Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια κατάσκοπος
Το γεγονός αυτό της κατασκόπου αναφέρεται στην γερμανική Κατοχή. Η ιστορία αυτή όμως αρχίζει από το τέλος του πρώτου Παγκοσμίου πολέμου, το 1918. Ήταν τότε που τελείωνε ο πόλεμος και η γαλλική διοίκηση του στρατοπέδου αιχμαλώτων στο Έκτο χιλιόμετρο άρχισε να δίνει άδειες στους αιχμάλωτους στρατιώτες. Αυτοί ήταν κυρίως αξιωματικοί αλλά και οπλίτες του βουλγαρικού στρατού. Το στρατόπεδο του Έκτου χιλιομέτρου, στην περιοχή της Μοτέσνιτσα ήταν κοντά στην πόλη και οι αιχμάλωτοι κάθε φορά που έπαιρναν άδειες πήγαιναν στην Φλώρινα πεζή και να πιουν κανένα τσίπουρο ή κρασί, αλλά και καφέ στα καφενεία και να γευματίσουν στα μαγειρεία των πανδοχείων της πόλης.
Ήταν και ένας νεαρός βούλγαρος αξιωματικός, που έκανε μερικές γνωριμίες στο κέντρο της πόλης, όπου γνώρισε μια κοπέλα από το Βαρόσι, την ερωτεύτηκε, και όταν έγινε η ανταλλαγή των αιχμαλώτων την πήρε μαζί του στην Βουλγαρία. Την παντρεύτηκε και απέκτησε μια κόρη. Από το σόι της Φλωρινιώτισσας συζύγου του έμεινε μόνο η μητέρα της, μια γριά που ζούσε μόνη σε ένα σπίτι στο Βαρόσι.
Τα χρόνια πέρασαν και ήρθε και ο δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος. Οι Γερμανοί κατέλαβαν την Φλώρινα και τότε εμφανίστηκαν οι Βούλγαροι με τον Κάλτσεφ. Στην Φλώρινα δρούσαν αρκετές παρατάξεις: Ήταν ο Νομάρχης Μπόνης, εκπρόσωπος των αρχών Κατοχής, που συνεργαζόταν, με τους Γερμανούς για να απομακρύνει τους πολίτες από την βουλγάρικη προπαγάνδα, αλλά και από τον κομμουνισμό. Επίσης από την ελληνική μεριά ήταν και το ΕΑΜ, η κομμουνιστική παράταξη που ήταν εναντίων όλων. Στο ΕΑΜ ήταν ενταγμένο και το ΣΝΟΦ των Σλαβόφωνων. Οι γερμανικές αρχές δρούσαν με την Στρατιωτική Αστυνομία και την Γκεστάπο, και οι Βούλγαροι του Κάλτσεφ με την Οχράνα.
Κατά την διάρκεια της Κατοχής εμφανίστηκε μια όμορφη κοπέλα, καλόκαρδη και ανοιχτόκαρδη, και όλοι την αγαπούσαν. Μιλούσε βουλγάρικα, γερμανικά και ελληνικά. Μιλούσε άπταιστα με όλους. Οι νέοι ήταν ξετρελαμένοι από την ομορφιά της. Ήταν η κόρη του βούλγαρου αξιωματικού και της Φλωρινιώτισσας, που ήρθε στην Φλώρινα για να επισκεφτεί την γιαγιά της. Η κοπέλα αυτή είχε περάσει από όλες τις χιτλερικές σχολές κατασκοπείας της Γερμανίας και ήρθε στην Φλώρινα με το πρόσχημα να επισκεφτεί την γιαγιά της, όμως στα σχέδια της ήταν να ξηλώσει το δίκτυο των αντιστασιακών του ΕΑΜ, και να ενισχύσει με ΣΝΟΦίτες την Οχράνα του Κάλτσεφ.
