Πέτη Πέρκα: «Έχουμε μια κυβέρνηση ειδικών οικονομικών συμφερόντων, που στηρίζεται σε ένα σάπιο αναπτυξιακό πρότυπο»
Ομιλία της Βουλεύτριας Φλώρινας και Γραμματέα της Κ.Ο. της Νέας Αριστεράς, Πέτης Πέρκα ως Κοινοβουλευτική Εκπρόσωπος στην επερώτηση ων Βουλευτών του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής: «Αδιαφανής, μεροληπτική υπέρ λίγων και σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος η χάραξη και εκτέλεση της οικονομικής και αναπτυξιακής πολιτικής της χώρας»
H Πέτη Πέρκα ξεκίνησε την ομιλία της επισημαίνοντας ότι, «είναι πλέον σαφές μετά από 5 χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας:
– Ότι το υποτιθέμενο «οικονομικό θαύμα» της αποτελεί μια επιστροφή στις αναπτυξιακές επιλογές που οδήγησαν στην κρίση του 2008 αλλά και μια επιστροφή στην κανονικότητα της πελατειακής διαχείρισης του κράτους και των θεσμών.
Η υποτιθέμενη οικονομική ανάκαμψη την περίοδο διακυβέρνησης της ΝΔ έχει στηριχθεί σε δύο πυλώνες, πέρα από την δημοσιονομική σταθερότητα η οποία πιστώνεται στην προηγούμενη κυβέρνηση.
-Από την μια, στην ενίσχυση ενός μοντέλου ανάπτυξης που στηρίζεται στον τουρισμό, στον κατασκευαστικό τομέα, το real estate και τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.
-Από την άλλη έχει τεχνητά ενισχυθεί από στην συγκυρία του κορονοϊού μέσα από την μοναδική στην νεότερη ιστορία του τόπου ευκαιρία που αποτέλεσαν τα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η ύπαρξη του Ταμείου Ανάκαμψης αποτέλεσε και το όχημα πάνω στο οποίο στηρίχθηκε η προσδοκία για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στην μετα-πανδημική συνθήκη.
Και οι προσδοκίες αυτές είναι που σήμερα ματαιώνονται», σημείωσε.
Η βουλεύτρια Φλώρινας και Γραμματέας της Κ.Ο. της Νέας Αριστεράς έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο Ταμείο Ανάκαμψης. Υπενθύμισε ότι, η αντιπολίτευση την περίοδο 2019-2023 είχε ζητήσει επανειλημμένα την δημιουργία ενός μόνιμου μηχανισμού εποπτείας και λογοδοσίας κατά την εκτέλεση του Ταμείου Ανάκαμψης. Το βασικό σημείο κριτικής της αντιπολίτευσης κατά την εκπόνηση του Σχεδίου Ελλάδα 2.0 ήταν ότι, στην πραγματικότητα δεν υπήρχε ποτέ καμία θεσμοθετημένη διαδικασία κατάθεσης προτάσεων από τις επαγγελματικές ενώσεις, του φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, τα συνδικάτα ή την πανεπιστημιακή κοινότητα, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση εργαζόταν πυρετωδώς και υπογείως για να ενσωματώσει τις προτεραιότητες της οικονομικής ολιγαρχίας στο αναπτυξιακό σχέδιο της χώρας.
Έτσι, το Σχέδιο Ελλάδα 2.0 κατέληξε να μην περιλαμβάνει:
– Κανένα συγκεκριμένο αναπτυξιακό στόχο κανένα γεωγραφικό ή περιφερειακό κριτήριο στον τρόπο με τον οποίο επιλέγονταν να γίνει η κατανομή των μελλοντικών δαπανών…
– κανένα στόχο ως προς τις επιπτώσεις του στην απασχόληση
-κανένα κλαδικό στόχο
– και φυσικά κανένα κριτήριο σε σχέση με ρητά διατυπωμένους περιβαλλοντικούς στόχους όπως η μείωση των εκπομπών αερίων στη χώρα κοκ.
Πρόσθεσε ότι, «αποτέλεσμα ήταν το σχέδιο Ελλάδα 2.0 να αποτελεί μια συρραφή αιτημάτων ομάδων ειδικών συμφερόντων τα οποία παρουσιάστηκαν ως το εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο της χώρας». Στη συνέχεια ανέφερε ορισμένα παραδείγματα ανορθολογισμών και προνομιακής μεταχείρισης μεμονωμένων επιχειρηματιών:
«Ενώ οι αστικές αναπλάσεις περιλαμβάνονταν ρητά στο σκεπτικό των ευρωπαϊκών οδηγιών για την κατεύθυνση των διαθέσιμων πόρων, η συντριπτική πλειοψηφία των πόρων για αναπλάσεις προορίζονταν για την ανάπλαση της παράλιας ζώνης του Ελληνικού.
Ενώ η προώθηση της ηλεκτροκίνησης περιλαμβάνονταν ρητά στους στόχους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας η κυβέρνηση επέλεγε να χρηματοδοτεί εταιρείες leasing για την αγορά του εισαγόμενου στόλου τους αντί να χρηματοδοτεί την διάδοση του ίδιου του δικτύου φόρτισης αυτοκινήτων το οποίο θα ενίσχυε και την εγχώρια βιομηχανία.
Ενώ στις προβλέψεις του Ταμείου Ανάκαμψης μπορούσαν να εντάσσονται προφανέστατα δαπάνες για την ενίσχυση της δημόσιας παιδείας, η Νέα Δημοκρατία δέσμευε 1 δις ευρώ για τη ψηφιοποίηση εκπαιδευτικού υλικού για ιδιωτικά κέντρα κατάρτισης, για φωτοτυπίες και για «σκόιλ ελικίκου».
Και ενώ η πράσινη μετάβαση της εγχώριας βιομηχανίας αποτελούσε τον πυρήνα του Ταμείου Ανάκαμψης, η χρηματοδότηση για την μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος του συνόλου της βιομηχανίας και της ναυτιλίας της χώρας μας προεγγράφονταν στο ύψος μόλις των 300 εκατ. Ευρώ».
Η Πέτη Πέρκα τα υπενθύμισε αυτά γιατί είναι ενδεικτικά του μεγέθους της εγκληματικής, ιστορικής σημασίας, αποτυχίας της κυβέρνησης.
Υπενθύμισε επιπλέον ότι, τις τελευταίες δύο εβδομάδες έχουν ανακοινώσει ότι διακόπτουν τις εργασίες τους 4 ακόμα βιομηχανικές μονάδες. Όλες τους ανήκαν σε πολυεθνικούς ομίλους και όσες δημοσιοποίησαν στοιχεία σχετικά με την απόφαση τους αυτή, ανέφεραν το ενεργειακό κόστος ως τον βασικό λόγο για την διακοπή των εργασιών τους στη χώρα μας.
Σημείωσε χαρακτηριστικά «η κυβέρνηση, σήμερα αντιμετωπίζει ένα μπαράζ λουκέτων στην βιομηχανία εξαιτίας του αυξημένου ενεργειακού κόστους, ενεργειακό κόστος το οποίο όμως θα μπορούσε να είχε μετριαστεί αν είχε επενδύσει στην πράσινη μετάβαση, στα ενεργειακά δίκτυα, κοκ. Γιατί όταν της δόθηκε η μοναδική αυτή ευκαιρία δεν το έκανε και σήμερα η χώρα βιώνει τα αποτελέσματα της μυωπικής στρατηγικής της. Η πραγματικότητα αυτή κουκουλώθηκε για μια διετία με την επανέναρξη της οικονομίας, την γρηγορότερη από το αναμενόμενο ανάκαμψη της διεθνούς τουριστικής κίνησης και τις πρώτες «εύκολες» δαπάνες του Ταμείου.
Άσκησε έντονη κριτική στην κυβέρνηση αναφέροντας ότι «όταν εξαντλήθηκαν οι soft δαπάνες άρχισε να μειώνεται και ο ρυθμός των επενδύσεων. Ήδη το Φθινόπωρο του 2023 είχε πλέον αποτυπωθεί κάμψη της δυναμικής την οποία θα προσέδιδε στην Ελληνική Οικονομία το ΤΑ&Α. Οι πληρωμές, τότε, υπολογίζονταν σε 6,6 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 4,1 δισ. ευρώ αφορούσαν λογιστικές πληρωμές με μόλις 2,5 δισ. ευρώ να φτάνουν στην πραγματική οικονομία. Σήμερα όλα αυτά αποτυπώνονται πλέον στην ορατή και καταγεγραμμένη κάμψη των επενδύσεων στη χώρα».
Συνέχισε την κριτική της στην κυβέρνηση λέγοντας «ο προϋπολογισμός του 2024 υπέθετε αύξηση του ΑΕΠ ύψους 2,9%. Ενόσω τρέχει αυτός ο στόχος οι επενδύσεις σε πάγια μειώνονται τα τελευταία 4 τρίμηνα. Οι δε υφιστάμενες επενδύσεις, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αφορούν τον τουρισμό, τις κατασκευές και τις κατοικίες ενώ οι επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό και τεχνολογίες πληροφορικής διαρκώς υποχωρούν.
Όλα αυτά συμβαίνουν σε μια χώρα που μόλις χθες η ΕΛΣΤΑΤ αποκάλυψε έκρηξη του δείκτη οικονομικών ανισοτήτων στη χώρα και διεύρυνση του τμήματος του ελληνικού πληθυσμού που αντιμετωπίζει συνθήκες σχετικής αποστέρησης βασικών αγαθών».
Ανέφερε συγκεκριμένους δείκτες που επιβεβαιώνουν την κριτική της: «Το 2023 το 16,6% του πληθυσμού διαβιούσε σε συνθήκες υλικής στέρησης, ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το 15,5% του 2022. Το ποσοστό του πληθυσμού που αντιμετώπισε στεγαστικές δυσκολίες το 2023 ανέρχεται στο 47,3%. Το 2022 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 29,1%. Αύξηση δηλαδή κατά 65,2%! Αυτό την ώρα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποστηρίζει ότι για την αύξηση των ενοικίων φταίει… η ανάπτυξη!
To 23,6% του πληθυσμού το 2023 που χρειάστηκε ιατρική εξέταση ή θεραπεία για πρόβλημα υγείας και δεν υποβλήθηκε σε αυτήν. Τα ποσοστά για το φτωχό πληθυσμό το ποσοστό ανέρχεται σε 49,0%. To 32,3% χρειάστηκε οδοντιατρική εξέταση ή θεραπεία για πρόβλημα υγείας και δεν υποβλήθηκε σε αυτήν. Για τα φτωχότερα στρώματα το ποσοστό αυτό προσεγγίζει το 70%».
Σημείωσε δηκτικά «η κρίση δεν αγγίζει τους πάντες αφού η ψαλίδα των ανισοτήτων ολοένα διευρύνεται: Το πλουσιότερο 20% κατέχει εθνικό διαθέσιμο εισόδημα 5 φορές πάνω από το φτωχότερο 20%».
Ολοκλήρωσε την ομιλία της αναφέροντας «δυστυχώς, τα παραπάνω συνοψίζουν το που βρίσκεται η χώρα μας 5 χρόνια από την ανάληψη της διακυβέρνησης από τη Νέα Δημοκρατία. Μια κυβέρνηση ειδικών οικονομικών συμφερόντων, που στηρίζεται σε ένα σάπιο αναπτυξιακό πρότυπο αδιαφορώντας για το βιοτικό επίπεδο της συντριπτικής πλειοψηφίας της ελληνικής κοινωνίας».