Η ζωντανή πίστις ως μέσον της κοινωνίας μας με τον Θεό
ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ
Υπάρχει κάτι, που χάσαμε οι χριστιανοί σήμερα, και αυτό είναι η ζωντανή πίστη που ενεργεί. Στην σύγχρονη χριστιανική ζωή διαπιστώνει κανείς την έλλειψη της εμπειρίας της πίστεως, ενώ όταν διαβάζει κανείς τα συναξάρια των Αγίων βλέπει την δύναμη της πίστεως να ενεργεί. Στην ζωή των αγίων υπήρξαν εμπειρίες, τις οποίες και μόνο που τις ακούει ή τις αναγινώσκει ο πιστός προκαλούν κατάπληξηκαι δέος, όπως τα σχετικά λόγου χάριν με τον άγιο Κόνωνα τον Ίσαυρο που μυήθηκε στην πίστη, βαπτίσθηκε χριστιανός και κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων από τον ίδιο τον Αρχάγγελο Μιχαήλ, όπως για τον άγιο Μάρκο τον Αθηναίο που εγκατέλειψε όλα τα υπάρχοντά του και άγγελος Κυρίου τον οδήγησε στο όρος Ταμάρκα, στις εσχατιές της Αγύπτου, στα σύνορα με την Αιθιοπία και πως εκεί στάλθηκε ο άγιος Σεραπίων να τον βρεί στην τελευτή του. Περιστατικά και περιστατικά άλλων αγίων που περιέχονται στον συναξαριστή κάθε ημέρας, όπως εκείνα του Γρηγορίου του Θαυματουργού, που έκαναν τους ειδωλολάτρες να πιστέψουν στον αληθινό Θεό. Αυτά ήταν το καλύτερο κήρυγμα στους αλλοπίστους και ειδωλολάτρες που σήμερα ως εμπειρίες κατά κανόνα δεν έχουμε ενώ θεωρούμε ότι έχουμε χριστιανικό βίο.Τέτοια πίστη είχαν όλοι οι άγιοι! Εμείς τώρα δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε έναν Οικουμενισμό. Πού είναι η Πίστις μας; Και ενώ είναι το πιο εύκολο από κάθε άλλη αρετή να πολιτευθούμε με πίστη σύμφωνα με τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο εμείς χωλαίνουμε.
“Ἐγώ οὖν, ὡς ὁρᾶτε, οὐκ ἐνήστευσα, οὐκ ἠγρύπνησα, οὐκ ἐχαμεύνησα, ἐταπεινώθην δέ καί ἔσωσέ με συντόμως ὁ Κύριος”, φησίν ὁ θεῖος Δαβίδ. Πολλῷ δέ συντομώτερον εἰπεῖν· “Μόνον ἐπίστευσα καί προσελάβετό με ὁ Κύριος”. Πολλά γάρ τά ἐμποδίζοντα ἡμᾶς πρός τό ταπείνωσιν κτήσασθαι, πίστιν δέ εὑρεῖν οὐδέν τό κωλῦόν ἐστιν. Εἰ γάρ ἀπό ψυχῆς θελήσομεν, καί ἡ πίστις εὐθέως ἐνήργησε, δῶρον γάρ ἐστι τοῦ Δεσπότου αὐτή καί φυσικόν πλεονέκτημα, εἰ καί τῷ αὐτεξουσίῳ τῆς ἡμῶν προαιρέσεως καί αὐτή ὑπόκειται…”
Δεν χρειάζονται ούτε οι Οικουμενιστικοί διάλογοι ούτε και χρειάζεται πλέον να περιμένουμε με την φαντασία μας να γίνει από μόνη της κάποια Σύνοδος Ορθοδόξων χωρίς εμείς οι ίδιοι να την οργανώσουμε, αν δεν κινηθούμε ενεργούμενοι με πίστη στον Κύριο, που ζητά από εμάς αυτό το έργο! Διότι ο Θεός ενεργεί αλλά ενεργεί με τους ανθρώπους του που πιστεύουν και είναι έτοιμοι για όλα. Ο φόβος του Θεού είναι η πρώτη αρετή, η αρχή της αρετής, όμως γεννάται εκ της Πίστεως όταν δεν έχουμε μετεωρισμό με τις μέριμνες. Αν είχαμε φόβο Θεού θα αναλογιζόμασταν την ευθύνη που έχουμε για την επικράτηση της παναιρέσεως του Οικουμενισμού. Αν είχαμε βίο χωρίς να έχουμε έννοια για την σάρκα, μη έχοντας δηλαδή μέριμνα για τα πρόσκαιρα και επίγεια, θα είχαμε δυνατή πίστη. Γράφει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος:
«Ο φόβος του Θεού αρχή εστί της αρετής. Λέγεται δε είναιγέννημα της πίστεως και σπείρεται εν τη καρδία, όταν αποχωρισθή η διάνοια από του περισπασμοΰ του κόσμου, του συνάξαι τάς νοήσεις αυτής, τάς ρεμβομένας εκ του μετεωρισμού, εν τη αδολεσχία της μελλούσης αποκαταστάσεως».
