Η μεταμόρφωσι και τα μηνύματά της
Τὸ ἐνδοξότερο καὶ ἐπιφανέστερο γεγονὸς τῆς ἐπιγείου ζωῆς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μεταμόρφωσί του. Κατ᾿ αὐτὴν ὁ Κύριος ἔδειξε μέρος τῆς θεϊκῆς λαμπρότητος σὲ ἀντιπροσωπεία τῶν μαθητῶν του καὶ σὲ δύο ἐκπροσώπους τοῦ οὐρανίου κόσμου.
Ἡ μεταμόρφωσι περιγράφεται ἀπὸ τοὺς εὐαγγελιστὰς Ματθαῖο Μάρκο καὶ Λουκᾶ, στὰ κεφάλαια 17, 9 καὶ 9 τῶν Εὐαγγελίων τους ἀντιστοίχως. Στὴν περιγραφὴ κατὰ βάσιν ὑπάρχει πλήρης συμφωνία τῶν εὐαγγελιστῶν μεταξύ τους. Ἂν παρατηροῦνται καὶ κάποιες μικροπροσθῆκες ἢ μικροπαραλείψεις σὲ ἕνα-δυὸ σημεῖα τῆς διηγήσεως ἀπὸ τὸν ἕναν ἢ τὸν ἄλλο εὐαγγελιστή, αὐτὸ δὲν εἶναι ἀφορμὴ γιὰ νὰ μειώσουμε τὴν ἐμπιστοσύνη στὸ γεγονὸς καὶ στὰ γραφόμενα τῶν συγγραφέων του. Οἱ μικροδιαφορὲς ἀντιθέτως εἶναι ἀδιαφιλονίκητο ντοκουμέντο ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, ποὺ ἐπιστατεῖ κατὰ τὴ συγγραφὴ τῶν ἱερῶν καὶ θεοπνεύστων Εὐαγγελίων, σέβεται τὴν ἐλευθερία τοῦ κάθε εὐαγγελιστοῦ, ὥστε νὰπεριγράψῃ τὸ γεγονὸς,ὅπως ὁ καθένας τους τὸ ἄκουσε καὶ τὸ εἶδε μὲ τὰ μἀτια του, ἢ ὅπως τὸ πληροφορήθηκε ἀπὸ τοὺς αὐτόπτες καὶ αὐτηκόους μἀρτυρες.
Ἂν οἱ τρεῖς εὐαγγελισταὶ συμφωνοῦσαν κατὰ πάντα στὴν περιγραφή, οἱ κακόπιστοι ἄνθρωποι θὰ τοὺς κατηγοροῦσαν ὅτι ἀντιγράφουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ὅτι κατασκευάζουν ἕνα γεγονός. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ δέρνονται συνεχῶς ἀπὸ τὴ μάστιγα τῆς ἀπιστίας τους, μὴ μπορώντας νὰ πείσουν οὔτε τὸν ἑαυτό τους[1]. Τόσο σαθρὰ ἀντιφατικὰ καὶ ἀνάξια λόγου εἶναι τὰ «ἐπιχειρήματά» τους!
Κοντὰ στὶς πληροφορίες τῶν τριῶν εὐαγγελιστῶν ὑπάρχει καὶ ἡ μαρτυρία τοῦ αὐτόπτου καὶ αὐτηκόου τοῦ γεγονότος τῆς μεταμορφώσεως, ἡ μαρτυρία τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ὅπως τὴν ἐξιστορεῖ στὴ Β΄ Καθολικὴ Ἐπιστολή του (1,16-18), ποὺ ἔρχεται καὶ αὐτὴ σὲ πλήρη συμφωνία μὲ τὶς περιγραφὲς τῶν ἱερῶν εὐαγγελιστῶν. Θὰ προσπαθήσουμε ἐδῶ ν᾿ ἀξιοποιήσουμε ὅλες τὶς πληροφορίες τῶν τεσσάρων πηγῶν, γιὰ νὰ παρουσιάσουμε κατὰ τὸ δυνατὸν πληρέστερη καὶ πιστότερη τὴν περιγραφὴ τῆς θείας μεταμορφώσεως. Θὰ βγάλουμε δὲ καὶ κάποια σύντομα μηνύματα γιὰ τὴν ψυχική μας ὠφέλεια καὶ οἰκοδομή.
