Κήρυγμα Κυριακής Ι’ Λουκά
(Λουκ. 13,10-17)
Θεράπευσε ο Χριστός μία γυναίκα η οποία επί δεκαοκτώ χρόνια βασανιζόταν από κύρτωση του σώματός της που δεν της επέτρεπε να στέκεται καθόλου σε όρθια στάση. Ο θρησκευτικός προϊστάμενος της εβραϊκής Συναγωγής αγανάκτησε κατά του Ιησού, δεν τόλμησε όμως να απευθυνθεί ευθέως εναντίον Του. Άρχισε να μαλώνει τον λαό που ακολουθούσε τον Χριστό, λέγοντας: «να έρχεσθε για να θεραπεύεσθε τις υπόλοιπες ημέρες της εβδομάδος, εκτός από τα Σάββατα». Ο Χριστός αμέσως στράφηκε στον αρχισυνάγωγο και του είπε: «υποκριτή! Όταν εσείς βγάζετε τα ζώα σας από τους στάβλους τους για να τα ποτίσετε τα Σάββατα, αυτό δεν θεωρείται παράβαση της εντολής; Ενώ τώρα που εγώ θεράπευσα αυτή τη βασανισμένη γυναίκα, ενοχλήθηκες;»
Το γεγονός που περιγράφεται στο σημερινό Ευαγγέλιο παρουσιάζει αμέσως μπροστά μας τη σύγκρουση μεταξύ τύπου και ουσίας, σε πολλές περιπτώσεις της ζωής μας, αλλά κυρίως στην πνευματική ζωή της πίστεώς μας. Αυτό, επειδή η πνευματική μας ζωή έχει πολλούς «τύπους»: εξωτερικές συμπεριφορές, τρόπους εκφράσεως, δημόσιες εκδηλώσεις και λεκτικές ορολογίες, που παραπέμπουν στο βαθύτερο γεγονός, που είναι η ουσία της πίστεώς μας.
Για παράδειγμα, η συμμετοχή στη λατρευτική ζωή, η γνώση των ιερών κειμένων, η ηθική καθαρότητα, οι αγαθοεργίες, οι νηστείες, οι προσευχές, αξίζουν μόνο όταν μας οδηγούν στην ουσία της πίστεως. Διαφορετικά, μένουν τύποι που δεν ωφελούν την ψυχή, αλλά μάλλον τη βλάπτουν, επειδή δίνουν την ψευδαίσθηση μιας πνευματικότητας που υπάρχει στα λόγια και στη συμπεριφορά, αλλά απέχει πολύ από την καρδιά και το φρόνημα.
Το να πηγαίνει κάποιος στην Εκκλησία, να γνωρίζει αποσπάσματα από την Αγία Γραφή, να τηρεί τη «χριστιανική ηθική», να κάνει αγαθοεργίες, να νηστεύει και να προσεύχεται, αποτελούν μεν αυτά τρόπους θρησκευτικής εκφράσεως, αλλά δεν είναι αυτός ο στόχος της πνευματικής μας ζωής, ούτε αυτά τα γεγονότα εξασφαλίζουν οπωσδήποτε σωτηρία σε όποιον τα τηρεί.
Το να μεταχειρίζεται κάποιος ιερά σύμβολα, να κρατά ιερά κειμήλια, να εκφράζεται με ευσεβή λόγια, να επιδεικνύει ευλαβική συμπεριφορά, είναι μεν θρησκευτική έκφραση, αλλά υπάρχει ο κίνδυνος δυστυχώς να γίνουν απλή συνήθεια και στη συνέχεια να μετατραπούν σε στεγνή υποκρισία. Όλα αυτά είναι χρήσιμα μόνο ως εργαλεία που μπορούν να μας βοηθήσουν να καλλιεργήσουμε τον εαυτό μας και να στρέψουμε το τιμόνι της ζωής μας προς τη βασιλεία των ουρανών και τον Θεό, ο οποίος όμως δεν δεσμεύεται από αυτά τα εργαλεία.
Η Εκκλησία μας παρακινεί να στοχεύουμε και να φτάνουμε σε «λογική λατρεία» του Θεού. Λογική λατρεία σημαίνει λατρεία αληθινή και πνευματική. Άρα τι σημαίνει «λατρεύω τον Θεό»; Σημαίνει ότι δημιουργώ μαζί Του σχέση εμπιστοσύνης. Τον εμπιστεύομαι, είμαι απολύτως βέβαιος για την ύπαρξή Του, για την πρόνοια και την αγάπη Του σε μένα. Τότε «χτίζω» μαζί Του μία επικοινωνία προσωπική, μοναδική και ανεπανάληπτη, που έχει δύο χαρακτηριστικά: πρώτον είναι επικοινωνία πνευματική και δεύτερον αληθινή. Όσα είναι ψεύτικα, άδικα, άσεμνα, ακάθαρτα, εχθρικά, κακόφημα, όσα δεν έχουν σχέση με την αρετή και δεν είναι αξιέπαινα, αυτά δεν μας βοηθούν στο «χτίσιμο» γνήσιας σχέσεως με τον Χριστό και όποια άλλη σχέση νομίζουμε ότι έχουμε μαζί Του, αυτή δεν είναι σχέση πνευματική, ούτε είναι αληθινή.
Μεταχειριζόμαστε πολλούς τρόπους, πολλές μεθόδους και πολλούς δρόμους προκειμένου να κατορθώσουμε σχέση με τον Θεό. Οι τρόποι, οι μέθοδοι και οι δρόμοι είναι ο «τύπος», είναι η τυπική διαδικασία, είναι το «μέσον» που θα μας φέρει κοντά Του. Αλλοίμονο αν στόχος μας ήταν η εκπλήρωση αυτών των τυπικών μεθόδων. Τότε η σχέση μας με τον Θεό θα ολοκληρωνόταν με τυπικές πράξεις και σταθερές υποχρεώσεις, όπως ακριβώς έκαναν οι αρχαίοι λαοί, που με θυσίες και προσφορές προσπαθούσαν να εξευμενίσουν τους θεούς και να εκπληρώσουν κάποιες υποχρεώσεις απέναντί τους. Ο Θεός είναι ο Πατέρας μας. Η σχέση ενός ανθρώπου με τον πατέρα του πρέπει να είναι σχέση αληθινή και γεμάτη πνευματικότητα. Δεν μπορεί να είναι σχέση υποχρεωτική ή σχέση που δημιουργείται από φόβο ή που προσβλέπει σε συμφέρον.
Εξάλλου, το γνωρίζουμε όλοι, ότι ο τύπος είναι το εξωτερικό περίβλημα, ενώ η ουσία είναι το εσωτερικό περιεχόμενο. Όταν ο πιστός ελευθερωθεί από τους τύπους, τότε θα τον γεμίσει χάρη η ουσία της εκκλησιαστικής ζωής. Δεν είναι κακό να τηρεί ο χριστιανός κάποιους τύπους της πνευματικής μας ζωής, όπως αυτούς που αναφέραμε στην αρχή. Να μην μείνει όμως σε αυτούς, από τους τύπους να ανεβεί στην ουσία. Από τον δρόμο να φτάσει στον σκοπό. Από τη μέθοδο να βρει τη λύση. Από την πνευματική ζωή να φτάσει στο Πνεύμα του Θεού, και από τη λογική λατρεία να ανέβει στην υπέρλογη. Η εμπιστοσύνη στον Θεό να μην κλονιστεί και η σχέση μαζί Του να μη γκρεμιστεί ποτέ. Αν ο χριστιανός θεωρεί ότι είναι «καλός» επειδή νηστεύει, προσεύχεται, δίνει ελεημοσύνες, τότε κινδυνεύει να υπερηφανευτεί ή να δοκιμαστεί. Και στις δύο περιπτώσεις θα βγει ζημίωμενος.
Χρειάζεται προσοχή! Ο Θεός ξέρει να σώζει συνανθρώπους μας με πολλούς τρόπους, όχι μόνο με εκείνους που διαβάζουμε στα Συναξάρια των Αγίων μας. Για εμάς τους Ορθοδόξους Έλληνες η Εκκλησία προτείνει αυτούς τους τρόπους ως δοκιμασμένους «στα μέτρα μας». Όμως ο Θεός μεταχειρίζεται και άλλους ακόμη. Στην πίστη μας δεν υπάρχουν στερεότυπα. Υπάρχει μόνο ο Χριστός που αγωνίζεται με κόπο και αγωνία προκειμένου να Τον βρούμε, να Τον δούμε και να Τον δεχθούμε στη ζωή μας.
Αμήν!




















