Η Κυριακή της Ορθοδοξίας από τον Σύνδεσμο Μοναστηριωτών Φλώρινας (video, pics)
Εκδηλώσεις εορτασμού της Κυριακής της Ορθοδοξίας πραγματοποίησε ο Σύνδεσμος Μοναστηριωτών Φλώρινας.
Νωρίς το πρωί τελέστηκε αρτοκλασία στο παρεκκλήσι της Αγίας Υπομονής του Ιερού Ναού Αγίας Παρασκευής Φλώρινας. Ακολούθησε εκδήλωση στην αίθουσα του Συνδέσμου με κεντρική ομιλία του Κωνσταντίνου Ραπτόπουλου – Χατζηστεφάνου.
Τους παρευρισκόμενους καλωσόρισε ο πρόεδρος Σωτήρης Βόσδου, ενώ ανακοινώσεις σχετικά με τις εκλογές του συλλόγου, τη συμμετοχή του στο συνέδριο «Προσφυγικός κόσμος στην Ελλάδα μετά τη συνθήκη της Λωζάνης» καθώς και με τις δωρεές, έκανε ο γραμματέας Μιχάλης Χάτζιος.
Παρόντες, μεταξύ άλλων, ήταν ο βουλευτής ΝΔ Π.Ε. Φλώρινας Γιάννης Αντωνιάδης, ο δήμαρχος Φλώρινας Βασίλης Γιαννάκης, οι αντιδήμαρχοι Σοφία Φουδούλη και Χαρούλα Βοζινίδου και ο πρόεδρος της κοινότητας Φλώρινας Κωνσταντίνος Ρόζας.
Ο κ. Ραπτόπουλος στην εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ομιλία του ανέπτυξε το θέμα «Μοναστηριώτες 1912-34: Πρόσφυγες σε αναμονή» με την παρουσίαση εγγράφων και νομοθεσιών με σκοπό την ενημέρωση για την ύπαρξη ενός σημαντικού οικογενειακού αρχείου για κάθε Μοναστηριώτικη Οικογένεια.
Ακολουθεί αναλυτικά η ομιλία:
Συμμετέχοντας όλοι μαζί στο θλιβερό κλίμα που επικρατεί στην πατρίδα μας, εξαιτίας του τραγικού δυστυχήματος των Τεμπών και, ευχόμενοι ο Πανάγαθος Θεός να αναπαύει τις ψυχές των αδίκως και βιαίως τελειοθέντων αδελφών/συμπολιτών μας, ενισχύοντας με κάθε τρόπο τις οικογένειές τους, τιμούμε την λαμπρή ημέρα της Κυριακής της Ορθοδοξίας με την αρμόζουσα πένθιμη σοβαρότητα και περισυλλογή.
Ευχαριστώ θερμά τον πρόεδρο και το ΔΣ του «Συνδέσμου Μοναστηριωτών και των Πέριξ εν Φλωρίνη “Η ΕΛΠΙΣ”», για την παραχώρηση του τιμητικού βήματος της φετινής επίσημης εκδήλωσης της Κυριακής της Ορθοδοξίας 2023, μετά από διαδοχικές αναβολές 3 ετών…
Από τις οικογένειές μας μάθαμε ότι οι Μοναστηριώτες παραδοσιακά, τιμούσαν την ημέρα αυτή πανηγυρικά, με την συμμετοχή τους στις ιερές ακολουθίες της Αγίας μας Εκκλησίας και στις εκδηλώσεις της Ελληνικής Κοινότητας, για συγκεκριμένους λόγους:
– Διότι, ως μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας, επαναβεβαίωναν την Ορθόδοξη Πίστη τους στο επιβλητικό εκκλησιαστικό τυπικό της εορτής στον Άγιο Δημήτριο, σε ένα πολυθρησκειακό περιβάλλον. “Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξεν.”
– Διότι, επιβεβαίωναν και αναδείκνυαν την σύνδεσή τους με την Μητέρα Ελλάδα, καθώς ο επίσημος εορτασμός, τελούνταν στα Ελληνικά Εκπαιδευτήρια της πόλης, μεγαλείο πνευματικής υπεροχής έναντι άλλων εθνοτήτων.
