Σαμαρείτις η απλοϊκή
Ἡ Σαμαρῖτις τοῦ εὐαγγελίου τῆς Ε΄Κυριακῆς μετὰ τὸ πάσχα στὸ διάλογό της μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ φέρεται μὲ ἁπλότητα ἀφέλεια καὶ ἀμάθεια. Ὅ,τι λέει, παιδαριῶδες ἢ σοβαρό, τὸ λέει χωρὶς περιστολὴ ἢ σκοπιμότητα, ἀλλὰ ἀπὸ παραδοσιακὴ ἀντίληψι. Ὁ καρδιογνώστης δὲν τὴν παρεξηγεῖ, κι ἐκείνη, ἐνῷ στὴν ἀρχὴ ἀντιλέγει σὲ ὅ,τι τῆς ζητεῖ, γρήγορα ἀρχίζει νὰ τὸν βλέπῃ σὰν ἐνδιαφέρουσα περίπτωσι ἀνθρώπου μὲ καλὲς διαθέσεις ἀπέναντί της. Ἡ διαίσθησί της τῆς βεβαιώνει ὅτι ὁ συνομιλητής της δὲν εἶναι ἕνας συνηθισμένος Ἰουδαῖος, ἀπὸ τὸν ὁποῖο θὰ μποροῦσε νὰ εἰσπράξῃ ὑποτίμησι καὶ εἰρωνεία, ἀλλὰ ἕνας προφήτης ποὺ πολλὰ καὶ ἐνδιαφέροντα ἔχει νὰ τῆς πῇ, καὶ συνάμα νὰ τῆς λύσῃ καὶ τὶς λατρευτικὲς ἀπορίες της μὲ πειστικὲς ἀπαντήσεις.
Ὅταν ἡ συζήτησι Χριστοῦ καὶ Σαμαρείτιδος ἔφτασε στὸ σημεῖο νὰ τῆς ζητήσῃ νὰ φωνάξῃ τὸν ἄντρα της κι ἐκείνη τοῦ ἀπάντησε κοφτὰ Δὲν ἔχω ἄντρα, προφανῶς γιὰ νὰ μὴν ἐπεκταθῇ σὲ προσωπικά της ζητήματα, διεπίστωσε ὅτι ὁ ἄγνωστός της δὲν ἐξεπλάγη μήτε διετέθη δυσμενῶς ἀπέναντί της῾ ἀντιθέτως μὲ πολλὴ συγκατάβασι καὶ κατανόησι ἀλλὰ καὶ λεπτὴ προφητικὴ διάκρισι τῆς εἶπε, σὰ νὰ ἦταν γείτονάς της, ὅτι εἶχε γνωρίσει στὸ παρελθὸν πέντε ἄντρες καὶ αὐτὸς ποὺ ἔχει τώρα, ὁ ἕκτος, δὲν εἶναι ἄντρας της, ἔμεινε κατάπληκτη῾ δὲν περίμενε ὁ ξένος νὰ γνωρίζῃ τέτοιες λεπτομέρειες τῆς ζωῆς της, ποὺ τὴν ταλαιπώρησαν τόσο πολὺ γιὰ πολλὰ χρόνια τῆς νεότητός της. Μετὰ τὴ διαπίστωσι αὐτὴ ἔφυγαν ὅλες οἱ ἐπιφυλάξεις της ἀπὸ αὐτὸν καὶ προχωρεῖ ἐλεύθερα στὰ ἐρωτήματά της πρὸς αὐτὸν μὲ ἐμπιστοσύνη, ἐρωτήματα ποὺ εἶχαν σχέσι μὲ τὴν ἀληθινὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ.
Ἐμεῖς ὅμως θὰ παραμείνουμε στὸ ἂν ἡ Σαμαρεῖτις εἶχε ἐπιλήψιμη ἠθικῶς ζωή, ὅπως λέγεται ἀπὸ ἐκείνους ποὺ παραξήγησαν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ Πέντε ἄνδρας ἔσχες, καὶ νῦν ὃν ἔχεις οὐκ ἔστι σου ἀνήρ, καὶ βιάστηκαν νὰ βγάλουν ἐπιβαρυντικὰ συμπεράσματα γιὰ τὴν ἁπλῆ καὶ πονεμένη γυναῖκα, γιὰ νὰ δοῦμε πῶς ἔχει ἡ ὑπόθεσι μὲ κριτήριο τὸ μωσαϊκὸ Νόμο, ἢ πιὸ ἁπλᾶ, τὸ γαμικὸ καθεστὼς τῆς ἐποχῆς της.