Όταν κανείς έχει στην διάνοιά του την εξέλιξή του -με οποιοδήποτε τρόπο- σαφώς τότε, δεν μπορεί να παραδοθεί με πίστη στο θέλημα του Θεού χωρίς να κάνει προσωπικά σχέδια που ρυθμίζονται είτε από θέλγητρα είτα από φόβητρα. Το να έχει όμως κανείς, μάλιστα κληρικός, προσωπικά σχέδια σημαίνει ότι δεν έχει τον νου στον θεόπνευστο λόγο του Θεού. Γράφει παρακάτω ο Αββάς Ισαάκ στο ίδιο αυτόν πρώτο λόγο του:
«Η αρχή της οδού της ζωής, το αεί μελετήσαι τον νουν εν τοις λόγοις του Θεού και εν πτωχεία διατρίβειν. Το γαρ εκείθεν αρδεύεσθαι, συνεργεί είς την ταύτης τελείωσιν ήγουν το αρδεύεσθαι εκ της μελέτης των λόγων του Θεού, βοηθεί σοι εις την της πτώχειας κατόρθωσιν, η δε της ακτημοσύνης κατόρθωσις σχολήν παρέχει σοι του κατορθώσαι την μελέτην των λόγων του Θεού. Η δε βοήθεια των δύο τούτων συντόμως αναφέρει εις την ανάβασιν πάσης οικοδομής των αρετών. Ουδείς δύναται πλησιάσαι τω Θεώ, εί μη ο αφιστών εαυτόν εκ του κόσμου. Απόστασιν δε λέγω, ου την εκδημίαν του σώματος, άλλα των του κόσμου πραγμάτων».
Επομένως, το ότι ενεργούμε χωρίς να έχουμε τον νου μας στον λόγο του θεού αποδεικνύει ότι δεν βρισκόμαστε ούτε καν στην αρχή της οδού της ζωής! Φοβερό αλλά αληθινό. Για να πει κανείς τώρα ότι έχει Χάριν Θεού, μεγάλος λόγο, διότι σύμφωνα με τον άγιο:
«Όταν μεν η χάρις πληθυνθή εν ανθρώπω, τότε εν τω πόθω της δικαιοσύνης ο φόβος του θανάτου ευκαταφρόνητος αυτώ γίνεται και αιτίας πολλάς ευρίσκει τις εν τη ψυχή αυτού, ότι δει υπέρ του φόβου του Θεού υποφέρειν την θλίψιν».
