Κήρυγμα Ιεράς Μητροπόλεως Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας για την Κυριακή ΣΤ´ Λουκά
Εὐαγγέλιο: Λουκᾶς 8:27-39
Ἡ θεραπεία τοῦ δαιμονισμένου των Γαδαρηνῶν
Στὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ ἀναγνώσαμε σήμερα, βλέπουμε τὸν Ἰησοῦ στὴν περιοχὴ τῶν Γαδαρηνῶν νὰ συγκρούεται μὲ τὰ δαιμόνια καὶ νὰ θεραπεύει ἕνα δαιμονισμένο. Ἡ περιοχὴ τῶν Γαδαρηνῶν ἢ Γεργεσηνῶν βρισκόταν περίπου ὀκτὼ χιλιόμετρα ἀνατολικὰ τοῦ ποταμοῦ Ἰορδάνη καὶ δέκα χιλιόμετρα νοτιοανατολικὰ τῆς Γαλιλαίας.
Μὲ ἕνα πλοιάριο ὁ Κύριός μας φθάνει ἀπέναντι ἀπὸ τὴ Γαλιλαία σὲ αὐτὴν τὴν περιοχὴ καὶ μόλις βγῆκε στὴν ξηρὰ τὸν συνάντησε κάποιος ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Γαδάρων. Ἦταν ἕνας δαιμονισμένος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι δὲν εἶχε δική του θέληση. Τὸν ἐξουσίαζαν οἱ δαίμονες. Αὐτοὶ μέσῳ τοῦ ἀνθρώπου ἐνεργοῦσαν καὶ ἐκδήλωναν τὴ φοβερή τους δύναμη. Ὁ συγκεκριμένος δαιμονισμένος ζοῦσε, χωρὶς ροῦχα, ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, στὰ μνήματα, ποὺ τότε βέβαια ἦσαν σκαμμένα μέσα σὲ βράχους. Μάλιστα, γιὰ νὰ τὸν συγκρατήσουν, οἱ δικοί του τὸν ἔδεναν μὲ ἁλυσίδες, χειροπόδαρα. Ἀλλ’ ὅταν τὸν ἔπιανε τὸ δαιμόνιο, αὐτὸς ἔσπαγε τὶς ἁλυσίδες καὶ ἔφευγε στὶς ἐρημιές.
Ὅταν εἶδε τὸν Ἰησοῦ, φώναξε δυνατά, ἔπεσε στὰ γόνατα μπροστά του καὶ μὲ μεγάλη φωνὴ εἶπε: “Τί ἔχεις μαζί μου, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ; Σὲ παρακαλῶ μὴ μὲ βασανίσεις”. Μὲ θράσος τὰ δαιμόνια τοῦ λέγουν, τί ἔχεις μαζί μας, ἀλλὰ καὶ μὲ δειλία τὸν παρακαλοῦν νὰ μὴ τὰ βασανίσει, γιατί εἶχε διατάξει τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸν δαιμονισμένο. Ὁ Ἰησοῦς, βέβαια, εἶναι Θεὸς καὶ γνωρίζει ὅτι τὰ δαιμόνια εἶναι πάρα πολλά. Δὲν χρειάζεται νὰ ρωτήσει ποιό εἶναι τὸ ὄνομα τοῦ δαιμονισμένου. Ἀλλὰ ρωτᾶ, γιὰ νὰ φανεῖ ὅτι τὰ δαιμόνια εἶναι πάρα πολλά. Τότε τὰ δαιμόνια, μέσῳ τοῦ δαιμονισμένου ἀπαντοῦν: “Λεγεῶνα”, δηλαδή, πάρα πολλά δαιμόνια εἰσῆλθαν στὸν ἄνθρωπο. Ἡ λεγεῶνα ἦταν σὰν τὸ σημερινὸ σῶμα στρατοῦ. Ἐπιπλέον τὰ δαιμόνια παρακαλοῦσαν τὸν Ἰησοῦ νὰ μὴ τὰ διατάξει νὰ πᾶνε στὴν ἄβυσσο, στὸν Ἅδη, ἐκεῖ ὅπου τιμωροῦνται νὰ κατοικοῦν οἱ δαίμονες. Κοντὰ στὸν Ἰησοῦ καὶ στὸν δαιμονισμένο ὑπῆρχε μία ἀγέλη χοίρων, περίπου δύο χιλιάδων, ποὺ ἔβοσκε στὸ βουνό. Τὸν παρακάλεσαν, λοιπόν, τὰ δαιμόνια νὰ τοὺς ἐπιτρέψει νὰ εἰσέλθουν στοὺς χοίρους. Ὁ Κύριος τὸ ἐπέτρεψε. Τὰ δαιμόνια βγῆκαν ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ εἰσῆλθαν στὴν ἀγέλη τῶν χοίρων. Οἱ χοῖροι ὅρμησαν στὸν γκρεμὸ καὶ πνίγηκαν στὴ λίμνη.
