Ο πολιτικός Φίλιππος Δραγούμης
Γράφει ο Στέφανος Πουγαρίδης,
Φιλόλογος
Ο κ. Μέρτζος σε προγενέστερο άρθρο του αναφέρθηκε ακροθιγώς στον Φίλιππο Δραγούμη. Με την ευκαιρία αυτή θα ήθελα να κάνω κάποιες επισημάνσεις σχετικά με την προσωπικότητα του Φίλιππου, όπως τον γνώρισα κατά τη διάρκεια της επιστημονικής έρευνας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η ενδελεχέστερη γνωριμία του κοινού με μία πολιτική φυσιογνωμία που κυριάρχησε στην περίοδο του Μεσοπολέμου στα πολιτικά πράγματα της Φλώρινας, αλλά και διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην κεντρική πολιτική σκηνή σε περιόδους κρίσιμες για την ιστορία της Ελλάδας.
Ο Δραγούμης από τα νιάτα του μέχρι και τα γεράματά του υπήρξε πολιτικό όν.
Ήδη, πριν από την κάθοδο του στην πολιτική κονίστρα, ήταν ενεργό μέλος της Φοιτητικής Συντροφιάς, ενός συλλόγου που εργαζόταν για την κατίσχυση του Δημοτικισμού. Παράλληλα, συμμετείχε στις πνευματικές και πολιτικές διεργασίες της εποχής, ενώ έδειχνε ζωηρό ενδιαφέρον για τη συγγραφή πεζογραφημάτων και ιστορικών πραγματειών.
Ο Φίλιππος κατήλθε για πρώτη φορά υποψήφιος στον Νομό Φλώρινας στις εκλογές του 1920, κατόπιν οικογενειακών πιέσεων, προκειμένου να καλύψει το πολιτικό κενό μετά τη δολοφονία του Ίωνα. Μέχρι τότε, όπως ο Φίλιππος καταγράφει στα Ημερολόγια που εξέδωσε, αδιαφορούσε για την ανάμειξή του στην ενεργό πολιτική και είχε επιλέξει να ακολουθήσει διπλωματική καριέρα. Ανήκοντας στον στενό κύκλο του Ίωνα Δραγούμη και του Σουλιώτη-Νικολαΐδη εκπροσωπούσε ένα ρεύμα σκέψης -λησμονημένο σήμερα- που πρέσβευε τη συγκρότηση Ανατολικής Συνομοσπονδίας στην Ανατολική Μεσόγειο ως αντίδοτο στους εθνικισμούς των κρατών της περιοχής. Σε αυτόν τον κρατικό συνεταιρισμό η Ελλάδα, κατά τη σύλληψη του Δραγούμη, θα πρωταγωνιστούσε με το επιχείρημα ότι αποτελεί διαχρονική κοινότητα κουλτούρας και ιστορίας.
Στη σταδιοδρομία του, όπως ο ίδιος αναφέρει, θέλησε να κρατήσει την πολιτική του αυτονομία και πορεύτηκε μαχόμενος τον άκρατο κομματισμό και τον διπολισμό της εποχής, εκφράζοντας, παράλληλα, αιτήματα για συναίνεση, άμβλυνση των οικονομικών ανισοτήτων, υπέρβαση των εθνοτικών διαχωρισμών και των τοπικών ανταγωνισμών. Τις προτεραιότητές του αυτές τις στήριξε στις βασικές συνιστώσες της ιδεολογικής του συγκρότησης, όπως η αγροτική ιδέα, η αναβίωση της κοινοτικής παράδοσης στη Μακεδονία και η διοικητική αποκέντρωση των υπηρεσιών του ελληνικού κράτους. Για αυτό τον λόγο, ο ίδιος και οι οπαδοί του κατηγορήθηκαν από τους «εξ επαγγέλματος υπερπατριώτες» ως αυτονομιστές.
Στο πολιτειακό ζήτημα, αν και τη δεκαετία του 1910 τασσόταν αναφανδόν υπέρ της βασιλείας, υποστήριξε την Αβασίλευτη Δημοκρατία μετά την καθιέρωσή του, το 1924. Αποχώρησε, μάλιστα, από τη μάχιμη πολιτική το 1936 ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος από τον Μεταξά.
Επανήλθε στο προσκήνιο της κεντρικής πολιτικής σκηνής το 1944 ως Υφυπουργός της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου στο Λίβανο. Λόγω της προτέρας του θητείας στο διπλωματικό σώμα και της θεωρητικής του σκευής στα εθνικά θέματα θεωρήθηκε ο καταλληλότερος Έλληνας πολιτικός για να υποστηρίξει νομικά τις ελληνικές αξιώσεις για παραχώρηση, μεταξύ άλλων, της Βόρειας Ηπείρου και των Δωδεκανήσων ως ανταμοιβή για την ελληνική συμβολή στη συμμαχική νίκη. Το 1947, μάλιστα, σήκωσε μεγάλο βάρος της διαπραγμάτευσης των ελληνικών θέσεων στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης στο Παρίσι, όταν και διαμορφώθηκαν τα σημερινά σύνορα του ελληνικού κράτους. Η αστοχία επίτευξης του συνόλου των ελληνικών στόχων προκάλεσε επικρίσεις σε βάρος του. Για την πραγμάτωση των εθνικών επιδιώξεων διακήρυσσε αταλάντευτα και εργάστηκε για την ανάγκη σύνδεσης της ελληνικής πολιτικής με αυτήν των Φιλελεύθερων κρατών της Δύσης.
