Το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας κινείται σε ολισθηρό δρόμο και απομακρύνεται από την κοινωνία
Δρ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΣ Π. ΣΥΜΕΩΝ
Η σκανδαλώδης απόφαση του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας για την εισαγωγή των υιών των καθηγητών-τριών στο μεταπτυχιακό του Πανεπιστημίου ως υπεράριθμων (και όχι τόσο η απαλλαγή από τα δίδακτρα, κατά το λαϊκό Γιάννης κερνάει Γιάννης πίνει), θέτει εκπαιδευτικά, ηθικά και πολιτικά ερωτήματα που δημιουργούν ανισότητα και αδικία.
Η απόφαση αυτή συνιστά μια απειλή σε ότι αφορά στην κοινωνική κινητικότητα και έρχεται αντιμέτωπη με το κορυφαίο παιδαγωγικό αξίωμα των ίσων ευκαιριών (Chancengleichheit-égalité des chances).
Όπως είναι γνωστό η σχολική και πανεπιστημιακή σταδιοδρομία των μαθητών συσχετίζεται:
- Με τις κοινωνικές ρίζες και με το πολιτιστικό στάτους των οικογενειών τους. Στις παιδαγωγικές επιστήμες μιλάει κανείς για δίκαια εκκίνηση της εκπαιδευτικής πορείας των παιδιών ή για δίκαιες ευκαιρίες (Chancengerechtigkeit ό.π). Και επειδή στην πράξη αυτό δεν είναι δυνατό και εξαρτάται άμεσα από το μαθησιακό περιβάλλον στα πρώτα προσχολικά και μετέπειτα σχολικά έτη του παιδιού (μορφωτικό επίπεδο γονέων, κοινωνικός και γλωσσικός κώδικας, πρότυπα, βιβλιοθήκες στο σπίτι, μελέτη και περιβάλλον γονέων, ηλεκτρονικός και ψηφιακός εξοπλισμός, κίνητρα γονέων, θετική μαθησιακή ατμόσφαιρα, γλωσσικός πλούτος του παιδιού κ.λπ.) καλείται το σχολείο να αναπληρώσει και να καλύψει τα κενά και τις ελλείψεις των παιδιών που προέρχονται από τα μη ευνοϊκά στρώματα της κοινωνίας. Γι αυτό μιλούμε για την «αντισταθμιστική αγωγή» ως κύρια αποστολή του σχολείου.
- Όπως είναι διαμορφωμένο, όμως, το σημερινό σχολείο, τα παιδιά των ευνοημένων στρωμάτων έχουν απόλυτο κέρδος από τις αξίες του σχολείου, ενώ αυτά που δεν ευνοούνται από θετικά περιβάλλοντα συμμετέχουν λιγότερο στις δραστηριότητες της τάξης και αντιμετωπίζουν ένα ανυπέρβλητο τείχος σε ό,τι αφορά στην κατανόηση κειμένων και στη συμμετοχή σε άλλες ουσιώδεις λειτουργίες του σχολείου.
- Τα παιδιά των φτωχών οικογενειών όχι μόνο δεν αναπληρώνουν τις τυχόν ελλείψεις και τα κενά από το δυσμενές οικογενειακό μαθησιακό περιβάλλον, αλλά συνήθως αισθάνονται μια άδικη υποτίμηση των ικανοτήτων τους ή δυσκολεύονται στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων και ικανοτήτων τους – μεταξύ άλλων – και εξαιτίας των στερεοτύπων και των προκαταλήψεων των εκπαιδευτικών, που τα υπάγουμε συνήθως στη λεγόμενη «επίδραση του Πυγμαλίωνα».
- Μια κεντρική αξία της Παιδαγωγικής Επιστήμης και του κράτους δικαίου είναι η ισότητα των ευκαιριών (Chancengleichheit-égalité des chances ό.π.). Το ερώτημα γίνεται ακόμη πιο σημαντικό και αποκτά τεράστια διάσταση εξαιτίας και των παραπάνω δυσκολιών σε σχέση με το αν τα παιδιά των κατώτερων στρωμάτων μπορούν να αναπτύξουν τα ταλέντα τους και να κατακτήσουν τα αντίστοιχα επαγγέλματα, που ανταποκρίνονται στις προτιμήσεις και στις ικανότητές τους.
Κοινωνική δικαιοσύνη υφίσταται όταν όλα τα παιδιά έχουν τις ίδιες εκπαιδευτικές ευκαιρίες. Δυστυχώς στην καθημερινή πρακτική η αρχή αυτή δεν υφίσταται ή δεν μπορεί να υλοποιηθεί. Το σύνθημα ότι ο καθένας σφυρηλατεί την τύχη του δεν ισχύει και ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης. Αυτό το επιβεβαιώνουν πολλοί αριθμοί και πολλές μελέτες. Έτσι, σύμφωνα με μια μελέτη του Mannheimer Zentrum für Europäische Sozialforschung, τα παιδιά που κατάγονται από γονείς με ακαδημαϊκή μόρφωση έχουν έξι φορές μεγαλύτερες ευκαιρίες να κάνουν πανεπιστημιακές σπουδές από ό,τι τα παιδιά που κατάγονται από γονείς με χαμηλή μόρφωση.
Τίθεται άμεσα λοιπόν το ηθικό δίλημμα: όσο περισσότερο υποστηρίζουν και προάγουν οι γονείς τα δικά τους παιδιά, όσο περισσότερο τα στηρίζουν, ώστε να αποκτήσουν έναν άλλο τίτλο (πτυχίου) ή μετεκπαίδευσης, τόσο περισσότερο θέτουν στο περιθώριο τα παιδιά που προέρχονται από τα λιγότερο προνομιούχα στρώματα και οικογένειες (αγρότες, άνεργοι, απόφοιτοι του δημοτικού σχολείου κ.λπ) με δεδομένο ότι οι θέσεις στην κοινωνία είναι περιορισμένες. Το γεγονός αυτό μήπως δεν προκαλεί το διχασμό της κοινωνίας μας και απογοητεύει τους νέους;
Πέραν των προνομίων που απολαμβάνουν οι ίδιοι οι καθηγητές, με την απόφασή τους να εισάγονται στο μεταπτυχιακό του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας ως υπεράριθμοι πριμοδοτούν τους γόνους τους. Οι ομάδες αυτές έχουν χίλιους λόγους να μη θέλουν να θιγούν τα «συστήματά» τους μέσα στην κοινωνία και συχνά βρίσκουν διάφορους τρόπους για να διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους, είτε να παρεμποδίσουν τις διάφορες προσπάθειες ανάδυσής τους στην επιφάνεια. Απαιτούν για τα παιδιά τους μια άνευ κόπων και θυσιών πρόσβαση στο αγαθό της παιδείας, στην προκειμένη περίπτωση στο μεταπτυχιακό, που βάναυσα αντιτίθεται με αυτό που απαιτεί η ανοικτή, δημοκρατική κοινωνία, που είναι κατά τεκμήριο κοινωνία της άμιλλας.
Δημιουργούν τις προϋποθέσεις για ένα κλειστό και προστατευμένο σύστημα, στο οποίο επιδιώκουν τα παιδιά τους να μην παίζουν με τους ίδιους κανόνες, στους οποίους υπόκεινται τα άλλα παιδιά. Με αυτόν τον τρόπο πριμοδοτούν τους γόνους τους αντί να πριμοδοτήσουν τα ταλαντούχα παιδιά από τις πιο φτωχές οικογένειες. Έτσι συντελούν στη φυγή προς το εξωτερικό ταλαντούχων παιδιών της πατρίδας μας.
Παρ’ όλες τις προσπάθειες εφησυχασμού, το πανεπιστήμιο θα έπρεπε να είναι ο φάρος που εκπέμπει φως, δικαιοσύνη, αμεροληψία, πνεύμα, αντικειμενικότητα, σοφία και να είναι πόλος έλξης για την κοινωνία (με τη σύνδεση της έρευνας πάνω σε τοπικά προβλήματα, όπως το περιβάλλον, η αγωγή, η ιστορία κ.λπ, κ.λπ). Αντί αυτού τέτοιες αποφάσεις προκαλούν την κοινωνία, απομακρύνουν το πανεπιστήμιο από την κοινωνία και αποτελούν εστία μεροληπτικότητας, αδικίας, ανισότητας, πανεπιστημιακού αμοραλισμού κ.λπ. Θα πρέπει δε να τονιστεί με έμφαση ότι στο εξωτερικό και ιδιαίτερα στη Γερμανία τα περιφερειακά πανεπιστήμια διακρίνονται διεθνώς, όπως π.χ το πανεπιστήμιο της Heidelberg, του Tübingen κ.λπ και καταλαμβάνουν εξέχουσες θέσεις στις διεθνείς αξιολογήσεις από διεθνή όργανα. Τι γίνεται με τα δικά μας περιφερειακά πανεπιστήμια; Ποια αξιοπιστία και ποιο κράτος δικαίου εκπέμπει το Πανεπιστήμιο; Μήπως τέτοιες αποφάσεις οδηγούν σε απομόνωση και παρακμή; Μήπως οι ίδιοι οι καθηγητές εμφανίζονται ως εκπρόσωποι μιας παλιάς και ξεπερασμένης εικόνας του κόσμου και όχι αυτής του μέλλοντος;