Ἆρα γε γιατί ὁ Κύριος ἐπέτρεψε νὰ πνιγοῦν οἱ χοῖροι; Σίγουρα δὲν κάνει τὸ χατίρι τῶν δαιμόνων, μὲ τὸ νὰ τοὺς ἐπιτρέψει νὰ μποῦν στὴν ἀγέλη τῶν χοίρων. Μὲ αὐτὸ ποὺ ἔκανε, τοὺς συνέτριψε. Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι τὸ ἐπέτρεψε, εἴτε πρῶτον γιὰ νὰ πατάξει μία παρανομία, εἴτε δεύτερον γιὰ νὰ φανεῖ περισσότερο ἡ δύναμή Του. Ὁ μωσαϊκὸς νόμος ἀπαγόρευε στοὺς Ἰουδαίους νὰ τρῶνε κρέας χοιρινό. Οἱ χοῖροι θεωροῦνταν ἀκάθαρτα ζῶα. Ἀλλὰ στὰ χρόνια τοῦ Ἰησοῦ κυριαρχοῦσαν στὴν Παλαιστίνη οἱ Ρωμαῖοι, ποὺ ἔτρωγαν χοιρινὸ κρέας. Ἐπειδὴ ἦταν δυσεύρετο, τὸ πλήρωναν ἀκριβά. Ἑπομένως, ἡ ἐκτροφὴ χοίρων ἦταν τότε ἐπιχείρηση προσοδοφόρα, καὶ μάλιστα ὄχι λαθραία, ἐφ’ ὅσον οἱ Ρωμαῖοι ἐξουσίαζαν καὶ ἐπέτρεπαν νὰ ἐκτρέφουν χοίρους. Παρὰ ταῦτα, κατὰ τὸν μωσαϊκὸ νόμο ἦταν παρανομία.
Ἐξ ἄλλου ὁ Χριστὸς μὲ τὰ θαύματά του ἀπεδείκνυε τὴ δύναμή του τὴ θεϊκή. Μερικὲς φορὲς καὶ κάτι ἄλλο, γιὰ νὰ φανεῖ ἡ δύναμή του σὲ αὐτοὺς ποὺ δὲν καταλάβαιναν. Δὲν εἶπε πρῶτα στὸν παραλυτικὸ τῆς Καπερναοὺμ ὅτι συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες του; Ἀλλ’ αὐτὸ δὲν φαινόταν. Γι’ αὐτὸ τοῦ εἶπε νὰ σηκωθεῖ, νὰ πάρει τὸ κρεβάτι του καὶ νὰ περπατήσει. Ἔτσι καὶ ἐδῶ. Μποροῦσε –ἦταν καὶ Θεός– ἁπλῶς νὰ θεραπεύσει τὸν δαιμονιζόμενο. Ὅμως διατάσσει τὰ δαιμόνια νὰ μποῦν στοὺς χοίρους, γιὰ νὰ πνιγοῦν στὴ λίμνη καὶ ἔτσι νὰ φανοῦν ἡ καταστρεπτικὴ δύναμη τῶν πάρα πολλῶν δαιμονίων καὶ ἡ συντριπτικὴ δύναμη τοῦ Ἰησοῦ. Νὰ ἐπισημάνουμε δὲ ἐδῶ ὅτι ποτὲ ὁ Χριστὸς δὲν ἔκανε κακὸ σὲ ἄνθρωπο, οὔτε καταράσθηκε. Μόνο τὴν ξεραμένη συκιὰ καταράσθηκε.
Ἀλλὰ ὑπάρχει καὶ ἄλλος λόγος: Νὰ φανεῖ ἡ ἀχαριστία τῶν Γαδαρηνῶν. Ἐνῶ ὁ Χριστὸς τοὺς λύτρωσε ἀπὸ τὸν ἐπικίνδυνο δαιμονισμένο, αὐτοὶ τὸν παρακαλοῦν νὰ φύγει ἀπὸ τὴν περιοχή τους. Ἐνῶ ὁ πρώην δαιμονισμένος, ντυμένος καὶ σωφρονισμένος, τὸν παρακαλεῖ νὰ τὸν πάρει μαζί του, αὐτοὶ τὸν διώχνουν, φοβούμενοι ἆρα γε τί;
Στὴν περικοπή μας, ἀγαπητοί μου, παίρνουμε ἀπάντηση γιατί δὲν πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι. Δὲν ὑπάρχει ὁ Θεὸς ἢ μήπως ἐμεῖς δὲν τὸν βλέπουμε; Σίγουρα ὁ Θεὸς ὑπάρχει. Καὶ μεῖς νὰ μὴ πιστεύουμε, τὰ πάντα φωνάζουν καὶ μαρτυροῦν τὴν ὕπαρξή Του. Ἄρα ἐμεῖς δὲν τὸν βλέπουμε. Καὶ γιατί δὲν τὸν βλέπουμε; Ἐπειδὴ μᾶς τὸν κρύβουν τὰ πάθη μας, τὸ κυνῆγι τοῦ πλούτου, ὁ μαμωνᾶς. Προτιμοῦμε τὸν χρυσό καὶ ὄχι τὸν Χριστό.