Ὁ Χριστὸς μόλις εἶχε πῆ στοὺς δώδεκα μαθητάς του γιὰ πολλοστὴ φορὰ ὅτι σύντομα θὰ τὸν πιάσουν καὶ θὰ τὸν στοτώσουν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς, καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα θ᾿ ἀναστηθῇ. Ἦταν φυσικὸ οἱ μαθηταὶ νὰ σοκαριστοῦν, ὅταν θὰ τὸν ἔβλεπαν ἀνήμπορο καὶ ἐγκαταλειμμένο πάνω στὸ σταυρό, θῦμα τοῦ μίσους καὶ τῆς κακίας τοῦ ἰουδαϊκοῦ ἱερατείου. Γι᾿ αὐτὸ τοὺς προειδοποιεῖ ἐγκαίρως, γιὰ νὰ προετοιμασθοῦν ψυχικὰ καταλλήλως. Δὲν πρέπει ν᾿ ἀπελπιστοῦν, ἀλλὰ νὰ καταλάβουν καὶ νὰ πεισθοῦν,ὅτι μὲ τὴ θέλησί του βαδίζει πρὸς τὸ θάνατο γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, τοὺς ἔδειξε ποιός εἶναι, ὅτι εἶναι δηλαδὴ ὀ ἴδιος ὁ Θεός, πλημμυρισμένος στὴ θεία καὶ ὑπερκόσμια δόξα. Καὶ αὐτὸ τὸ ἔκανε μὲ τὴν μεταμόρφωσί του 6 μέρες μετὰ τὴν τελευταία πρόρρησι. Τοὺς ἔδειξε ἀκόμη ὅτι ἦταν ἀνάγκη νὰ τὸ κάνῃ, νὰ σταυρωθῇ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους.
Παίρνει λοιπὸν ὁ Χριστὸς μαζί του τὸν Πέτρο τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, ποὺ ἀπὸ ἄλλες φορὲς ξέρουμε ὅτι ἦταν οἱ τρεῖς πιὸ ἀγαπημένοι μαθηταί του, καὶ τοὺς ἀνεβάζει σ᾿ ἕνα ὑψηλὸ βουνό, ποὺ τὰ Εὐαγγέλια δὲν μᾶς πληροφοροῦν πῶς λεγόταν. Πιθανώτατα νὰ λεγόταν Θαβώρ, ὅπου ὁ Κύριος συνήθιζε ν᾿ ἀνεβαίνῃ συχνὰ γιὰ προσευχή, εἴτε μόνος του εἴτε μὲ τοὺς μαθητάς του. Ὁ Λουκᾶς μᾶς λέει ὅτι καὶ αὐτὴ τὴ φορὰ ὁ Ἰησοῦς ἀνέβηκε γιὰ νὰ προσευχηθῇ. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος τὸ ὀνομάζειὄρος ἅγιον.
Καὶ καθὼς προσευχόταν μεταμορφώθηκε μπροστά τους καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπό του σὰν τὸν ἥλιο καὶ τὰ ῥοῦχα του λαμπύριζαν σὰν τὸ φῶς. Ὁ Λουκᾶς λέει ὅτι ἡ ὄψι τοῦ προσώπου τουἔγινε διαφορετικὴκαὶ τὰ ῥοῦχα του ἄσπρα καὶ ἀστραφτερά. Ὁ δὲ Μάρκος λέει μόνο γιὰ τὰ ῥοῦχα του ὅτι ἦταν «στίλβοντα, ἄσπρα σὰν τὸ χιόνι, τέτοια, ποὺ κανένας ἐπαγγελματίας βαφιᾶς στὴ γῆ δὲν θὰ μποροῦσε βάφοντάς τα νὰ τὰ κάνῃ τόσο λευκά. Καὶ οἱ τρεῖς μὲ τὸν τρόπο τους ἐκφράζουν τὸ ὑπερφυσικὸ καὶ ὑπερκόσμιο φαινόμενο τῆς μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου.
