Πέτη Πέρκα: «Η κυβέρνηση πρέπει να ασχοληθεί πιο σοβαρά με την οδική ασφάλεια» (video)
Τοποθέτηση στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Οδικής Ασφάλειας της Βουλής κατά τη συζήτηση σχετικά με τη σύνταξη της Έκθεσης της Επιτροπής (Άρθρο 43Α, Παρ. 6 του Κανονισμού της Βουλής)
«Το θέμα της οδικής ασφάλειας και των τροχαίων ατυχημάτων είναι ιδιαίτερα σοβαρό και συμφωνώ με την άποψη ότι δεν υπάρχουν ‘χρώματα’ και ‘κόμματα’ σ’ αυτήν την ‘εθνική πληγή’. Υπάρχουν όμως πολιτικές», υπογράμμισε στην έναρξη της τοποθέτησής της η Βουλεύτρια Φλώρινας και Γραμματέας της Κ.Ο. της Νέας Αριστεράς.
«Θυμάμαι χρόνια πριν τη Λευκή Βίβλο για τις μεταφορές, όπου, μεταξύ άλλων, υπήρχε ο στόχος να μειωθούν στο μισό οι θάνατοι από τροχαία ατυχήματα. Δυστυχώς δεν επιτεύχθηκαν οι στόχοι αυτοί. Το 2023 είχαμε συνολικά 621 νεκρούς στην άσφαλτο – η Ελλάδα έρχεται 23η στις 27 χώρες της ΕΕ σε νεκρούς στο δρόμο, με 60 ανά 1 εκατομμύριο κατοίκων. Ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 46 νεκροί ανά 1 εκατομμύριο κατοίκων, υπάρχει κι εκεί πρόβλημα. Μόνο οι βόρειες χώρες τα έχουν πάει καλύτερα, συγκεκριμένα η Σουηδία και η Δανία, με 22 και 27 νεκρούς αντίστοιχα ανά 1 εκατομμύριο κατοίκων, και είναι πιο κοντά στο όραμα της ΕΕ για μηδέν νεκρούς σε οδικά ατυχήματα μέχρι το 2050. Για να μην επεκταθώ, σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, στο υψηλό ποσοστό νεκρών μοτοσυκλετιστών, που ανέρχεται σε 38%, σε σχέση με το 18% που αποτελεί τον ευρωπαϊκό μέσο όρο».
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στους τρεις παράγοντες που αποτελούν τις αιτίες των τροχαίων ατυχημάτων: την υποδομή, το όχημα και τον οδηγό. Σημείωσε ειδικότερα ότι τα τελευταία χρόνια έχει βελτιωθεί κατά πολλοίς η υποδομή στη χώρα μας, με την κατασκευή των αυτοκινητοδρόμων, ενώ και η τεχνολογία των οχημάτων είναι πιο σύγχρονη. Άρα το «λεπτό σημείο» είναι ο οδηγός.
«Κατά τη θητεία μου ως Γενική Γραμματέας Μεταφορών, είχαμε θεσμοθετήσει με νόμο συγκεκριμένα μέτρα, το οποία η κυβέρνηση της ΝΔ κατήργησε το 2019. Παράδειγμα, στις εξετάσεις υποψήφιων οδηγών, ήταν υποχρεωτική η κάμερα. Όλοι γνωρίζουμε την κατάσταση με τα διπλώματα οδήγησης, τους χρηματισμούς, τότε είχαμε ανακαλύψει ολόκληρη συμμορία.
Το δεύτερο παράδειγμα αφορούσε στα όρια ηλικίας για την απόκτηση διπλώματος οδήγησης. Έχει αποδειχθεί ότι οι ηλικιωμένοι οδηγοί ευθύνονται για πολλά ατυχήματα, λόγω των μειωμένων αντανακλαστικών τους και άλλων αιτιών. Το 2015 είχαμε πάρει ως παράδειγμα την Κύπρο, και για να ανανεωθεί το δίπλωμα στους οδηγούς άνω των 75 ετών προβλέπονταν πολλές εξετάσεις και βεβαιώσεις και από άλλες ειδικότητες γιατρών, π.χ. νευρολόγους. Γεγονός που δημιουργούσε μια επιπλέον δυσκολία και εκτός από αποτρεπτικός παράγοντας για να μπουν οι ηλικιωμένοι σ’ αυτή τη διαδικασία, παρείχε κάποια εχέγγυα για την οδική ασφάλεια. Κι αυτό καταργήθηκε από την κυβέρνηση της ΝΔ», δήλωσε.
Επεκτάθηκε στο κρίσιμο ζήτημα της οδηγικής συμπεριφοράς και στάθηκε στη σημασία της εκπαίδευσης. Υπενθύμισε ότι την περίοδο της θητείας της στο Υπουργείο Υποδομών & Μεταφορών είχαν δημιουργήσει με το Ινστιτούτο Μεταφορών στη Θεσσαλονίκη ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης για παιδιά, ως εναλλακτική πρόταση στα πάρκα κυκλοφοριακής αγωγής, τα οποία δεν έχουν αποδώσει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. «Η εκπαίδευση μεγάλων γκρουπ σε σχέση με την οδηγική συμπεριφορά, για παράδειγμα σε σχολεία, στο στρατό κτλ, είναι πολύ σημαντικό θέμα και αρκετά πολύπλοκο», τόνισε.
Η Π. Πέρκα ολοκλήρωσε την τοποθέτησή της κάνοντας αναφορά στην κυβέρνηση, η οποία «μπορεί να έχει καλές προθέσεις, αλλά πρέπει να ασχοληθεί πιο σοβαρά με το θέμα της οδικής ασφάλειας. Για παράδειγμα, εδώ και καιρό ακούμε για τη δημιουργία Εθνικού Παρατηρητηρίου Οδικής Ασφάλειας, αλλά για την ώρα αποτελεί μόνο εξαγγελία.
Ενώ και η απουσία της Ελλάδας από διεθνή fora μας προβληματίζει ιδιαίτερα. Στην 81η Σύνοδο του Παγκόσμιου Forum για την Οδική Ασφάλεια, η χώρα μας δεν εκπροσωπήθηκε. Είναι ουσιαστικό να παρακολουθούμε τι γίνεται στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης και παγκοσμίως, διότι πέρα από την ανθρώπινη ζωή που είναι το πρωταρχικό, τα τροχαία ατυχήματα είναι και μεγάλη ‘πληγή’ για την οικονομία της χώρας, με το κόστος τους να ανέρχεται σε 3.5% του ΑΕΠ, ή αλλιώς σχεδόν 8 δισ. ευρώ. Ακούγεται κυνικό, αλλά είναι κι αυτό σημαντικό».