Η παγκοσμιοποίηση, το προκαλούμενο σοκ από την Κίνα και τα μέτρα, για την αντιμετώπισή του
Δρ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΣ Π. ΣΥΜΕΩΝ
Ο όρος παγκοσμιοποίηση ταυτίστηκε με την ελεύθερη ανταλλαγή αγαθών,κεφαλαίων, υπηρεσιών, ανθρώπων, τεχνικών και πληροφοριών σε παγκόσμιο επίπεδο. Καθορίζει δε τη διαδικασία ολοκλήρωσης της αγοράς και ανθρώπινης προσέγγισης, που προκύπτει ιδίως από την απελευθέρωση του εμπορίου, την ανάπτυξη των μέσων μεταφοράς ανθρώπων και αγαθών και τον αντίκτυπο των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνίας (ΤΠΕ) σε πλανητική κλίμακα. Εκδηλώνεται, πέρα από την αυξανόμενη αλληλεξάρτηση των οικονομιών (οικονομική παγκοσμιοποίηση ) και την εντατικοποίηση του ανταγωνισμού, με την επέκταση των ανταλλαγών και των ανθρώπινων αλληλεπιδράσεων.
Η παγκοσμιοποίηση τα τελευταία χρόνια πέρασε διάφορες προκλήσεις: Η πρώτη πρόκληση εμφανίστηκε με την εμφάνιση της πανδημίας του Covid-19, όταν οι αλυσίδες εφοδιασμού κατηγορήθηκαν για την έλλειψη εφοδιασμού φαρμάκων και μασκών.
Η δεύτερη πρόκληση προκλήθηκε από τον πόλεμο Ρωσίας Ουκρανίας το Φεβρουάριο του 2022. Οι εφοδιαστικές αλυσίδες απειλήθηκαν από γεωπολιτικές αναταράξεις και οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής προέβησαν σε μετεγκατάσταση βιομηχανιών σε φιλικές χώρες.
Τέλος, η παγκοσμιοποίηση κατηγορείται ότι συνεισφέρει στην υπερθέρμανση του πλανήτη ευνοώντας τις μεταφορές εμπορευμάτων και τη μετεγκατάσταση των βιομηχανιών, που ρυπαίνουν, σε χώρες με λιγότερο αυστηρούς περιβαλλοντικούς κανόνες.
Το πρώτο σοκ της Κίνας συνίστατο από εξαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, ηλεκτρονικών ειδών ευρείας κατανάλωσης και άλλων φθηνών προϊόντων μαζικής παραγωγής και κατανάλωσης. Το σοκ αυτό επηρέασε πολύ λιγότερο την Ευρώπη, ωστόσο η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία έχασαν θέσεις εργασίας σε αυτούς τους κλάδους. Η βιομηχανική καρδιά της Ευρώπης επηρεάστηκε λιγότερο, επειδή η βιομηχανία εδώ παρήγαγε προϊόντα υψηλότερης ποιότητας. Το δεύτερο σοκ από την Κίνα το βιώνουμε τώρα ακριβώς και επηρεάζει τους τομείς, στους οποίους η Ευρώπη και ιδιαίτερα η Γερμανία, αλλά και οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής διακρίνονται: αυτοκίνητα, μηχανήματα και χημικά. Οι εξαγωγές αυτοκινήτων της Κίνας έχουν εξαπλασιαστεί από το 2020 και η έκρηξη συνεχίζεται στις ημέρες μας.
Η δυσπιστία προς την Κίνα αυξήθηκε το 2015, όταν ο ανταγωνισμός από χώρες χαμηλού κόστους, όπως η Κίνα πυροδότησε ανησυχίες που οδήγησαν στον πόλεμο των δασμών μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών. Ο κινεζικός εμπορικός ακτιβισμός προκαλεί τεράστια πλεονάσματα αγαθών, με τα οποία επιδιώκει να πλημμυρίζει τον κόσμο, αποσταθεροποιώντας τις οικονομίες των χωρών και επιδεινώνοντας τις εντάσεις.
Οι Βρυξέλλες ανακοίνωσαν, στις 12 Ιουνίου, αύξηση έως και 28% στους ευρωπαϊκούς δασμούς στις εισαγωγές κινεζικών ηλεκτρικών οχημάτων, ενώ επιδιώκουν να αποφύγουν έναν εμπορικό πόλεμο με το Πεκίνο, που κατηγορείται ότι ευνόησε παράνομα τους κατασκευαστές του. Η Γερμανία, που έχει πολλά συμφέροντα στην Κίνα, αντιστάθηκε με τη Σουηδία και την Ουγγαρία στην παραπάνω αύξηση των δασμών φοβούμενη κυρώσεις και αντίποινα από την Κίνα. Η Γαλλία και η Ισπανία, αντίθετα, πίεσαν για στοχευμένα και αναλογικά μέτρα.