Ὁ Νόμος, μὲ τὶς διατάξεις τοῦ ὁποίου ζοῦσαν τότε οἱ Ἰουδαῖοι, ἀλλὰ καὶ οἱ Σαμαρεῖτες, ποὺ τηρώντας μέρος μόνο τοῦ Νόμου (τὴν Πεντάτευχον) ἤθελαν νὰ τοὺς θεωροῦν οἱ Ἰουδαῖοι γνησίους καὶ ὄχι μιγαδικοὺς ὡς πρὸς τὴν θρησκευτικότητά τους, ὁ Νόμος λοιπόν, σχετικὰ μὲ τὸ γάμο ἀναγνώριζε ὡς νόμιμο καθεστὼς τὸ γάμο ποὺ ἦταν φυσικὸς καὶ αὐτόματος, δηλαδὴ τὴν μονογαμία, ποὺ συνάπτονταν ἀποφευγομένης ἀπαραιτήτως τῆς αἱμομιξίας. Παράλληλα, μετὰ τὴν παρακοὴ τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας, ὁ Θεὸς ἀνέχθηκε καὶ τὴν πολυγαμία καὶ τὴν παλλακεία, ἐπειδὴ οἱ σκληροτράχηλοι Ἰουδαῖοι, ὅταν ἔπαυαν ν᾿ ἀγαποῦν τὴ γυναῖκα τους, ἔφταναν στὸ ἀκραῖο καὶ ἀπάνθρωπο φαινόμενο νὰ τὴ σκοτώνουν, κι ὁ Θεός, λέω, ἀνέχθηκε τὸ διαζύγιο καὶ φυσικὰ καὶ τὴν πολυγαμία καὶ τὴν παλλακεία. Ὁ ἄντρας μποροῦσε νὰ χωρίςῃ τὴ γυναῖκα ποὺ δὲν ἤθελε ἀκόμη καὶ χωρὶς λόγο.
Τὸ διαζύγιο (ἀποστάσιον) ἦταν αὐτόματο, ἰδιωτικὸ καὶ ἀκαριαῖο. Τὸ ἔγραφε καὶ τὸ ὑπέγραφε ὁ ἄνδρας, ὅταν ἤθελε, σὲ ἕνα πινάκιο καὶ τὸ ἔδινε στὴν ἀνεπιθύμητη γυναῖκα του, ὅτι ἀπὸ τὴ ἡμέρα αὐτὴ παύει νὰ εἶναι γυναῖκα του, τὴν ἀπολύει. Ἔτσι ἡ γυναῖκα δὲν ἦταν ἀπολελυμένη, δηλαδὴ πόρνη, ἐκδιδόμενη μὲ ἢ χωρὶς ἀμοιβὴ ἢ ἀνταλλάγματα, ἀφοῦ τὸ ἀποστάσιον τῆς ἔδινε τὴ δυνατότητα νὰ πλησιάσῃ ἄλλον ἄνδρα καὶ νὰ συζήσῃ μαζί του, εἴτε σὰν ἐπίσημη γυναῖκα του ἑνωμένη μὲ γάμο, εἴτε ὡς ἀνεπίσημη παλλακὴ χωρὶς γάμο, θεωρούμενη ἀθώα καὶ νόμιμη καὶ ἀκατηγόρητη. Χωρὶς ἀποστάσιον καὶ ζώντας μὲ ἐλεύθερες σχέσεις, τυχὸν συλλαμβανόμενη παραπέμπονταν σὲ παραδειγματισμόν, ποὺ δὲν ἦταν παρὰ θάνατος καὶ γι᾿ αὐτὴν καὶ γιὰ τὸν ἄντρα.