Η κοπέλα αυτή εμφανίστηκε περίπου, το 1942, και άρχισε να κάνει φιλίες με όλους ψάχνοντας άκρες για να πιαστεί από την οργάνωση του ΕΑΜ. Το δεύτερο γραφείο του Μπόνη στην Νομαρχία έμαθε για της κινήσεις της και ο Μπόνης έδωσε εντολή σε έναν νεαρό Φλωρινιώτη αξιωματικό να την πλησιάσει. Και τι σύμπτωση, έμεναν και οι δυο στον ίδιο δρόμο. Έτσι ξεκίνησε ένα ειδύλλιο ερωτευμένων κατασκόπων. Και οι δυο προσπαθούσαν να αποσπάσουν πληροφορίες, που τις είχαν κλειδωμένες μέσα τους.
Η κοπέλα κατάσκοπος δούλευε για τον Κάλτσεφ, όμως είχε επαφές και με τον Χάνς και την Γκεστάπο. Μάλιστα όλοι οι φάκελοι των φρονημάτων των Φλωρινιωτών, που είχε συντάξει η αστυνομία του Μεταξά, βρίσκονταν στα χέρια της Γκεστάπο. Με μεγάλη ευκολία λοιπόν η κοπέλα αυτή εύρισκε αυτό που ήθελε. Δεν άργησε μάλιστα να εντοπίσει το κρυμμένο ραδιόφωνο των αντιστασιακών, από το οποίο οι αντιστασιακοί άκουγαν τις ειδήσεις του BBC και τις διέδιδαν προφορικά. Το ραδιόφωνο ήταν κρυμμένο σε έναν χώρο, όπου σύχναζαν πολλοί νεολαίοι. Μάλιστα ο ένας από τους δυο, που άκουγαν το ραδιόφωνο, δεν φοβόταν να εκφράσει τα συναισθήματά του και τον πόθο για ελευθερία. Άνετος στον χώρο του, συχνά φώναζε «Ζήτω η Ελλάδα» και άλλα συνθήματα για την λευτεριά. Δεν ήταν δύσκολο για την κατάσκοπο να τους εντοπίσει, καθώς είχε δημιουργήσει ένα κύκλο συνεργατών, που γνώριζαν καλά την Φλώρινα και τους Φλωρινιώτες.
Οι πληροφορίες της κατασκόπου διοχετεύτηκαν στον Χανς και αυτός προχώρησε σε συλλήψεις. Δυο άτομα συνέλαβαν και το ραδιόφωνο κατασχέθηκε. Οι κρατούμενοι οδηγήθηκαν στο Στρατόπεδο «Παύλου Μελά» στην Θεσσαλονίκη, όπου τουφεκίστηκαν.
Μετά από αυτήν την επιτυχία της, η κατάσκοπος έφυγε για την Βουλγαρία και δεν ξαναγύρισε στην Φλώρινα. Για τους περισσότερους Φλωρινιώτες η κατάσκοπος ήταν μια όμορφη και χαρούμενη κοπέλα. Κανείς δεν γνώριζε την ιδιότητα της, εκτός του δεύτερου γραφείου της Νομαρχίας του Μπόνη. Ούτε το ΕΑΜ ούτε το ΣΝΟΦ γνώριζαν για την ιδιότητα της νεαρής Βουλγάρας. Δεν γνωρίζομε που αλλού έδρασε η κατάσκοπος και πόσους κατέδωσε, επειδή είχαν αγνά πατριωτικά αισθήματα. Δεν γνωρίζουμε σε ποια σκοτεινά μονοπάτια περπάτησε για να ξηλώσει την οργάνωση του ΕΑΜ στη Φλώρινα. Βέβαια δεν τα κατάφερε.
Μετά την Κατοχή, όλα ξεχάστηκαν και κανείς δεν μιλούσε πια για την όμορφη Βουλγάρα. Δεν μίλησαν ούτε αυτοί που γνώριζαν την ιδιότητά της.
Δημήτρης Μεκάσης
Φωτ.: Αδειούχοι αιχμάλωτοι βούλγαροι στρατιώτες στον Κεντρικό δρόμο κοντά στον πύργο του Ρολογιού, το 1918