Καὶ νά, ἐμφανίστηκαν μὲ δόξα ὁ Μωϋςῆς καὶ ὁ Ἠλίας, οἱ δυὸ μεγαλύτερες προσωπικότητες τοῦ Ἰσραήλ,καὶ συνωμιλοῦσαν μαζί του. Ὀ Μωϋσῆς εἶχε ζήσει 1600 χρόνια πρὶν ἀπὸ τὸ Χριστό, ἐνῷ ὁ Ἠλίας 960. Καὶ ὅμως ἐδῶ ἐμφανίζονται ζωντανοί. Ὑπάρχει ἄρα μετὰ θάνατο ζωὴ αἰώνια, κι ὄχι ἀνυπαρξία, ὅπως λένε οἱ ἀνεύθυνοι. «Ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, λέει ὁ Κύριος, ἔχει ζωὴν αἰώνιον» «κι ἂν πεθάνῃ, θὰ ζήσῃ». Ὁ Λουκᾶς μᾶς πληροφορεῖ ἐπὶ πλέον ὅτι οἱ δύο ἐπισκέπτες Μωϋσῆς καὶ Ἠλίας ἐμφανίστηκαν μὲ δόξα, μὲ λάμψι, καὶ συνωμιλοῦσαν μὲ τὸν Κύριο γιὰ τὴν ἀναχώρησί του ἀπὸ τὸν κόσμο, ποὺ ἐπρόκειτο νὰ γίνῃ μὲ τὸ θάνατο τὴν ἀνάστασι καὶ τὴν ἀνάληψί του στὴν Ἰερουσαλήμ.
Παρεμβαίνει τότε αὐθόρμητα ὁ Πέτρος, παίρνοντας λίγο ἀδιάκριτα τὸ λόγο, καὶ λέει στὸ Χριστό· «Κύριε, καλὸ εἶναι νὰ μένουμε ἐδῶ. Ἂν θέλῃς, ἂς κάνουμε τώρα ἐδῶ πάνω στὸ βουνὸ ποὺ βρισκόμαστε τρεῖς σκηνές, μία γιὰ σένα, μία γιὰ τὸ Μωϋσῆ καὶ μία γιὰ τὸν Ἠλία». Ὁ Λουκᾶς μᾶς γνωρίζει μιὰ ἐνδιαφέρουσα λεπτομέρεια, ὅτι ὁ Πέτρος καὶ οἱ ἄλλοι μαθηταί, ποὺ ἦταν μαζί του, «εἶχαν κυριευθῆ ἀπὸ βαθὺ ὕπνο». Κι ὅταν ξύπνησαν εἶδαν τὴ λάμψι τοῦ Χριστοῦ καὶ τοὺς δύο οὐράνιους ἐπισκέπτες νὰ στέκωνται κοντά του. Ὁ Μάρκος ἀπὸ τὴ μεριά του κρίνει καλοπροαίρετα τὸν Πέτρο λέγοντας ὅτι «δὲν ἤξερε τί νὰ πῇ» προφανῶς γιὰ νὰ συμμετάσχῃ κι αὐτὸς στὴ συζήτησι, ἀλλὰ ἦταν μπερδεμένος ἀπὸ θαυμασμὸ καὶ φόβο, ὅπως καὶ οἱ δύο ἄλλοι μαθηταί. Πάντως ἡ πρότασι τοῦ Πέτρου δείχνει τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη του. Πρότεινε νὰ στήσουν τρεῖς σκηνὲς . Γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ τοὺς δύο ἄλλους συμμαθητάς του δὲν θεώρησε ἀναγκαῖο νὰ στηθοῦν σκηνές. Τοῦ ἦταν ἀρκετὸ ν’ ἀπολαμβάνῃ τὸ γεγονὸς καὶ ἐκτὸς σκηνῶν.