Τα οχήματα που κατασκευάζονταν σε κινεζικά εργοστάσια φορολογούνταν μέχρι τώρα με 10% στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Οι Βρυξέλλες αποφάσισαν τον περασμένο Ιούνιο να αυξήσουν αυτούς τους δασμούς σε 17,4% για τον κινέζο κατασκευαστή BYD, 20% για την Geely και 38,1% για τη SAIC. Για άλλους κατασκευαστές, θα πρέπει να ισχύει ένας μέσος δασμός 21%. Οι Βρυξέλλες θα έχουν στη διάθεσή τους τέσσερις μήνες, μετά τη θέσπιση των προσωρινών δασμών, για να επιβάλουν τους οριστικούς δασμούς, κάτι που ανοίγει ένα παράθυρο διαλόγου μέχρι τον Νοέμβριο του 2024 με την Κίνα.
Το Πεκίνο κατήγγειλε αμέσως την «καθαρά προστατευτική συμπεριφορά» των Ευρωπαίων, σε δελτίο τύπου του Υπουργείου Εμπορίου. Η Κίνα προειδοποιεί ότι «θα λάβει όλα τα μέτρα για να υπερασπιστεί σθεναρά τα νόμιμα δικαιώματά της».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες αντίστοιχα αύξησαν, από την Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου, τους τελωνειακούς δασμούς σε μια ολόκληρη σειρά κινεζικών προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων ηλεκτρικών οχημάτων (+ 100%), μπαταριών λιθίου (+ 25%), φωτοβολταϊκών στοιχείων (+ 50%), αλλά και χάλυβα και αλουμίνιο (+ 25%). Τελωνειακοί δασμοί προγραμματίζονται για το 2025, για παράδειγμα, στους ημιαγωγούς (+ 50%) ή για το 2026, στον γραφίτη (+ 25%), ένα ορυκτό ιδιαίτερα περιζήτητο για την ηλεκτρική του αγωγιμότητα. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν δικαιολόγησε αυτές τις αυξήσεις το Μάιο εξαιτίας «των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών της Κίνας, όσον αφορά στη μεταφορά τεχνολογίας, την πνευματική ιδιοκτησία και την καινοτομία», κατηγορώντας την ότι «πλημμύρισε τις παγκόσμιες αγορές με τεχνητά χαμηλές τιμές των προϊόντων της στις εξαγωγές της».
Παντού σε όλο τον πλανήτη, υψώνονται τελωνειακοί φραγμοί και ο τόνος ανεβαίνει ενάντια στα γιγάντια πλεονάσματα της Κίνας. Από την πλευρά του, το Πεκίνο προσπαθεί να παρακάμψει τους τελωνειακούς δασμούς επενδύοντας σε τοπικό επίπεδο (π.χ. Πολωνία) ή εξάγοντας μέσω τρίτων χωρών (π χ. μέσω Μεξικού στις Ηνωμένες Πολιτείες ή μέσω Τουρκίας στην Ευρώπη). Ωστόσο, πριν ολοκληρωθεί το παρόν άρθρο, οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής εισήγαγαν δασμό 100/100 στα αυτοκίνητα που εισάγονται από το Μεξικό.
Από την πλευρά του, το Πεκίνο ανακοίνωσε ήδη τον Ιανουάριο μια έρευνα που στοχεύει να επιβάλει δασμούς σε όλα τα οινοπνευματώδη ποτά, που εισάγονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, συμπεριλαμβανομένου του κονιάκ. Κρασί, γαλακτοκομικά προϊόντα, χοιρινό και αυτοκίνητα μεγάλου κινητήρα είναι επίσης στο στόχαστρο, σύμφωνα με τον κινεζικό κρατικό Τύπο.
Το ερώτημα που προκύπτει άμεσα είναι το εάν οδηγούμεθα προς την πλήρη αποπαγκοσμιοποίηση. Η απάντηση είναι όχι, αν κρίνουμε από τον δυναμισμό των εμπορικών ανταλλαγών, την κίνηση κεφαλαίων ή ανθρώπων.