Έτσι έπρεπε να είναι ειδικά οι επίσκοποι που έτρεχαν να λάβουν το χάρισμα της αρχιεροσύνης με την επιθυμία και τις ενέργειες για την εκλογή τους. Έπρεπε να είναι έτοιμοι για όλα. Και όπως πολύ καλά γνωρίζουμε, έτσι ήταν οι πρώτοι επίσκοποι των χριστιανών, κατά κανόνα είναι όλοι ιερομάρτυρες, διότι υπαρασπίσθηκαν την Πίστη. Αυτό το φρόνημα έχουν οι πραγματικοί μαθητές του Κυρίου:
«Και όσα δοκούντα βλάπτειν το σώμα και αιφνιδίως επί την φύσιν επέρχονται και ακολούθως εις το παθείν ετέθησαν, ως ουδέν λογίζονται εν οφθαλμοίς αυτού εν συγκρίσει των ελπιζομένων από του νυν. Και ου δυνατόν χωρίς παραχωρήσεως των πειρασμών γνώναι ημάς την αλήθειαν».
Επειδή, λοιπόν, είμαστε αδόκιμοι στην πνευματική ζωή βάζοντας μποστά την τετράγωνη λογική μας δεν θέλουμε να μπούμε στην περιπάτεια και εξηγεί σχετικά ο άγιος:
«Όταν δε η στέρησις της Χάριτος πληθυνθή εν ανθρώπω, τότε πάντα τα ρηθέντα εναντία ευρίσκονται πλησίον και η γνώσις μείζων της πίστεως δια την εξέτασιν…».
Δηλαδή, ενώ θα έπρεπε να λειτουργούμε όχι μόνο στα μεγάλα εκκλησιαστικά θέματα με πίστη αλλά και σ’ αυτή την καθημερινότητά μας, εμείς τί κάνουμε λειτουργούμε ως γνωστικιστές ενώ καταδικάζουμε τον γνωστικισμό ως αίρεση. Τί λέγει όμως ο άγιος;
«Αρχή της αληθινής ζωής του ανθρώπου, ο φόβος του Θεού, και ούτος συν τω μετεωρισμώ τίνων εν τη ψυχή διαμείναι ου πείθεται. Διασκεδάζεται γαρ η καρδία εκ της ηδονής του Θεού εν τη διακονία των αισθήσεων. Δέδενται γαρ, φησίν, αι έσω έννοιαι εν τη αισθήσει αυτών εν τοις αισθητηρίοις τοις διακονούσιν αυταίς. Δισταγμός καρδίας επεισάγει τη ψυχή δειλίαν, η δε πίστις και εν τη εκκοπή των μελών δύναται κρατύναι την προαίρεσιν. Εν όσω ο πόθος της σαρκός υπερισχύει εν σοι, εύθραστος και απτόητος ου δυνήση γενέσθαι εκ των πολλών εναντιωμάτων των διαμενόντων πλησίον του ποθούμενου». Άρα, δεν υπερισχύει η Πίστις αλλά μια διανοητικότητα ψυχική και δυτικότροπη και επιπλέον ο πόθος σαρκός γι αυτό είπε: «Εν όσω ο πόθος της σαρκός υπερισχύει εν σοι, εύθραστος και απτόητος ου δυνήση γενέσθαι εκ των πολλών εναντιωμάτων των διαμενόντων πλησίον του ποθούμενου».