Καὶ ἐνῷ μιλοῦσε ἀκόμη ὁ Πέτρος ἕνα φωτεινὸ σύννεφο τοὺς σκέπασε καὶ φοβήθηκαν ὅταν βρέθηκαν μέσα σ᾿ αὐτό. «Καὶ νὰ μιὰ φωνὴ ἀπὸ τὸ σύννεφο ἀκούγεται νὰ λέῃ· Αὐτὸς εἶναι ὁ Γιός μου ὁ ἀγαπητός, στὸν ὁποῖο εὐαρεστήθηκα. Ν’ἀκοῦτε ὅ,τι σᾶς λέει». Ὅταν ἄκουσαν οἱ μαθηταὶ ἔπεσαν κάτω μπρούμυτα καὶ φοβήθηκαν πάρα πολύ. Καὶ ἀφοῦ τοὺς πλησίασε ὁ Ἰησοῦς , τοὺς ἄγγιξε καὶ εἶπε·Σηκωθῆτε καὶ μὴ φοβᾶστε. Σηκώνουν πράγματι τὰ μάτια τους καὶ δὲν εἶδαν κανέναν ἀπὸ τοὺς ἔκτακτους ἐπισκέπτες, ἀλλὰ μόνο τὸν Ἰησοῦ.Προφανῶς ἐκεῖνοι ἔφυγαν καὶ πῆγαν πάλιἐκεῖ ποὺ ἦταν πρίν, στὸν οὐρανό. Ὁ Λουκᾶς συμπληρώνει λέγοντας, ὅτι οἱ τρεῖς μαθηταὶ σίγησαν. Μὲ ἄλλα λόγια τοὺς κόπηκε ἡ λαλιὰ ἐκεῖνες τὶς μέρες καὶ δὲν εἶπαν σὲ κανέναν τίποτε ἀπὸ αὐτὰ ποὺ εἶχαν δῆ καὶ ἀκούσει.Τήρησαν δηλαδὴ τὴν παραγγελία τοῦ Χριστοῦ κατεβαίνοντας ἀπὸ τὸ ὄρος· «Σὲ κανέναν δὲν θὰ πῆτε αὐτὸ ποὺ εἴδατε μέχρις ὅτουὁ Γιὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀναστηθῆ ἐκ νεκρῶν». Φυσικὰ μετὰ τὴν ἀνάστασι τὸ διηγήθηκανκαὶ στοὺς ἄλλους μαθητάς. Οἱ εὐαγγελισταὶ Ματθαῖος Λουκᾶς καὶ Μάρκος τὸ κατέγραψαν στὰ Εὐαγγέλιά τους.
Μιὰ παρατήρησι· Σήμερα, μὲ τὴν τόσο προηγμένη τεχνολογία τῆς ἀστρονομίας, γιὰ νὰ βγῇ ἕνας ἔξω ἀπὸ τὴ σφαῖρα τῆς γῆς, ὅπως λ.χ. οἱ ἀστροναῦτες, γίνονται ἑκατομμύρια ἔξοδα, μακρὲς προετοιμασίες, πολλὲς δοκιμές, ἰατρικὲς ἐξετάσεις, καὶ ἄλλα πολλά. Καὶ θέλουν μέρες καὶ μῆνες γιὰ νὰ φτάσουν στὸν προορισμό τους. Δὲν συμβαίνει ὅμως τὸ ἴδιο στὸ Μωϋσῆ καὶ στὸν Ἠλία· Ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὅπου εἶναι ὁ παράδεισος, ποὺ κανένας δὲν ξέρει ποῦ τὸν ἔχει στήσει ὁ Θεός, μέσα ἢ ἔξω ἀπὸ τὸν ἀστρικὸ κόσμο, ἔρχονται καὶ ἀπέρχονται στὸ λεπτό. Ἄλλη διάστασι ὁ ὑλικὸς κόσμος καὶ ἄλλη ὁ οὐράνιος.
Αὐτὸ εἶναι τὸ γεγονὸς τῆς μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου σύμφωνα μὲ τὴν περιγραφὴ τῶν τριῶν εὐαγγελιστῶν. Εἶναι πολὺ ἐνδιαφέρον τώρα νὰ δοῦμε πῶς τὸ ἀξιοποίησε στὸ γραπτὸ καὶ προφορικό του κήρυγμα ὁ αὐτόπτης καὶ αὐτήκοος ἀπόστολος Πέτρος. Λέω ἐκ τῶν προτέρων ὅτι ὁ Πέτρος τονίζει τὸ στοιχεῖο τῆς αὐτοψίας. Εἶναι πράγματι τὸ ἀδιαφιλονίκητο καὶ πειστικώτερο ἀπὸ ὅλα γιὰ νὰ πείσῃ τοὺς ἀκροατάς του νὰ πιστεύσουν στὸ Χριστό, στὴ θεότητά του. Ἀπευθυνόμενος στοὺς παραλῆπτες τῆς Ἐπιστολῆς του, λέει· «Πρέπει νὰ θυμᾶστε πάντοτε ὅτι ἐγὼ καὶ οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι σᾶς γνωρίσαμε τὴ δύναμι καὶ τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὄχι ἀκολουθώντας μύθους σκαρφισμένους μὲ φαινομενικὴ σοφία, ἀλλὰ ἐπειδὴ εἴδαμε μὲ τὰ μάτια μας τὴ μεγαλειότητά του στὴ μεταμόρφωσι. Ἐκεῖ λοιπόν, στὴ μεταμόρφωσι, ὁ Ἰησοῦς πῆρε ἀπὸ τὸ Θεὸ Πατέρα τιμὴ καὶ δόξα, ὅταν ἀκούστηκε γι᾿ αὐτὸν ἡ ἑξῆς φωνή, ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὴν ἔνδοξη μεγαλοπρέπεια τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ Γιός μου ὁ ἀγαπητός, στὸν ὁποῖο ἐγὼ εὐαρεστήθηκα. Καὶ αὐτὴ τὴ φωνὴ τὴν ἀκούσαμε ἐμεῖς νὰ βγαίνῃ ἀπὸ τὸν οὐρανό, ὅταν ἤμασταν μαζί του στὸ ὄρος ἐκεῖνο τὸ ἅγιο. Καὶ ὅμως ἔχουμε τώρα βεβαιότερη ἀπὸ τὴ μεταμόρφωσι πίστι στὶς προφητεῖες τῆς Π. Διαθήκης γιὰ τὸ Χριστό. Καὶ καλὰ κάνετε ποὺ προσηλώνεστε σ᾿ αὐτές» (Β΄Πε 1,16-19).