-Διότι, με τις ομιλίες, τα θεατρικά, τις χορωδίες και κυρίως με την αναφορά και υπόμνηση Ευεργετών, Δωρητών, Συνδρομητών, Καθηγητών και Δασκάλων της Ελληνικής Κοινότητας, αναγνώριζαν την προσφορά τους, ενίσχυαν εαυτούς και αλλήλους, υπενθυμίζοντας στους νεότερους την χρησιμότητα κτήσης, διατήρησης και υπεράσπισης της Ελληνικής Παιδείας.
– Διότι, με αυτούς τους τρόπους, διατηρούσαν την αλληλεγγύη και τις κοινές δράσεις μεταξύ των μελών της Ελληνικής κοινότητας.
Για λόγους παράδοσης και ουσίας, οι Μοναστηριώτες 3ης, 4ης, 5ης και 6ης γενιάς (που αχνοφέγγει), συνεχίζουμε να τιμούμε την ημέρα αυτή με περισυλλογή -λόγω της δυσάρεστης επικαιρότητας- με ιδιαίτερη αναφορά στους παλαιούς, χωρίς καμιά διάθεση ωραιοποίησης, αυταρέσκειας ή μεγαλομανίας, για εκείνους ή για εμάς.
Η σημερινή ομιλία περιλαμβάνει την παρουσίαση σειράς εγγράφων και νομοθεσιών, που εκδόθηκαν πριν 90 έτη αλλά και πρόσφατα. Τα έγγραφα βρέθηκαν τυχαία προ εικοσαετίας στα Αρχεία της Δ/νσης Υγείας και Πρόνοιας της Νομαρχίας Φλώρινας, ως στοιχεία κατοχύρωσης ιδιοκτησίας, αφορούν την οικογένειά μου (εκ μητρός) και έκτοτε, μεταβλήθηκαν σε οικογενειακά κειμήλια, ιδιαίτερης αξίας.
Αποτυπώνουν τις διαδικασίες ταυτοποίησης και νομιμοποίησης μιας οικογένειας προσφύγων Μοναστηριωτών, βάση της τότε νομοθεσίας, με σκοπό την απόκτηση κατοικίας στον ανεγειρόμενο 3ο Προσφυγικό Συνοικισμό Μοναστηριωτών Φλωρίνης (Αγίας Παρασκευής). Τα πρωτότυπα έγγραφα διατηρούνται στα Αρχεία της Δ/νσης Υγείας και Πρόνοιας της ΠΕ Φλώρινας.
Η παρουσίαση των στοιχείων αυτών:
– δεν αποτελεί μέρος πανεπιστημιακής έρευνας ή αντίστοιχου τίτλου (μεταπτυχιακού, διδακτορικού),
– δεν υπάρχει κίνδυνος δημοσιοποίησης προσωπικών δεδομένων που θίγουν πρόσωπα (αφορούν μία οικογένεια, με ένα ζών μέλος),
– δεν στοχεύει στην προβολή της συγκεκριμένης οικογένειας ή την αυτοπροβολή μου,
αλλά,
αποσκοπεί στην ενημέρωση των υπολοίπων Μοναστηριωτών για την ύπαρξη ενός σημαντικού Οικογενειακού Αρχείου για κάθε Μοναστηριώτικη Οικογένεια, προκειμένου όσοι επιθυμούν να το αποκτήσουν, είτε ατομικά είτε μέσω του Συνδέσμου μας. Η δε παραχώρηση αντιγράφων προς τον Σύνδεσμο, θεωρώ ότι αποτελεί καθήκον για τη διάσωση και διάδοση της πολύτιμης συμβολής του, στην αποκατάσταση των προσφύγων και στη δημιουργία αρχείου, ανυπολόγιστης ιστορικής και συναισθηματικής αξίας.
Τέλος, σήμερα Κυριακή της Ορθοδοξίας, ημέρα που τιμούμε και μνημονεύουμε τους προγόνους μας, τα πρόσωπα και τα ονόματα που θα προβληθούν, παρακαλώ, αντικαταστήστε τα με πρόσωπα και ονόματα δικών σας ανθρώπων, τελώντας το καλύτερο μνημόσυνο όλων των προσφύγων Μοναστηριωτών και των οικογενειών μας.