Την περίοδο του Μεσοπολέμου έλαβε μέρος στις θεωρητικές αναζητήσεις αναφορικά με την ελληνικότητα και την ανανέωση της Μεγάλης Ιδέας αποκαθαρμένης από το επεκτατικό περιεχόμενο της ξοφλημένης Μεγάλης Ιδέας της προηγούμενης περιόδου. Η εθνική του θεωρία για την εγχάραξη μιας νέας εθνικής ταυτότητας, όπως ο ίδιος την οραματιζόταν, εδραζόταν στη συγχώνευση σε ένα οργανικό όλο παραδοσιακών συντεταγμένων της σκέψης του, όπως ο εθνισμός, ο Ανατολισμός, ο Δημοτικισμός, πλαισιωμένες από τον μεταρρυθμιστικό σοσιαλισμό. Από το αναγεννητικό σχέδιο του Δραγούμη εξοβελίζονταν ο εθνικισμός, ο ιμπεριαλισμός και ο επαναστατικός κομμουνισμός.
Αυτή τη θεωρητική σύλληψη θέλησε να τη μετουσιώσει σε πολιτική πράξη πολιτευόμενος στον Νομό Φλώρινας άλλοτε αυτοδύναμα, ως επικεφαλής του Αγροτικού Κόμματος, και άλλοτε συνεργαζόμενος με το Λαϊκό κόμμα.
Από το 1920 μέχρι και το 1936 παρέμενε ηγετική φυσιογνωμία της πολιτικής ζωής στον Νομό, αντλώντας τη δύναμή του, κυρίως, από τη δεξαμενή των σλαβόφωνων ψηφοφόρων προς τους οποίους άπλωνε δίχτυ πολιτικής προστασίας με διακηρυγμένη πρόθεση να αμβλύνει τη, σε βάρος τους, καχυποψία των φορέων εξουσίας του ελληνικού κράτους. Ενδεικτική της αντίληψής του για την εθνικά επωφελή διαχείριση του σλαβόφωνου πληθυσμού του Νομού υπήρξε η εναντίωσή του το 1948 στις ακραίες φωνές «εθνικοφρόνων» πολιτικών παραγόντων που ζητούσαν την εκδίωξη από την Ελλάδα όλων των σλαβόφωνων συλλήβδην.
Η πολιτική του σταδιοδρομία ολοκληρώθηκε το 1952, οπότε και αποχώρησε οριστικά από τον πολιτικό στίβο. Τα επόμενα χρόνια συνέχισε να αρθρογραφεί στον αθηναϊκό τύπο, ξιφουλκώντας κατά της τιτοϊκής μακεδονικής πολιτικής και καυτηριάζοντας ό,τι θεωρούσε αβελτηρία της ελληνικής διπλωματίας στο Μακεδονικό και το Κυπριακό Ζήτημα. Σε όλη του τη δράση, το αντικείμενο των πολιτικών του ενδιαφερόντων υπήρξε η προστασία των θαλερών ελληνικών κοινοτήτων της, της Τουρκίας, της Αιγύπτου, της Κύπρου, της Μακεδονίας, της Βόρειας Ηπείρου. Σημαντικό επίσης μέρος της πολιτικής του ενέργειας απορρόφησε η διαμόρφωση και η διατύπωση της ελληνικής επιχειρηματολογίας έναντι των ξένων προπαγανδών στην ελληνική Μακεδονία.
Ολοκληρώνοντας την αδρομερή προσέγγιση του Φίλιππου Δραγούμη φρονούμε ότι υπήρξε μια πολυσχιδής προσωπικότητα με σημείο αναφοράς τη Φλώρινα, επιδεκτική σε πολλές ερμηνείες, μια και δραστηριοποιήθηκε τόσο στον χώρο του πνεύματος όσο και της πολιτικής, συμβάλλοντας, σε τοπικό επίπεδο, στη διαμόρφωση της πολιτικής συνειδητότητας των κατοίκων του Νομού και χαράσσοντας την εθνική στρατηγική σε θέματα των οποίων ο απόηχος φτάνει μέχρι και τις μέρες μας. Σήμερα, η αναβαθμισμένη γεωστρατηγική σημασία της Δυτικής Μακεδονίας, που φαίνεται να της προσδίδει η διέλευση αγωγών, αλλά και η αναζωπύρωση του εθνικισμού στη γειτονιά μας, καθιστά την πολιτική παρακαταθήκη του Δραγούμη επίκαιρη για την αντιμετώπιση των προβλημάτων.
Pingback: Ο πολιτικός Φίλιππος Δραγούμης - Sentra