Σχόλια.
Α . Οἱ μαθηταὶ ἀναγνώρισαν ὅτι οἱ δύο ξαφνικοὶ ἐπισκέπτες ἦταν ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἠλίας, ἂν καὶ τοὺς ἔβλεπαν γιὰ πρώτη φορά. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἐμφανίστηκαν ὅπως περιγράφονται ὁ καθένας μέσα στὶς Γραφές, ποὺ οἱ μαθηταὶ τὶς διάβαζαν, καὶ ἤξεραν τὰ χαρακτηριστικὰ καὶ τοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ ἄλλου.
Β. Ἐμφανίστηκαν οἱ δύο αὐτοί, διότι ἤδη στὴν ἐποχή τους ἀξιώθηκαν νὰ δοῦν τὸ Θεό, ὁ μὲν Μωϋσῆς τὰ «ὀπίσθια τοῦ Θεοῦ», ὁ δὲ Ἠλίας ὡς «λεπτὴ αὔρα», καὶ ὡς θεόπται οἱ δύο αὐτοὶ ἦταν οἱ καταλληλότεροι νὰ δοῦν τώρα καὶ τὴ δόξα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ δευτέρου τῆς Τριάδος.
Γ. Ὁ Πέτρος προτείνει νὰ στήσουν σκηνὲς γιὰ νὰ μένουν παντοτινὰ πάνω στὴν ἡσυχία καὶ στὴν ἀσφάλεια τοῦ ὄρους, ἀλλὰ καὶ στὴν εὐτυχία τῆς περιστάσεως, καθὼς ἔβλεπαν τὸν Ἰησοῦ μέσα στὸ ὑπερκόσμιο φῶς, καὶ τοὺς μεγάλους ἐπισκέπτες μέσα στὴ δόξα νὰ συνομιλοῦν μαζί του μὲ τόση οἰκειότητα. Κοινὴ ὑπόθεσι λοιπὸν Παλαιᾶς καὶ Νέας Διαθήκης. Κοινὴ ἡ εὐφρόσυνη προσδοκία τοῦ νέου κόσμου ποὺ θὰ φέρῃ ἡ σταύρωσι καὶ ἡ ἀνάστασι τοῦ Κυρίου.
Δ. Δὲν πρέπει ν᾿ ἀποσιωπήσουμε τὸ γεγονὸς ὅτι πόθος τοῦ Πέτρου νὰ μείνουν ἐκεῖ ἐπάνω στὸ ὄρος ἔχει κάτι τὸ ἀνθρώπινο καὶ ἰδιοτελές. Φοβήθηκε μήπως μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ συλληφθοῦν ὡς συνένοχοι καὶ αὐτοί, οἱ δώδεκα μαθηταί του, καὶ θανατωθοῦν, ὅπως καὶ ὁ διδάσκαλος, ὅταν θὰ τὸν πιάσουν καὶ θὰ τὸν σταυρώσουν, σύμφωνα μὲ τὴν πρόρρησί του (Μθ 16,21).