Εν όσω όμως δεν θέλουμε να είμαστε όχι νικητές εκείνο είναι το τέλειο αλλά, τουλάχιστον, αθλητές ας αποφεύγουμε να διδάσκουμε διότι:
«Άλλος εστίν ο λόγος της πράξεως, και άλλος ο καλός λόγος. Και χωρίς πείρας των πραγμάτων, οίδεν η σοφία κοσμήσαι τους λόγους αυτής και του λαλήσαι αλήθειαν μη γινώσκουσα αυτήν και του φανερώσαι περί της αρετής, και αυτός μηδέποτε λαβών πείραν του έργου αυτής. Ο λόγος ο εκ της πράξεως, ταμείον της ελπίδος, και η άπρακτος σοφία, παραθήκη αισχύνης. Ώσπερ τεχνίτης εστί ζωγραφών το ύδωρ εν τοις τοίχοις και ου δύναται το ύδωρ εκείνο την δίψαν αυτού αναψύξαι, και ώσπερ άνθρωπος θεωρών ενύπνια καλά, ούτω και ο άπρακτος λόγος. Ο εκ της πείρας του έργου αυτού λάλων περί αρετής, μεταδίδωσι τω ακούοντι αυτού, ώσπερ τις μεταδίδωσιν εκ του χρήματος της πραγματείας αυτού, και ώσπερ εκ των κτημάτων αυτού σπείρει την διδασκαλίαν εις τα ώτα των ενωτιζόντων αυτόν και ανοίγει το στόμα αυτού εν παρρησία μετά των πνευματικών αυτού τέκνων, καθώς ο γηραιός Ιακώβ τω σώφρονι Ιωσήφ έφη “ιδού, δέδωκά σοι εν μέρος περισσότερον των αδελφών σου, όπερ έλαβον εκ των Αμορραίων τω ξίφει μου και τω τόξω μου”».
Για να μην μείνουμε όμως απλώς στην διάγνωση της πνευματικής καταστάσεως όλων ημών, των σύγχρονων χριστιανών, ας δούμε την θεραπεία που προτείνει ο άγιος Συμεών που έπαθε τα Θεία. Ενώ ομιλεί εκ πείρας για τον εαυτό του, το κρύβει επιμελώς λέγοντας ότι το άκουσε:
«Ἀλλ᾿ ἵνα πραγματικῶς δείξω ὑμῖν τῆς ἐνδιαθέτου πίστεως ἐνέργειαν, ἀκούσατε καί διήγησιν ὑμῖν διηγήσομαι πρός βεβαίωσιν τῶν εἰρημένων, ἥν ἐξ ἀληθινοῦ ἀκήκοα στόματος».
Ομιλώντας για κάποιον νέο Γεώργιο, εκείνα τα γνωστά για την μετοχή του στις άκτιστες ενέργειες του Θεού, ο οποίος όμως στην πραγματικότητα είναι ο ίδιος που με τρείς λόγους, τους οποίους εφάρμοσε βρήκε την Χάριν του Θεού, σημειώνει παρακάτω:
«Ἔγνωτε, ὡς οὔτε νεότης ἀπόβλητος οὔτε γῆρας ὠφέλιμον μή οὔσης συνέσεως καί φόβου Θεοῦ; Ἐμάθετε ὅτι οὔτε μέση πόλις ἐμποδίζει ἡμᾶς εἰς τό κατεργάζεσθαι τάς ἐντολάς τοῦ Θεοῦ, ἐάν σπουδαῖοι ὦμεν καί διεγηγερμένοι, οὔτε ἡσυχία ὠφελεῖ ἤ ἀναχώρησις κόσμου, ἐάν ῥᾳθυμῶμεν καί ἀμελῶμεν;».
Και παρακάτω συνεχίζει λέγοντας:«Οὗτος ὁ νέος, ὁ μήτε χρόνοις νηστεύσας πολλοῖς, μήτε ποτέ χαμευνήσας, μή ἐνδυσάμενος τρίχινα, μή κόμην ἀποκειράμενος, μή κόσμου ἐκστάς τῷ σώματι, πνεύματι δέ, ἀγρυπνήσας μόνον ὀλίγα, ὑπέρ τόν Λώτ ἐφάνη, τόν ἐν Σοδόμοις θρυλούμενον. Μᾶλλον δέ εἰπεῖν ἐν σώματι ἄγγελος, κρατητός καί ἀκράτητος, βλεπόμενος ἀλλ᾿ οὐ κατεχόμενος, ἄνθρωπος τό φαινόμενον καί ἄσαρκος τόν νούμενον, τοῖς πᾶσι τά πάντα ὁρώμενος καί μόνος μόνῳ Θεῷ τῷ πάντα γινώσκοντι ὤν. Διό καί τῇ τοῦ αἰσθητοῦ ἡλίου δύσει τοῦ νοητοῦ φωστῆρος τό γλυκύ τοῦτον διαδέχεται φῶς, προβεβαιοῦν καί πιστούμενον τό μέλλον αὐτόν ἀδιάλειπτον διαδέξασθαι φῶς. Καί εἰκότως· ἡ γάρ ἀγάπη τοῦ ζητουμένου ἐξέστησεν αὐτόν καί κόσμου καί φύσεως καί πραγμάτων ἁπάντων, καί ὅλον αὐτοῦ τοῦ Πνεύματος καί φῶς ἀπειργάσατο· καί ταῦτα μέσον πόλεως οἰκοῦντα καί οἴκου προνοούμενον δούλων τε καί ἐλευθέρων φροντίζοντα καί πάντα ποιοῦντα καί πράσσοντα ὅσα τῷ βίῳ ἁρμόζουσιν».