Μὲ τὸ καθεστὼς αὐτὸ τοῦ ἀποστασίου-διαζυγίου ὁ ἄνδρας μποροῦσε νὰ χωρίσῃ μιὰ γυναῖκα του, ὅπως εἴπαμε, καὶ χωρὶς λόγο, καὶ ν᾿ ἀποκτήσῃ στὴ συνέχεια καὶ δεύτερη καὶ τρίτη καὶ περισσότερες. Ὁ συνολικὸς ἀριθμὸς γάμων γιὰ τὸν ἄντρα ἦταν ἀπεριόριστος, ὄχι ὅμως καὶ γιὰ τὴ γυναῖκα. Ἡ γυναῖκα ποτὲ καὶ μὲ κανένα λόγο δὲν εἶχε δικαίωμα νὰ χωριστῇ ἀπὸ τὸν ἄντρα της. Πρέπει ἀκόμη νὰ διαλευκανθῇ ὅτι ὁ ἄντρας μποροῦσε νὰ ἔχῃ πολλὲς γυναῖκες ταυτοχρόνως, ἀλλ᾿ ὄχι στὴν ἴδια στέγη, ὅπως κάνουν οἱ μωαμεθανοί στὰ χαρέμια τους, καταπιέζοντας ὑποτιμώντας καὶ καταφρονώντας τὸ πρόσωπο καὶ τὴν ἀξία τῆς γυναίκας, ἀλλὰ νὰ φροντίζῃ, καί, ἐννοεῖται νὰ διαθέτῃ τὴν οἰκονομικὴ ἐπιφάνεια, νὰ συντηρῇ τὴν κάθε μιὰ στὸ δικό της οἴκημα καὶ νοικοκυριό.
Ἡ Σαμαρεῖτις, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὸ θεόπνευστο κείμενο τοῦ Ἰωάννου, δὲν πρέπει νὰ εἶχε ἑλκυστικὰ προσόντα διανοητικὰ ἢ καὶ σωματικά. Πιθανῶς νὰ ἦταν καὶ ἄτεκνη καὶ γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀστέργιωτη σὲ ἕναν ἄντρα. Ἀφοῦ τὴ χώρισαν οἱ πέντε πρῶτοι ἄντρες ὁ ἕνας μετὰ τὸν ἄλλο ὕστερα ἀπὸ σύντομη συμβίωσι μαζί της, ἔγινε δεκτὴ ἀπὸ τὸν ἕκτο σὰν παλλακὴ καὶ ὄχι σὰν ἐπίσημη γυναίκα του. Σὰν τέτοια δὲν εἶχε τὸ δικαίωμα νὰ προσφωνῇ τὸ ἄντρα ἄντρα της, οὔτε τὰ παιδιά της νὰ ἔχουν κληρονομικὰ δικαιώματα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶπε στὸ Χριστὸ Δὲν ἔχω ἄντρα. Καὶ ὁ Χριστὸς συμφωνεῖ῾ Καλῶς εἶπας ἄνδρα οὐκ ἔχω῾ πέντε γὰρ ἄνδρας ἔσχες, καὶ νῦν ὃν ἔχεις οὐκ ἔστι σου ἀνήρ. Τοῦτο ἀληθὲς εἴρηκας. Σὰ νὰ τῆς λέῃ᾿ Ὅπως βλέπεις δὲν σὲ περιφρονῶ μήτε σὲ ὑποτιμῶ. Βρίσκω νὰ κινῆσαι μέσα στὰ νομικὰ δικαιώματα, καὶ σοῦ ἀποδίδω τὸ δίκαιο.
Δὲν ἦταν λοιπὸν πόρνη, ὅπως ποιητικῇ ἀδείᾳ τὴν χαρακτηρίζουν οἱ ὑμνογράφοι (Δοξαστικὸ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς), ἢ ἄλλοι βιαστικοὶ καὶ εὐσκανδάλιστοι, ἀγνοοῦντες τὸ γαμικὸ καθεστώς, μήτε ἄξια περιφρονήσεως, ἀλλὰ νόμιμη καὶ ἀφελής.
Νὰ ὑπενθυμίσουμε ὅτι τὸ χριστιανικὸ καθεστὼς τῆς μονογαμίας, ποὺ χάθηκε ἐξ αἰτίας τῶν πρωτοπλάστων, τὸ ἐπανέφερε ὁ Χριστός. Σὲ ἄλλη εὐκαιρία θὰ μιλήσουμε καὶ γι᾿ αὐτὸ διεξοδικώτερα.
Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης
ἀρχιμανδρίτης