Ε. Ἡ πίστι μας δὲν εἶναι παραμύθια σὰν τὰ παραμύθια τῶν μυθομανῶν εἰδωλολατρῶν καὶ αἱρετικῶν, ἀλλὰ ἀναντίρρητα γεγονότα, μαρτυρημένα ἀπὸ αὐτόπτες καὶ αὐτηκόους ἄδολους καὶ ἀξιοπίστους ἀνθρώπους, ποὺ γιὰ τὴν πίστι τους θανατώθηκαν.
F. Εἶναι σημαντικὸ ὅτι ὁ ἀπόστολος Πέτρος πάνω ἀπὸ τὴν αὐτοψία καὶ αὐτηκοΐα βάζει τὶς προφητεῖες τῶν προφητῶν ποὺ προφήτευσαν γιὰ τὸ Μεσσία. Τόσο μεγάλη ἰσχὺ καὶ κῦρος ἔχουν τὰ λόγια τῶν προφητῶν, καὶ τόσο εὐτελισμὸ τῶν ψευδοπροφητῶν παλαιῶν καὶ σύγχρονων.
Z. Τὸ κῦρος ποὺ δίνει στὶς προφητεῖες καὶ τοὺς προφῆτες ὁ Πέτρος, ποὺ τὶς θεωρεῖ ἀνώτερες καὶ ἐγκυρότερες ἀπὸ τὴν ὅρασι τὴν ἀκοὴ καὶ τὶς ἄλλες αἰσθήσεις, δίνει καὶ ὁ πατριάρχης Ἀβραάμ. Στὴν παράκλησι τοῦ κολαζόμενου πλουσίου νὰ στείλῃ ὁ Ἀβραὰμ κάποιον ἀπὸ τοὺς νεκροὺς νὰ εἰδοποιήσῃ τ᾿ ἀδέρφια του νὰ μετανοήσουν, γιὰ νὰ μὴ βρεθοῦν καὶ αὐτοὶ στὴν κόλασι, ὅπως αὐτός, ὁ Ἀβραὰμ τοῦ εἶπε᾿ Τὰ ἀδέρφια σου ἔχουν τὸ Νόμο τοῦ Μωϋσέως καὶ τὶς προφητεῖες τῶν προφητῶν. Ἂς τοὺς ἀκούσουν. Ὁ λόγος τους θὰ φέρῃ μεγαλύτερη μετάνοια ἀπὸ τὸ ἂν κάποιος νεκρὸς ἀναστηθῇ καὶ τοὺς μιλήσῃ (Λκ 16,29-31).
H. Ἔχουμε ὑποχρέωσι νὰ διαβάζουμε τοὺς προφῆτες ποὺ μίλησαν γιὰ τὸ Χριστό, καὶ γενικὰ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, κι ὄχι νὰ τρέχουμε πίσω ἀπὸ ἀνθρώπους, τάχα προφῆτες, ποὺ λένε ψέματα καὶ παρασύρουν τοὺς πολλοὺς στὴν ἀπώλεια, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχουν προφῆτες μετὰ τὴν ἔλευσι τοῦ Χριστοῦ. Τὸ Θεὸ ν᾿ ἀκοῦμε, ὄχι τοὺς ἀνθρώπους ποὺ εἶναι ἐκτὸς σωτηρίας.
Αὐτὰ γιὰ τὴ μεταμόρφωσι καὶ τὰ μηνύματά της.
Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης
- Αὐτοὶ εἶναι παπικοὶ καὶ προτεστάντες ἄθεοι καθηγηταὶ θεολογικῶν σχολῶν τῆς Εὐρώπης, στοὺς ὁποίους μαθητεύουν οἱ Ἕλληνες ὑποψήφιοι βιβλικοὶ καθηγηταί, καταπίνουν ἀμάσητα τὰ προϊόντα τῆς ἀθεΐας των, καὶ ὕστερα τὰ ξερνοῦν στοὺς Ἕλληνες φοιτητὲς τῶν θεολογικῶν σχολῶν ὡς «ἐπιστημονικὲς παρατηρήσεις τους ὑψηλῆς εὐφυΐας», σπέρνοντας σ᾿ αὐτοὺς τὸν πικρὸ καὶ δηλητηριώδη σπόρο τῆς ἀμφιβολίας, γιὰ νὰ τὸν μεταδώσουν στὴ συνέχεια καὶ αὐτοὶ μὲ τὴ σειρά τους στοὺς ἀθῴους καὶ ἄπλαστους μαθητὰς τῶν γυμνασίων καὶ λυκείων, εὐτυχῶς ὄχι ὅλοι.