Επομένως τίθενται θέματα πλέον για όλους εμάς:
1. Έχουμε ως στόχο της πνευματικής μας ζωής την απόκτηση του Αγίου Πνεύματος όπως την εννοούσε ο άγιος Σερφείμ του Σαρώφ και όπως την βίωναν η άγιοι;
2. Αγνοούμε ότι χωρίς τους αγώνες υπέρ της Πίστεως δηλώνουμε αθεΐα, όπως διατύπωσε ό άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς;
3. Μπορούμε να κρατήσουμε την Χάριν χωρίς την ομολογία;
4. Υπάρχει πνευματική ζωή χωρίς την Χάριν;
5. Δυνάμεθα να είμαστε σε δύο στρατόπεδα συνάμα ή να υποκρινόμαστε ευσέβεια;
Αν δεν είναι δυνατόν να υπάρχει ευσέβεια χωρίς την Χάριν ή να έχουμε Χάριν χωρίς ευσέβεια να μας το πουν καθαρά για να γνωρίζουν οι πιστοί πως θα πορευθούν. Διότι, με βάση την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων γνωρίζουμε πολύ καλά ότι δεν είναι δυνατόν να αναγνωρίζεις άλλα δόγματα ως εκκλησίες και να μην είσαι στην αίρεση. Δεν είναι δυνατόν να κοινωνείς με όσους είναι στην αίρεση και να μην είσαι συγκοινωνός αυτής της αιρέσεως, έστω και αν δεν σε αρέσει, έχεις όμως κοινωνία. Δεν είναι δυνατόν να είσαι στην αίρεση και να ενεργεί η Χάρις αγιαστικώς, επειδή ο Θεός μας ανέχεται λογω του ότι υπάρχουν πιστοί που δεν γνωρίζουν. Πολύ θα μας βοηθήσει να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα αν συνειδητοποιήσουμε:
Ποιά είναι η διδασκαλία της Εκκλησίας σχετικά με την μετοχή της ακτίστου Χάριτος μετά την μέλλουσα κρίση;
Ο Θεός θα ενεργεί και τότε! Η ίδια άκτιστη ενέργεια Του που θα πηγάζει και τότε από την άκτιστη ουσία Του ενώ θα είναι δοξαστική για τους κληρονόμους της Βασιλείας των ουρανών, όμως δεν θα είναι δοξαστική και για τους κολασμένους αλλά θα είναι καυστική και αφόρητη. Αυτό δεν ισχύει, ακόμη, και στην περίπτωση της παρούσης ζωής ανάλογα με το, αν κοινωνούμε αξίως ή αναξίως των Αχράντων Μυστηρίων; Στην παρούσα ζωή ως πρόγευση της Βασιλείας του Θεού έχουμε τον αρραβώνα του πνεύματος, εφόσον μέσα μας έχουμε την Χάριν από τα άγια Μυστήρια, όταν όμως τα μεταλαμβάνουμε αξίως έχοντας συνάμα και θεοφιλή βίο και, κυρίως, κρατώντας την ομολογία της Πίστεως που μας ενεπιστεύθη ο ενανθρωπείσας Υιός και Λόγος του Θεού. Όμως, επίσης, ισχύει όταν κοινωνούμε αναξίως χωρίς να έχουμε μετάνοια και αγώνα προς κάθαρση τότε κοινωνούμε εις κατάκριμα και δεν έχουμε καθόλου χαρά. Αν, λοιπόν, ισχύει αυτό, σε τί