…
6 Νοεμβρίου 1912. Ο Σερβικός στρατός εισήλθε στην πόλη του Μοναστηρίου, μετά από -αρχικά- σθεναρή και στη συνέχεια προγραμματισμένη ασθενή αντίσταση του τουρκικού στρατού. [Είχαν προηγηθεί διπλωματικές πιέσεις του Ρώσου προξένου των Σκοπίων προς τις εμπόλεμες πλευρές (Τούρκων και Σέρβων), ώστε η πόλη να μην περάσει στην Ελληνική πλευρά, εξυπηρετώντας την Ρωσική εξωτερική πολιτική, που ήταν προσηλωμένη στην ιδέα του πανσλαβισμού, διεκδικώντας την έξοδο στο Αιγαίο και τον έλεγχο της Βαλκανικής, ενθαρρύνοντας τις βουλγαρικές βλέψεις και τις σερβικές διεκδικήσεις].
Οι Σέρβοι εισήλθαν στο Μοναστήρι, χωρίς εκδηλώσεις ενθουσιασμού από τους κατοίκους του, καθώς οι σερβικές οικογένειες ήταν ελάχιστες και, χωρίς να υψωθεί σερβική σημαία στην πόλη. Το γεγονός αυτό και η αρχική στάση των Σέρβων, να μη διαμείνουν στα εγκαταλελειμμένα κτήρια του τουρκικού στρατού αλλά πρόχειρα σε σκηνές, ασχολούμενοι απλά με την τήρηση της τάξης στην πόλη και τα περίχωρά της, ενίσχυε την πεποίθηση ότι, αργά ή γρήγορα, ολόκληρη η Πελαγονία θα περιέρχονταν και πάλι, στους Έλληνες.
Τελικά η πεποίθηση των Ελλήνων, μεταβλήθηκε σε εντύπωση, η εντύπωση σε ιδέα, η ιδέα σε προσμονή, η προσμονή σε ελπίδα και η ελπίδα σε απόγνωση και αποδοχή της πικρής αλήθειας.
Με την υπογραφή της Ελληνοσερβικής Συνθήκης Ειρήνης, Φιλίας & Αμοιβαίας Συνεργασίας (Θεσσαλονίκη 01/06/1913), χαράχτηκαν τα σύνορα Ελλάδος και Σερβίας, επί της «αρχής των κατεχομένων εδαφών», με το Μοναστήρι να παραμένει στην Σερβία αφού είχε καταληφθεί από τον Σερβικό Στρατό.
Μετά και τη νομική επικύρωση της Συνθήκης Ειρήνης του Βουκουρεστίου από την Ελλάδα (ΦΕΚ Α’ 217, 28-10-1913), ακολούθησε εκ μέρους των Σέρβων, ο εκσερβισμός της περιοχής, με την επιβολή ενός σκληρού πολιτικοστρατιωτικού συστήματος διοίκησης: υποχρεωτική αλλαγή εθνικότητας των πολιτών, περιορισμός ατομικών ελευθεριών, κατάργηση ελληνικών σχολείων, απαγόρευση διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας και τέλεσης της Θείας Λειτουργίας στα Ελληνικά, κατάργηση ελληνικών επιγραφών από τα καταστήματα, δυσχέρειες στη λειτουργία της Ιεράς Μητροπόλεως Μοναστηρίου, διάλυση κοινοτικών θεσμών, πλήγματα κατά του ιδιοκτησιακού καθεστώτος Ελλήνων, δυσχερές έως εχθρικό οικονομικό περιβάλλον, δυσλειτουργία του Ελληνικού νοσοκομείου, διάλυση συλλόγων, εποικισμός της περιοχής από Σλάβους, Βόσνιους και Κροάτες, κρατικός και παρακρατικός εκφοβισμός… Αφελληνισμός με μια λέξη. Και η επίσημη Ελλάς, στα πλαίσια διατήρησης της Ελληνοσερβικής φιλίας και στην προσπάθεια εξάλειψης αντισερβικού κλίματος, απούσα από κάθε διπλωματική παρέμβαση.
Δηλαδή, για όσα αγωνίστηκαν και όσα διαφύλαξαν οι Έλληνες της Πελαγονίας, υποχρεώνονταν ή να τα εγκαταλείψουν και να τα χάσουν οριστικά και πάλι ή να προσπαθήσουν να τα διατηρήσουν υποταγμένοι σε ένα ανθελληνικό σύστημα εξουσίας. Εθνική τραγωδία για αυτούς.
Έτσι ξεκίνησε ο 2ος οικειοθελής ξεριζωμός -μαζική φυγή στην πραγματικότητα- των Μοναστηριωτών προς την ελεύθερη Ελλάδα. [Ο 1ος έγινε μετά το 1770 από την Μοσχόπολη που καταστράφηκε από μουσουλμάνους Αλβανούς ως αντίποινα προς τους Έλληνες το γένος, ενός από τους πολλούς Ρωσοτουρκικούς πολέμους].
