Κήρυγμα Ιεράς Μητροπόλεως Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας Κυριακής μετά την Ύψωση
Κυριακή μετά την Ύψωση
(Μρ. η΄34 – θ΄1)
Στην ελευθερία μας απευθύνεται η πρόσκληση του Χριστού, για να Τον ακολουθήσουμε με αυταπάρνηση. Ο Θεός σέβεται την ελευθερία μας και δεν την καταργεί, ακόμη και όταν στρέφεται εναντίον Του. Ο Θεός χτυπά πάντα την πόρτα της ανθρώπινης καρδιάς. Την πόρτα της ελευθερίας του πνεύματος, και περιμένει, γιατί μόνο ο ίδιος ο άνθρωπος μπορεί να την ανοίξει.
Η ελευθερία είναι δώρο του Θεού στον άνθρωπο, για να μπορεί να λέει σε κάθε στιγμή «ναι» ή «όχι». Να επιλέγει το καλό ή το κακό, την αλήθεια ή το ψέμα, χωρίς καμιά εσωτερική πίεση ή εξωτερικό καταναγκασμό. Για να απελευθερώνεται από τα βαριά καθήκοντά της θρησκευτικής του ζωής και να θυμάται ότι η ελευθερία τον καθιστά πρόσωπο με ευθύνη απέναντι στον Θεό και στον εαυτό του.
Λέει σχετικά ο Ιερός Χρυσόστομος: «Με την ανάγκη και τη βία δεν συνηθίζει ο Θεός να κάνει τους ανθρώπους καλούς, ούτε η εκλογή και η κλήση Του είναι βιαστική και καταναγκαστική, αλλά προτρεπτική. Η κλήση δεν εκβιάζεται». Ο Θεός δεν συνηθίζει με τη βία να κάνει τους ανθρώπους καλούς και όταν μας καλεί, δεν αναγκάζει αλλά μας προτρέπει να του δείξουμε εμπιστοσύνη.
Έχει γραφτεί ότι η Εκκλησία, ο λαός του Θεού, είναι ο κατεξοχήν λαός της ελευθερίας, αφού συγκροτείται με το ελεύθερο «Ναι» του Θεού και το ελεύθερο «Αμήν» του ανθρώπου. Όπως ο Λόγος του Θεού «με τη θέλησή Του» σαρκώθηκε και θυσιάστηκε, έτσι και οι πιστοί προσφέρουν θεληματικά στον Χριστό τη θυσία του εγώ τους.
Η ελευθερία και η αυταπάρνηση γίνονται θεμελιώδεις προϋποθέσεις της χριστιανικής ύπαρξης και ζωής. Η αληθινή ελευθερία προϋποθέτει θυσίες, όχι μόνο για τον εαυτό μας, αλλά και για τον συνάνθρωπό μας. Και αυτό, επειδή η ελευθερία είναι Σταυρός. Αν αφαιρέσουμε τον Σταυρό, τότε αρνούμαστε και την ελευθερία.
Η λογική του κόσμου ισχυρίζεται ότι ελευθερία είναι να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Το Ευαγγέλιο, όμως, βλέπει την ελευθερία διαφορετικά, μέσα από μια άλλη οπτική. Γι’ αυτό και διακηρύσσει ότι συνειδητοποιούμε την ελευθερία μας όταν κάνουμε ό,τι θέλει ο Θεός, όταν ζούμε με τον Θεό και για τον Θεό. Γιατί πραγματικά ελεύθερος είναι εκείνος που δεν εξουσιάζεται από τα πάθη του και ζει χωρίς να επηρεάζεται από τις εξωτερικές καταστάσεις.
Ο λόγος του Θεού τονίζει ότι ο άνθρωπος, ύστερα από την πτώση, είναι πουλημένος σαν σκλάβος στην αμαρτία. Γι’ αυτό και γίνεται πραγματικά ελεύθερος, μόνον όταν απελευθερωθεί από αυτήν. Και αυτό δεν το επιτυγχάνει με τις δικές του μόνο δυνάμεις. Η ελευθερία είναι κυρίως δωρεά της αγάπης του Θεού που μας προσφέρεται «κατά χάριν», με το αίμα της σταυρικής θυσίας του Υιού Του.
Οι πιστοί έχουμε εξαγοραστεί με τίμημα βαρύ, το ανεκτίμητο αίμα του Ιησού Χριστού. Η Εκκλησία στις ευχές της λατρευτικής της ζωής ανατρέπει τη συνηθισμένη έννοια της ελευθερίας και αποκαλεί τον κάθε πιστό «δούλο Θεού», γιατί ο άνθρωπος που υποτάσσεται στον Θεό ελευθερώνεται από τον ίδιο του τον εαυτό, από τις ανάγκες και τις επιθυμίες του, από πρόσωπα και καταστάσεις.
Δεν πρέπει, βέβαια, να ξεχνάμε τον λόγο του Χριστού: «Αν ο Υιός σάς ελευθερώσει, πραγματικά ελεύθεροι θα είστε». Μόνο αν γνωρίσουμε και ζήσουμε την αλήθειά Του, θα ελευθερωθούμε εσωτερικά.
Αυταπάρνηση τελικά είναι η υπομονή κάθε δοκιμασίας που προέρχεται από την πραγμάτωση του θελήματος του Θεού και η οποία χαρακτηρίζεται από τον Χριστό ως Σταυρός με όλες τις συνιστώσες του. Τον πόνο, την ασθένεια, τα δάκρυα, την αγωνία, τη στέρηση, την πικρία, την αδικία, την εγκατάλειψη και όλα τα θλιβερά της ζωής.
Ας αποδεχθούμε ελεύθερα τον Σταυρό της «στενής πύλης» και της «τεθλιμμένης οδού». Δηλαδή του περιορισμού των ατέλειωτων επιθυμιών μας, της θυσίας του ατομικού μας συμφέροντος, της ανοχής των αδυναμιών των συνανθρώπων μας, της σταύρωσης του αμαρτωλού μας εαυτού. Μόνο έτσι θα φτάσουμε στη χαρά και τη δόξα της ελευθερίας των τέκνων του Θεού.