτιση του κινητού τους και τις οικιακές τους συσκευές, αν υποθέσουμε πως οι μεταφορές, η θέρμανση και η ψύξη καλύπτονται με Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και σχεδόν μηδενικό κόστος παραγωγής.
Όσο περιορίζουμε τον ορίζοντα της πράσινης μετάβασης και των επεμβάσεών μας αποκλειστικά στην ηλεκτροδότηση, στερούμε από τους εαυτούς μας πολύτιμα εργαλεία για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, αλλά και μείωσης του κόστους. Αυτό προκύπτει κυρίως από το γεγονός πως οι οικολογικές παρεμβάσεις για την εξοικονόμηση ενέργειας για θέρμανση και ψύξη είναι πολύ πιο ήπιες και προσιτές.
Με απλά λόγια, είναι πολύ πιο απλό να χρησιμοποιήσουμε την ηλιακή ενέργεια για να ζεστάνουμε έναν ηλιακό θερμοσίφωνα, απ’ ότι για να παράξουμε ρεύμα υψηλής έντασης. Ή αλλιώς, είναι πολύ πιο απλό να μονώσουμε ένα νότιο τοίχο, κρατώντας το σπίτι μας δροσερό το καλοκαίρι, απ’ ότι να εγκαταστήσουμε μια μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και να εγκαταστήσουμε σύγχρονα air condition στα σπίτια μας.
Με βάση τα παραπάνω, ιδιαίτερα εν μέσω ενεργειακής, αλλά και κλιματικής κρίσης, θα έπρεπε να επενδύουμε και να επιδοτούμε προγράμματα που απευθύνονται στην τοπική αυτοδιοίκηση, στην ανάπτυξη δικτύων τηλεθέρμανσης και τηλεψύξης, στην ενεργειακή θωράκιση των δημόσιων κτηρίων, στην ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της εφοδιαστικής αλυσίδας αντλιών θερμότητας και ηλιακών θερμικών συστημάτων κ.α.
Ας αναφερθούμε για παράδειγμα στα δίκτυα τηλεθέρμανσης. Όπως υποδηλώνει και ο όρος, μιλάμε για δίκτυα, για ένα technology agnostic σύστημα μεταφοράς ενέργειας με τη μορφή θερμότητας, ανεξαρτήτως της πηγής. Το γεγονός ότι το έργο της τηλεθέρμανσης συνδέθηκε αρχικά με τις λιγνιτικές μονάδες, δε σημαίνει ότι αυτή η επιλογή είναι μονόδρομος. Ήδη από τον 20ο αιώνα, στην Ελλάδα και τον υπόλοιπο κόσμο, τα εν λόγω δίκτυα τροφοδοτούνται με θερμότητα, η οποία παράγεται από ορυκτά καύσιμα (κάρβουνο, λιγνίτη, πετρέλαιο, φ.α.). Η βόρεια Ευρώπη, η Αμερική και ο Καναδάς εδώ και 10ετίες, μετατρέπουν τα πάλαι ποτέ «βρώμικα» δίκτυα τηλεθέρμανσης σε σύγχρονα πράσινα δίκτυα, τα οποία προμηθεύονται θερμότητα από μια σειρά φιλικών προς το περιβάλλον πηγών, όπως ο ήλιος, η γεωθερμία, βιομάζα, αντλίες θερμότητας κ.α.
Τα έργα αυτά, εκτός από προστασία του περιβάλλοντος, προσφέρουν έναν κρίσιμο μοχλό ανάπτυξης και καινοτομίας. Χαρακτηριστικά, κάποιες χώρες έχουν καταφέρει να τροφοδοτούν τα συστήματά τους από τις πιο αναπάντεχες πηγές θερμότητας, όπως data centers, λύματα, τη θάλασσα, βιομηχανικές διεργασίες ή τους εξαερισμούς τον υπόγειων τούνελ του μετρό.
Τη στιγμή λοιπόν που όλη η Ευρώπη επενδύει σε τηλεθερμάνσεις, στην Ελλάδα η κυβέρνηση επιλέγει να κάνει «στροφή» στο παρελθόν. Ειδικά στην περιοχή μου, τη Φλώρινα, η ΝΔ αποφάσισε να «ρίξει στον κάλαθο των αχρήστων» εκατομμύρια επενδεδυμένο κεφάλαιο που προορίζονταν για το έργο της τηλεθέρμανσης και να το αντικαταστήσει με έργα φ.α. για θέρμανση. Πραγματικά πρόκειται για ‘state of the art’.