Δειλά-δειλά από το 1912, με την απελευθέρωση της Φλώρινας και την απώλεια του Μοναστηρίου (Α’ Βαλκανικός Πόλεμος), ακολούθως το 1913 με το τέλος του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου και την υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης του Βουκουρεστίου (10/08/1913), περισσότεροι το 1914 και, το μεγάλο κύμα το 1915 (με την προσπάθεια πλήρους εκσερβισμού του Μοναστηρίου, αλλά, και πριν και μετά, την κατάληψη του Μοναστηρίου από τους Βούλγαρους κατά τον Α’ παγκόσμιο Πόλεμο, 1915-18). Από το 1916 έως και το 1918, ένα ακόμα κύμα προσφυγιάς προσέφυγε σε Φλώρινα, Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Έδεσσα και άλλες πόλεις.
Η παρουσία των προσφύγων στην πόλη της Φλώρινας, εκτός των αρχικών αισθημάτων συμπάθειας και συμπαράστασης, δημιούργησε μεγάλα προβλήματα σίτισης, υγιεινής και στέγασης. Αρχικά την σίτισή τους ανέλαβε ο Δήμος Φλώρινας και πολύ αργότερα οι ίδιοι οι πρόσφυγες μετά την εύρεση εργασίας. Η στέγασή τους υπό άθλιες συνθήκες στέγασης και υγιεινής, προσωρινά, πολλοί μαζί σε ξύλινες παράγκες, γύρω από την Εθνική Τράπεζα για χρόνια, αργότερα σε άδεια σπίτια που τους διατέθηκαν -όπως τους διατέθηκαν- και σε σπίτια οθωμανών ή βουλγάρων που έφυγαν από την Φλώρινα, παρέμεινε άλυτο πρόβλημα. Όσοι έμειναν στα χωριά η κατάσταση ήταν λίγο καλύτερη.
Με το πρόβλημα στέγασης των Μοναστηριωτών ταλαιπωρήθηκαν και οι Φλωρινιώτες, διότι προέκυψαν μεγάλα προβλήματα, όπως ο λιμός (πείνα) και ο λοιμός (αρρώστια) κατά τον αποκλεισμό της Φλώρινας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο -από τον Αυστρο-Γερμανο-Βουλγαρικό στρατό- που δεν ξεχώριζαν πρόσφυγες και ντόπιους. Πολλοί πέθαναν από πείνα, ελλείψεις φαρμάκων, χρόνια νοσήματα (φυματίωση) και την πανούκλα, χωρίς να προσμετρούνται ως παθήσεις τα ψυχολογικά τραύματα και προβλήματα, οι ψυχικές διαταραχές, τα προβλήματα συναισθηματικής ανασφάλειας των ξεριζωμένων και τόσα άλλα…
Προβλήματα και εντάσεις υπήρξαν και στις σχέσεις ανάμεσα σε Φλωρινιώτες και Μοναστηριώτες, όπως αποτυπώνονται σε συνεδριάσεις του τότε Δημοτικού Συμβουλίου Φλώρινας και σε εφημερίδες της εποχής.
Και τα χρόνια περνούσαν, χωρίς λύση. Ένα, δύο, πέντε, δέκα, δεκαπέντε, είκοσι, είκοσι δύο!
Όλα αυτά τα χρόνια δεν εφαρμόστηκε ένα οργανωμένο και στοχευμένο νομοθετικό πλαίσιο αποκατάστασης των προσφύγων, παρά μόνο η έκδοση διαφόρων εγκυκλίων και υπουργικών εντολών, η δημιουργία διαφόρων επιτροπών, συνεταιρισμών (Οικοδομικός Συνεταιρισμός Πολεμοπαθών εκ Μοναστηρίου), όλα περιστασιακού και τοπικού χαρακτήρα, που δεν έλυναν το πρόβλημα αλλά αντίθετα δημιουργούσαν εντάσεις, προστριβές μεταξύ προσφύγων και Φλωρινιωτών.
