Αποχαιρετισμός του Γιώργου Λιάνη στον Χρήστο Αλεμπάκη
Ο Χρήστος έγραψε στη Φλώρινα τη δική του μικρή ιστορία. Πυκνή ιστορία. Αληθινή.
Για όσους διανύσαμε, οριζοντίως και καθέτως, αυτόν τον μοναδικό τόπο, ο Χρήστος ήταν συνταξιδιώτης. Ένας δρομέας αντοχής. Τώρα, σκεπάζω με αρμύρα τη σεπτή του μνήμη.
Το να πω ότι ήμασταν φίλοι από παιδιά, είναι λίγο. Η αγάπη μας ήταν ισόβια. Τουλάχιστον μέχρι πριν λίγες ώρες, που έκλεισε τα μάτια του.
Ήταν Δήμαρχος, γιατί αγαπούσε τον τόπο περισσότερο και εντονότερα απ’ ό,τι τον εαυτό του. Συνάμα, γνώριζε καλά τον τόπο. Έχοντας υπηρετήσει στο Αμύνταιο τη μισή του ζωή και έχοντας την οικογένεια, τη λατρεμένη του γυναίκα και τα τρία του παιδιά, στη Φλώρινα, ο Χρήστος ένα δρομολόγιο είχε πάντα: Φλώρινα – Αμύνταιο – Φλώρινα και σ’ αυτό δεν άλλαξε ποτέ τίποτε.
Έγινε Δήμαρχος της πόλης της Φλώρινας γιατί το άξιζε. Γιατί η γνώμη των πολιτών της Φλώρινας, ήξερε καλά ότι έβαλε έναν άνθρωπο στη θέση που έπρεπε.
Όπως για όλους μας, τα παιδικά μας χρόνια είναι η ζωή μας, έτσι και για μας. Θα ξεχώριζα το τρίγωνο Αλεμπάκης – Αλεξίδης – Λιάνης. Ο ένας δεν χαρίστηκε ποτέ στον άλλον. Πάντα αγαπιόμασταν με πάθος και με σταθερό-τητα.
Οι δυο μας ήμασταν και αντίπαλοι στο ποδόσφαιρο. Αυτός στον «Νικηφόρο» κι εγώ στον «Ερμή» Αμυνταίου. Αν και ήταν «κλαδευτήρι», εμένα δεν με χτύπησε ποτέ.
Μετά το 1989, που μπήκα κι εγώ στα κοινά, στάθηκε στο πλευρό μου έχοντας πάντα πυξίδα το καλό του Νομού μας. Όταν άρχισαν οι «Πρέσπες», έγινε ο πιο μεγάλος θαυμαστής και ο πιο τακτικός επισκέπτης, όχι μόνο στις εκδηλώσεις, αλλά στο υπογειάκι, όπου δουλεύαμε με τη Χρύσα και τα άλλα παιδιά. Έλεγε τον καλό του το λόγο, έπαιρνε τα έντυπά του και έφευγε.
Όλα τα καλοκαίρια μου είναι σημαδεμένα από τις συζητήσεις που κάναμε στην ταράτσα του ξενοδοχείου «Φαίδων», με αυτόν τον άνθρωπο, που ήταν δύσκολος. Δημοκράτης από κούνια. Δήμαρχος από κιμπαριλίκι. Ενίοτε κακός, από ζόρια, αλλά για λίγα δευτερόλεπτα. Ήταν βράχος ο Χρήστος.
Όταν έμαθα το νέο, πρωί της Τετάρτης, από τον Φαίδωνα, τον καλό μου φίλο, κάθισα δυο ώρες στο γραφείο μου και συλλογιζόμουν τη ζωή μας. Μετά μονολογούσα. Ήταν σαν να του μίλαγα. Θα φτερνίζεται εκεί όπου πάει.
Κρατάω σαν φυλαχτό το πόσο με μέμφονταν, γιατί δεν ήμουν καλός οικογενειάρχης. Αλλά κι αυτό μου το συγχωρούσε. Ο ίδιος ήταν ένας σπάνιος οικογενειάρχης. Αφοσιωμένος. Με λυτρωτική διάθεση, και για τη γυναίκα, και για τα παιδιά του.
Στις Δημοτικές Εκλογές, αλλά και στις εθνικές, όπου έπαιρνα εγώ μέρος, ήταν πάντα ψύχραιμος και δεν έχανε ποτέ το μέτρο. Κατά συνέπεια, ήταν ένας εξαιρετικός σύμβουλος. Τέτοιους ανθρώπους θέλουν οι τοπικές κοινωνίες.
Υπό το κράτος μιας άφατης λύπης, δεν έχω να πω περισσότερα λόγια, γιατί νιώθω πως αν πω περισσότερα, θα ξεφύγω και δεν θα του αρέσει. Απλώς, βιάζομαι να γυρίσω στη Φλώρινα, για να δω τους αγαπημένους του οικείους και να τους φιλήσω έναν-έναν, λέγοντας πως δεν θα τον ξεχάσω ποτέ. Το ξέρει και το ξέρω. Και τώρα, του εύχομαι Αιώνια Ανάπαυση.
Γιώργος Λιάνης