Οι υποψήφιοι της Λαϊκής Συσπείρωσης στην περιφέρεια και στους δήμους της Δυτικής Μακεδονίας
Σε εκδήλωση της Επιτροπής Περιοχής Δυτικής Μακεδονίας του ΚΚΕ, που πραγματοποιήθηκε στην Κοζάνη στις 18/12/2018, έγινε η παρουσίαση των υποψηφίων της Λαϊκής Συσπείρωσης (της παράταξης που στηρίζει το ΚΚΕ στην Τοπική Διοίκηση) για την Περιφέρεια και τους Δήμους της Δυτικής Μακεδονίας για τις Περιφερειακές και Δημοτικές εκλογές της 26ης Μαΐου 2019.
Την παρουσίαση έκανε ο Ζήσης Λυμπερίδης, – μέλος της Γραμματείας της Κ.Ε. του ΚΚΕ.
Για την Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας:
Υποψήφιος περιφερειάρχης θα είναι ο Θανάσης Χαστάς, 33 χρονών, Γραμματέας της Επιτροπής Περιοχής Δυτικής Μακεδονίας του ΚΚΕ και δημοτικός σύμβουλος Γρεβενών από το 2014. Απόφοιτος του Τμήματος Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών ΑΠΘ. Υπήρξε μέλος του Γραφείου του Κεντρικού Συμβουλίου της ΚΝΕ (2010-2016).
ΠΕ Φλώρινας:
Για το Δήμο Φλώρινας: η Ευθυμία (Μιμίκα) Ναλπαντίδου, 56 χρονών, δασκάλα, μέλος της ΕΠ Δυτικής Μακεδονίας του ΚΚΕ.
Για το Δήμο Αμυνταίου: ο Κυριάκος Ελευθεριάδης, 31 χρονών, απόφοιτος του τμήματος Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης στα Ιωάννινα, με ειδίκευση στις εφαρμοσμένες τέχνες και απόφοιτος της σχολής Αρχιτεκτονικής του Πανεπιστημίου του Westminster στο Λονδίνο, όπου ζούσε και εργαζόταν τα τελευταία 6 χρόνια.
Για το Δήμο Πρεσπών: ο Γιώργος Ιωαννόπουλος (Ίτσες), 34 χρονών, Ηλεκτρολόγος Μηχανικός, υποψήφιος διδάκτορας του Πολυτεχνείου Ξάνθης, ελεύθερος επαγγελματίας, γραμματέας του Συλλόγου Μεταπτυχιακών Φοιτητών και Υποψηφίων Διδακτόρων του Πολυτεχνείου Ξάνθης.
Παρουσίαση των υποψηφιοτήτων στην Περιφέρεια και τους Δήμους της Δυτ.Μακεδονίας.
Ζήσης Λυμπερίδης, μέλος της Γραμματείας της Κ.Ε. του ΚΚΕ
Αγαπητοί σύντροφοι και φίλοι
Η νέα χρονιά που μπαίνει σε δύο βδομάδες περιλαμβάνει αναμετρήσεις όπου μπορεί και πρέπει να καταγραφούν η είσοδος νέων δυνάμεων στον αγώνα, η συμπόρευση με το ΚΚΕ σε όλα τα μέτωπα, η ισχυροποίηση του Κόμματος παντού!
Μπορεί και πρέπει να δοθεί αποφασιστική απάντηση στα ψεύτικα δίπολα και στην ένταση της αντεργατικής επίθεσης. Απάντηση που μπορεί να δώσει μόνο η πολιτική του ΚΚΕ, και όχι το ξαναζέσταμα των αυταπατών για φιλολαϊκές εξελίξεις μέσω κυβερνητικών εναλλαγών ή με όχημα δήθεν «νέα», «ακαθοδήγητα», «διαδικτυακά» κινήματα, που επιχειρούν διάφορες οπορτουνιστικές πολιτικές δυνάμεις δοκιμασμένες στη διάδοση ψευδαισθήσεων στους εργαζόμενους με χρεοκοπημένη πολιτική, όπως αυτές που στήριξαν ή καλλιέργησαν ανοχή στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Σήμερα, πρέπει περισσότερο από ποτέ να αξιοποιηθεί η πολύτιμη πείρα από τους εργαζόμενους και να βγουν τα απαραίτητα συμπεράσματα. Να γίνει κτήμα χιλιάδων εργαζομένων και νέων ανθρώπων η πρόταση διεξόδου που προβάλλει το ΚΚΕ στο λαό, να ενισχυθεί με νέες δυνάμεις η μεγάλη προσπάθεια για την ανασύνταξη του κινήματος, για την αλλαγή των συσχετισμών, την άνοδο της οργανωμένης πάλης παντού, την ενίσχυση της Κοινωνικής Συμμαχίας, καθώς αυτός είναι ο μοναδικός δρόμος που μπορεί να φέρει το λαό πραγματικά στο προσκήνιο, διεκδικητή του πλούτου που παράγει.
Όρος απαραίτητος για να διανυθεί αυτός ο ανατρεπτικός δρόμος είναι η αποδυνάμωση των δυνάμεων που έφεραν τους εργαζόμενους μέχρι εδώ, η ισχυροποίηση του ΚΚΕ παντού, σε κάθε μικρή και μεγάλη μάχη, στις τοπικές και περιφερειακές εκλογές, στις βουλευτικές και στις ευρωεκλογές, που θα έχουν γενικευμένο πολιτικό χαρακτήρα.
Στο κέντρο της αντιπαράθεσης θα βρεθούν εκ των πραγμάτων οι εξελίξεις και η πορεία της καπιταλιστικής οικονομίας και ανάπτυξης στη χώρα, σε συνδυασμό με τις αντιπαραθέσεις εντός ΕΕ, των ιμπεριαλιστικών κέντρων που μαίνονται.
Θα βρεθεί η ευρωατλαντική στρατηγική της αστικής τάξης της χώρας και οι επικίνδυνες για το λαό επιδιώξεις για αναβαθμισμένη γεωστρατηγική θέση και ρόλο στην ευρύτερη περιοχή.
Δεν πρόκειται για μια εύκολη μάχη. Έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν ήταν εύκολες οι μάχες που έδωσε και δίνει καθημερινά το ΚΚΕ.
Όμως δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε ότι ιδιαίτερα αυτή τη φορά, έχουμε να κάνουμε με μια κυβέρνηση αδίστακτη, που έχει γίνει μάστορας στην κοροϊδία και στην εξαπάτηση του λαού. Μια κυβέρνηση, που την ίδια στιγμή που υλοποιεί με μαεστρία την αντιδραστική της πολιτική σε όλα τα μέτωπα, βγάζοντας τη βρώμικη δουλειά που της αναθέτει το κεφάλαιο, καλεί σε «προοδευτικά/δημοκρατικά μέτωπα» ενόψει των εκλογών, παριστάνοντας το αντίπαλο δέος στην ακροδεξιά και τον εθνικισμό, αξιοποιώντας την άνοδο ακροδεξιών και εθνικιστικών αντιλήψεων στην ΕΕ αλλά και τις αντίστοιχες εκδηλώσεις τους στην Ελλάδα, όπως π.χ. με τις «καταλήψεις στα σχολεία για τη Μακεδονία» κ.λπ.
Μια κυβέρνηση που ενώ περηφανεύεται ότι υλοποίησε μέχρι κεραίας όλα τα μνημόνια, που επιτέθηκε ακόμα και στο απεργιακό δικαίωμα, που «ξεπλένει» τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και «σπέρνει» ΝΑΤΟικές βάσεις σε όλη τη χώρα, που συγκυβερνά με τους εθνικιστές των ΑΝΕΛ και προωθεί αποφασιστικά όλες τις βρώμικες ιμπεριαλιστικές διευθετήσεις στα Βαλκάνια, τώρα φοράει πάλι το ψευτο-προοδευτικό «φωτοστέφανο», μήπως και ψαρέψει δυνάμεις, ξανά στη λογική του «μικρότερου κακού».
Γνωρίζουν πολύ καλά, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η ΝΔ, πως για να μπορεί να στέκεται το παραμύθι του ψευτοδιπολισμού ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, πρέπει να κρύβονται ή να υποβαθμίζονται οι πλευρές εκείνες που αποκαλύπτουν τη στρατηγική τους σύμπλευση, δηλαδή την προσήλωσή τους στην πολιτική που έχει ως «κόρη οφθαλμού» την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία των επιχειρηματικών ομίλων, την εξασφάλιση φθηνής εργατικής δύναμης για την προσέλκυση επενδύσεων και το άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας, με μετατροπή της χώρας σε κόμβο διαμετακόμισης Ενέργειας και εμπορευμάτων.
Αυτό ακριβώς φαίνεται και από τον καβγά που έχουν στήσει γύρω από τη συμφωνία των Πρεσπών, με την κυβέρνηση να παριστάνει το αντίπαλο δέος στον εθνικισμό και την ακροδεξιά, αξιοποιώντας και τη στάση της ΝΔ. Ενας καβγάς αποπροσανατολιστικός, που βολεύει και τους δύο αφού ο μεν ΣΥΡΙΖΑ πουλάει τον κούφιο προοδευτισμό του καλώντας σε «προοδευτικά μέτωπα», η δε ΝΔ ψαρεύει στα θολά νερά του εθνικισμού. Τι κρύβουν όμως και οι δύο;
Προφανώς αυτό που αποκαλύπτει τη σύγκλισή τους: Οτι πρόκειται για συμφωνία ΝΑΤΟικής κοπής, που αποτελεί άλλη μια ιμπεριαλιστική διευθέτηση στα Βαλκάνια, και ως τέτοια δεν θα μπορούσε παρά να συντηρεί τα σπέρματα του αλυτρωτισμού.
Σε αυτό το ΝΑΤΟικό περιεχόμενο, που αποτελεί και την ουσιαστική – επικίνδυνη πλευρά για τους λαούς Ελλάδας και ΠΓΔΜ και αποτυπώνεται στο άρθρο 2 της συμφωνίας, είναι που συγκλίνουν τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η ΝΔ, τόσο αυτοί που κραυγάζουν αλυτρωτικά συνθήματα όπως «η Μακεδονία είναι ελληνική», όσο και αυτοί που προσυπογράφουν τη συμφωνία.
Η μετατροπή της χώρας σε «αιχμή του δόρατος» των αμερικανοΝΑΤΟικών σχεδιασμών στην περιοχή, κάτι που περιλαμβάνει και τη διευθέτηση του Σκοπιανού, αποτελεί γραμμή όλων των αστικών κομμάτων. Γι’ αυτό άλλωστε σύσσωμος ο Τύπος που απηχεί τις θέσεις τους, συμπολιτευόμενος και αντιπολιτευόμενος, έκανε λόγο για «θετικά μηνύματα» και «οιωνούς» από τον «Στρατηγικό Διάλογο» ΗΠΑ – Ελλάδας που ξεκίνησε την περασμένη Πέμπτη στην Ουάσιγκτον, η δε αμερικανική κυβέρνηση συγχαίρει την ελληνική για το ρόλο που παίζει στην περιοχή και ειδικά για τη συμφωνία των Πρεσπών.
Ο αποπροσανατολιστικός καβγάς ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ κορυφώθηκε και κατά την ολοκλήρωση της συζήτησης για την ψήφιση του κρατικού προϋπολογισμού του 2019.
Η κυβέρνηση παρουσιάζει ως «αποκατάσταση αδικιών» την αναστολή της 31ης μείωσης των συντάξεων και διάφορα ψίχουλα που μοιράζει με για την αντιμετώπιση της ακραίας φτώχειας και η ΝΔ από την πλευρά της, την κατηγορεί για «παροχολογία» ενόψει εκλογών.
Βεβαίως, όταν συζητούν για την ανακούφιση των εργαζομένων, και οι δύο έχουν «ένα το κρατούμενο» τη δημοσιονομική πειθαρχία, επαναλαμβάνουν τις δεσμεύσεις τους για «μη εκτροχιασμό» και για καμιά επιστροφή στις «παθογένειες του παρελθόντος», όπως άλλωστε επιτάσσει και ο ΣΕΒ.
Και οι δυο συμφωνούν στο να δοθούν ακόμα περισσότερα «κίνητρα» για επενδύσεις, δηλαδή περισσότερο «ζεστό» χρήμα στους μονοπωλιακούς ομίλους, όταν την ίδια στιγμή, ο προϋπολογισμός ανακεφαλαιώνει ξανά όλες τις μνημονιακές δεσμεύσεις γύρω από τα ματωμένα πλεονάσματα, τσεκουρώνοντας ακόμα περισσότερο τα κονδύλια για συντάξεις, για Παιδεία και Υγεία, για «κοινωνική πολιτική» κ.ο.κ., φορτώνοντας επιπλέον βάρη στα εργατικά – λαϊκά στρώματα και διατηρώντας ακέραιους τους εκατοντάδες εφαρμοστικούς νόμους που έριξαν στα τάρταρα την τιμή της εργατικής δύναμης.
Σύντροφοι και σ/σσες, φίλοι και φίλες
Ο ενιαίος και πολιτικός χαρακτήρας της μάχης των τοπικών εκλογών αποτυπώνεται μέσα από το ρόλο της τοπικής διοίκησης στο πέρασμα της αντιλαϊκής πολιτικής που εντάθηκε με τα μνημόνια διαχειριζόμενα την οικονομική καπιταλιστική κρίση άλλα και τώρα στην φάση ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας.
Αποτυπώνεται από την άμεση συνδρομή δημοτικών , περιφερειακών αρχών στο πέρασμα αυτής της αντιλαϊκής πολιτικής, από τη μεγάλη γκάμα αρμοδιοτήτων τους που αφορούν την επιβάρυνση της καθημερινότητα, της ζωής , των αναγκών, των δικαιωμάτων των εργαζόμενων.
Οι δυνάμεις των άλλων πολιτικών κομμάτων σε δήμους και περιφέρειες και άσχετα από την άμεση κομματική τοποθέτηση ή διαφοροποίηση τους , ανεξάρτητα από το μανδύα του ανεξάρτητου, ταυτίστηκαν στην υλοποίηση της αντιλαϊκής πολιτικής, πρωτοστάτησαν στο πέρασμα της.
Σήμερα δήμοι και περιφέρειες, το πολιτικό προσωπικό που τους στελεχώνει συμμετέχουν ενεργά όχι μόνο στην υλοποίηση άλλα και στο σχεδιασμό της ανάπτυξης για τις ανάγκες του κεφαλαίου. Για αυτές τις ανάγκες σχεδιάστηκαν οι αναδιαρθρώσεις όλα αυτά τα χρόνια στην τοπική διοίκηση.
Είναι η κόκκινη κλωστή που δένει τον Καποδίστρια με τον Καλλικράτη, σήμερα με τον Κλεισθένη I και αύριο με ένα νέο κύκλο αναδιαρθρώσεων προσαρμοσμένων σε αυτές του Κεντρικού κράτους και της πιο άμεσης διασύνδεσης τους με τους θεσμούς της EE, με τις ανάγκες της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Αναδιαρθρώσεις που το χαρακτήρα τους τον υπογραμμίζει η συνέχεια και η συνέπεια με την οποία τις υλοποίησαν διαδοχικά όλες τις αστικές κυβερνήσεις και ανεξάρτητα του τι έλεγαν τα κόμματα που τις συγκροτούν όταν βρίσκονταν στην αντιπολίτευση.
Αποδείχτηκε στην πράξη και στην ζωή των λαϊκών στρωμάτων ότι μέσω των νέων τοπικών και περιφερειακών δομών, με τον ρόλο και τις αρμοδιότητες που πήραν, άδραξαν μεγαλύτερες δυνατότητες δράσης οι επιχειρήσεις, άδειασε η τσέπη και το εισόδημα των εργαζόμενων, των φτωχών αγροτών και επαγγελματιών, ανατράπηκαν οι εργασιακές σχέσεις, εμπορευματοποιήθηκαν βασικές κοινωνικές ανάγκες, ανατράπηκαν με ταχύτητα οι χρήσεις γης και σε βάρος των λαϊκών αναγκών.
Η ταχύτητα με την οποία προχωρούν οι αναδιαρθρώσεις στο χώρο της τοπικής διοίκησης αφορά στις απαιτήσεις της οικονομικής καπιταλιστικής ανάπτυξης, τις δυσκολίες και τις αντιφάσεις που την διατρέχουν.
Σε αυτό το πλαίσιο βαθαίνει η σύμφυση των οργάνων της με επιχειρηματικούς ομίλους με ιεράρχηση σε αυτή την φάση την δημοτική και δημόσια γη, τις χρήσεις της, το περιβάλλον, τον τομέα των μεταφορών και το μεταφορικό έργο, την Ενέργεια και την πολιτική “απελευθέρωσης” της (πχ ΑΠΕ), την διαχείριση υγρών-στερεών αποβλήτων, των υδάτινων πόρων στον άξονα των επιχειρηματικών συμφερόντων, την αγροτική παράγωγη, τον Τουρισμό.
Η διοικητική δομή των Περιφερειών ήδη παίζει ενεργό και επιτελικό ρολό στα ζητήματα της περιφερειακής ανάπτυξης. Συγκεντρώνει πόρους, έργα και υποδομές στις αναπτυξιακές ιεραρχήσεις του κεφαλαίου, γι’αυτό και ιεραρχείται στην διάταξη των αστικών στελεχών, των αστικών κομμάτων να τις ελέγχουν κομματικά. Είναι η κρατική δομή σε τοπικό επίπεδο με την αμεσότερη σύνδεση με τα Ευρωενωσιακά όργανα, τα επιχειρηματικά συμφέροντα.
Οι Περιφέρειες διαχειρίζονται ήδη μεγάλο μέρος του ΕΣΠΑ. Η αντιπαράθεση ανάμεσα σε παρατάξεις και υποψηφίους εστιάζεται στον αριθμό των έργων και στην απορροφητικότητα. Αποπροσανατολίζουν από το κύριο που είναι ότι αφορούν έργα και δράσεις που ιεραρχούνται πλήρως στις ανάγκες της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, βάζοντας στο περιθώριο τις λαϊκές ανάγκες σε υποδομές, έργα και υπηρεσίες.
Λαϊκά προβλήματα και ανάγκες που έρχονται και επανέρχονται συχνά με τραγικό τρόπο στην επικαιρότητα, όπως είναι η έλλειψη αντιπλημμυρικής προστασίας, οι μεγάλες και τραγικές ελλείψεις στην αντιπυρική θωράκιση που επαναλαμβάνονται ως δράμα κάθε καλοκαίρι, οι πληγές των σεισμών που παραμένουν με ανέλεγκτο το 80% των δημόσιων κτηρίων(σχολεία, νοσοκομεία κλπ).
Ανάγκες που συνθλίβονται κάτω από τον αδυσώπητο κανόνα του κέρδους και του υπερκέρδους των επιχειρηματικών ομίλων, την πολιτική κόστους -οφέλους που βλέπει την ζωή και τις ανάγκες του λαού ως εμπόρευμα.
Υλοποίησαν την πολιτική επιβολής φόρων, των ελαστικών σχέσεων εργασίας, της εμπορευματοποίησης, αποδέχτηκαν την περιστολή της κρατικής χρηματοδότησης, τη διασύνδεση των τοπικών οργάνων με τις επιχειρήσεις και τις επιδιώξεις τους, ευθυγραμμίστηκαν με τις ευρωενωσιακές κατευθύνσεις, αποδέχτηκαν δημοσιονομικό κορσέ και απογείωσαν τα λεγόμενα ίδια έσοδα με την επιβολή τελών και φόρων, που με Βάση το νέο Μεσοπρόθεσμο η κυβέρνηση θέτει ως ελέγξιμο στόχο να υπερκεράσουν μέχρι το 2022 την κρατική χρηματοδότηση.
Σε μεγάλους δήμους ήδη οι προϋπολογισμοί τους στηρίζονται στην πλειοψηφία τους από τα λεγόμενα ίδια έσοδα δηλαδή μέσα από την άγρια τοπική φορολογία.
Αυτή την πραγματικότητα την γνωρίζουν από πρώτο χέρι οι εργαζόμενοι στην τοπική διοίκηση με την συνολική ανατροπή εργασιακών σχέσεων και δικαιωμάτων, την γνωρίζουν τα λαϊκά νοικοκυριά σε πόλεις και χωριά που έχουν ήδη μπει στο στόχαστρο της Εφορίας και των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών “για οφειλόμενα” στους Δήμους.
Είναι πανταχού παρούσα η επιχειρηματική και ανταποδοτική λειτουργία, αυξάνεται η προσφυγή στον δανεισμό από τις τράπεζες, οι ιδιωτικοποιήσεις κάθε είδους και μορφής ΣΔΙΤ, η ανατροπή εργασιακών σχέσεων, τα θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα που πολλαπλασιάζονται, τα προγράμματα της ανακύκλωσης των ανέργων κοκ. Και όλα αυτά, που την ίδια ώρα ενισχύεται η πολιτική εκχώρησης υποδομών και κοινωνικών υπηρεσιών σε Κ.ΑΛ.Ο και Μ.Κ.Ο.
Η συντριπτική πλειοψηφία των τοπικών αρχών, πρωτοβάθμιων και δευτεροβάθμιων, τα συλλογικά τους επιτελεία ΚΕΔΕ- ΕΝΠΕ- όλα αυτά τα χρόνια διαχειρίστηκαν σε πλήρη σύμπνοια την ίδια πολιτική. Είναι οι ίδιοι που στήριξαν μέσα στην κρίση το αφήγημα “της χρεοκοπίας της χώρας” για να στηρίξουν συντεταγμένα την χρεοκοπία εργαζόμενων και λαού.
Επανέρχονται σήμερα με το αφήγημα της “εθνικής ανάπτυξης και της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας” έχοντας ως δεδομένο την συνέχεια της συντριβής των εργατικών λαϊκών δικαιωμάτων, την συμφιλίωση του λαού με την φτώχια, την ανεργία, την εμπορευματοποίηση βασικών κοινωνικών αναγκών όπως η υγειά, η πρόνοια, η παιδεία, ο πολιτισμός και ο αθλητισμός.
Οι δήμοι, η ΤΔ συνολικά επέδειξε- ειδικά μέσα στην κρίση- μεγάλη ευελιξία στην διαχείριση και καθήλωση της λαϊκής οργής. Έθεσαν σε εφαρμογή νέους θεσμούς ποδηγέτησης των εργατικών λαϊκών μαζών στα όρια και τις ανάγκες του αστικού συστήματος. Αξιοποιήθηκαν τα ευρωενωσιακά και άλλα προγράμματα, οι κάθε λογής δομές «για την καταπολέμηση της φτωχιάς και της ανεργίας», οι θεσμοί της “Κοινωνικής Οικονομίας”, οι λεγόμενοι ενεργειακοί συνεταιρισμοί, οι ενώσεις αγροτών κλπ .
Αντικειμενικά, λοιπόν και από τις ίδιες τις εξελίξεις, δυο γραμμές συγκρούονται και στο χώρο της τοπικής διοίκησης: αυτή του ΚΚΕ, δηλαδή η γραμμή της Λαϊκής αντιπολίτευσης απέναντι σε δημοτικές, περιφερειακές αρχές, κυβερνήσεις, και όπως εκφράστηκε από τις δημοτικές αρχές με επικεφαλής του κομμουνιστές δημάρχους που εναντιώθηκαν στο σύνολο της αντιλαϊκής πολιτικής και στην άσκηση της από τους δήμους. Που αμφισβήτησαν με κάθε ευκαιρία τα πλαίσια και τις αντιδραστικές πολιτικές κράτους, κυβερνήσεων, EE, περιφερειακών αρχών, αποκάλυψαν τι και ποιον υπηρετούν, που σηματοδότησαν τις λαϊκές ανάγκες και την οργάνωση της πάλης για την διεκδίκηση τους με σειρά από αγωνιστικές πρωτοβουλίες με μέτρα ανακούφισης των λαϊκών νοικοκυριών και από την άλλη, η γραμμή όλων των άλλων αστικών κομμάτων, που εκτός των άλλων, επιμένουν «πονηρά και εντέχνως» να διαχωρίζουν τα “τοπικά” προβλήματα από τα γενικά προβλήματα του λαού και της χώρας.
Όμως τα λεγόμενα τοπικά προβλήματα είναι απόρροια των γενικών και υπάρχει συγκεντρωμένη λαϊκή πείρα και πολύ περισσότερο αποδεικτικό υλικό σήμερα. Τα τοπικά προβλήματα, όπου συνήθως εντοπίζονται ως τέτοια γιατί παίρνουν οξύτητα, είναι λαϊκά προβλήματα.
Για παράδειγμα οι πλημμύρες , οι πυρκαγιές, οι σεισμοί και τα τραγικά για την ζωή και την περιουσία του λαού αποτελέσματα τους, η πολιτική προστασία που είναι διαρθρωμένη ως άδειο πουκάμισο από το κράτος, είναι άμεσα συνδεδεμένα με τις ταξικές επιλογές στήριξης του κεφαλαίου και της κερδοφορίας του από κράτος, την τοπική και περιφερειακή διοίκηση, τις αστικές κυβερνήσεις και κόμματα. Το “άλυτο” ζήτημα της διαχείρισης των απορριμάτων, με φανερά υπαρκτό το κίνδυνο για την δημόσια υγεία και το περιβάλλον είναι το αποτέλεσμα της εμπορευματοποίησης της γης, του πολέμου των επιχειρηματικών ομίλων.
Το γυμνό από προσωπικό και υποδομές Κέντρο υγείας είναι απόρροια των διαχρονικών περικοπών της χρηματοδότησης από το κράτος, της πολιτικής “των ενιαία και ελάχιστων παροχών” για όλους, η γύμνια δημόσιων υποδομών σε παιδικούς σταθμούς και νηπιαγωγεία το ίδιο.
Η ανταποδοτικότητα ως μόνιμος τρόπος χρηματοδότησης των υπηρεσιών στους δήμους όπως είναι η καθαριότητα, το πράσινο, ο ηλεκτροφωτισμός είναι ένα ταξικό χαράτσι που όλο και διευρύνεται έτσι που το νοικοκυριό του εργάτη, του φτωχού αγρότη, του άνεργου -άσχετα αν έχει ή νοικιάζει σπίτι – να πληρώνει το ίδιο με την μεζονέτα του πλουτοκράτη, το μικρομάγαζο να πληρώνει το ίδιο με την τράπεζα και τους επιχειρηματικούς ομίλους.
Το ΚΚΕ δικαιώθηκε με τη θέση που χρόνια προβάλει, ότι η μεγάλη, αν όχι η συντριπτική πλειοψηφία των τοπικών προβλημάτων, είναι απόρροια της γενικής πολιτικής γραμμής. Ότι είναι αδύνατον να υπάρχει τοπική ευημερία, φιλολαϊκές τοπικές νησίδες, αντιμετώπιση των τοπικών και περιφερειακών ανισοτήτων, όσο υπάρχει η βάρβαρη και αντιλαϊκή κεντρική πολιτική. Υπάρχει πλούσια πλέον εμπειρία . Οι διοικητικές αναδιαρθρώσεις που έγιναν στο παρελθόν δεν έφεραν ανάπτυξη προς όφελος του λαού, δεν αναίρεσαν τις περιφερειακές ανισομετρίες, την εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης, πολύ περισσότερο τη συγκέντρωση του πλούτου σε λίγα χέρια, σε βάρος της λαϊκής πλειοψηφίας.
Οι συνδυασμοί, τα πρόσωπα, οι επικεφαλής τους, ο καθένας με την δική του προσωπικότητα και ευθύνη παίζουν το ρόλο τους, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι οι τοπικές εκλογές έδιναν πάντα μια μεγαλύτερη δυνατότητα ευελιξίας στις συμμαχίες των αστικών κομμάτων ή έδιναν τη δυνατότητα να αφήνουν το περιθώριο στα στελέχη τους τοπικά, να αποστασιοποιούνται σχετικά ή να κάνουν πως αποστασιοποιούνται από κεντρικές αντιλαϊκές πολιτικές της εκάστοτε Κυβέρνησης, των κομμάτων τους κεντρικά, που δημιουργούν δυσαρέσκεια σε πλατιά λαϊκά εργατικά στρώματα.