Στις 21 Φεβρουαρίου 1934, η Ελληνική Πολιτεία εξέδωσε τον Ν. 6076/1934 (ΦΕΚ Α΄ 77), «Περί Αστικής Αποκαταστάσεως Προσφύγων», που συμπεριλάμβανε όλους τους πρόσφυγες μαζί: από τους Βαλκανικούς Πολέμους (Α & Β’), τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την Μικρασιατική Καταστροφή και, από την Συνθήκη Ανταλλαγής Πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας (30/01/1923).
Ένας Νόμος, μία μέθοδος αποκατάστασης, για όλους τους πρόσφυγες, όλων των πολέμων και όλων των καταστροφών της Ελλάδας.
…
Εδώ τελείωσε η παρουσίαση του πρώτου μέρους του ανέκδοτου υλικού. Θα μπορούσε άνετα να τελειώσει και η ομιλία, να σας ευχαριστήσω και να φύγουμε. Αλλά…
Όσο μελετά και ερευνά κανείς την Ιστορία για το Μοναστήρι, μαθαίνει πολλά. Εκπλήσσεται δυσάρεστα, απογοητεύεται, δυσανασχετεί, πικραίνεται αρκετά. Προσγειώνεται στον «ρεαλισμό» και την κυνικότητα των διπλωματών και διπλωματιών, των συμβάσεων, των συμφωνιών, των υποχωρήσεων, των συμβιβασμών, των οδυνηρών αποτελεσμάτων. Πεισμώνει όμως, για πολλά περισσότερα.
Δίδεται όμως η ευκαιρία, μέσω αυτής της έρευνας, να αντιληφθεί ο καθένας, το πώς είχαν στο μυαλό τους και το πώς αντιμετώπιζαν την Ελλάδα οι τότε σκλαβωμένοι και ξεριζωμένοι αργότερα Μοναστηριώτες και, το πώς αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν τους διαφόρους απανταχού Έλληνες -διαχρονικά- οι κατά Ίωνα Δραγούμη «αντικειμενικοί Έλληνες», οι οποίοι -επίσης διαχρονικά- υποφέρουν μέσα στα σχήματα, τα χρώματα και τις παραδόσεις του Ελληνικού Πολιτισμού και, που συνήθως -επίσης διαχρονικά- αυτοπροβάλλονται ως οι μοναδικοί πρεσβευτές ανθρωπισμού και ευαισθησίας, σε έναν λαό που διαχρονικά έχει αποδείξει τα πραγματικά του αισθήματα σε όποιους υποφέρουν.
Εάν όμως υποθέταμε ότι σήμερα επαναλαμβάνονταν η ιστορία -με όλη την δύναμη της ψυχής μας ευχόμαστε να μην επαναληφθεί- και προσέρχονταν πρόσφυγες και προσφυγόπουλα στην Ελλάδα -ευχόμαστε να μην γίνει ποτέ- πώς θα αντιμετωπίζονταν οι νέοι πρόσφυγες από την νέα Ελληνική νομοθεσία 80-100 χρόνια αργότερα;
Με την υπ’ αριθ. Δ11/οικ.60207/2717 (ΦΕΚ Β’ 4924, 31-12-2019) Απόφαση, περί «Ημιαυτόνομης διαβίωσης ασυνόδευτων ανηλίκων ηλικίας άνω των 16 ετών σε εποπτευόμενα διαμερίσματα», καθορίζεται ένα σύγχρονο και αρκετά πληρέστερο -από τον προηγούμενο Νόμο- νομικό πλαίσιο φιλοξενίας και φροντίδας ασυνόδευτων ανηλίκων 16 ετών και άνω σε εποπτευόμενα διαμερίσματα στην Ελληνική Επικράτεια.
…
Εδώ τελείωσε οριστικά η παρουσίαση του υλικού.
Λοιπόν, και τώρα, τι θα κάνουμε;
Θα εξαπολύσουμε μύδρους κατά του τότε Ελληνικού κράτους και κατά των τότε Ελληνικών κυβερνήσεων επειδή διαπιστώσαμε υστερήσεις, παραλείψεις, στραβά και λάθη της τότε νομοθεσίας, σε σύγκριση με την σημερινή;
Όχι!
Θα προσφύγουμε σε Διεθνή Δικαστήρια, με επιστολές διαμαρτυρίας και θα καταγγείλομε, όσα κακά διαπιστώνουμε μετά 80, 100, 120 χρόνια;
Όχι!
Θα αμαυρώσουμε με θλίψη και μίσος την σημερινή ημέρα, που οι πρόγονοί μας τιμούσανε ως Μεγάλη Εορτή της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού;
Όχι!
