Ποιοί ἦταν οἱ μανιώδεις διῶκτες καὶ δήμιοι τοῦ Χρυσοστόμου;
Τὸ 2007, ἐπειδὴ συμπληρώθηκαν 1600 χρόνια ἀπὸ τὸ μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἡ Ἐκκλησία εἶχε ὀργανώσει ἑορταστικὲς ἐκδηλώσεις. Ὁ Χρυσόστομος μαρτύρησε 83 χρόνια μετὰ τὴν παῦσι τῶν ἀρχικῶν καὶ μακροχρόνιων διωγμῶν (33-324), 44 χρόνια μετὰ τὸν διετῆ διωγμὸ τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ παραβάτου (361-363), ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἦταν ἔφηβος 18-20 ἐτῶν, καὶ στὴν ἀρχὴ τοῦ τρίτου διωγμοῦ, ποὺ τὸν προκάλεσαν οἱ πατριάρχες, καὶ ποὺ διήρκεσε μισὸ αἰῶνα (398-449) καὶ εἶχε δύο διάσημα θύματα , τοὺς ἀρχιεπισκόπους Κωνσταντινουπόλεως Ἰωάννη Χρυσόστομο (407) καὶ Φλαβιανό (449), κι ἑκατοντάδες ἄλλα θύματα, ἁπλοῦς Χριστιανοὺς ἢ καὶ κληρικούς, , ποὺ σφάχτηκαν ἢ θανατώθηκαν ἀπὸ ἐπισκόπους.
Τὸ 2007 λέχτηκαν καὶ γράφτηκαν πολλὰ καὶ διάφορα, ἰδίως στὴ μνήμη τοῦ Χρυσοστόμου (Νοέμβριο) καὶ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν (Ἰανουάριο), μὲ κορυφαία ὁμιλία μητροπολίτου στὸ μητροπολιτικὸ ναὸ Ἀθηνῶν, κάποια ἐγκύκλιο τῆς ἐπισήμου ἐκκλησίας (43 τοῦ 2007), καὶ τὸ σχετικὸ συνέδριο στὸ Ἀριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Σχεδὸν ὅλα αὐτὰ τὰ ἐγκώμια γιὰ τὸ Χρυσόστομο ὑπῆρξαν ἄχρωμα καὶ ἄοσμα, δηλαδὴ ἀόριστα. Ἀκούστηκε ὅτι τὸν «πολέμησαν τὰ κέντρα ἐξουσίας… καὶ τὸ ἐκκλησιαστικὸ σύστημα»… Ἀπὸ κανένα ὅμως ἀπὸ τὰ γραφέντα καὶ λεχθέντα δὲν μπορεῖς νὰ βγάλῃς ποιοί ἦταν τέλος πάντων οἱ διῶκτες καὶ βασανισταὶ καὶ δήμιοι ποὺ σκότωσαν τὸ Χρυσόστομο, γιατί τὸν θανάτωσαν, μὲ ποιά κατηγορία, καὶ ποιά ποινὴ τοῦ ἐπέβαλαν. «Κάποιος κάτι κάπου κάποτε, καὶ τὸν ἔλεγαν Χρυσόστομο». Ἔτσι «τιμήθηκε», δυστυχῶς, ὁ Χρυσόστομος γιὰ τὰ 1600 χρόνια ἀπὸ τὸ μαρτύριό του.
Τὰ πράγματα ὅμως εἶναι ἀλλιώτικα. Οἱ πηγὲς τῆς ἀληθινῆς ἱστορίας του δίνουν συγκεκριμένες πληροφορίες. Καὶ διακρίνονται ὡς πρὸς τὴν αὐθεντικότητα σὲ 3 κατηγορίες.
1.Τὰ ἴδια του τὰ συγγράμματα, καὶ κυρίως ἡ ἀλληλογραφία του.
2.Ὁ συνεργάτης του Παλλάδιος Ἑλενουπόλεως, ὁ σύγχρονός του Νεῖλος, καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ἱστορικοὶ Σωκράτης, Σωζομενός, Θεοδώρητος, Θεοφάνης, καὶ Νικηφόρος Κάλλιστος.
3.Τὰ πρακτικὰ τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Δρυός, (ὅπως τὰ διέσωσε ὁ Φώτιος στὴ Μυριόβιβλό του), ποὺ τὸν καθῄρεσε ἀφώρισε καὶ ἐξώντωσε, οἱ ἐχθροί του Θεόφιλος καὶ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, ποὺ κυρίως τὸν δίωξαν καὶ τὸν συκοφάντησαν, καὶ φρόντισαν γιὰ τὴν καθαίρεσί του, τὸν ἀφορισμό του, τὴν ἐξορία του, τὴ θανάτωσί του καὶ τὴν ἄρνησι τῆς ἐπανεντάξεως τοῦ νεκροῦ πλέον Χρυσοστόμου στὸ Χριστιανισμὸ μέχρι τὰ 30 χρόνια μετὰ τὸ θάνατό του. Πηγὲς ἐπίσης ὁ εἰδωλολάτρης Ζώσιμος, φανατικὸς ἐχθρὸς τοῦ Χρυσοστόμου, καὶ κάποιοι κληρικοὶ ἐπίσκοποι τῆς Δύσεως καὶ ὁ πάπας Ῥώμης Ἰννοκέντιος.
Ἀπὸ τὶς τρεῖς πηγὲς αὐθεντικὴ εἶναι κυρίως ἡ πρώτη, δηλαδὴ ἡ ἀλληλογραφία του καὶ τὰ συγγράμματά του. Ἡ δεύτερη πηγὴ εἶναι ἀμερόληπτη, ἀλλὰ οἱ ἱστορικοὶ ἔπεσαν καὶ λίγο θύματα τῆς παραπληροφορήσεως τῶν διωκτῶν του. Ἀκόμη κι ὁ Παλλάδιος. Ὁ ὑποκριτὴς Ἰννοκέντιος Ῥώμης, ποὺ ἀνέλαβε ἀπὸ μόνος του τὴ διαιτησία τῆς ὑποθέσεως τοῦ Χρυσοστόμου, παρ ᾿ ὅλο τὸ φαινομενικὸ ἐνδιαφέρον, ἐνδιαφερόταν γιὰ τὴν προβολή του μᾶλλον ὡς θεοῦ τῆς Χριστιανοσύνης, κι ὄχι βέβαια γιὰ τὴν ἔκβασι τῆς ὑποθέσεως τοῦ Χρυσοστόμου ἢ γιὰ τὴ διάσωσί του. Ἐπιδίωξί του ἦταν νὰ διαφεντεύῃ στὴν Ἀνατολή.
Ἕνας Γάλλος παπικὸς ἱερωμένος, μᾶλλον στημένος ἀπὸ τὸν πάπα Ῥώμης, ἔγραψε τὴ βιογραφία τοῦ Χρυσοστόμου, καί, ἐνῷ αὐτὴ ἡ βιογραφία εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ὕπουλα χτυπήματα τῆς ἐκκλησίας τῆς Ἀνατολῆς, σήμερα δυστυχῶς θεωρεῖται καὶ ἀπὸ τοὺς ὀρθοδόξους ὡς ἡ πιὸ ἀξιόλογη βιογραφία τοῦ Χρυσοστόμου, διότι δὲν καταλαβαίνουν τὴν παπικὴ ὑπουλότητα καὶ δολιοφθορά. Αὐτὴ παρουσιάζει τὸν Ἰννοκέντιο νὰ ὑποστηρίζῃ τάχα τὸ Χρυσόστομο, ἀλλὰ στὴν πραγματικότητα κύριος σκοπός τοῦ συγγραφέως εἶναι νὰ πῇ· «Νὰ τί γινόταν στὴν Ἀνατολή, ποὺ ἀρνοῦνταν νὰ πειθαρχήσουν στὸ θεόπνευστο διάδοχο τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, τὸ σοφὸ καὶ δίκαιο πάπα Ῥώμης. Κατάντησαν ἐκεῖ, διότι δὲν εἶχαν τὶς σωτήριες συμβουλές του. Οὔτε καὶ αὐτὸς ὁ καλοπροαίρετος Χρυσόστομος τὶς δέχτηκε…».
Ὁ διάβολος μὲ τὰ ὄργανά του καὶ τὶς μεθόδους του, διαπιστώνεται, ὅτι πολεμάει τὸ Χρυσόστομο καὶ μετὰ θάνατο, μέχρι καὶ σήμερα. Τὸν πολεμάει ὄχι διότι μπορεῖ νὰ τὸν κάνῃ κανένα κακό, ἀλλὰ τὸν πολεμάει ὡς ὑγιῆ κρίκο τῆς ἱερᾶς παραδόσεως καὶ αὐθεντικώτατο ἑρμηνευτὴ τῆς Βίβλου. Ἀπώτερος σκοπός εἶναι πιὰ ὄχι ὁ Χρυσόστομος, ποὺ εἶναι στοὺς οὐρανούς, ἀλλὰ οἱ Χριστιανοί. Θέλει νὰ τοὺς κάνῃ νὰ μὴ ἔχουν τόση ἐκτίμησι στὴ διδακαλία τοῦ Χρυσοστόμου, γιὰ τοὺς ἔχῃ στὸ χέρι του.
Θ᾿ ἀναφέρω ἄλλο ἕνα πολὺ φαιδρό, γιὰ νὰ φανῇ πῶς τὸν πολεμάει ὁ διάβολος, γιὰ νὰ τὸν δυσφημήσῃ καὶ γκρεμίσῃ στὶς συνειδήσεις τῶν πιστῶν. Ἡ παμπόνηρη καὶ διεφθαρμένη αὐτοκράτειρα Εὐδοξία, γύρω ἀπὸ τὴν ὁποία συσπειρώνονταν ὅλοι οἱ δήμιοι τοῦ Χρυσοστόμου, μία πολὺ ὄμορφη καλλονὴ καὶ τελείως ἀμόρφωτη Γερμανίδα 25 ἐτῶν, ἀπατοῦσε ἀπροκάλυπτα τὸν ὀλιγόμυαλο καὶ ἀμφιβόλου ἀνδρισμοῦ αὐτοκράτορα ἄντρα της Ἀρκάδιο. Τὸν ἀπατοῦσε κυρίως μὲ ἕναν ἀκόλαστο διάσημο ἀξιωματοῦχο καὶ αὐλοκόλακα, τὸν κόμητα Ἰωάννη, τόσο ποὺ ὅλοι νὰ λένε ὅτι τὰ παιδιά της τὰ εἶχε ἀπ᾿ αὐτόν. Σὲ κάποιο ἀρχαῖο χειρόγραφο ἀναγράφεται· «Τὴν αὐτοκράτειρα Εὐδοξία μοίχευσε ὁ πασίγνωστος Ἰωάννης ὁ κόμης, κι αὐτὸς ἔσπειρε τὰ παιδιά της». Μὲ τὸν καιρὸ καὶ τὶς ἀντιγραφὲς ἐξέπεσε ἀπὸ τὸ χειρόγραφο ἡ λέξι «κόμης» κι ἔμεινε μόνο τὸ «ὁ πασίγνωστος Ἰωάννης». Καὶ ὁ ἐπιπόλαιος ἐρευνητὴς τοῦ ΙΘ΄ αἰῶνος Κ. Σάθας, «συμπέρανε» ὅτι αὐτὸς «ὁ πασίγνωστος Ἰωάννης» εἶναι ὁ Χρυσόστομος. Κι ἔτσι, κατὰ τὸ λαθεμένο συμπέρασμά του, ὁ Χρυσόστομος καὶ ἡ Εὐδοξία ἦταν… ἐρασταί! Ἐξαπατήθηκαν δὲ ἀπὸ τὸ Σάθα καὶ ἄλλοι, ἀκόμη καὶ σήμερα. Αὐτὸ βέβαια δὲν εἶναι οὔτε περισσότερο οὔτε λιγώτερο παρὰ ἕνα σενάριο κινηματογραφικῆς φαντασίας, σὰν ἐκεῖνο ποὺ ἀρέσκονται νὰ φαντάζωνται οἱ φαῦλοι, ὅτι ὁ Πρόδρομος ἦταν ἐρωμένος τῆς Ἡρῳδιάδος, ἢ ὁ Χριστὸς τῆς Μαγδαληνῆς, ὴ ὁ Παῦλος τῆς Θέκλας, ἢ ὁ προφήτης Ἠλίας τῆς Ἰεζάβελ!!
Ὁ Ἰωάννης Χρυσόστομος (345-407) μαζὶ μὲ τὸν Ἀθανάσιο εἶναι οἱ δύο μεγαλύτεροι καὶ ἁγιώτεροι ἄντρες τῆς ἐκκλησίας μετὰ τοὺς ἀποστόλους. Ὁ Ἀθανάσιος ἦταν πιὸ πολὺ ἡγέτης, ἐνῷ ὁ Χρυσόστομος πιὸ πολὺ ἐπιστήμων. Ὁ Χρυσόστομος εἶναι συνάμα καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς 6 πολυγραφώτερους συγγραφεῖς τῆς ἀρχαιότητος στὸν κόσμο ὅλο. Κατὰ σειρὰ ἀρχαιότητος αὐτοὶ εἶναι οἱ Ἱπποκράτης, Ἀριστοτέλης, Γαληνός, Χρυσόστομος, Ἱερώνυμος καὶ Αὐγουστῖνος.
Πολὺ μεγάλο ἀνάστημα ὁ Χρυσόστομος. Οἱ καλύτερες ἑρμηνεῖες καὶ εἰσαγωγὲς τῆς Βίβλου, καὶ δογματικές, ἔχουν πάρει τὸ 80% ἀπὸ τὸ Χρυσόστομο. Ὁ Χρυσόστομος εἶναι ὁ πρῶτος καὶ ἀνώτερος θεολογικῶς, ἑρμηνευτικῶς, γλωσσικῶς, δογματικῶς, μάρτυρας τῆς πίστεως, ἡ ἁγνότερη μορφὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας ὕστερα ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους.
Δυστυχῶς διῶκτες του ὑπῆρξαν οἱ ἐπίσκοποι τῆς ἐποχῆς του κατὰ τὰ ¾. Τὸ ¼ μόνο τὸν ἀγαποῦσε καὶ τὸν θαύμαζε. Μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους διῶκτες του ἦταν μεγάλα ὀνόματα καὶ κάποιοι ἀπ῾ αὐτοὺς περασμένοι καὶ στὸ ἁγιολόγιο. Αὐτοὶ τὸν ὡδήγησαν στὸ μαρτυρικὸ θάνατο. Ἄλλο ἂν «στὸ σπίτι τοῦ κρεμασμένου δὲν μιλᾶμε γιὰ σχοινὶ καὶ γιὰ σαπούνι».
Τὸ Χρυσόστομο τὸν προστάτευε ὁ αὐτοκρατορικὸς ἐπίτροπος Εὐτρόπιος, ποὺ οὐσιαστικὰ αὐτὸς κυβερνοῦσε τὸ κράτος. Αὐτὸς τὸν ἐκτιμοῦσε καὶ τὸν διάλεξε. Κάποτε μπορεῖ νὰ εἶχαν τριβὲς μεταξύ τους, ἀλλὰ γιὰ δευτερεύοντα θέματα. Καὶ εἶχε ἰδιοτελῆ σκοπὸ ὁ Εὐτρόπιος βέβαια μὲ τὸ νὰ ἐκδηλώνῃ εὔνοια καὶ προστασία πρὸς τὸ Χρυσόστομο. Τὸν προστάτευε, διότι ὁ Χρυσόστομος δὲν ἀνακατευόταν στὰ πολιτικὰ καὶ στοὺς πολιτικούς. Δὲν εἶχε τέτοιες βλέψεις. Εἶχε καθαρὰ πνευματικὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ ἐνδιαφέροντα. Καὶ εἶχε ἥσυχο τὸ κεφάλι του ὁ Εὐτρόπιος, διότι δὲν ἐπρόκειτο νὰ τὸν ὑποσκελίσῃ ποτὲ ἢ νὰ τὸν βρῇ μπροστά του ἀνταγωνιστή. Τὸ κίνητρο αὐτὸ βέβαια τοῦ Εὐτροπίου οὔτε τὸ Χρυσόστομο οὔτε τὴν ἐκκλησία ἀδικοῦσε ἢ ἐνωχλοῦσε᾿ ἀντίθετα μάλιστα τοὺς τιμοῦσε. Διότι τὸν ἄφηνε ἐλεύθερο νὰ κάνῃ τὴ δουλειά του.Δὲν ἀνακατευόταν στὸ ποιμαντικὸ ἔργο του.
Ποιές ἦταν οἱ κατηγορίες ἐναντίον τοῦ Χρυσοστόμου; 35 βαρύτατες συκοφαντίες. Ἀναφέρω τὶς κυριώτερες᾿ Αἱρετικός, ἀνήθικος, βλάσφημος, κλέφτης, ἐμπρηστής, καταλυτὴς τῶν ἱερῶν παραδόσεων! Ἐπαναλαμβάνω πρόκειται μόνο γιὰ συκοφαντίες.
Ποιές ἦταν οἱ τιμωρίες ποὺ τοῦ ἐπέβαλαν; Καθαιρέθηκε ἀπὸ κληρικός, ἀφωρίστηκε κι ὡς ἁπλὸς Χριστιανός, βασανίστηκε γιὰ 3 χρόνια καὶ 3 μῆνες, καὶ θανατώθηκε στὴν ἐξορία. Ἐξ ἄλλου τρεῖς φορὲς ἀποπειράθηκαν νὰ τὸν δολοφονήσουν. Δύο φορὲς νὰ τὸν σφάξουν μέσα στὸ ἐπισκοπεῖο του, καὶ μιὰ φορὰ νὰ τὸν κάψουν ζωντανό στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, βαδίζοντας πρὸς τὴν ἐξορία. Τὶς δύο πρῶτες φορὲς οἱ δολοφόνοι του πιάστηκαν καὶ ὡμολόγησαν. Ὁ ἕνας μάλιστα παρέδωσε καὶ τὰ 50 χρυσᾶ τῆς ἀμοιβῆς του γιὰ τὴ δολοφονία ποὺ ἀνέλαβε νὰ κάνῃ. Ἀλλ᾿ ὁ πληρωμένος δικαστὴς τοὺς ἀθώωσε ἀμέσως. Ἦταν κι αὐτὸς ὄργανο τῶν ἐπισκόπων. Ὁ τρίτος δολοφόνος, ποὺ θέλησε νὰ τὸν κάψῃ ζωντανό, ἦταν ὁ ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας Φαρέτριος μὲ μεγάλη ὁμάδα μοναχῶν. Ἀλλὰ καὶ αὐτουνοῦ ἡ ἀπόπειρα ἀπέτυχε.
Οἱ ἐπίσκοποι ποὺ τὸν ἔστειλαν στὴν ἐξορία τοῦ ἄλλαζαν τόπο ἐξορίας συνεχῶς. 3,5 χρόνια βρισκόταν συνεχῶς σὲ πορεία, κι ἀπὸ τὶς πρῶτες μέρες καιγόταν στὸν πυρετό. Μέχρι ποὺ τὸν πέθαναν. Ἦταν ἕνας ἡλικιωμένος ἄνθρωπος 62 ἐτῶν.
Καὶ ὅλα αὐτὰ τοῦ τὰ ἐπέβαλαν μὲ «οἰκουμενικὴ σύνοδο», δηλαδὴ ψευδοοικουμενική, τὴ λεγομένη σύνοδο τῆς Δρυός, καὶ μὲ μιὰ δεύτερη σύνοδο, πιὸ ἐνισχυμένη, τὴ σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Καὶ οἱ δυὸ σύνοδοι, ποὺ χαρακτηρίστηκαν καὶ ἦταν ληστρικές, συγκλήθηκαν μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ τὸν δικάσουν. Καὶ τὸν καταδίκασαν παμψηφί. Τὸ ¼ τῶν ἐπισκόπων, ποὺ ἦταν φίλοι του, ἐμποδίστηκαν νὰ λάβουν μέρος. Κάποιοι ποὺ ἀποπειράθηκαν νὰ λάβουν μέρος κακοποιήθηκαν, καὶ μερικοὶ φονεύθηκαν. Κάποιοι δὲν πλησίασαν κἂν, διότι θεωροῦσαν τὶς συνόδους αὐτὲς βρόμικες καὶ φονικές.
Στὴν ἐξορία οἱ φρουροὶ – συνοδοί – βασανισταί του μὲ τὸν καιρὸ τὸν συμπαθοῦσαν, καὶ δὲν τὸν βασάνιζαν. Μόλις τὸ μάθαιναν οἱ ἐπίσκοποι, τοὺς ἄλλαζαν, καὶ ἔβαζαν ἄλλους εἰδωλολάτρες μισθοφόρους, ἀγριώτερους, ποὺ νὰ μὴν ξέρουν ἑλληνικά, γιὰ νὰ μὴν μπορῇ νὰ τοὺς μιλήσῃ και ἐπηρεάσῃ, ὥστε νὰ τὸν βασανίζουν ἀσταμάτητα.
Ἡ δίωξι τοῦ Χρυσοστόμου ξεκίνησε ἀπὸ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Ἀλεξανδρείας Θεόφιλο καὶ τὸν ἀνεψιό του καὶ διάδοχό του Κύριλλο, ποὺ ἦταν θανάσιμοι ἐχθροί του. Ἡ ἀφορμὴ ἦταν συμπτωματική. 4 Αἰγύπτιοι μοναχοί, ἀδερφοὶ μεταξύ τους, κατατρέχονταν ἀπὸ τὸ Θεόφιλο, καὶ κατέφυγαν στὸ Χρυσόστομο. Ἡ Εὐδοξία, ποὺ στὸ μεταξὺ τοὺς γνώρισε καὶ τοὺς συμπάθησε, κάλεσε τὸ Θεόφιλο γιὰ νὰ τὸν συμφιλιώσῃ μαζί τους.
Ὀ Θεόφιλος ἔφτασε στὴν Κωνσταντινούπολι μαζὶ μὲ τὸ πρωτοπαλλήκαρό του καὶ ἀνεψιό του Κύριλλο, 28 ἐπισκόπους ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, ὄργανά του, καὶ ἄλλους 30 περίπου ἀπὸ τὴ Συρία καὶ Παλαιστίνη, ὀπαδούς του, μὲ ἕνα πλοῖο γεμάτο σιτάρι γιὰ τὴ βασίλισσα. Ἔφτασε χρυσοστόλιστος μὲ πανάκριβη στολὴ καὶ ἀρχοντικὴ ἐμφάνισι. Μὲ τὴ δωροδοκία ὁ Θεόφιλος κατέκτησε τὴν Εὐδοξία κι ἐγκαταστάθηκε μὲ τὸν ἀνεψιό του στ᾿ ἀνάκτορα. Ὠργάνωσε ψευτοοικουμενικὴ σύνοδο σ᾿ ἕνα προάστιο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τὴ Δρῦ, ὅπως εἴπαμε, ξεσήκωσε ἐναντίον τοῦ Χρυσοστόμου ὅλους τοὺς ἐχθρούς του ἐπισκόπους, καὶ κυρίως τὸν καταξιωμένο ἐπίσκοπο Κύπρου Ἐπιφάνιο, καὶ καταδίκασε τὸ Χρυσόστομο, χωρὶς νὰ εἶναι ὁ ἴδιος παρὼν στὴ σύνοδο. Καλὰ λέει ὁ λαὸς ὅτι «τὸ φίδι ξέρει νὰ κρύβῃ τὰ πόδια του». Ὁ Θεόφιλος προώριζε τὸν άνεψιό του Κύριλλο γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολι.
Ἦταν ἡ ἐποχὴ ποὺ οἱ ἐπίσκοποι ἄρχισαν νὰ ἐκδηλώνουν καισαροπαπικὲς καὶ ἐγκοσμιοκρατικὲς τάσεις καὶ νὰ ἀναβαθμίζουν τὶς ἐπισκοπὲς σὲ ἀχιεπισκοπές μητροπόλεις καὶ πατριαρχεῖα, καὶ ν᾿ ἀνταγωνίζωνται στὸν πλοῦτο στὴν ἐξουσία καὶ στὴν πολυτέλεια. Ὁ Θεόφιλεος εἶχε τόσες χρυσοστόλιστες στολές, ὥστε ὁ λαὸς τὸν ἔλεγε «λιθομανή». Ὅλοι σχεδὸν οἱ ἐπίσκοποι δὲν χώνευαν τὸ Χρυσόστομο καὶ σχημάτισαν θὰ λέγαμε τὸ ἐναντίον του καρτέλ.
Σὲ μιά του ἐπιστολὴ ὁ ἐξόριστος Χρυσόστομος γράφει᾿ «Νὰ γιὰ ποιούς λόγους μὲ καταδίκασαν᾿ ἐπειδὴ ποτὲ δὲν φόρεσα μεταξωτὴ στολὴ μὲ χρυσᾶ πετράδια. Ἐπειδὴ δὲν εἶχα στὸ σπίτι μου πολυτελῆ χαλιά. Ἐπειδὴ δὲν ἔκανα ποτὲ πολυδάπανα τραπέζια στὸν αὐτοκράτορα καὶ σ᾿ αὐτούς, οὔτε πῆγα ποτὲ σὲ τέτοια τραπέζια τους. Ἐπειδὴ δὲν ἔκανα τίποτε ἀπὸ ὅσα κάνουν αὐτοί. Ἐπειδὴ δὲν τοὺς πρόσφερα οὔτε πῆρα δῶρα χρυσᾶ καὶ ἀσημένια» (ΕΠΕ 33,394).
Τὸν μίσησαν καὶ γιὰ τὴν Ὀλυμπιάδα. Ἡ Ὀλυμπιάδα ἦταν μιὰ πλούσια χήρα πριγκίπισσα, ἀνεψιὰ τοῦ Ῥωμαίου αὐτοκράτορος Τραϊανοῦ, μὲ τεράστια περιουσία σὲ κτήματα. Ὅλη ἡ Χαλκιδικὴ καὶ πολλὲς ἄλλες γαῖες στὴ Μικρὰ Ἀσία ἦταν ἰδιοκτησία της. Ἐκεῖνοι τὴν κολάκευαν, τὴν ἔκαναν καὶ διακόνισα, καὶ τῆς ἔτρωγαν τὴν περιουσία. Ὅταν ἡ Ὀλυμπιάδα ζήτησε συνεργασία ἀπὸ τὸ Χρυσόστομο, ἐκεῖνος γιὰ νὰ τὴ δεχθῇ ὡς διακόνισα τῆς ἔβαλε τὴ ῥήτρα νὰ πουλήσῃ πρῶτα ὅλη τὴν περιουσία της, νὰ τὴ μοιράσῃ μὲ τὰ χέρια της στοὺς φτωχούς, καὶ τότε νὰ τὴ δεχτῇ. Κι ἐκείνη τὸ ἔκανε, ἐπειδὴ πίστευε ἀληθινὰ στὸ Χριστό. Κι ὁ Χρυσόστομος τὴ δέχτηκε, ἀλλὰ οἱ ἄλλοι φρένιασαν καὶ λυσσομανοῦσαν ἀπὸ τὸ κακό τους ἐναντίον του. Διότι ἔχασαν τὸ θήραμα.
Στὸ μεταξὺ ὁ Χρυσόστομος στὴν ἐξορία πέθανε μὲ ἀργὸ θάνατο ἀναγκαζόμενος σὲ συνεχῆ πορεία. Καὶ ὁ θάνατος ἐπῆλθε μετὰ ἀπὸ τριῶν χρόνων καὶ τριῶν μηνῶν ὁδοιπορία καὶ κακουχία, δίνοντας μεγάλη χαρὰ στοὺς δολοφόνους του.
Τελικὰ ὁ Κύριλλος δὲν ἔγινε ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεωες, ἀλλὰ Ἀλεξανδρείας. Τότε παίζονταν κυριαρχικὰ παιχνίδια ἀνάμεσα στοὺς πατριάρχες, ποιός θὰ ὀνομαστῇ ἀνώτερος ἀπ᾿ ὅλους. Στὸ παιχνίδι προεξῆρχε ὁ πάπας Ῥώμης Ἰννοκέντιος, ὁ ὁποῖος ἐκδήλωνε σαφῶς κυριαρχικὰ δικαιώματα καὶ διεκδικοῦσε ἀνώτερο τίτλο σ᾿ ὅλη τὴν ἐκκλησία τῆς ὑφηλίου.
Μὲ τὸ θάνατο τοῦ Χρυσοστόμου λυπήθηκαν πολὺ οἱ πιστοὶ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ποὺ τὸν ἀγαποῦσαν, ἀλλὰ ὑπέστησαν γι᾿ αὐτὸ ἀπηνῆ δίωξι ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους.Τοὺς χαρακτήρισαν αἱρετικοὺς καὶ τοὺς ἀποκαλοῦσαν «Ἰωαννίτας» ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Χρυσόστομο. πολλοὶ μαρτύρησαν μὲ πρωτομάρτυρα ἕνα 20χρονο παλληκάρι, ποὺ ἦταν ἀναγνώστης τοῦ Χρυσοστόμου, ποὺ πέθανε πάνω σὲ τροχό. Χρησιμοποιήθηκαν καὶ ἀναμμένοι δαυλοί, καὶ ἄλλα βασανιστήρια ἀργοῦ θανάτου, καὶ σφαγή.
Ἔτσι κατασπαράχτηκε ὁ Χρυσόστομος. Τὸν «ἔφαγαν» οἱ ἐπίσκοποι μὲ τόση ἀγριότητα, ὥστε ὁ ἴδιος μετὰ τὴν τρίτη ἀπόπειρα δολοφονίας του νὰ πῇ᾿ «Τίποτα δὲν φοβοῦμαι σὰν τοὺς ἐπισκόπους, ἐκτὸς ἀπὸ μερικούς».
Τελειώνοντας εἶναι ἀνάγκη νὰ τονιστῇ ὅτι δὲν πρέπει νὰ κλονιστοῦμε στὴν πίστι, ἐπειδὴ ἐπίσκοποι δολοφόνησαν τὸ Χρυσόστομο. Διότι καὶ τὸν Ἀρχηγὸ τῆς πίστεώς μας Ἰησοῦ Χριστὸ οἱ ἀρχιερεῖς τῆς ἐποχῆς του τὸν σταύρωσαν. Αὐτοὶ θὰ κριθοῦν καταλλήλως ἀπὸ τὸ Θεό γιὰ τὸ κακούργημά τους. Ἐξ ἄλλου ὁ Κύριος εἶπε᾿ «Καὶ ὅλοι ὅσοι θέλουν νὰ ζήσουν εὐσεβῶς, θὰ διωχθοῦν».
Γιὰ μᾶς ὅμως εἶναι σπουδαῖο δίδαγμα ὅτι ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι, παρ᾿ ὅλο τὸ ἀξίωμά τους, δὲν εἶναι ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ἂν ἀποβλέπουν στὴν καλοπέρασί τους, στὰ ταξίδια τους, στὴν ἐμφάνισί τους, στὴν αὐθαίρετη ἐξουσία τους, στὴν κοσμικότητά τους, στὸ χρῆμα, στὰ μετάξια, στὰ στολίδια, στὶς χρυσοστόλιστες πανάκριβες στολές, καὶ σὲ πολλὰ ἄλλα κοσμικά καὶ ἁμαρτωλά.
Εἶναι ἀκόμη μήνυμα ὅτι ἡ ἁγιότητα μισεῖ αὐτὰ τὰ πράγματα καὶ τὰ ἀπεχθάνεται καὶ δὲν θέλει σχέσεις μὲ τὴ ματαιότητα καὶ τοὺς κοσμικοὺς ἄρχοντες. Ἡ ἁγιότητα, ὅπως αὐτὴ τοῦ Χρυσοστόμου, θἐλει νὰ ἀρέσῃ μόνο στὸ Θεό.
Σ. Κ.
Γιὰ τὴν ἐπιλογὴ
Ἀθανάσιος Γ. Σιαμάκης, ἀρχιμανδρίτης