Το κύριο κριτήριο ψήφου δεν μπορεί να είναι μόνο ή κυρίως τα πρόσωπα γιατί αυτό που καθορίζει την ταυτότητα και τις προθέσεις τους είναι ποια πολιτική στηρίζουν με την δράση τους.
Σημασία έχει η στάση τους απέναντι στα καθημερινά εργατικά, λαϊκά προβλήματα, απέναντι στις αιτίες και τη διέξοδο από την αντιλαϊκή πολιτική. Η στάση τους στο ερώτημα: ανάπτυξη από ποιον και για ποιον, που φέρνει στο προσκήνιο την πραγματική διαχωριστική γραμμή και με ποιον τάσσονται, ποια θέση παίρνουν.
Η στάση τους στα μεγάλα προβλήματα της χώρας και της περιοχής μας, τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και ανταγωνισμούς που μαίνονται, αφήνοντας το μαύρο το αποτύπωμα τους στο Αιγαίο, στα Βαλκάνια, στο Κυπριακό, που μετατρέπουν την χώρα σε πεδίο Βολής των ΑμερικαΝατοικών στρατευμάτων. Σε όλα αυτά τα ζητήματα η αστική τάξη της χώρας και μαζί μερίδα “των αυτοδιοικητικών” παίζει βρώμικο ρόλο και σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων. Η “στάση προσοχής’ και «τα κόκκινα χαλιά» υποδοχής από σειρά αυτοδιοικητικών μπροστά στον Αμερκανό πρέσβη είναι πρόκληση για το λαό και πρέπει να γίνει κριτήριο για την καταψήφιση τους. Το κύμα της προσφυγιάς και μετανάστευσης στην χώρα υπενθυμίζει με βροντερό τρόπο τον χαρακτήρα της ανάπτυξης που προδιαγράφουν οι ευρωατλαντικοί σχεδιασμοί στην περιοχή και που υπερασπίζονται με σθένος τα αστικά κόμματα και “οι αυτοδιοικητικοί” τους.
Στον αντίποδα της ουσιαστικής αντιλαϊκής συναίνεσης που υπάρχει αντικειμενικά ανάμεσα στα κόμματα του κεφαλαίου στέκεται μόνο το ΚΚΕ. Γιατί εκεί που ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ βλέπουν «ευκαιρίες» μέσω της γεωστρατηγικής αναβάθμισης, των «τριμερών σχημάτων» και της εμπλοκής στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς, το ΚΚΕ βλέπει αυτό που πραγματικά ενδιαφέρει το λαό: Τους κινδύνους από τη μετατροπή της χώρας σε ΝΑΤΟικό ορμητήριο πολέμου. Τη στοχοποίηση στρατηγικών υποδομών, οι οποίες «αξιοποιούνται» από το ΝΑΤΟ, στο πλαίσιο ανταγωνισμών ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα και καπιταλιστικά κράτη.
Όταν κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση κλείνουν σε όλες τις πτώσεις την «προσέλκυση επενδύσεων», το ΚΚΕ αναδεικνύει στο λαό ότι αυτό σημαίνει ένταση της εκμετάλλευσης στους τόπους δουλειάς, ξεκλήρισμα και χρεοκοπία για τους φτωχούς αγρότες και τους αυτοαπασχολούμενους της πόλης.
Εκεί που ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ δεσμεύονται απέναντι σε βιομηχάνους, τραπεζίτες, εφοπλιστές, σε άλλα τμήματα του κεφαλαίου και στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις ότι δεν υπάρχει περίπτωση επιστροφής στις «παθογένειες του παρελθόντος», το ΚΚΕ πρωτοστατεί στη λαϊκή οργάνωση και πάλη για να διεκδικηθούν όλες οι απώλειες που είχαμε στα χρόνια της κρίσης. Για να μην πάνε οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι ούτε «ρούπι πίσω» από όσα τους έκλεψαν με τα τρία μνημόνια και τους εκατοντάδες εφαρμοστικούς νόμους.
Εκεί που όλες οι άλλες δυνάμεις καλούν τους εργαζόμενους να ζουν με κριτήριο τις αντοχές της αναιμικής καπιταλιστικής ανάκαμψης, το ΚΚΕ τούς καλεί να παλέψουν με βάση τις σύγχρονες ανάγκες τους.
Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ σφάζονται στην ποδιά της εργοδοσίας για να αποδείξουν ποιος είναι πιο αποφασιστικός στην καταστολή της εργατικής-λαϊκής πάλης, βγάζοντας παράνομες απεργίες, υπονομεύοντας συνδικαλιστικά δικαιώματα και αξιοποιώντας τους ξεπουλημένους συνδικαλιστές τους, για να συντηρείται ο εκφυλισμός στο εργατικό κίνημα, οι κομμουνιστές είναι στην πρώτη γραμμή για την ανασύνταξη, για την αλλαγή των συσχετισμών, την ισχυροποίηση της ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής γραμμής μέσα στο κίνημα.
Το ΚΚΕ απευθύνεται σε όλους, χωρίς ταμπέλες και προκαταλήψεις, ιδιαίτερα σε όσους εργαζόμενους, αυτοαπασχολούμενους, αγρότες προέρχονται πολιτικά από άλλα κόμματα και πολιτικούς χώρους, τους δίνει το χέρι, τους καλεί να δουν τα πράγματα με βάση το συμφέρον της τάξης τους, το συμφέρον της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας και όχι με βάση το συμφέρον των αφεντικών. Να συσπειρωθούν, να συστρατευθούν με τους κομμουνιστές, τις προτάσεις και την δράση τους, σε κάθε μικρό ή μεγάλο μέτωπο πάλης, να ενισχύσουν το ΚΚΕ, να το ισχυροποιήσουν στα σωματεία, στις αρχαιρεσίες, στις εκλογές όπου και όποτε και αν γίνουν.
Σε όλους αυτούς λέμε:
Πάρτε τη θέση σας δίπλα στους κομμουνιστές στους χώρους δουλειάς, στις γειτονιές, στα σχολεία και τις σχολές.
Δυναμώστε το ΚΚΕ παντού και στα σωματεία, στους συλλόγους, στις ευρωεκλογές, τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές, στις βουλευτικές εκλογές, όποτε κι αν γίνουν. Είτε όλες μαζί το Μάη είτε χώρια, πρέπει να ισχυροποιηθεί το ΚΚΕ.
Ο λαός να γυρίσει την πλάτη σε παλιούς και νέους «σωτήρες», να απορρίψει τη λογική του μικρότερου κακού, που τον οδηγεί πάντα στο μεγαλύτερο.
Τώρα έχει την πείρα και πρέπει να την αξιοποιήσει σωστά.
Τα έχει δοκιμάσει όλα, το μόνο που δεν έχει δοκιμάσει είναι η δική του, η πραγματική δύναμη. Και δύναμη για το λαό, σημαίνει δυνατό ΚΚΕ.
Πιο ισχυρό ΚΚΕ με την εκλογή περισσότερων δημάρχων και δημοτικών και περιφερειακών συμβούλων από τη «Λαϊκή Συσπείρωση», από κομμουνιστές και συνεργαζόμενους μαζί μας, για αλλαγή του συσχετισμού υπέρ των λαϊκών δυνάμεων.
Υπέρ μιας μαχητικής καθημερινής λαϊκής αντιπολίτευσης στην κεντρική εξουσία.
Για ανακούφιση των εργαζομένων στις πόλεις και τα χωριά.
Για να εμποδίζουμε καλύτερα και πιο αποφασιστικά μέτρα αντιλαϊκά.
Για να ανοίξουμε το δρόμο, για μια νέα κοινωνική οργάνωση της οικονομίας, της παραγωγής, των υπηρεσιών.
Και στην Δυτική Μακεδονία, να βγούμε με επιτυχίες στην Περιφέρεια, με νέο υποψήφιο περιφερειάρχη τον 33χρονο τοπογράφο Θανάση Χαστά, Γραμματέα της Ε.Π Δυτικής Μακεδονίας.
Αλλά και στους δήμους, στον δήμο Κοζάνης, με υποψήφιο δήμαρχο τον οικονομολόγο Νώντα Στολτίδη, στο Δήμο Φλώρινας με την εκπαιδευτικό Μιμίκα Ναλμπαντίδου, στο Δήμο Γρεβενών με την εκπαιδευτικό Παναγιώτα Ντάνγκα, στο Δήμο Καστοριάς με την χημικό Βάσω Χαραμοπούλου,.
Ακόμα στο Δήμο Εορδαίας με την Αντωνία Χόλμπα, στο Δήμο Σερβίων-Βελβεντού με τον Νίκο Γεωργακόπουλο, στο Δήμο Βοϊου το Μιχάλη Καραμπατζιά, στο Δήμο Δεσκάτης το Δημήτρη Γαλάνη, στο Δήμο Αμυνταίου τον Κυριάκο Ελευθεριάδη, Στο Δήμο Νεστορίου τον Γιώργο Τίγκα, στο Δήμο Αργους Ορεστικού την Αννέτα Γραμμένου και στο Δήμο Πρεσπών τον Γιώργο Ιωαννόπουλο.