Θα φύγουμε απογοητευμένοι και θλιμμένοι, με πίκρα, θυμό ή μίσος ή ακόμα και με αναπάντητα ερωτήματα;
Όχι!
Είναι πολύ εύκολο, δεκαετίες αργότερα, εκ του ασφαλούς και με «άλλη» ή «αναθεωρητική» ματιά, να επιρρίπτουμε ευθύνες, να κατακεραυνώνουμε, να καταγράφουμε τα «στραβά», να προβάλλουμε διαχρονικά προβλήματα ή να εφευρίσκουμε «ανάποδα», να καταγγέλλουμε με δημοσιεύσεις, εκδόσεις, ανακοινώσεις, ομιλίες, ημερίδες, συνέδρια, «λάθη», «παραλείψεις» και «εγκλήματα» που διέπραξε το Ελληνικό Κράτος, η Πατρίδα μας.
Η Ελλάδα έκανε «αυτό»…, έκανε «εκείνο»…, έκανε το «άλλο»…
Η Ελλάδα συμπεριφέρθηκε «έτσι»…, «αλλιώς»…, «αλλιώτικα»…
Κατηγορούμε και καταγγέλλουμε την Ελλάδα για το «πρώτο»…, για το «δεύτερο»…, για το «τρίτο»…
Μη γένοιτο.
Λοιπόν; Τι θα κάνουμε;
Πώς θα φύγουμε τελικά;
Πολλές φορές, από παιδί που μεγάλωνα στην παλιά μου γειτονιά, στον Συνοικισμό των Μοναστηριωτών της Αγίας Παρασκευής, αναρωτιόμουν γιατί ποτέ δεν άκουσα ανθελληνικές καταγγελίες και λαϊκίστικες ρητορείες, που γαργαλάνε ευχάριστα τα αυτιά -όσων βέβαια θέλουν να γαργαληθούν- κατά της Πατρίδας μας;
Γιατί ποτέ δεν έγινα αποδέκτης μισαλλόδοξων μηνυμάτων για την Ελλάδα;
Γιατί δεν άκουσα, όπως σε άλλα μέρη της περιοχής μας, τα γνωστά «κατηγορούμε», «καταγγέλλουμε», «καταδικάζουμε», «ζητούμε», «απαιτούμε»;
Γιατί δεν έμαθα και γιατί δεν μεγάλωσα με αιτήματα απόδοσης «καταπιεσμένων δικαιωμάτων», «αποζημιώσεων απολεσθεισών περιουσιών», με αιτήματα «ανταλλαγών» και «αποκαταστάσεων», με…, με…, με…;
Γιατί όλα αυτά τα χρόνια γινόμουν δέκτης μόνο γλυκών περιγραφών και αναμνήσεων, υπερβολικής αγάπης και αγιάτρευτου ψυχικού πόνου για το πολυτραγουδισμένο, το πολυδοξασμένο και αλησμόνητο Μοναστήρι, όπως θα έλεγαν οι αείμνηστοι: ο πρώην πρόεδρος Θεόδωρος Βόσδου, ο μαέστρος Δημοσθένης Μούσιος και ο καθηγητής-καλλιτέχνης Τάκης Μπέσσας;
Η αλήθεια είναι όμως, ότι άκουσα λόγια και, μάλιστα πολλά!!! Άκουσα παράπονα, κατηγορίες, αναθέματα, φωνές, κατάρες, λόγια, λόγια, πράματα και θάματα. Για βασιλιάδες, για πρωθυπουργούς, για υπουργούς, για πολιτικούς, για βουλευτές, για συνθήκες και συμφωνίες, για νομάρχες και δημάρχους, για δημόσια και φυσικά πρόσωπα, ναι… Για πρόσωπα, ναι. Για την Ελλάδα, για την Πατρίδα, όχι.
Γιατί;
«Αυτοί, έχουν την Ελλάδα μέσα τους, τί περιμένεις;», ήταν μια απάντηση που λάμβανα από την μαμά μου. Δεν με ικανοποιούσε όμως. Μα όλοι μας, ως Έλληνες, την Ελλάδα έχουμε μέσα μας. Μακεδόνες, Πόντιοι, Μικρασιάτες, Κιουταχειώτες, Θρακιώτες, Βορειοηπειρώτες, Νησιώτες, όλοι!
Μετά από χρόνια, κατέληξα τελικά στο προφανές, ότι δηλαδή, σε εκείνη την γειτονιά, σε εκείνους τους ανθρώπους της πρωτοδεύτερης και τριτοτέταρτης γενιάς των Μοναστηριωτών, φώλιαζε η αυθεντική λαϊκή σκέψη και λόγος, που είναι εχθροί κάθε λαϊκισμού, κάθε ψεύδους, κάθε μίσους και κάθε προπαγάνδας.
Διότι, όλοι μας ξεχνάμε πως, όπου και όταν απουσιάζουν η αυθεντική σκέψη και ο αυθεντικός λόγος από το μυαλό και το λεξιλόγιο των «μεγάλων» και «υπευθύνων», τότε εμφανώς βρίσκει ευκαιρία, τρυπά και περνά στον λαό ο λαϊκίστικος και ανακριβής λόγος των «μικρών», των «ανεύθυνων», των «επικίνδυνων».
Και ήμουν τυχερός και ευγνώμων που μεγάλωσα εκεί!
Διότι, από εκείνους τους γέροντες και τις γριές πρόσφυγες, τους γείτονες και τις γειτόνισσες της παλιάς μου γειτονιάς, που δεν αποδείχτηκαν αγνώμονες προς την μητέρα Πατρίδα, ανέβλυζε η αυθεντική, η ήρεμη και δυνατή πατριωτική στάση τους για την Ελλάδα, όχι με όπλα και εξεγέρσεις, παράλληλα, με μια δυναμική θέληση και παρουσία για την νέα τους πατρίδα.
Και αυτό:
-παρότι, βίωσαν τον ξεριζωμό από πρώτο χέρι,
-παρότι, ταλαιπωρήθηκαν χρόνια μέχρι την πλήρη εγκατάστασή τους στο «Νέο Μοναστήρι», όπως τους είχαν υποσχεθεί,
-παρότι, θυσιάστηκαν και ξεχάστηκαν για χάρη της Ελληνοσερβικής φιλίας,
-παρότι δεινοπάθησαν από «λάθη», «πολιτικές», «εγκλήματα» -όπως καταγγέλλουν με τόση ευκολία τόσοι και τόσοι άλλοι στην περιοχή μας
και,
-παρότι, που στην πραγματικότητα, οι Μοναστηριώτες, δεν αποκαταστάθηκαν ποτέ ούτε υλικά, ούτε ηθικά, ούτε πολιτικά.
Κατέληξα, ότι στην πολυτάραχη ζωή τους, που μεταφέρθηκε από το «μέσα» στο «εδώ», δεν υπήρχαν κενά. Υπήρχε συνοχή, εμπειρία, υπεροχή και πληρότητα. Είχαν εκπληρώσει οι ίδιοι, όπως και οι πρόγονοί τους, το χρέος τους προς την Μητέρα Πατρίδα -πολύ πριν την ένταξή τους σε αυτήν αλλά και μετά την ένταξή τους- δηλαδή την ανύψωση και διατήρηση της εθνικής, κοινωνικής, θρησκευτικής, πολιτικής και πολιτιστικής τους ταυτότητας. Όλοι τους ήταν πλήρεις γεγονότων, αναμνήσεων, ιστοριών, εμπειριών, δοκιμασιών, υπομονών, αναμονών, αποτυχιών, επιτυχιών. Αγωνίστηκαν, δημιούργησαν, γονάτισαν, τσακίστηκαν, ξεριζώθηκαν, σηκώθηκαν, στέριωσαν, έζησαν. Τα είχαν δει και τα είχαν ζήσει όλα.
Το έδειχναν αυτό καθημερινά αφήνοντας πίσω το παρελθόν τους -χωρίς να το ξεχνούν- και, νιώθοντας πλέον μέλη ενός νέου εθνικού συνόλου, μιας νέας οργανωμένης κοινωνίας, με τα θετικά και τα αρνητικά της, προορισμένης να προχωρήσει, να αναπτυχθεί, να προοδεύσει. Είχαν σύμπνοια για το συλλογικό, το κοινό καλό.
Για αυτό, ίσως, σχεδόν όλοι τους πολύ λίγο μιλούσαν για τις δυσκολίες και τα βάσανα που πέρασαν από τον ξεριζωμό τους.
Έβαζαν τον πήχη ψηλά!!!