Γιατί οἱ Γαδαρηνοὶ ἔδιωξαν τὸν Χριστό; Ἐπειδὴ ἦταν ἐπικίνδυνος γιὰ τὸ λαθρεμπόριό τους. Ἂν ἔμενε καὶ ἄλλο, δὲν ξέρουν τί θὰ γινόταν. Διώχνουν τὸν Χριστὸ καὶ κρατοῦν τοὺς χοίρους. Γιατί ὁ Δημήτριος, ὁ κατασκευαστὴς ἀργυρῶν ναῶν τῆς Ἀρτέμιδος στὴν Ἔφεσο, ξεσηκώνει τὸν λαὸ κατὰ τοῦ ἀποστόλου Παύλου; Ἐπειδὴ σέβεται τὴν Ἄρτεμι; Κάθε ἄλλο. Κινδυνεύει νὰ χάσει τὴ δουλειά του. Γιατί ὁ βασιλιᾶς Ἀγρίππας ὁ Β΄ δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ τὸ κήρυγμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ποὺ ἀπολογεῖται ἐνώπιόν του καὶ μιλᾶ γιὰ τὴ δικαιοσύνη, τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴ μέλλουσα κρίση; Ὄχι μόνο γιατί εἶναι τύραννος τοῦ λαοῦ του, ἀλλὰ καὶ γιατί ἔχει νυμφευθεῖ τὴν ἴδια τὴν ἀδελφή του. Πῶς μπορεῖ νὰ πιστεύσει;
Ἀλλὰ ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου, ἂς μὴ εἴμαστε σὰν τοὺς Γαδαρηνούς, νὰ διώχνουμε τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὴν ζωή μας. Ἂς εἴμαστε σὰν τὸν πρώην δαιμονισμένο, ποὺ παρακαλεῖ τὸν Κύριο νὰ τὸν πάρει μαζί του. Ἄς εἴμαστε καὶ μεῖς εὐγνώμονες γιὰ ὅσα μᾶς ἔχει προσφέρει. Νὰ εἴμαστε μαζί του, νὰ τὸν ἔχουμε μέσα μας μὲ τὴ θεία Κοινωνία, νὰ τὸν νοσταλγοῦμε, νὰ ἀφήνουμε τὶς καρδιές μας νὰ καίγονται, ὄχι μόνο μὲ τὸν λόγο του, ἀλλὰ προπαντὸς μὲ τὴ συμμετοχή μας στὰ θεῖα Μυστήρια. Νὰ μείνει μαζί μας, νὰ τὸν πάρουμε ὄχι μόνο στὸ χωριό μας, στὴν πόλη μας, ὅπως οἱ Σαμαρεῖτες, ἀλλὰ μέσα μας, γιατί ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι μέσα μας. Ἀκόμη καὶ ἂν ὁ Κύριος μᾶς λέγει νὰ ἐπιστρέψουμε στὸ “σπίτι” μας, γιὰ νὰ διηγούμαστε τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, νὰ γίνουμε κήρυκες τῶν φανερῶν καὶ ἀφανῶν εὐεργεσιῶν Του, αὐτὸ θὰ εἶναι τὸ μεγαλύτερο κήρυγμα. Ἂν ἔχουμε κόψει τὰ πάθη μας, τότε θὰ μιλᾶμε γιὰ τὸν Χριστὸ μὲ τὴν ζωή μας. Ἱματισμένοι καὶ σωφρονισμένοι, ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ τὰ τόσα ποὺ μᾶς κρατοῦσαν δέσμιους, νὰ διακηρύττουμε τὰ μεγαλεῖα Του, τὴν ἀγάπη Του, ποὺ ἔφθασε μέχρι τὸν σταυρικὸ θάνατο. Ὁ Κριτὴς κρίθηκε, γιὰ νὰ σώσει ἐμᾶς ἀπὸ τὴν αἰώνια κρίση. Εἴθε νὰ μᾶς τὸ παράσχει ὁ Κύριος, ὁ ὁποῖος ζῆ καὶ βασιλεύει εἰς αἰῶνας αἰώνων. Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως