Μήνυμα της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος “εν όψει της ιδιαζούσης υγειονομικής περιστάσεως”
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Οἱ ἄνθρωποι, ὅσο δυνατοί κι ἄν εἶναι, αἰσθάνονται τήν ἀνάγκη κάπου νά ἀκουμπήσουν ὅταν τούς συνταράσσουν οἱ δοκιμασίες τῆς ζωῆς. Ἡ ἀνάγκη αὐτή γίνεται ἐντονότερη τώρα πού βρισκόμαστε ἀντιμέτωποι μέ τήν σο-βαρή ἔξαρση τῆς πανδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ. Τοῦ ἰοῦ, πού ἐδῶ καί ἀρκε-τούς μῆνες ἀπειλεῖ ἐπικίνδυνα τήν ἀνθρωπότητα χωρίς νά κάνει διακρί-σεις. Τοῦ ἰοῦ, πού ἦρθε καί ἄλλαξε ριζικά τήν καθημερινότητα τῶν ἀν-θρώπων, μέ περιορισμούς, ἐμπόδια, ἀπαιτήσεις, στερήσεις, οἱ ὁποῖες ὅλο καί ἐντείνονται. Βέβαια τά ἐρωτήματα διαρκῶς πληθαίνουν. Γιατί δοκιμάζεται ἡ ἀνθρωπότητα; Γιατί ὁ Θεός ἀργεῖ; Τί φταίει; Ὅσο ἡ ἀπάν-τηση ἀργεῖ, τόσο περισσότερο ἐλλοχεύει ὁ κίνδυνος τοῦ διχασμοῦ καί τῆς ἀπόγνωσης.
Τό ἴδιο βασανιστικό ἐρώτημα ἀπηύθυνε καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρός τόν Θεό γιά νά λάβει τήν ἀπάντηση: «Ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου. Ἡ γάρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται». Ὅσο κι ἄν φαίνεται ἀντιφατικό αὐτό, ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ φανερώνεται μέσα στήν ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στούς Κορινθίους.
Τρεῖς φορές παρεκάλεσε τόν Κύριο νά τόν ἀπαλλάξει ἀπό τήν ἀρρώστια καί ἡ ἀπάντησή του ἦταν: «Σοῦ ἀρκεῖ ἡ χάρη μου».
Εἶναι δυνατόν, μέσα ἀπό τήν ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου νά φανερώνεται ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ; Ὅσο κι ἄν αὐτό φαίνεται γιά τήν ἀνθρώπινη λογική ἀν-τιφατικό, στήν πραγματικότητα δίνει μία ἀπάντηση στό ἐρώτημα τοῦ κάθε ἀνθρώπου.
Ἡ λύση βρίσκεται στήν λέξη χάρη. «Σοῦ ἀρκεῖ ἡ χάρη μου». Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνα νέο πρῖσμα, ὑπεράνω τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς, ἡ ὁποία θέλει ὅλα νά τά καταλάβει. Μέ τήν χάρη ὁ ἄνθρωπος βλέπει τόν πόνο ὡς δωρεά, τήν ἀρρώστια σάν εὐκαιρία γιά προσέγγιση τοῦ Θεοῦ, τίς ταλαι-πωρίες σάν ἀνύψωση σέ μία σφαῖρα ἄλλης βιοτῆς. Ὁπωσδήποτε, αὐτό δέν εἶναι εὔκολο γιά τίς ἀνθρώπινες δυνάμεις, μᾶλλον ἀδυναμίες, ἀλλά εἶ-ναι δυνατόν μόνο μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι ἡ ὥρα νά μετατρέψουμε τήν δική μας ἀδυναμία σέ δύναμη. Μέ τήν χάρη νά αὐξήσουμε τήν πίστη μας στόν Τριαδικό Θεό. Νά συνδέσουμε συ-νειδητά τήν ζωή μας μέ τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Νά καλλιεργήσουμε τίς ἀρετές τῆς ὑπομονῆς, τῆς ταπείνωσης καί, κυρίως, τῆς μετάνοιας πού θά μᾶς ὁδηγήσει στήν λύτρωση. Ἡ προσευχή μας νά γίνει καρδιακή, ἔντονη, τακτική γιά ὅλους τούς συνανθρώπους μας, ἰδιαίτερα γιά τό ἰατρικό καί νοσηλευτικό προσωπικό πού βρίσκεται στήν πρώτη γραμμή τῆς μάχης γιά νά βοηθήσουν τόν πάσχοντα ἄνθρωπο.
Ἄς προσευχόμεθα γιά τήν ἴαση τῶν ἀνθρώπων πού τούς ἐπισκέφθηκε ἡ ἀσθένεια, οἱ ὁποῖοι μπορεῖ νά εἶναι ἄνθρωποι τῆς διπλανῆς πόρτας. Ἄς προσευχόμεθα γιά ὅσους στερήθηκαν ἀγαπημένα πρόσωπα ἐξ αἰτίας τῆς πανδημίας. Ἄς προσευχόμεθα γιά τούς νέους μας, οἱ ὁποῖοι, μέσα ἀπό αὐτήν τήν δυσκολία τῆς πανδημίας, μπο-ροῦν νά ὡριμάσουν συνειδητοποιώντας πώς τίποτε δέν εἶναι αὐτονόητο σέ αὐτόν τόν κόσμο. Ἄς προσευχόμεθα γιά τίς ψυχές ὅσων ἔφυγαν γιά τόν οὐρανό, λόγῳ αὐτῆς τῆς φονικῆς ἴωσης. Ἡ ἁγιαστική χάρη θά μᾶς βοηθή-σει νά ἀναπτύξουμε ὑψηλό αἴσθημα ἀτομικῆς εὐθύνης, ἀλλά καί ἀπολύτου σεβασμοῦ στόν συνάνθρωπο.
Οἱ πιστοί δικαιολογημένα ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό κά-ποια ἀσθένεια, ἀπό πόνο ἤ ταλαιπωρία. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ὡς ἀπάντηση μᾶς δίνει τήν δυνατότητα νά ἀντέξουμε. Ἀναζητοῦμε τήν ἀσφάλεια κοντά στόν Θεό, ἀλλά καί στήν ποιμαίνουσα Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἐνδιαφέρεται κυρίως γιά τήν ὑγεία τῆς ψυχῆς, ἀλλά δέν ἀδιαφορεῖ γιά τήν ὑγεία τοῦ σώματος τῶν πιστῶν. Τό σῶμα εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σέ αὐτό τό πλαί-σιο, ἡ Ἐκκλησία δίνει μεγάλη προσοχή στά πορίσματα τῆς ἰατρικῆς, ἀνα-φορικά μέ δύσκολα διλήμματα βιοηθικῆς, ὅπως μεταμοσχεύσεις, ἀντιμετώ-πιση πανδημίας καί ἄλλα, τά ὁποῖα ἰατρικά πορίσματα σέβεται, ὅταν δέν στεροῦν ἀπό τούς ἀνθρώπους τήν σωτηρία.
Τό «ἀγκάθι» στό σῶμα τοῦ Παύλου, ὅ,τι κι ἄν ἦταν αὐτό, δέν ἐμπόδισε τό ἱεραποστολικό του ἔργο πού ἐκτείνεται σέ ὅλη τήν τότε οἰκουμένη, δέν σταμάτησε τήν συγγραφή τῶν ἐπιστολῶν του. Δέν τόν ἐμπόδισε νά ἐ-πισκεφθεῖ, ξανά καί ξανά, τίς Ἐκκλησίες πού ἵδρυσε. Δέν τόν ἐμπόδισε νά γράφει ἐπαινετικά λόγια γιά τούς χριστιανούς παραλῆπτες τῶν ἐπι-στολῶν ἤ γιά τούς συνεργάτες του. Ὁ Παῦλος δέν ἄφησε τήν πικρία του γιά τόν δικό του πόνο νά ἐπηρεάσει τήν συμπεριφορά του πρός τούς ἄλλους.
Ἔτσι καί ἐμεῖς, μετατρέποντας τήν ἀδυναμία σέ δύναμη μποροῦμε νά μήν ἀφήσουμε τίποτα νά σταθεῖ ἐμπόδιο στόν δρόμο γιά τήν Βασιλεία τῶν Οὐ-ρανῶν.
Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, συμπάσχουσα καί συναγωνιζό-μενη μέ τούς πιστούς, ἐπαναλαμβάνει μαζί μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο: «τίς ἀσθενεῖ, καὶ οὐκ ἀσθενῶ; τίς σκανδαλίζεται, καί οὐκ ἐγώ πυροῦμαι; εἰ καυχᾶσθαι δεῖ, τά τῆς ἀσθενείας μου καυχήσομαι. Ὁ Θεός καί πατήρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τούς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι».
Λαέ τοῦ Θεοῦ ἠγαπημένε, «ἀνδρίζου, καί κραταιούσθω ἡ καρδία σου, καί ὑπόμεινον τόν Κύριον», γιά νά ἀκούσεις τήν στοργική φωνή τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ζωῆς καί Τελειωτοῦ τῆς πίστεώς μας Ἰησοῦ Χριστοῦ: «ἀπαλείψω πᾶν δάκρυον ἀπό τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν».
λελέ!! ποιμαίνουσα εκκλησία
Αρε που τα σκέφτεστε αυτά.
Τι σοι εκκλησία και τι σοι σύνοδος είστε 12 άνθρωποι όλοι κι όλοι!!!