Στις έκτακτες συνθήκες που διανύουμε είναι φανερό ότι πλήττεται ιδιαίτερα ο κόσμος της εργασίας, ο οποίος καλείται να σηκώσει μεγάλο και δυσανάλογο βάρος και της παρούσας κρίσης είτε με την αναστολή λειτουργίας επιχειρήσεων είτε με την αναστολή των εργασιακών σχέσεων σε ιδιαίτερα μεγάλο κύκλο επιχειρήσεων, είτε με την περαιτέρω ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων που έχει και επίσημα νομοθετηθεί ως οριζόντιο μέτρο και μάλιστα για εξαιρετικά μεγάλο χρονικό διάστημα.
Σ΄αυτό το εξαιρετικά δυσμενές περιβάλλον έχουν παγώσει , εκτός όλων των άλλων, και οι διαδικασίες συλλογικών διαπραγματεύσεων, με αποτέλεσμα να έχει καταστεί αδύνατη η σύναψη νέων συλλογικών συμβάσεων εργασίας (και δα). Η ΓΣΕΕ διαβλέποντας εγκαίρως τον κίνδυνο, με τη λήξη των ισχυουσών σσε και την πάροδο της τρίμηνης παράτασης των όρων τους, να περικοπούν νόμιμες αποδοχές και επιδόματα που δεν εμπίπτουν στο περιορισμένο εύρος της μετενέργειας, ζήτησε ήδη από τις 26-3-2020, με έγγραφό της προς το Υπουργείο Εργασίας, να παραταθεί νομοθετικά η ισχύς όλων των συλλογικών ρυθμίσεων (σσε και δα) των οποίων η συμβατική διάρκεια ή η νομοθετική παράταση ισχύος των όρων τους έληξε ή θα λήξει μέσα στην περίοδο εφαρμογής των έκτακτων μέτρων . Ζητήσαμε ακόμη μετά τη λήξη εφαρμογής των έκτακτων μέτρων να παρασχεθεί στα μέρη επαρκής χρόνος (ίσος, τουλάχιστον, με την προβλεπόμενη νομοθετική παράταση των κανονιστικών όρων τους) για τη διαπραγμάτευση, με σκοπό την κατάρτιση νέων συλλογικών ρυθμίσεων.
Η νομοθετική παράταση των σσε (και δα) αποτελεί στοιχειώδη πράξη προστασίας των όρων εργασίας και αμοιβής εργαζομένων, που καλύπτονται από αυτές. Διαφορετικά, τα επίπεδα των όρων εργασίας και αμοιβών θα κατρακυλήσουν ακόμη περισσότερο και οι εργαζόμενοι θα δεχθούν ένα ακόμη καίριο πλήγμα στα εργασιακά τους δικαιώματα. Η αποτροπή του κινδύνου αυτού αποτελεί ευθύνη ιδίως του Υπουργείου Εργασίας , το οποίο αναμένουμε να προχωρήσει άμεσα στη νομοθετική παράταση των σσε (και δα) που έληξαν ή θα λήξουν κατά το χρονικό διάστημα ισχύος των έκτακτων μέτρων.