Κι ενώ η ελληνική κυβέρνηση δε δίνει έμφαση σε ευρύτερα έργα υποδομών σε ό,τι αφορά τη θέρμανση και την ψύξη, περιορίζεται στο να εστιάσει σε Προγράμματα και λύσεις εξατομικευμένα για τους καταναλωτές, όπως είναι το ‘Εξοικονομώ’, η ‘Ανακύκλωση Συσκευών’, η ‘Αντικατάσταση Καυστήρων Θέρμανσης’ κτλ. Ακόμα κι αυτά όμως, ο πλημμελής σχεδιασμός τα έχει οδηγήσει στην αποτυχία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ‘Εξοικονομώ’, το οποίο έχει ουσιαστικά ναρκοθετηθεί από την κυβέρνηση της ΝΔ. Είτε μιλάμε για το Πρόγραμμα του 2020, με τις ελάχιστες πληρωμές και με περισσότερα χρήματα να μοιράζονται σε λιγότερους δικαιούχους, είτε για εκείνο του 2021, που δεν υπήρξε ποτέ, αφού προκηρύχθηκε το 2022, είτε και για το ‘Εξοικονομώ 2022’, που, παρά τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, δεν έχει ακόμα εντάξεις έργων, ουσιαστικά μιλάμε για αποτυχία. Κι αυτό, τη στιγμή που είχαν το παράδειγμα της ορθής και αποτελεσματικής λειτουργίας του ‘Εξοικονομώ’ επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα και τώρα όμως, αρνούνται να υιοθετήσουν τις προτάσεις μας για ένα πρόγραμμα ανοιχτό όλο το χρόνο, το οποίο θα έχει σταθερή χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης και από άλλους κοινοτικούς και εθνικούς πόρους.
Αν στο προηγούμενο προσθέσουμε και το Πρόγραμμα ΗΛΕΚΤΡΑ για την εξοικονόμηση στα δημόσια κτήρια που – αν και καθόλα έτοιμο από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – μόλις προκηρύχθηκε, αλλά και ότι δεν έχει ξεκινήσει ακόμα κανένα Πρόγραμμα για εξοικονόμηση σε επιχειρήσεις, τελικά μιλάμε για 3 χαμένα χρόνια σε ό,τι αφορά στην εξοικονόμηση ενέργειας και μάλιστα εν μέσω ενεργειακής κρίσης.
Αντίστοιχες είναι και οι επιδόσεις της κυβέρνησης στο ‘Ανακυκλώνω – Αλλάζω Συσκευή’, όπου οι δικαιούχοι ανακοινώθηκαν τον Αύγουστο, 7 μήνες από την πρώτη εξαγγελία του Προγράμματος, με αποτέλεσμα οι δικαιούχοι να προμηθευτούν τα νέα κλιματιστικά και ψυγεία μετά το τέλος του καλοκαιριού. Κι αυτό, για τους ελάχιστους που εντάχθηκαν στο Πρόγραμμα, αφού μιλάμε για 1 επιλέξιμη αίτηση στις 6 για το σύνολο της χώρας, με το ποσοστό της Αττικής να είναι ακόμα χαμηλότερο και συγκεκριμένα 1 στις 10!
Όσον αφορά στην επιδότηση για αντικατάσταση καυστήρων πετρελαίου με φ.α., μιλάμε για το πιο αποτυχημένο και μυωπικό πλάνο της τελευταίας δεκαετίας. Ήδη ο κυβερνητικός εκπρόσωπος πρότεινε στα νοικοκυριά να «αλλάξουν (τους καυστήρες που μόλις άλλαξαν από πετρέλαιο σε φ.α. ξανά πίσω σε πετρέλαιο) ή να “πεθάνουν”». Τα συγκεκριμένα κεφάλαια προορίζονται για τη μετάβαση σε πράσινες μορφές θέρμανσης, όπως οι αντλίες θερμότητας, η ηλιακή θέρμανση, η γεωθερμία, τα δίκτυα τηλεθέρμανσης κ.α. Η κυβέρνηση όμως αποφάσισε να εξαντλήσει αυτές τις επιδοτήσεις στο φ.α., δεσμεύοντας ολόκληρες περιοχές σε ένα καύσιμο, από το οποίο ξέρουμε ότι αργά ή γρήγορα θα αναγκαστούμε να αποδεσμευτούμε.
Εν κατακλείδι, η κυβέρνηση σπατάλησε πολύτιμο χρόνο με λάθος επιλογές και ολιγωρίες – κυρίως προς εξυπηρέτηση συμφερόντων – και σήμερα προσπαθεί να λύσει το πρόβλημα, είτε με επιδοτήσεις, είτε με «στροφή» στο παρελθόν, παραγκωνίζοντας καινοτόμα και πράσινα έργα υποδομών – όπως η τηλεθέρμανση – και παρατείνοντας την έκθεση των καταναλωτών στις κρίσεις των αγορών ορυκτών καυσίμων.
Αλλά η επιδότηση των ορυκτών καυσίμων μέσω επιδομάτων θέρμανσης οδηγεί αναμφίβολα στην περαιτέρω εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Αντιθέτως, τα ίδια ποσά θα μπορούσαν να επενδυθούν στην αναβάθμιση των κατοικιών, στην ενεργειακή αυτονομία ή σε οικολογικές μορφές θέρμανσης. Μια τέτοια πολιτική, όχι απλά θα ελάφρυνε τα νοικοκυριά, αλλά θα τα προστάτευε και από αυξήσεις των τιμών, όπως τη σημερινή, ενώ θα επιτάχυνε και την πράσινη μετάβαση της χώρας, με μέριμνα για τους πιο αδύναμους.
Θεοπίστη (Πέτη) Πέρκα
Βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία Π.Ε. Φλώρινας
Αναπληρώτρια Τομεάρχης Περιβάλλοντος & Ενέργειας
Διαβάστε εδώ το άρθρο στο B2Green