Γνώριζαν, μετά από όλα αυτά, ότι η κάθε Πατρίδα, μεγαλώνει και προοδεύει από υπεύθυνους, ικανούς και τολμηρούς, ενώ μικραίνει και καταστρέφεται από ανεύθυνους, ανίκανους και μικρούς.
Βίωναν το αυτονόητο, που εμείς στην κακομοιριά, την εσωστρέφεια και την ανικανότητά μας σήμερα ξεχνάμε: ότι υπεύθυνοι για τα καλά και τα κακά μιας χώρας, είναι οι άνθρωποί της, οι πολίτες της, οι κυβερνώντες. Όχι η Πατρίδα, όχι η Ελλάδα.
Αυτή μας έχει κληροδοτηθεί για να την παραδώσουμε στους επόμενους καλύτερη!!!
Επίσης, ποτέ δεν άκουσα καταγγελίες για όσους Μοναστηριώτες έμειναν πίσω για πολλούς και διαφόρους λόγους. Πάντα προσπαθούσαν να διατηρήσουν επαφές και σχέσεις με συγγενείς, φίλους και παρέες, της άλλης πλευράς, προτού οι πολιτικές σκοπιμότητες δηλητηριάσουν κάθε προσπάθεια διατήρησης αυτών των σχέσεων.
Αγαπητοί συντοπίτες Φλωρινιώτες-Μοναστηριώτες, σεβαστές αρχές.
Και φέτος, θα πρέπει να φύγουμε περήφανοι για την ιστορία των Μοναστηριωτών, περήφανοι για τους πρόσφυγες προγόνους μας, περήφανοι για όσα μας κληροδότησαν. Όχι για τα πολυτελή σπίτια ή τα οικόπεδα που μας άφησαν, ούτε για τις λίρες, τα χρυσά, τους σεμέδες, τις δαντέλες, τα σερβίτσια, τους πίνακες, τα μουσικά όργανα…
Φεύγουμε ήσυχοι, αναπαυμένοι, ήρεμοι και εσωτερικά γαλήνιοι, παρά τα όσα μάθαμε ή για όσα ξαναθυμηθήκαμε για το Μοναστήρι.
Διότι, οι πρόγονοί μας, εν μέσω πολλών δυσκολιών, έκαναν το χρέος τους, το καθήκον προς την πατρίδα και προς τις οικογένειές τους. Και μάλιστα, χωρίς καθόλου παραβατικές, εχθρικές, παράνομες, ρατσιστικές, αντεθνικές ή εθνικιστικές συμπεριφορές. Πάντα, με περίσσευμα αξιοπρέπειας. Υπέμεναν και καρτερούσαν…
Καταξιώθηκαν έναντι των πολέμων, της προσφυγιάς, της απαξίωσης, της μιζέριας, της κατήφειας, έναντι της «μικράς και εντίμου Ελλάδος». Επιπλέον, δεν χρωστάνε σε κανέναν για την παρουσία τους εδώ. Πλήρωσαν με πολύ κόπο, κάθε τούβλο και κάθε κεραμίδι που τους πουλήθηκε.
Άφησαν γεμάτες τις σελίδες της ιστορίας τους στο Μοναστήρι, χωρίς να τις ωραιοποιήσουν, και αγωνίστηκαν για να γεμίσουν τις νέες σελίδες, στο νέο τους βιβλίο που άνοιξε -για αυτούς- στην Φλώρινα.
Δεν έμειναν προσκολλημένοι στο παρελθόν με αγκυλώσεις, ιδεοληψίες και εμμονές και για αυτό κανένας Μοναστηριώτης δεν ξεπεράστηκε από την ιστορία και την σύγχρονη πραγματικότητα. Παρέμειναν ατομικά και συλλογικά ενεργοί και πάντοτε επίκαιροι.
Και για όλους αυτούς τους λόγους, δεν χρειάζεται να απολογηθούμε σε κανέναν. Άλλοι οφείλουν να έχουν χαμηλωμένο το βλέμμα τους και μετρημένα τα λόγια τους, όταν μας μιλούν για το Μοναστήρι και τους ανθρώπους του και, άλλοι, οφείλουν κάποτε να ζητήσουν συγγνώμη και μάλιστα, να αποκαταστήσουν ηθικά αυτούς, όπως και όλους τους άλλους πρόσφυγες.
Ας είναι Άπαντες αναπαυμένοι.
Αιωνία τους η Μνήμη.
Χρόνια Πολλά.