εμποδίζεται η Χάρις του Θεού, ώστε τώρα, ειδικά στην περίπτωση της εισαγωγής της αιρέσεως, για άλλους μεν που ενώ γνωρίζουν για την προδοσία της Πίστεως, ωστόσο δεν αντιδρούν στην πράξη με διακοπή κοινωνίας, να ενεργεί βεβαίως με τα Άχραντα Μυστήρια, όχι όμως δοξαστικά και χαριτώντάς τους, αλλά κολαστικά εις κατάκριμα, αφού «ὁ Θεὸς ἡμῶν πῦρ καταναλίσκον» (Εβρ.12,29), προγευόμενοι την τιμωρία για την βλασφημία του Αγίου Πνεύματος που είναι αμαρτία προς θάνατον, ενώ για άλλους που δεν γνωρίζουν, αφού δεν υπάρχει στοιχειώδης ενημέρωση στις ενορίες από επισκόπους και ιερείς, ακόμη και από μοναχούς και αφιερωμένους σε αδελφότητες που εργάζονται στην κατήχηση, να μην ενεργεί εις κατάκριμα διότι έχουν άγνοια.
Ερωτούμε όμως δεν έχουν ευθύνη επίσκοποι, μοναχοί και λαϊκοί που ενώ γνωρίζουν τις αποφάσεις κολυμβάριας ψευτοσυνόδου και τους επισημάνθηκε ότι παρεισέφρησε αίρεσις εμμένουν στην κοινωνία μετά των αιρετικών Οικουμενιστών; Μέχρι, λοιπόν, να υπάρξει συνοδική καταδίκη τα μυστήρια ναι μεν θα ενεργούν, διαφοροτρόπως όμως, για όσους δεν γνωρίζουν τί προδοσία έγινε στο κολυμβάρι σε σχέση με εκείνους που γνωρίζουν για την εκκλησιολογική αίρεση να καταργήσουν την μοναδικότητα της Εκκλησίας που είναι δογματικό θέμα και επομένως αφορά το περιεχόμενο της Πίστεως, το οποίο ενώ άλλαξαν στην πράξη, δεν παίρνουν θέση και οι ίδιοι στην πράξη με έργο διακόπτοντας την κοινωνία αλλά συμμετέχουν αποδεικνύοντας ότι αρνούνται την ορθόδοξη θεολογία, τον τρόπο μετοχής της ακτίστου Χάριτος και τον μεταξύ αυτών σύνδεσμο και σχέση. Και αν αυτό δεν είναι ένας δυτικός σχιζοφρενικός διαχωρισμός στην εννιαία πνευματική ζωή που πηγάζει από το περιεχόμενο της Πίστεως, την οποία ενότητα εκφράζει η θεία Λατρεία κατ’ εξοχήν με την Αγία Αναφορά, τότε τί είναι; Φαίνεται όμως ότι η μεταπατερική “θεολογία” διαδόθηκε και σε αγιορείτες, και σε σπουδαίους γέροντες, ακόμη και σε πνευματικούς μας αδελφούς μέχρι πρό τίνος. Αδελφοί, συγνώμη! Εορτάσατε την Κυριακή της Ορθοδοξίας. Τί εορτάσατε; Θα εορτάσετε τώρα την Κυριακή του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Έχουμε επίγνωση τί εορτάζουμε ή θα μας πει ο Θεός; «τὰς νουμηνίας ὑμῶν καὶ τὰς ἑορτὰς ὑμῶν μισεῖ ἡ ψυχή μου· ἐγενήθητέ μοι εἰς πλησμονήν, οὐκέτι ἀνήσω τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν».