Η κτητική αντωνυμία “μου-μας”
Σταύρος Πασπάλης
Η επικαιρότητα θεμάτων στην Ελλάδα και η ενασχόληση του λαού μ’ αυτήν σε συζητήσεις, αναρτήσεις σε κοινωνικά δίκτυα, ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές δεικνύουν και την ιδιοσυγκρασία του. “Σας τα ‘λεγα αυτά, είδατε;” “Δεν είμαστε λαός εμείς!” “Φταίνε οι πολιτικοί για όλα τα κακά της μοίρας μας!” “Είναι κλέφτες!” “Τι μας κρύβουν οι αλήτες!” Και άλλες πολλές ατάκες της καθημερινότητάς μας που ξεπερνούν σε αριθμό ακόμη και το επιφώνημα “ρε”.
Τελευταία και μέσα στην κάψα του καλοκαιριού προέκυψαν οι ομπρέλες και οι ξαπλώστρες στις παραλίες της χώρας. Το κόστος της ξάπλας για μια ημέρα ή και λιγότερο στοιχίζει σε μέσους όρους περισσότερο από το μέσο κόστος αγοράς μιας κρεβατοκάμαρας. Η λογική της ελεύθερης οικονομίας και η εξ ουρανού δικαιωματική χρησικτησία, έντιμων καθόλα πολιτών, του παρα θιν αλός έχει παρελθόν και δεν είναι καινούριο. Η χώρα διαθέτει την 7η ακτογραμμή στην παγκόσμια κατάταξη που η εξοπλιστική συνεισφορά στην κρεπάλη επί της αλίου άμμου στοχεύει σε ιδιωτικά κέρδη ανάλογα των εμίρηδων του περσικού κόλπου. Οι ανάγκες σε ενέργεια ανεβάζουν τις τιμές του πετρελαίου, οι ανάγκες σε ραχάτι και αναψυχή ανεβάζουν τις τιμές της ξαπλώστρας και των άλλων τινών παρελκομένων. Φρέντο Καπουτσίνο.
Και για να συνδεθούμε με τον τίτλο της γραφής και τα των “μου & μας” θα διερευνήσουμε τη λειτουργία στο καθημερινό μας λεξιλόγιο που δεν αποτελεί μέρος του προφορικού μας πλεονασμού, αλλά και βασικό στοιχείο της κοσμοθεωρίας μας.
“Η Ελλάδα μας”, “Η Μακεδονία μας”, “Κρήτη μου, όμορφο νησί”, “το χωριό μας” κλπ. Είναι ενίοτε εκφράσεις περηφάνιας, αλλά και εμφωλεύον συναίσθημα ατομικής ιδιοκτησίας του παντός. Τα διόδια είναι δικά μου, το σπίτι είναι σπίτι μου, η παραλία είναι παραλία μου και ο καφές είναι καφές μου. Αμ δε. Το τίμημα είναι η χρήση του να αποτελέσει έσοδο γι’ αυτούς που το “μου-μας” δεν είναι σχήμα λόγου, αλλά κεκτημένο δικαίωμα. Καλά, για να προκύψουν αυτές είναι αποτέλεσμα κυρίως γνώσης, διαπροσωπικών και συντεχνιακών σχέσεων.
“Τα βουνά μας” είναι για τις ανεμογεννήτριές τους. “Τα νερά μας” για τα υδροηλεκτρικά τους. Ω, το τελευταίο τώρα με πλήγωσε. Ναι, το νερό είναι δημόσιο αγαθό. Πώς ορίζεται το δημόσιο στη χώρα; Μάλλον ο ορισμός είναι σήμερα, όπως και παλαιότερα: “αποικιοκρατία”.
Στη βόρεια πλαγιά του βουνού του Σκλήθρου Φλώρινας ρέει ένας ποταμός και σχηματίζει έναν πολύ όμορφο καταρράκτη που κατά τις βροχερές μέρες είναι εντυπωσιακός. Άγνωστος στους εκτός χωριού. Ο καταρράκτης αυτός που είναι “καταρράκτης μας” δεν είναι πια “καταρράκτης μας” και για να μαθαίνουμε την ορθή κλίση της αντωνυμίας έγινε από μια εταιρεία από την Αθήνα: “της”. Θα βάλει έναν σωλήνα στη θέση του και θα παράγει ρεύμα. Ηλεκτρικό ρεύμα. Και θα το πουλάει και θα δίνει δύο με τρία ευρώ το χρόνο σε κάθε οικογένεια του χωριού για να φωνάζει στεντόρεια “ο πρώην καταρράκτης ΜΑΣ”.
Φυσικά δεν ενημερώθηκε, δε ρωτήθηκε κανείς. Εννοώντας τους Αβορίγινες. Αυτό αγαπητοί ομόγνιοι, μήπως λέγεται ΑΠΟΙΚΙΟΚΡΑΤΙΑ; Λέτε να φορολογήσουν και το αλάτι όπως έκανε στους Ινδούς η Αγγλική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών και λόγω της έλλειψης του αλατιού οδηγήθηκαν αμέτρητοι Ινδοί στην αυτοκτονία;
Η αυταπάτη είναι φάρμακο για τη ζωή μας και κατόπιν μετεξελίσσεται σε υπεκφυγή για να εξασφαλιστεί η επιβίωση. Με ενδιαφέρει το δέντρο όπως και το δάσος, γιατί κάθε ένα φύλλο ενός φυτού είναι η φωτοσύνθεση που φωτίζει περισσότερο από κάθε ανάπτυξη που φιλε-λεύθερα μεταφράζεται σε λογιστική τραπεζική μονάδα.
4/8/2004-4/8/2023,
19 χρόνια,
από την αποδημία του Θωμά Πασπάλη,
Ιδρυτή της “Ταβέρνας Θωμά” στο Σκλήθρο
«Μου και μας» χωρίς ισχυρό ατομικό καθεστώς είναι χίμαιρα. Το «δημόσιο η κρατικό» είναι ξέφραγο αμπέλι. Αν τα δάση ήταν ιδιωτικά δεν θα καίγονταν και αν τα βουνά ήταν ιδιωτικά οι ανεμογεννήτριες θα έδιναν τοπικά εισοδήματα. Αν τα νερά ήταν ιδιωτικά ο καταρράκτης ίσως να υπήρχε ακόμα.
Ποτε θα καταλάβουμε ότι φταίει ο κρατισμός;
Όμως όταν πατάει το κουμπί θέλει να ανάβει η λάμπα
Τα παράπονα στον ΔΕΔΔΗΕ!
Ευτυχώς που είσαι χωριάτης και δεν καταλαβαίνεις
Ευτυχώς που είμαι χωριάτης και βλέπω τα πράγματα όπως ακριβώς είναι και τα λέω έξω από τα δόντια. Τα μισόλογα και υπονοούμενα είναι εργαλεία άλλων, των κατοίκων της πόλης κυρίως.